Ευρυγνωσία ή υπερεξειδίκευση; Ο συγγραφέας Ντέιβιντ Έπστιν μιλά στο Κ

Ευρυγνωσία ή υπερεξειδίκευση; Ο συγγραφέας Ντέιβιντ Έπστιν μιλά στο Κ

Μια συζήτηση με τον μπεστσελερίστα συγγραφέα Ντέιβιντ Έπστιν που καλεί τον κόσμο να γυρίσει την πλάτη στην υπερεξειδίκευση και να στραφεί στις «γενικές γνώσεις».

8' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O 42χρονος Ντέιβιντ Έπστιν έκανε σπουδές στις θετικές επιστήμες στο πανεπιστήμιο Κολούμπια, ενώ η πρώτη του δουλειά ήταν στη δημοσιογραφία, και μάλιστα στο αθλητικό τμήμα. Το ρεπορτάζ στο Sports Illustrated τον οδήγησε στη συγγραφή του δοκιμίου The Sports Gene (Το αθλητικό γονίδιο), το οποίο έγινε μπεστ σέλερ, κι από εκεί μεταπήδησε στην ερευνητική δημοσιογραφία και στην ανεξάρτητη ιστοσελίδα ProPublica. Το 2019 κυκλοφόρησε το δεύτερο βιβλίο του, το οποίο μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα μεταφράστηκε σε παραπάνω από 20 γλώσσες. Στο διορατικό βιβλίο Ευρυγνωσία. Πόσο σημαντική είναι σε έναν κόσμο που επιδιώκει την υπερεξειδίκευση, το οποίο μόλις κυκλοφόρησε και στη χώρα μας από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος, ο Ντέιβιντ Έπστιν διατύπωσε κομψά την πολύ ενδιαφέρουσα θεωρία ότι όσο χρειαζόμαστε την εξειδίκευση, άλλο τόσο, ίσως και περισσότερο, έχουμε ανάγκη τη γενική παιδεία, τον πειραματισμό, την ευρυγνωσία. 

Παρακολούθησα πρόσφατα στο YouTube μια πολύ ενδιαφέρουσα συνομιλία που είχατε το 2014 με τον συγγραφέα Μάλκολμ Γκλάντγουελ. Είναι αλήθεια ότι τότε συλλάβατε την ιδέα του βιβλίου; 
Ναι, η Ευρυγνωσία προέκυψε εν μέρει μέσα από εκείνο το ντιμπέιτ. Είχε κυκλοφορήσει τότε το πρώτο βιβλίο μου, στο οποίο ασκούσα κριτική στην επιστημονική τεκμηρίωση του «κανόνα των 10.000 ωρών», στην ιδέα δηλαδή ότι για να γίνει κάποιος καλός σε κάτι, τίποτε άλλο δεν έχει σημασία, παρά το να αφιερώσει 10.000 ώρες εξειδικευμένης άσκησης. Μπήκα σε διάλογο με τον Μάλκολμ Γκλάντγουελ, γιατί εκείνος είχε κάνει ευρύτερα γνωστή αυτή την ιδέα. Ο Μάλκολμ έλεγε ότι είναι σημαντικό να εξειδικεύονται οι αθλητές όσο είναι ακόμα πολύ νέοι. Τότε, δούλευα ακόμα ως δημοσιογράφος επιστημονικών θεμάτων στο Sports Illustrated και είπα να δω τι λέει η έρευνα. Και είδα ότι υπάρχει πράγματι μια μεγάλη γκάμα παραδειγμάτων. Το κύριο μοτίβο, ωστόσο, εκείνων που γίνονταν αθλητές πρώτης γραμμής ήταν ότι περνούσαν πρώτα μέσα από μια περίοδο πειραματισμού, όπου έκαναν πολλές και διαφορετικές δραστηριότητες και αποκτούσαν μια πληθώρα δεξιοτήτων. Κυρίως μάθαιναν ποια είναι τα δικά τους ενδιαφέροντα και οι ικανότητές τους και καθυστερούσαν συστηματικά την εξειδίκευση. Οι άλλοι γύρω τους εξειδικεύονταν πολύ γρηγορότερα και κορύφωναν τις επιδόσεις τους σε πολύ πιο πρώιμα στάδια. Αυτό δεν είναι και πολύ αναμενόμενο, σκέφτηκα. Και το είπα στο ντιμπέιτ. Κι όταν κατεβαίναμε από τη σκηνή, ο Μάλκολμ μού είπε ότι είχα δίκιο και με κάλεσε να πάμε μαζί για τρέξιμο, για να το συζητήσουμε περαιτέρω. Κι έτσι αρχίσαμε να τρέχουμε μαζί τακτικά. Όσο όμως περνούσε ο καιρός, γινόμουν όλο και πιο περίεργος. Μήπως αυτό που είχα συνειδητοποιήσει ίσχυε και σε άλλους τομείς πέρα από τον αθλητισμό; 

Ποιο ήταν το επόμενο βήμα;
Άρχισα να ψάχνω τι γινόταν στις τέχνες και στις επιστήμες και ανακάλυψα ότι στα περισσότερα πεδία, ειδικά σ’ εκείνα που είναι δυναμικά κι αλλάζουν γρήγορα, δεν τα πηγαίνουν καλύτερα αυτοί που εστιάζονται σ’ ένα υπερβολικά συγκεκριμένο σημείο, αλλά εκείνοι που έχουν μια πιο ευρεία εργαλειοθήκη, εκείνοι που μπορούν να φέρνουν στο πεδίο πολλές και διαφορετικές ιδέες. Τα καταφέρνουν δηλαδή καλύτερα όσοι είναι σε θέση να αλλάζουν κατεύθυνση, να είναι δηλαδή πιο ευέλικτοι και πιο ευπροσάρμοστοι όταν αλλάζουν οι καταστάσεις. 

Στην Ελλάδα, όταν βλέπουμε κάποιον να έχει πολλές δεξιότητες κι ενδιαφέροντα, λέμε ότι είναι «πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης». Μου φαίνεται αρκετά δύσκολο να υποστηριχθεί στις εποχές μας η ιδέα της ευρυγνωσίας, είναι σαν να υπάρχει μια πολιτισμική αντίσταση. Η νόρμα, όπως λέτε στο βιβλίο σας, είναι να βρεθείς από νωρίς μπροστά στην κούρσα και να εξειδικευθείς όσο πιο γρήγορα γίνεται. 
Όλοι οι πολιτισμοί έχουν τη δική τους εκδοχή της συγκεκριμένης παροιμίας, και υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Στις ΗΠΑ η δική μας λέει: «Jack of all trades is a master of none» (Αυτός που μοιράζει την προσοχή του σε πολλά πεδία δεν κατέχει ούτε ένα). Είναι ενδεικτικό όμως το γεγονός ότι της έχουμε αφαιρέσει το τελευταίο της μέρος: «…but oftentimes better than master of one» («Συχνά όμως είναι καλύτερος απ’ αυτόν που κατέχει μόνο ένα»). Κι ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι ότι η πρώτη φορά που χρησιμοποιήθηκε αυτή η φράση με υποτιμητικό τρόπο σ’ ένα κείμενο, ήταν στα Νέα Λατινικά, στο περίφημο Johannes factotum. Επρόκειτο για την προσβολή ενός συγγραφέα προς έναν άλλο, αμόρφωτο ακόμα νεαρό ποιητή, ο οποίος προσπαθούσε να γράψει θεατρικά έργα και να φτιάξει έναν θεατρικό θίασο για να τα παίζει. Ο πρώτος άνθρωπος που είδε να τον προσβάλλει κάποιος γραπτώς ως «πολυτεχνίτη κι ερημοσπίτη» ήταν ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ, ο οποίος, όπως όλοι ξέρουμε, είχε πολύ καλή εξέλιξη στη συνέχεια. Κι εγώ ο ίδιος, πριν ασχοληθώ με το γράψιμο, σπούδαζα γεωλογία, σ’ ένα πολύ πολύ στενό επιστημονικό πεδίο. Νομίζω ότι είναι η ανθρώπινη διαίσθηση αυτό που μας ωθεί στο να πιστεύουμε ότι η εξειδίκευση είναι η καλύτερη επιλογή κι ότι πρέπει να επιδιώκουμε το καθετί που μας δίνει ένα πλεονέκτημα στην αφετηρία. Φυσικά, για τις ΗΠΑ του προηγούμενου αιώνα αυτό είναι εντελώς λογικό. Είχε πολύ νόημα ένας μεγαλύτερος βαθμός εξειδίκευσης τον 20ό αιώνα. Στη βιομηχανική οικονομία δεν υπήρχε επαγγελματική κινητικότητα. Είχες περισσότερους λόγους να εξειδικευθείς. Μετά όμως μπήκαμε στην οικονομία της πληροφορίας, όπου αρχίσαμε να αξιολογούμε τους ανθρώπους βάσει της ικανότητάς τους να δημιουργούν γνώση και να λύνουν προβλήματα με δημιουργικό τρόπο. Οι γονείς και οι παππούδες των περισσότερων από εμάς μεγάλωσαν σ’ έναν κόσμο όπου η εξειδίκευση είχε πολύ μεγαλύτερο νόημα από ό,τι σήμερα, γι’ αυτό και μας συμβούλευαν να ειδικευτούμε σε κάτι. Όμως ο κόσμος σήμερα δεν είναι έτσι. Υπάρχει μια καθυστέρηση ανάμεσα στον τρόπο με τον οποίο αλλάζει ο κόσμος και στον τρόπο με τον οποίο αλλάζουν τα εκπαιδευτικά συστήματα αλλά και οι συμβουλές των γονιών. 

Ευρυγνωσία ή υπερεξειδίκευση; Ο συγγραφέας Ντέιβιντ Έπστιν μιλά στο Κ-1Παρατηρώ ότι στο βιβλίο σας αναφέρεστε κυρίως στο μεγαλείο. Πώς θα μπορούσε να επωφεληθεί κάποιος από την ευρυγνωσία αν έχει πιο ταπεινούς σκοπούς στη ζωή του;
Χαίρομαι που το αναφέρετε αυτό, γιατί όντως οι περισσότερες ιστορίες που αφηγούμαι στο βιβλίο έχουν να κάνουν με κάποιο είδος μεγαλείου. Ο λόγος είναι ότι τις βρίσκω ενδιαφέρουσες. Το ίδιο και πολλοί άλλοι. Ελπίζω, ωστόσο, αυτές οι ιστορίες να γίνουν αφορμή για έρευνα που θα αφορά ένα ευρύτερο κομμάτι της ανθρωπότητας. Αυτό όμως που διατρέχει όλο το βιβλίο, και μας αφορά όλους, είναι το ζήτημα της επιλογής μεταξύ της βραχυπρόθεσμης και της πιο μακροπρόθεσμης προσέγγισης. Μερικές φορές, τα πράγματα που είναι καλά βραχυπρόθεσμα μπορεί να υπονομεύσουν τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη. Δεν λέω ότι δεν έχουμε ανάγκη τους ειδικούς. Πιστεύω ότι φυσικά και πρέπει να έχουμε εκπαίδευση που θα εστιάζεται στον επαγγελματικό προσανατολισμό. Αλλά έχω την πεποίθηση ότι πρέπει να δίνουμε πολλαπλές επιλογές σε πολλά διαφορετικά είδη ανθρώπων. Τα πλεονεκτήματα του μακροπρόθεσμου ορίζοντα ισχύουν για όλους, ακόμα και για όσους δεν πάνε στο πανεπιστήμιο. Η προϋπόθεση, όμως, είναι ότι με κάποιον τρόπο θα πρέπει να εγκαταλείψουν τον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. 

Εσείς έχετε κάποιο πρότυπο ευρυγνωσίας προσωπικά;
Ένας από τους αγαπημένους μου είναι ο επιστήμονας Αντρέ Γκέιμ, του οποίου το μικρό όνομα έδωσα και στον γιο μου. Μου αρέσει το παράδειγμά του, γιατί, ενώ υπηρετεί την ανθρωπότητα ασκών κανονικά την επιστήμη, κάνοντας δηλαδή κάτι αρκετά εξειδικευμένο, την ίδια στιγμή δηλώνει ότι δεν κάνει έρευνα, αλλά απλώς ψάχνει. Ο Γκέιμ αντιστάθηκε στις πιέσεις να κάνει το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά και γι’ αυτό δημιούργησε το δικό του εργαστήριο, τα λεγόμενα «πειράματα της Παρασκευής», όπου οι συμμετέχοντες μπορούσαν να κάνουν ό,τι θέλουν, μόνο και μόνο για να ικανοποιήσουν την περιέργειά τους. Έπειτα συζητούσαν αυτά που έκαναν και μοιράζονταν τα ευρήματά τους. Ένα από τα ανόητα πειράματά τους οδήγησε στην ανακάλυψη του γραφενίου, ενός υλικού που είναι πιο ισχυρό από το Kevlar και τα αλεξίσφαιρα γιλέκα, ακόμα κι από το ατσάλι. Η ανακάλυψη αυτή του χάρισε βραβείο Νόμπελ. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Γκέιμ έκανε ένα βήμα πίσω και δημιούργησε χώρο για πειραματισμό. Αλλά, αν θέλετε να σας μιλήσω για κάποιον που γνωρίζουν οι πάντες, αυτός είναι ο Στιβ Τζομπς. Ήταν ένα είδος αυθεντίας στην ευρυγνωσία. Νομίζω ότι το ταλέντο του είχε δύο πλευρές. Από τη μια εξερευνούσε διαρκώς. Έμπαινε μέσα σ’ ένα μαγαζί και αναρωτιόταν πώς θα φαινόταν το ένα και πώς το άλλο. Έλεγε σε κάθε ευκαιρία ότι ένα μάθημα καλλιγραφίας που διάλεξε στην τύχη, του ενέπνευσε όλη τη σχεδιαστική φιλοσοφία των υπολογιστών Mac. Αλλά το πιο ιδιαίτερο ταλέντο του ήταν ότι είχε αυτή την ευρεία προοπτική. Σε όλη τη διάρκεια της πορείας του παρέμενε πάντοτε αποστασιοποιημένος, έκανε διαρκώς αυτό που λέμε «ζουμ άουτ».

Πιστεύω ότι το βιβλίο σας πρέπει οπωσδήποτε να διαβαστεί από γονείς και εκπαιδευτικούς. Τι θα λέγατε ειδικά σε αυτούς;
Δημοσιεύθηκε πρόσφατα μια έκθεση του ΟΟΣΑ η οποία δείχνει ότι τα παιδιά αρχίζουν περίπου στα επτά τους χρόνια να πιστεύουν ότι έχουν όλο και λιγότερες επαγγελματικές επιλογές, κάτι που είναι λυπηρό, καθώς τα περισσότερα επαγγέλματα που ξέρουμε σήμερα μπορεί να μην υπάρχουν καν στο μέλλον. Υπάρχει αυτό το εύρημα της ψυχολογίας που έχει ονομαστεί «ψευδαίσθηση του τέλους της ιστορίας». Σύμφωνα με αυτό, πολλοί άνθρωποι αρχίζουν κάποια στιγμή να λένε «άλλαξα πολύ στο παρελθόν, αλλά τώρα είμαι ολοκληρωμένος, τέλειωσα». Αναφέρονται κυρίως στα πράγματα που θεωρούν πολύτιμα, στο πώς θέλουν να περνούν τον χρόνο τους, στις ικανότητές τους κ.λπ. Έτσι όμως υποτιμούν την αλλαγή που θα έρθει στη ζωή τους. Και η εποχή με τον πιο γρήγορο ρυθμό αλλαγών είναι μεταξύ των 18 και των 28 χρόνων. Τότε συνήθως λέμε στους ανθρώπους ότι πρέπει να ησυχάσουν και να τα βρουν με τον εαυτό τους. Αλλά τότε συμβαίνουν οι πιο πολλές αλλαγές. Και δεν σταματούν ποτέ μάλιστα. 

Ζητάμε από τους νέους ανθρώπους να γίνουν προφήτες. Καλές είναι και οι προβλέψεις, αρκεί να είσαι πρόθυμος να κάνεις τροποποιήσεις στην πορεία, να αναθεωρείς τη θέση σου και να μετακινείσαι. Όπως δείχνει και μια σχετική έρευνα του Χάρβαρντ, οι περισσότεροι απ’ αυτούς που βρίσκουν ικανοποιητικές δουλειές λένε: «Τώρα είμαι εδώ γι’ αυτούς τους λόγους, γιατί αυτές είναι οι δεξιότητές μου και τα ενδιαφέροντά μου. Αυτές είναι οι ευκαιρίες μου. Θα αδράξω τούτη εδώ, αλλά ίσως σ’ ένα ή δύο χρόνια αλλάξω, γιατί εν τω μεταξύ θα έχω μάθει κάτι νέο για τον εαυτό μου ή οι ευκαιρίες θα έχουν αλλάξει». 

Στον γιο σας τι συμβουλές θα δώσετε για τη ζωή και την καριέρα του;
Θα ήθελα ο γιος μου, ο οποίος βέβαια είναι πολύ μικρός ακόμα, να παίρνει μαθήματα από τις εμπειρίες του και να τα χρησιμοποιεί στα επόμενα βήματά του, αντί να ακολουθεί τυφλά κάποιο πλάνο, αγνοώντας παράλληλα τις νέες ευκαιρίες που θα του εμφανίζονται. Πολύ συχνά υποτιμάμε την αξία των πραγμάτων που έχουμε μάθει, ειδικά όταν γύρω μας βρίσκονται άνθρωποι που μας μοιάζουν. Όταν πάρουμε αυτές τις γνώσεις και τις μεταφέρουμε κάπου αλλού, όπου είμαστε πολύ διαφορετικοί, ξαφνικά έχουμε ένα πλεονέκτημα. Αυτή είναι η ιστορία της δικής μου καριέρας: έφερα την επιστημονική μου κατάρτιση στη δημοσιογραφία. Θα ήθελα λοιπόν ο γιος μου να μπορεί να λέει: «Έκανα αυτές τις σπουδές, μπορώ να συνεχίσω στο ίδιο μονοπάτι, αλλά εδώ παραδίπλα υπάρχουν και άλλα μέρη, όπου όλα αυτά που έχω μάθει μπορούν να είναι μοναδικά και να με κάνουν να ξεχωρίσω». Για μένα, αυτός ο τρόπος σκέψης ήταν καταλυτικός, άλλαξε τον τρόπο που βλέπω τα πράγματα.

Ευρυγνωσία ή υπερεξειδίκευση; Ο συγγραφέας Ντέιβιντ Έπστιν μιλά στο Κ-2
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή