Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;

Ένας συντακτής του «Κ» που γεννήθηκε, μεγάλωσε και συνεχίζει να ζει στο Παγκράτι επισκέπτεται μουσεία και καινούργια στέκια στη γειτονιά του και παρατηρεί πώς η «πολιτιστική απόβαση» άλλαξε τη φυσιογνωμία της περιοχής.

11' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το ραντεβού με τον φωτογράφο για την κυριακάτικη βόλτα μας δόθηκε στο Λούβρον (με ν τελικό). Όχι το παρισινό «μουσείο των μουσείων» ή κάποιο παράρτημά του που (δεν) άνοιξε, τάχα μου, στην Αθήνα χωρίς να το πάρει κανείς χαμπάρι – όπως συνέβη στο Άμπου Ντάμπι και βούιξε όλος ο πλανήτης. Αλλά στο νεοκαφενείο με το «γαλλονοσταλγικό» (νοσταλγικό λόγω τελικού ν) όνομα, που βρίσκεται απέναντι από το Μουσείο του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή στο Παγκράτι.

Το αγαπημένο μπουτίκ μουσείο –με τα έργα της Νίκι Ντε Σεν Φαλ, του Ρόι Λίχτενσταϊν, του Εντγκάρ Ντεγκά, του Πολ Γκογκέν κ.ά.– άνοιξε τις πύλες του πριν από τέσσερα χρόνια. Από κοινού με δύο ακόμη πολιτιστικούς οργανισμούς, των οποίων τα κτίρια, που έχουν χαρακτηριστεί νεότερα μνημεία, ανακαινίστηκαν τα τελευταία χρόνια, έδωσε νέο χαρακτήρα σε μια ολόκληρη γειτονιά, τυλίγοντάς τη στην αχλή του περίφημου hype της. Η Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου άνοιξε ξανά τις πόρτες της για το κοινό το 2021, ενώ το Ωδείο Αθηνών, που απελευθέρωσε καλλιτεχνικές δυναμικές οι οποίες υπερβαίνουν τον εκπαιδευτικό του ρόλο, έκανε τη δική του επανεκκίνηση έναν χρόνο μετά. Αυτοί οι τρεις «πόλοι τέχνης» σχηματίζουν στον χώρο ένα σκαληνό τρίγωνο, το οποίο ας το ονομάσουμε, ποιητική αδεία, «τρίγωνο του πολιτισμού». Αν και, μάλλον, η άδεια είναι περιττή, καθώς οι τέχνες όντως ανθίζουν εντός, εκτός και επί τα αυτά του, οριοθετώντας χαλαρά την par excellence περιοχή στην οποία γράφεται η νεότερη αθηναϊκή αστική ιστορία, σε όλες τις εκφάνσεις του «αστισμού»: μικρο-, μεσο- και (λιγότερο) μεγαλο-.

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-1
 Η ιεροτελεστία της κυριακάτικης εφημερίδας, με φόντο ένα περίπτερο που παραπέμπει στο αθηναϊκό παρελθόν. 

Σκοπός της βόλτας μας είναι να εντοπίσουμε «επί τόπου» πόσο άλλαξε ο χαρακτήρας της περιοχής μετά την «πολιτιστική απόβαση», σε συνέργεια με άλλες διαδικασίες, με άλλες ωσμώσεις, όπως την προηγηθείσα άνοδο του Airbnb, που ουσιαστικά «εξευγένισαν» την περιοχή, δημιούργησαν νέες πιάτσες (Αρχελάου, Αμύντα) και, παράλληλα, ανέβασαν τα ενοίκια στα ύψη. Το Μουσείο Γουλανδρή, βέβαια, μάλλον είναι το απόλυτο αίτιο της ανόδου της Ερατοσθένους. Ο δρόμος γέμισε νέα καφέ και εστιατόρια, που συνυπάρχουν με πιο παλιά στέκια και συνοικιακά καταστήματα. Καθώς η μία διαδικασία, οργανικά, έφερε την άλλη (και την παρα-άλλη), στους «ιθαγενείς Παγκρατιώτες» προστέθηκαν νέοι κάτοικοι, τόσο από άλλες γειτονιές όσο και από άλλες χώρες, με τη γαλλική κοινότητα να έχει δημιουργήσει τη δική της «παροικία» εντός του τριγώνου. Τους πρώτους τούς έλκυσε, μάλλον, η σφύζουσα ζωή, τους δεύτερους η ποιότητα και το, συγκριτικά, χαμηλότερο κόστος διαβίωσης. Πριν συνεχίσουμε, όμως, πρέπει να πέσει η μάσκα: Εγώ ο ίδιος ζω εκεί (σχεδόν) όλα τα σαράντα ένα χρόνια της ζωής μου.

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-2
Το Λούβρον βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το Μουσείο Γουλανδρή. 

Καφεζαχαροπλαστεία για σκύλους

Είναι Κυριακή 10 το πρωί, στο Λούβρον (με ν τελικό), λοιπόν. Έχει αρχίσει ήδη να γεμίζει με κόσμο κάθε ηλικίας, που απολαμβάνει έναν ήλιο ο οποίος μία χάνεται, λόγω της συννεφιάς που αργότερα θα φέρει βροχή, και μία βγαίνει (έτσι, λένε, θα πάει όλο το καλοκαίρι). Απέναντι, στον προαύλιο χώρο του μουσείου, που σε λίγο θα γεμίσει με γονείς που συνοδεύουν τα παιδιά τους στα κυριακάτικα εργαστήριά του, ένας μόνος άντρας κάθεται σε ένα παγκάκι. Μετά ξεπροβάλλει μια παρέα καλοχτενισμένων μουσικών, φορτωμένων με τα όργανά τους. Άλλες ώρες, το πάρκο γεμίζει με ένα ετερόκλητο ανθρωπομάνι: τουρίστες εσωτερικού και εξωτερικού, φιλότεχνους, Παγκρατιώτες, φοιτητές, συνταξιούχους, ερωτευμένους και περαστικούς. Αράζουν στα παγκάκια και λένε τα δικά τους. Αναρωτιέμαι τι εκμυστηρεύσεις έχει επιτρέψει σε αυτό το σημείο ο καλοκαιρινός αέρας και η μυρωδιά του υγρού γρασιδιού. Πολλοί κάθετοι στην Ερατοσθένους, απότομες ανηφόρες-κατηφόρες γεμάτες με παλιά σπίτια που έγιναν Airbnb, σε κάνουν να νομίσεις, προς στιγμήν, ότι θα σε οδηγήσουν στο Μπάρμπαρι Λέιν του Tales of the City. Συχνά, από ένα σημείο και μετά συνεχίζουν ως σκάλες, κατάφυτες στις άκρες τους με πρασινάδες, μπουκαμβίλιες αλλά και μια μπανανιά στην αρχή της Αριστοξένου, που πρόπερσι τον Αύγουστο είχε καρπίσει σε όλο της το μεγαλείο.

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-3
Ένα καφεζαχαροπλαστείο για σκύλους άνοιξε τις πόρτες του στην Ερατοσθένους.

Εξαιρουμένης της μπανανιάς και των πολυκατοικιών, το τοπίο θυμίζει Πλάκα ή Μονμάρτρη – ανάλογα με τις αναφορές που έχει καθένας. Σε μία από αυτές τις καθέτους, λίγα μέτρα μακριά από τη Μικρή χορεύτρια του Ντεγκά, σε έναν μικρό ακάλυπτο χώρο μιας νεόδμητης πολυκατοικίας που με τη λευκότητά της ξεχωρίζει ανάμεσα στις παλιότερες «παγκρατιώτικες» και σε εκείνες που αγοράστηκαν εξ ολοκλήρου από επενδυτές για να ανακαινιστούν σε καλόγουστα συγκροτήματα μοντέρνων οικιών που θα πάρουν τον δρόμο της βραχυχρόνιας μίσθωσης, αλλά και στις εναπομείνασες μονοκατοικίες με τα ξύλινα παραθυρόφυλλα, τις εξωτερικές σπειροειδείς κλίμακες, τους «φράχτες» από τις πικροδάφνες και τις στέγες με τα κόκκινα κεραμίδια–, υπάρχει μια βαμμένη κόκκινη οπή, σαν προθήκη, σε έναν της τοίχο, λες και φτιάχτηκε για να φιλοξενήσει το άγαλμα κάποιου καθολικού αγίου. Μόνο που αυτό που εκθέτει σε κοινή θέα δεν είναι παρά ένα ομοίωμα κυκλαδικού ειδωλίου, σε μέγεθος μεγαλύτερο από το σύνηθες. Στο μυαλό μου τριγυρνάει το ίδιο ερώτημα: Ποιος να μένει, άραγε, εκεί; Ίσως κάποιος λογοτέχνης στο μέλλον να τοποθετήσει εκεί την ηρωίδα ενός μυθιστορήματoς, όπως ο Κώστας Ταχτσής «τοποθέτησε» την Εκάβη του στο «σπίτι με τις δύο Καρυάτιδες», επί της Ασωμάτων, στο Τρίτο στεφάνι. Στο δε ισόγειο επίπεδο της ίδιας πολυκατοικίας, κατά τη συνήθη αρχιτεκτονική πρακτική, στεγάζονται καταστήματα. Ανάμεσά τους ένα που όμοιό του δεν υπήρξε ποτέ πριν εδώ: ένα «καφεζαχαροπλαστείο» για σκύλους, στο οποίο αράζουν ήδη, ως άλλα αγόρια και κορίτσια στον ήλιο, οι πρώτοι του θαμώνες, μαζί με τους ανθρώπους τους. 

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-4
Το νέο και το παλιότερο αρχιτεκτονικό πρόσωπο του Παγκρατίου σε ανοιχτό διάλογο.

Κάνουμε μια παράκαμψη πριν ανεβούμε στο «hardcore Παγκράτι». Περνάμε στο απέναντι πεζοδρόμιο και ανεβαίνουμε μία από τις περίφημες σκάλες για να φτάσουμε στην οδό Άγρας. Στρίβουμε δεξιά προς το Καλλιμάρμαρο και εκεί, σαν αιγαιοπελαγίτικη οικία, στέκει το σπίτι του Γιώργου Σεφέρη, ενός μόνο από τους ποιητές που έμειναν στην περιοχή. Γυρίζουμε πίσω. Εκτός από καταστήματα εστίασης, έχουν ανοίξει κι άλλα μαγαζιά τα τελευταία χρόνια, που δεν υπήρχαν στο «γεμάτο κουρεία και κομμωτήρια» Παγκράτι της παιδικής μου ηλικίας (μάλλον μας απασχολούσε πολύ το πώς έδειχναν τα μαλλιά μας και συνεχίζει να συμβαίνει αυτό), όπως εργαστήρια κεραμικής τέχνης. Στην Ευτυχίδου, στο ίδιο τετράγωνο όπου σύμφωνα με τις αφηγήσεις των παλαιότερων κάποτε έμενε η Μαρινέλλα, υπάρχει ένα κατάστημα με αυτόματα πλυντήρια, από αυτά που στα ’90s βλέπαμε μόνο στις ξένες σειρές και στον κινηματογράφο. Εξυπηρετεί, κυρίως, τις ανάγκες των Airbnbήδων και, παρεμπιπτόντως, τις εποχιακές των ντόπιων, που ο κάδος του πλυντηρίου τους δεν χωράει τα υπέρδιπλα παπλώματα. Στην επόμενη γωνία αρχίζει η Πρατίνου και στην αρχή της στέκει ο πλέον cult πυλώνας της πολιτιστικής ζωής του Παγκρατίου: το Σινέ  Όασις, που αγαπά το παλιό σινεμά και συνυπάρχει με τις νεωτερικές-χιπστερικές αστικότητες. Στην Αμύντα, προς την πλατεία Προσκόπων, που η ίδια και τα πέριξ της έχουν τυλιχτεί στον μύθο του Χατζιδάκι και της παλιάς Αθήνας (ποιος δεν έχει πάει να φάει στον Καραβίτη μόνο και μόνο για να φαντασιωθεί τι επικρατούσε στις βεγγέρες των λαϊκών ανθρώπων και των λαϊκών ειδώλων, που κάποτε τον γέμιζαν;) έχει κάνει την εμφάνισή του το πρώτο βίγκαν εστιατόριο της γειτονιάς (πολύ άργησε), το Vegan Vandal, στο οποίο συναντήσαμε ένα όμορφο ζευγάρι Γάλλων.

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-5
Άποψη του Ιαπωνικού Κήπου που βρίσκεται πίσω από την Εθνική Πινακοθήκη.

Σέλφι στην Εθνική Πινακοθήκη

Πριν ο δρόμος μάς οδηγήσει στον δεύτερο μεγάλο σταθμό της βόλτας μας, την Εθνική Πινακοθήκη, θα σταματήσουμε στον Ιαπωνικό Κήπο πίσω και απέναντί της, που θεμελιώθηκε την ίδια χρονιά με τα νέα θυρανοίξιά της. Θα μπούμε από την κεντρική, κόκκινη είσοδό του, σαν για να μπούμε «με το δεξί» στο σπίτι, μετά την Πρωτοχρονιά. Η ασιατική κομψότητά του μοιάζει παράδοξη μες στο «δημιουργικό χάος» της γειτονιάς, γι’ αυτό και είναι τόσο ελκυστικός. Με το χαλίκι και τις προσεγμένες του γωνιές, σε κάνει να αισθάνεσαι ότι βρίσκεσαι πραγματικά «αλλού». Έξω από την Πινακοθήκη, όπως φαίνεται να συμβαίνει κάθε Κυριακή πρωί, επικρατεί το αδιαχώρητο. Όχι μόνο από τους μοναχικούς επισκέπτες ή τους ξένους τουρίστες που κυκλοφορούν με τις αναλογικές φωτογραφικές μηχανές κρεμασμένες από τον λαιμό τους αλλά, απ’ ό,τι φαίνεται σήμερα, κυρίως από τον εσωτερικό τουρισμό και τα γκρουπ των μαθητών που έρχονται με πούλμαν από κάθε γωνιά της χώρας για να δουν τη «νέα Πινακοθήκη». Έχει γίνει μόλις μια τέτοια απόβαση, από την Κρήτη. Βλέπω γύρω μου χαμογελαστά πρόσωπα, ξεκούραστα, ανθρώπους που δείχνουν ενθουσιασμένοι. Μια κοριτσοπαρέα βγάζει σέλφι με φόντο τη «μαρκίζα» της Πινακοθήκης, χρησιμοποιώντας σέλφι στικ.

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-6
Η είσοδος του Μουσείου του Ιδρύματος Βασίλη & Ελίζας Γουλανδρή. 

Μόνο «παγωμένο μουσείο», για να χρησιμοποιήσουμε μια αρνητική περιγραφή της μοναξιάς που έχει κάνει η Κατερίνα Γώγου, δεν είναι η Πινακοθήκη. Το μοντέρνο της κτίριο πέρασε σαράντα κύματα από την τελετή θεμελίωσής του το 1964 μέχρι να λάβει τη σημερινή του μορφή, ενώ έκλεισε τις πόρτες του τον Μάρτιο του 2013 για να ξεκινήσει η ανακαίνισή του. Μέχρι να τις ανοίξει ξανά, Παγκρατιώτες και περαστικοί έριχναν κλεφτές ματιές στο εργοτάξιo, παρατηρούσαν τις γάτες και τους εργάτες να μπαινοβγαίνουν στον περιφραγμένο του χώρο.

Πίσω στο «εδώ και τώρα», οι περιηγούμενοι δεν δείχνουν σκεφτικοί όταν περιεργάζονται τα εκτιθέμενα έργα, πιο πολύ θα τους περιέγραφε κανείς ως ευτυχισμένους. Μου κάνει εντύπωση μια κυρία με εντυπωσιακό πουκάμισο, που το τύπωμα στη σατέν υφή του αποτελεί μια ελεύθερη αναπαραγωγή του πίνακα Πότε θα παντρευτείς; του Πoλ Γκoγκέν, ενός καλλιτέχνη που έργα του θα μπορούσε να έχει δει πιο πριν, στο Μουσείο Γουλανδρή. Σκέφτομαι ότι θα μπορούσε να είναι μια εκδοχή του εαυτού μου, καθώς ντύνομαι αναλόγως τα καλοκαίρια. Ενδυόμενος την υποκειμενοποίηση του φιλότεχνου φλανέρ, κυκλοφορώ στις πόλεις που επισκέπτομαι και στα μουσεία τους με κοντομάνικα αγορασμένα από shops μουσείων, εκθέσεις, συναυλίες – με ό,τι με κάνει να το «ζω». Αρχίζει να βρέχει. 

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-7
Στην Εθνική Πινακοθήκη, μια γυναίκα παρατηρεί έναν πίνακα της Θάλειας Φλωρά -Καραβία.

Έξω από μια τζαμαρία, με το βλέμμα προς τα κάτω, παρατηρώ τις ομπρέλες του Ζογγολόπουλου, σε μια γωνιά του αιθρίου. Σε ένα μαγικό στιγμιότυπο που απαθανατίζεται από τον φωτογραφικό φακό, μια γυναίκα παρατηρεί τον πίνακα Κορίτσι στην ακρογιαλιά της Θάλειας Φλωρά-Καραβία, με τις δύο γυναίκες, παρατηρήτρια και παρατηρούμενη, να μοιράζονται σχεδόν την ίδια κόμη. Σε όλη τη διαδρομή, είναι ένοχη απόλαυση το να κρυφακούει κανείς τους ξεναγούς των γκρουπ στα οποία δεν ανήκει και, τυχαία ή μη, ακολουθούν την ίδια πορεία στον χώρο. Μια τελευταία στάση στο Λευκό εικονοστάσιο του Στήβεν Αντωνάκου και πάμε πάλι πίσω στον δρόμο, για να κατευθυνθούμε προς το Ωδείο, που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το Παγκράτι, ως σύνορο που το χωρίζει από το Κολωνάκι.

Πρόβα ορχήστρας

Το πρόγραμμα των εκδηλώσεών του για το υπόλοιπο του καλοκαιριού, μέχρι τη μέρα της βόλτας μας, περιλάμβανε το Subset Festival (21-25 Ιουνίου), στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι μόνο το επίσημο πρόγραμμά του –που θέτει υπό τη σκέπη του πλείστες εκδηλώσεις, όπως συναυλίες, εκθέσεις εικαστικών, πάρτι με χορευτική μουσική, ντεφιλέ μόδας– αυτό που το καθιστά μία από τις σημαντικότερες δημιουργικές δυνάμεις στην πόλη. Κυρίως τα Σαββατοκύριακα, πολλές καλλιτεχνικές ομάδες χρησιμοποιούν τους εξωτερικούς του χώρους για τις πρόβες τους. Η μελωδία του Νεοέλληνα του Τζίμη Πανούση, που φτάνει μέχρι τη Βασιλέως Κωνσταντίνου, μας οδηγεί σε έναν υπόστεγο χώρο του. Εκεί, ένεκα βροχής, αντί για το θέατρο της Δόρας Στράτου, έχει μεταφερθεί για να κάνει την πρόβα της η Ανοιχτή Ορχήστρα, για μια συναυλία που έχει προγραμματίσει να δώσει στις 23 Ιουνίου, στο τέρμα της Ερμού, «απέναντι από εκεί που τραγουδάει η Άννα Βίσση», όπως θα μου πει περιπαικτικά ένα μέλος της χορωδίας. 

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-8
Ένα κυκλαδικό ειδώλιο θωρεί τους Παγκρατιώτες από τον ακάλυπτο μιας νεόδμητης πολυκατοικίας.

Η πολυάριθμη ορχήστρα, όπως και η χορωδία της, με τους πάντες να είναι ευπρόσδεκτοι στους κόλπους της, παίζει πάντα σε «ανοιχτούς», δημόσιους χώρους. Τα μέλη της «ζουν» την πρόβα. Γίνονται ένα τα πνευστά, τα έγχορδα και τα κρουστά με τις φωνές. Στο κέντρο της, η χαμογελαστή, επιβλητική ακορντεονίστα είναι μια μορφή από μόνη της, όπως και ο μαέστρος με το χαρακτηριστικό του χοροπήδημα. Το βλέμμα μου ταξιδεύει σε παρτιτούρες με μανταλάκια και φλούο σελιδοδείκτες, ωραία μαλλιά, πολλές εθνικότητες. Επόμενο τραγούδι, το Bella ciao. Η πρόβα τελειώνει και καθώς προχωράμε προς την κεντρική είσοδο του Ωδείου, περνώντας την είσοδο του Παιδικού Μουσείου της Αθήνας –το οποίο στεγάζεται, πλέον, κι αυτό στις εγκαταστάσεις του κτιρίου που σχεδίασε ο Ιωάννης Δεσποτόπουλος– φτάνουμε σε ένα άλλο υπόστεγο. Εκεί, μια ομάδα έξι νέων παιδιών, από δεκαέξι έως είκοσι ενός ετών, προβάρουν τη χορογραφία ενός K-Pop τραγουδιού. Γιατί διάλεξαν το Ωδείο και όχι μια πλατεία ή ένα στούντιο; Επειδή κανείς δεν τους ενοχλεί, είναι εύκολα προσβάσιμο με το μετρό και, συγκεκριμένα το σημείο που βρίσκονται, λόγω του ότι ακριβώς απέναντί του μια τζαμαρία λειτουργεί ως καθρέφτης. 

Είναι το Παγκράτι η πολιτιστική Disneyland της Αθήνας;-9
Η ομάδα Rave προβάρει μια K-Pop χορογραφία στο Ωδείο. 

Η κατασκευή του κτιρίου ξεκίνησε το 1969 και πέρασε κι αυτή, όπως και της Πινακοθήκης, από σαράντα κύματα μέχρι να ολοκληρωθεί. Πλέον, δεσπόζει με τον Μπαουχάους χαρακτήρα του στην περιοχή που η ομάδα Rave προγυμνάζεται για να διαγωνιστεί σε ένα event που θα δοξάσει τη νοτιοκορεατική κουλτούρα στη Λυκόβρυση. Κάπως έτσι, ένα θεσμικό κτίριο λειτουργεί παράλληλα ως κυψέλη δημιουργικότητας.

Πίσω, στον δρόμο της επιστροφής για την πλατεία Προσκόπων στην οποία κλείνουμε την πολιτιστική διαδρομή μας πριν ανεβούμε στον Λυκαβηττό για μια πανοραμική λήψη του Παγκρατίου (από τέτοιο ύψος που μοιάζει με ζωγραφιά, για να παίξουμε λίγο με το τραγούδι του Κώστα Χατζή), δύο κοπέλες με τσάντες από το Μουσείο Γουλανδρή μπαίνουν στην αυλή του Καραβίτη «απλώς για να δούμε τον χώρο, θα επιστρέψουμε άλλη φορά για να καθίσουμε», σαν να ενώνουν το νέο πρόσωπο του Παγκρατίου με τα παλιά του στέκια. Πού καταλήγουμε; Ο εξευγενισμός μέσω (και) της τέχνης ήρθε, είδε, βρήκε γόνιμο έδαφος και άνθισε. Το Παγκράτι, όμως, παραμένει cool. Δεν έγινε η Ντίσνεϊλαντ της αθηναϊκής αστικής ζωής. Παρότι η τέχνη και το hype που δημιουργήθηκε γύρω από αυτήν ανέβασαν τα ενοίκια στα ύψη (ναι, υπάρχει κόστος), οι μόνιμοι κάτοικοι δεν εκτοπίστηκαν. Παραμένουν. Επιμένουν. Δημιουργούν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT