«Τους είπα πως πρέπει να με ξεγράψουν. Ευτυχώς δεν το έκαναν»
τους-είπα-πως-πρέπει-να-με-ξεγράψουν-ε-562791457

«Τους είπα πως πρέπει να με ξεγράψουν. Ευτυχώς δεν το έκαναν»

Μιλάει στην «K» πρώην «συνδεσμίτης» που πρωτοστατούσε σε αιματηρά επεισόδια εντός και εκτός γηπέδων. Η ιεραρχία, η τυφλή εμπιστοσύνη στον αρχηγό, τα προκαθορισμένα ραντεβού της βίας και η «ανοχή της φύλαξης»

Μαρίνα Καρπόζηλου
Ακούστε το άρθρο

Εζησε για πέντε χρόνια στο σκοτάδι δύο εθισμών: της βίας και των ναρκωτικών. Σήμερα αυτοπροσδιορίζεται ως πρώην χούλιγκαν που όχι μόνο κυνηγούσε, αλλά και δημιουργούσε αιματηρές συγκρούσεις. Μέλος ενός οπαδικού συνδέσμου, κυκλοφορούσε στην Αθήνα έχοντας κατσαβίδια και ξύλα με πρόκες στις τσέπες του. Σήμερα αφηγείται στην «Κ» πως η αγάπη του προς την ομάδα ήταν το πρόσχημα. Στην πραγματικότητα εκτελούσε τις εντολές μιας άτυπης ιεραρχίας που φρόντιζε να τον ενημερώνει για το πού και πότε θα λάβουν χώρα τα επόμενα επεισόδια.  

«Είμαι ακόμα ζωντανός επειδή μπορούσα να τρέχω γρήγορα»

Γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Μια από τις πρώτες αναμνήσεις του είναι οι πανηγυρισμοί για την κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ το 1987. Σύντομα η επαρχιακή πόλη στην οποία μεγάλωνε γέμισε με μπασκέτες και ο ίδιος, αφού επέλεξε ποια θα είναι η αγαπημένη του ομάδα, ξεκίνησε τις δικές του απόπειρες για τρίποντα και καρφώματα. «Δεν σταμάτησα να αθλούμαι ποτέ, ακόμα και στις πιο σκοτεινές περιόδους μου. Ισως γι’ αυτό είμαι ακόμα ζωντανός, επειδή μπορούσα να τρέχω γρήγορα».

Η ροπή που, όπως λέει ο ίδιος, είχε προς τη βία και τα επεισόδια, έκανε την εμφάνισή της ήδη από την παιδική του ηλικία. «Από μικρός ήμουν αντιδραστικός και, παρά τις προσπάθειες των γονιών μου, που γρήγορα σήκωσαν τα χέρια ψηλά, δεν γνώριζα από όρια. Είχα δημιουργήσει τη δική μου συμμορία και κάναμε κουμάντο στην περιοχή. Υπήρχαν μαγαζιά που είχαμε υπό την κυριαρχία μας. Αν δεν ήσουν “δικός μας”, δεν πλησίαζες». Οταν έγινε 18 ακολούθησε τον μεγαλύτερο αδερφό του στην Αθήνα και ξεκίνησε τις σπουδές του στο μάρκετινγκ. Πήγε σε ιδιωτική σχολή και οι γονείς του κάλυπταν κάθε οικονομική ανάγκη που τού προέκυπτε. «Ξυπνούσα το πρωί και ένιωθα πως μπορώ να κάνω ό,τι μου κατέβει στο κεφάλι». 

Αλκοόλ, ναρκωτικά και οπαδική βία

Η επαφή του με τα γήπεδα ξεκίνησε μέσω φίλων, οι οποίοι, όπως λέει, ήταν άνθρωποι των γηπέδων. Μια μέρα πήγε μαζί τους σ’ έναν αγώνα μπάσκετ στο Περιστέρι. Δεν τον απασχολούσε τόσο το να δει την ομάδα που υποστήριζε όσο το να βρεθεί σε ένα περιβάλλον με ένταση. «Καθώς πλησιάζαμε πεζή στο γήπεδο -ήμασταν οι τελευταίοι που θα μπαίναμε- δεχτήκαμε επίθεση από οπαδούς της αντίπαλης ομάδας. Ακόμα δεν ήμασταν ιδιαίτερα οργανωμένοι. Για να ξεφύγουμε, μπήκαμε σ’ ένα ταξί. Ημασταν 6 άτομα και απειλήσαμε τον οδηγό για να ξεκινήσει. Εκείνη τη στιγμή υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως δεν πρόκειται να βρεθώ ξανά στην πλευρά των ηττημένων. Αρχισα να κυκλοφορώ μόνο με άτομα του συνδέσμου που ήξερα πως -όπως και εγώ- ήθελαν να τσακωθούν. Δεν συναντιόμασταν για να πάμε βόλτα, αλλά για να κάνουμε φασαρία. Ημασταν 10-15 άτομα που κάθε Παρασκευή δίναμε ραντεβού στον σύνδεσμο, πίναμε αλκοόλ και παίρναμε ναρκωτικά».

Οπως λέει, η βία και οι ουσίες είναι αλληλένδετα. «Δεν ξυπνάς ένα πρωί και λες “α, σήμερα θα πάω να τσακωθώ”, τα ναρκωτικά ήταν μια απαραίτητη προεργασία προκειμένου να είμαστε πιο επιθετικοί, αλλά και για να μη φοβόμαστε μήπως μας συμβεί κάτι. Κατεβαίναμε, λοιπόν, στον δρόμο και στέλναμε έναν από τους δικούς μας μπροστά. Οι υπόλοιποι παραφυλάγαμε πιο πίσω. Αυτός που ήταν μόνος του φορούσε το κασκόλ της ομάδας μας. Η περιοχή, όμως, ήταν άβατο μιας άλλης ομάδας, οπότε όλο και κάποια παρέα θα του την έπεφτε. Τότε εμφανιζόμασταν και οι υπόλοιποι και ξεκινούσε το ξύλο. Κουβαλούσαμε μαζί μας κατσαβίδια και ξύλα με πρόκες. Κάποιοι είχαν και μαχαίρια. Το ίδιο κάναμε και στα μαγαζιά, μπαίναμε μέσα και δημιουργούσαμε φασαρίες».

Δεν είχαμε ποτέ οδηγία να επιτεθούμε αποκλειστικά στα ΜΑΤ, παρά μόνο αν έμπαιναν στη μέση. Αντίστοιχα, πιστεύω πως υπήρχαν μέρες που και αυτοί είχαν την οδηγία να κρατούν αποστάσεις από εμάς.

Το μόνο που πρόσεχαν ήταν να μην τους πιάσουν οι άνδρες των ΜΑΤ. «Γιατί ξέραμε πως θα μας χτυπήσουν πάρα πολύ άσχημα. Αλλωστε ήμασταν μικρός σύνδεσμος και υπερτερούσαν αριθμητικά. Συγκρουόμασταν μαζί τους στα γήπεδα, αλλά κρατούσαμε και τις αποστάσεις μας.

Δεν είχαμε ποτέ οδηγία να επιτεθούμε αποκλειστικά σε αυτούς, παρά μόνο αν έμπαιναν στη μέση. Αντίστοιχα, πιστεύω πως υπήρχαν μέρες που και αυτοί είχαν την οδηγία να κρατούν αποστάσεις από εμάς. Θυμάμαι ένα περιστατικό που τους πετούσαμε πέτρες και δεν γύρισαν καν να αντιδράσουν. Τότε νομίζαμε πως είμαστε άγνωστοι, ανώνυμοι, πως μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Σε κάποιον αγώνα κρατούσα ένα δοκάρι στα χέρια μου και μπροστά μου πεσμένος ήταν ένας νεαρός αστυνομικός. Θα μπορούσα να του είχα κάνει μεγάλη ζημιά, αλλά ευτυχώς συγκρατήθηκα. Ισως με κράτησε το γεγονός πως ήταν πεσμένος και δεν θα μπορούσε να αμυνθεί. Χαίρομαι γι’ αυτή την απόφασή μου γιατί πλέον συνειδητοποιώ πως, αν τον είχα χτυπήσει, θα ήταν θέμα χρόνου να με συλλάβουν».

  • «Είχα δημιουργήσει τη δική μου συμμορία και κάναμε εμείς κουμάντο στην περιοχή. Υπήρχαν μαγαζιά τα οποία τα είχαμε υπό την κυριαρχία μας, αν δεν ήσουν “δικός μας” δεν πλησίαζες»

  • «Δεν είχαμε ποτέ οδηγία να επιτεθούμε αποκλειστικά στα ΜΑΤ, παρά μόνο αν έμπαιναν στη μέση. Αντίστοιχα πιστεύω πως υπήρχαν μέρες που και αυτοί είχαν την οδηγία να κρατούν αποστάσεις από εμάς»

  • «Σε έναν αγώνα είχα ένα δοκάρι στα χέρια μου και μπροστά μου πεσμένος ήταν ένας νεαρός αστυνομικός. Θα μπορούσα να του είχα κάνει μεγάλη ζημιά, ευτυχώς όμως συγκρατήθηκα»

  • «Ολοι γνώριζαν πως υπήρχε ιεραρχία μέσα στον σύνδεσμο, όπως υπήρχε και καθοδήγηση. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο, ήταν όλα κανονισμένα, γνωρίζαμε πάντα από πριν πως θα γίνουν επεισόδια»

  • «Σίγουρα εξαιτίας μας πήγε κόσμος στο νοσοκομείο, δεν ξέρω αν προκαλέσαμε και μόνιμες βλάβες σε κάποιον. Ελπίζω πως όχι»

  • «Η οργάνωση των χούλιγκαν σήμερα γίνεται μέσω social media, το ίδιο και τα ραντεβού της βίας που δίνουν οι οπαδοί των ομάδων»

  • «Κάποια στιγμή παραδέχτηκα στον πατέρα μου, και κυρίως στον εαυτό μου, πως αν συνεχίσω έτσι είναι ζήτημα χρόνου να με βρουν νεκρό. Τους είπα πως πρέπει να με ξεγράψουν. Ευτυχώς δεν το έκαναν.»

Εκείνο το διάστημα η ζωή του τις υπόλοιπες μέρες κυλούσε φυσιολογικά, φαινομενικά τουλάχιστον. Είχε κάποιες παροδικές ερωτικές σχέσεις, αλλά και φίλους εκτός συνδέσμου. Πήγαινε στη σχολή του και σχεδίαζε σε λίγα χρόνια να φύγει για μεταπτυχιακό στην Αγγλία. Παράλληλα συνέχιζε να γυμνάζεται, καθώς ένιωθε πως με αυτόν τον τρόπο υπερτερούσε από τους αντιπάλους του.

Ο εγκέφαλος

Η βασικότερη ενασχόλησή του, όμως, ήταν ο σύνδεσμος και οι άνθρωποί του. «Ημουν σε ηλικία που αναζητούσα κάποιο πρότυπο, και το δικό μου πρότυπο ήταν ο αρχηγός μας. Ελάχιστα μεγαλύτερος από εμένα, αλλά με πολύ διαφορετικό προφίλ. Δεν έκανε καταχρήσεις, πήγαινε μόνος του στο γήπεδο και τον βρίσκαμε μέσα, ενώ όταν κυκλοφορούσαμε στην πόλη κρατούσε πιο χαμηλό προφίλ.

Ηταν ο «εγκέφαλος» και εγώ είχα, κατά κάποιον τρόπο, τον ρόλο του ενδιάμεσου κρίκου ανάμεσα σε αυτόν και στα υπόλοιπα πιτσιρίκια. Μου έλεγε τι να τους μεταφέρω και πώς να τους κάνω να ακολουθούν τις οδηγίες του. Εμένα με άκουγαν επειδή, σε αντίθεση με τον αρχηγό μας, ένιωθαν πως είμαι ένας από αυτούς. Ολοι γνώριζαν, όμως, πως υπήρχε ιεραρχία μέσα στον σύνδεσμο, όπως υπήρχε και καθοδήγηση. Δεν ήταν πρωτοβουλίες που τις παίρναμε από μόνοι μας. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο, όλα ήταν κανονισμένα, γνωρίζαμε πάντα από πριν πως θα γίνουν επεισόδια. Του αρχηγού μας του είχα εμπιστοσύνη και ακολουθούσα πιστά τις οδηγίες του. Μέχρι και σήμερα, όμως, δεν ξέρω ποιος έδινε τις οδηγίες σε αυτόν». 

Σήμερα συνειδητοποιεί πως η ομάδα ήταν απλώς το πρόσχημα για τα επεισόδια που προκαλούσαν. Οπως αφηγείται στην «Κ», δεν τους απασχολούσε ποιος είναι προπονητής, η σύνθεση της ομάδας, οι τραυματισμοί των παικτών, τίποτα απολύτως.

«Πήγαινα στους αγώνες που μου έλεγαν να πάω και αυτό ήταν. Δεν θα έβγαινα να πανηγυρίσω κάποια νίκη αν δεν ήταν να γίνει φασαρία. Τα εισιτήρια και τα μεταφορικά μας τα πληρώναμε μόνοι μας. Αλλωστε οι περισσότεροι από εμάς προερχόμασταν από εύπορες οικογένειες, δεν είχαμε οικονομικό πρόβλημα.

Τις φωτοβολίδες στα γήπεδα τις βρίσκαμε έτοιμες, δεν τις περνούσαμε εμείς. Από τον έλεγχο δεν μπορείς να περάσεις σχεδόν τίποτα, όλα ήταν ήδη μέσα στο γήπεδο, προφανώς με την ανοχή της φύλαξης. Μια φορά σ’ ένα γήπεδο κρατούσα έναν κασμά και κοπανούσα τα τσιμέντα για να κάνω πέτρες. Δεν μας εμπόδιζε κανείς.

Οταν σε κάποιον τσακωμό χάναμε, ο καθένας έτρεχε να σώσει τον εαυτό του και δεν κοιτούσε πίσω του, ούτε έψαχνε να δει τι έχει γίνει. Τις περισσότερες φορές, όμως, νικούσαμε. Για εμένα νίκη ήταν το να ρίξω τον αντίπαλο στο έδαφος. Τύψεις δεν είχαμε για τίποτα. Σήμερα ναι, υπάρχουν κάνα δυο περιστατικά που καμιά φορά τα σκέφτομαι και μετανιώνω που το παρατράβηξα και δεν το έληξα νωρίτερα. Σίγουρα εξαιτίας μας πήγε κόσμος στο νοσοκομείο, δεν ξέρω αν προκαλέσαμε και μόνιμες βλάβες σε κάποιον. Ελπίζω πως όχι». 

Σίγουρα εξαιτίας μας πήγε κόσμος στο νοσοκομείο, δεν ξέρω αν προκαλέσαμε και μόνιμες βλάβες σε κάποιον. Ελπίζω πως όχι.

Η οργάνωση των χούλιγκαν σήμερα γίνεται μέσω social media, το ίδιο και τα ραντεβού της βίας που δίνουν οι οπαδοί των ομάδων, απαντώντας στις μεταξύ τους προκλήσεις. Στις αρχές του 2000, όμως, αρκούσε η τηλεόραση και ένα τηλεφώνημα. «Μια μέρα μου ζήτησαν να πάω στην Ηλιούπολη, σ’ έναν αγώνα βόλεϊ, όπου για πρώτη φορά εμφανίσαμε ένα πολύ μεγάλο πανό του συνδέσμου.

Ημασταν λίγοι εκείνη την ημέρα και είχαμε πάει στο γήπεδο με το λεωφορείο. Την Κυριακή θα εμφανίζαμε το ίδιο πανό σε ποδοσφαιρικό ματς που είχαμε. Μας είδαν, όμως, οι αντίπαλοι στην τηλεόραση και, μέχρι να τελειώσει ο αγώνας, είχαν ήδη στήσει καρτέρι έξω από το γήπεδο. Φυγαδεύσαμε το πανό, επειδή θα ήταν ύψιστη ντροπή αν το έπαιρναν λάφυρο, και ζητήσαμε από την αστυνομία να μας συνοδεύσει μέχρι το αστικό. Κάναμε τσαμπουκά στον οδηγό να μην ανοίξει τις πόρτες στις επόμενες στάσεις. Πράγματι, περάσαμε τέσσερις στάσεις όπου το λεωφορείο δεν σταμάτησε. Στην πέμπτη πιστέψαμε πως είμαστε ασφαλείς. Κάναμε λάθος. Μπήκαν μέσα στο λεωφορείο, μας χτύπησαν και μας κατέβασαν σηκωτούς στον δρόμο.

«Ενας συνταξιούχος αστυνομικός μού έσωσε τη ζωή»

Την ημέρα εκείνη είχε μαζί του και έναν 15χρονο ξάδερφό του, τον οποίο, όπως λέει, ευτυχώς δεν ακούμπησαν. «Κατάφερα να ξεφύγω και άρχισα να τρέχω μαζί με τον μικρό. Μας ακολουθούσαν από πίσω με τα μηχανάκια. Κάποια στιγμή πηδήξαμε μέσα σε μια αυλή. Η εξώπορτα του σπιτιού ήταν ανοιχτή. Χωρίς να το σκεφτώ, τράβηξα τον ξάδερφό μου και μπήκαμε μέσα. Βρεθήκαμε σε έναν σκοτεινό διάδρομο και στη συνέχεια φτάσαμε στην κουζίνα. Εκεί αντικρίσαμε μια οικογένεια, ήταν γονείς και γιος που έτρωγαν το βραδινό τους. Οι άνθρωποι έπαθαν σοκ. Η πρώτη μου λέξη ήταν «βοήθεια». Στο μεταξύ, απέξω άρχισε να ακούγεται ο θόρυβος από τα μηχανάκια. Ο άντρας μού έκανε νόημα να μη μιλήσω. Οπως μου είπε εκ των υστέρων, ήταν συνταξιούχος αστυνομικός και φοβήθηκε ότι αν μας έπαιρναν είδηση θα του διέλυαν το σπίτι. Πήραμε τηλέφωνο την Αστυνομία και ζήτησα να μας πάνε στο σπίτι με περιπολικό. Ετσι και έγινε».

Η αρχή του τέλους

Η σχέση του με τον σύνδεσμο έφτασε στο τέλος της όταν οι συγκρούσεις μετατοπίστηκαν και, αντί για οπαδοί άλλων ομάδων, απέναντί τους βρέθηκαν άνθρωποι της νύχτας.

«Ενα βράδυ που ήμασταν στην πλατεία ήρθαν μπράβοι και μας ζήτησαν τον λόγο για τα επεισόδια που δημιουργούσαμε σε μαγαζιά της περιοχής. Ξεκίνησε μια πολύ άσχημη συμπλοκή, που κατέληξε σε πυροβολισμούς από την πλευρά τους. Ευτυχώς δεν σκοτώθηκε κανείς. Τις επόμενες μέρες ήμασταν όλοι παγωμένοι.

Για εμένα αυτή ήταν η αρχή του τέλους της σχέσης μου με τον σύνδεσμο. Δεν υπήρχε συντροφικότητα μεταξύ μας, δεν ήμασταν φίλοι, οπότε μου ήταν πολύ εύκολο να κόψω τις επαφές μου. Ξεκίνησα τότε να κάνω παρέα με δύο χούλιγκαν “πρώτης γραμμής” και παράλληλα δυνατά ονόματα της νύχτας. Ηταν πολύ πιο οργανωμένοι και πολύ πιο επικίνδυνοι. Ειδικά τον έναν τον κρατούσαμε για να μην κάνει κακό στον κόσμο. Μπορούσε να σε μαχαιρώσει με την παραμικρή αφορμή. Μαζί τους ένιωθα πως δεν μπορούσε να με σταματήσει κανείς και τίποτα».

Το ότι ανήκαν σε άλλη ομάδα από τη δική του δεν τον απασχόλησε καθόλου. Με ευκολία αντικατέστησε το κασκόλ της ομάδας του με το δικό τους. «Ψυχολογικά δεν με επηρέασε καθόλου. Αντιθέτως, είπα στον εαυτό μου “ευκαιρία για νέες περιπέτειες”. Δεν ήμουν πιστός σε κάποια ομάδα, ήμουν όμως πιστός στα επεισόδια». 

Κάποια στιγμή παραδέχτηκα στον πατέρα μου, και κυρίως στον εαυτό μου, πως αν συνεχίσω έτσι είναι ζήτημα χρόνου να με βρουν νεκρό. Τους είπα πως πρέπει να με ξεγράψουν. Ευτυχώς δεν το έκαναν.

Η καθημερινότητά του είχε αλλάξει, καθώς πλέον ήταν βαθιά εθισμένος στα ναρκωτικά. Ολα τα ενδιαφέροντά του είχαν εξαφανιστεί, όπως και οι άνθρωποι που δεν ήταν χρήστες. Μέσα σε λίγο καιρό τον έδιωξαν από τη σχολή, το όνειρό του να κάνει μεταπτυχιακό στην Αγγλία είχε εξανεμιστεί και, όπως παραδέχεται στην «Κ», είχε καταστρέψει τους γονείς του τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά.

«Κάποια στιγμή παραδέχτηκα στον πατέρα μου, και κυρίως στον εαυτό μου, πως αν συνεχίσω έτσι είναι ζήτημα χρόνου να με βρουν νεκρό. Τους είπα πως πρέπει να με ξεγράψουν. Ευτυχώς δεν το έκαναν. Το 2004 συμφωνήσαμε και έκανα εισαγωγή σε ιδιωτικό κέντρο απεξάρτησης. Εκεί ένιωσα πως έχω φτάσει στον πάτο και υποσχέθηκα στον εαυτό μου μια νέα ζωή από εδώ και πέρα. Οταν βγήκα, καθαρός πλέον, εξαφανίστηκα από τους πάντες. Πλέον τη σκέφτομαι ως μια πολύ σκοτεινή περίοδο της ζωής μου, που όμως την έχω αποδεχτεί. Μόνο έτσι μπόρεσα να προχωρήσω». 

Λίγο καιρό μετά ξεκίνησε να εργάζεται στη δουλειά που διατηρεί μέχρι και σήμερα. Μερικά χρόνια αργότερα έγινε και πατέρας. «Ο γιος μου είναι 14 ετών και ευτυχώς δεν ασχολείται ιδιαίτερα με τα οπαδικά. Πηγαίνει, όμως, καμιά φορά στο γήπεδο, κυρίως με τον τωρινό σύζυγο της μητέρας του. Οταν δεν είμαι εγώ μαζί του φοβάμαι, ακόμα και αν έχουν πάει σε παιχνίδι όπου δεν περιμένεις να γίνουν επεισόδια. Ο τραυματισμός του αστυνομικού στου Ρέντη, άλλωστε, έγινε σε αγώνα βόλεϊ.

Φοβάμαι επειδή ξέρω πως συνήθως αυτοί που την πατάνε είναι οι ανυποψίαστοι. Επίσης ξέρω πως, αν συμβεί κάτι, οι άλλοι θα τρέξουν να σώσουν τους εαυτούς τους και θα τον εγκαταλείψουν. Οχι, όμως, αν είναι μαζί μου. Αν είμαι εγώ δίπλα του, θα πρέπει να περάσουν από πάνω μου για να τον ακουμπήσουν». 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή