Στο τραπέζι μου έχω έναν φάκελο με τα εισιτήρια της επιστροφής, αμοργιανή ξινομυζήθρα, κοπανιστή και μελίπαστο κι ένα καραφάκι με ρακή. Κάθε φορά τα ίδια. Βαλτοί είναι, σκέφτομαι, και κάπως αρχίζει στο μυαλό μου να περιπλέκεται η κατάσταση.
Μήπως να καθίσω μία μέρα ακόμα; Μήπως να πάω και για ένα μπάνιο στη Γραμβούσα, που δεν πρόλαβα; Κι αν όμως βγάλει καιρούς και ξεμείνω όπως την προηγούμενη φορά, που έδεσαν τα πλοία για τέσσερις ημέρες συνεχόμενες, κι ύστερα δεν βρήκα εισιτήρια κι έμεινα κι άλλο…
Διαβάστε περισσότερα στον Γαστρονόμο