Πώς η αραβική ποπ κατέκτησε τα ελληνικά τσαρτ

Πώς η αραβική ποπ κατέκτησε τα ελληνικά τσαρτ

Τα τραγούδια σε αραβικό στιλ που έκαναν τεράστια επιτυχία στον ελλαδικό χώρο πριν από το «Ζάρι» της Μαρίνας Σάττι είναι πολλά, πάρα πολλά

5' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν ξέρω τι τραγούδια έρχονται στο μυαλό του κάθε ανθρώπου όταν του λες ότι, τώρα τελευταία, ακούς ξανά αραβική ποπ – ή, μάλλον, υποπτεύομαι πως ο νους του πάει σε κάτι που να ακούγεται «σαν Μαρίνα Σάττι». Όχι άδικα. Η «συμπιληματική» ποπ της φετινής εκπροσώπου της Ελλάδας στον διαγωνισμό της Eurovision αποτελεί ένα χωνευτήρι ετερόκλητων παραδόσεων, μελωδιών και κλιμάκων, ενώ έχει όντως πολλές αραβικές και μεσοανατολίτικες αναφορές.

Παρ’ όλα αυτά, η αραβική ποπ είναι παντού γύρω μας, χρόνια τώρα. Τραγουδιέται από τον κόσμο και ανεβαίνει στα τσαρτ με όλα της τα ημιτόνια, τους λυγμούς και τα μπιτ. Μόνο που κανείς δεν φαίνεται να την αναγνωρίζει ως αραβική, λες και η πολιτιστική της απόβαση να έγινε με τόσο ήπιο τρόπο, που πέρασε κάτω από το ραντάρ μας.

Πηγαίνοντας στο Κάιρο μέσω Γαλλίας

Προσωπικά, τα πρώτα αραβικά ποπ τραγούδια που άκουσα συνειδητά, ήταν γαλλικές παραγωγές. Η αραβική ποπ ήταν πολύ της μόδας στα ’90s που εγώ μεγάλωνα, παρακολουθώντας, ανάμεσα στ’ άλλα, τις σχετικές μουσικές εξελίξεις μέσω των βιντεοκλίπ που έπαιζε το MCM (η γαλλόφωνη εκδοχή του MTV). Κάπως έτσι, γνώρισα τον Φοντέλ και τον Καλέντ, αλγερινής καταγωγής, αλλά και τη Νατάσα Άτλας, Βελγίδα με καταγωγή από την Αίγυπτο.

Τραγούδια των τριών αυτών καλλιτεχνών, αργότερα, διασκευάστηκαν στα ελληνικά: Το «Tellement n’brick» του Φοντέλ αποδόθηκε ως «Πού περπατάς» και το ερμήνευσε η Νατάσα Θεοδωρίδου. Το «Didi» και το «Aïcha», αμφότερες επιτυχίες του Καλέντ, μετατράπηκαν, αντίστοιχα, στο «Τι, τι» του Γιώργου Αλκαίου και στο «Μ’ αρέσει» του Κώστα Μπίγαλη.

Όσον αφορά, δε, την επιρροή της Νατάσα Άτλας –η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, στα νιάτα της είχε εργαστεί ως πωλήτρια σε μαγαζί με τουριστικά είδη σε κυκλαδίτικο νησί– στα εγχώρια μουσικά πράγματα, αυτή είχε μία διάρκεια μέσα στον χρόνο. Συνεργάστηκε με τη Γλυκερία και τους Άβατον, έδωσε πολλές συναυλίες, η επιτυχία της «Amulet», που ερμήνευσε με τη γαλλομαροκινή μπάντα των Sawt el Atlas, αποδόθηκε ως «Μη γυρίσεις ξανά» (με ερμηνευτές τον Τριαντάφυλλο και τη Νατάσσα Θεοδωρίδου), το «C’est la vie» που ηχογράφησε για το άλμπουμ «Metamorphoses» του Ζαν-Μισέλ Ζαρ το είπε στα ελληνικά η Μαντώ (ως «Η ζωή).

Εξωτισμός και ελληνάδικα

Στην Ελλάδα, την ίδια πάνω κάτω εποχή αλλά και αργότερα, μέσα στη δεκαετία του 2000, καλλιτέχνες που κατά περίπτωση η καταγωγή τους συνδεόταν με χώρες του ευρύτερου αραβικού κόσμου, όπως η Μορέιρα και ο Σαρμπέλ, σημείωναν τεράστια επιτυχία στα ραδιόφωνα και τις πίστες με ποπ εκτελέσεις αραβικών τραγουδιών, όπως το «Μια νύχτα δεν μου φτάνει» της πρώτης και το «Σε πήρα σοβαρά» του δεύτερου, διασκευή του παραδοσιακού τυνησιακού «Sidi mansour».

Επίσης, τα Κακά Κορίτσια διασκεύασαν σε «Μου λείπει» το «Nour el ein» του Αιγύπτιου σούπερ σταρ Αμρ Ντιάμπ, ο οποίος κατέχει το ρεκόρ Γκίνες ως ο καλλιτέχνης με τις περισσότερες πωλήσεις δίσκων στη Μέση Ανατολή. Το 1999, η Άντζελα Δημητρίου, που τα τραγούδια της έχουν γνωρίσει επιτυχία σε χώρες του αραβικού κόσμου, ηχογράφησε μαζί του το ντουέτο «Έλεος».

Όλα αυτά δεν αποτελούν «παράδοξα» της ελληνικής δισκογραφίας, ούτε «ανεξήγητες, σπασμωδικές κινήσεις». Η ποπ που ακουγόταν στον ελλαδικό χώρο, από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά, όταν οι περισσότεροι καλλιτέχνες που μέχρι τότε ηχογραφούσαν δυτικότροπα ποπ τραγούδια άρχισαν να στρέφονται προς ποπ-λαϊκά μονοπάτια –στην πραγματικότητα, σε μεγάλο τους κομμάτι, ποπ-ανατολίτικα και ποπ-αραβικά– λόγω της άνθισης των ελληνάδικων, δεν παρουσιάζει υφολογικές συγγένειες μόνο με τη μουσική των όμορων χωρών που κάποτε αποτέλεσαν οθωμανικά εδάφη, αλλά και με την αραβική.

Συγγένειες με πολύ βαθιές ρίζες μέσα στον χρόνο, κάτι που ίσως και να εξηγεί την επιτυχία που κατά καιρούς γνωρίζουν Έλληνες καλλιτέχνες στον αραβικό κόσμο.

Στη μαγεμένη «Αραπιά»

Η δυτικότροπη και η αραβική ποπ, βέβαια, δεν συναντήθηκαν ούτε μόνο στην Ελλάδα, ούτε μόνο στη Γαλλία, τη χώρα από την οποία, εν μέρει, εισήχθη η αραβική ποπ στα μέρη μας και στην οποία αυτή η σχέση αναπτύχθηκε με έναν διαφορετικό τρόπο, καθώς έχει να κάνει με τον οριενταλισμό, ως πολιτισμική λογική της αποικιοκρατίας.

Την ίδια, περίπου, εποχή που η Νατάσα Θεοδωρίδου έπινε νερό στο όνομα της Νατάσα Άτλας, η Ισραηλινή Ιστάρ, με βάση της τη Γαλλία, γνώριζε επιτυχία σε αρκετές χώρες στην Ευρώπη, αλλά και αλλού, με τα αραβικού στιλ ποπ τραγούδια της όπως το «Last kiss» και το «C’est la vie», ενώ ο Στινγκ έπινε μάλλον τις τελευταίες σταγόνες από την κούπα της μεγάλης του δόξας με το «Desert rose», ένα ντουέτο με τον Αλγερινό Τσεμπ Μαμί. Βέβαια, εδώ μιλάμε μάλλον για τραγούδια-πυροτεχνήματα, που δεν δημιούργησαν κάποια σκηνή γύρω από την επιτυχία τους.

Ακόμα πιο πίσω στον χρόνο, μια σειρά από γυναίκες-τοτέμ του αραβικού μουσικού κόσμου, ντίβες αλλά όχι της ποπ, πλασαρίστηκαν στη διεθνή αγορά της μουσικής βιομηχανίας σαν «κάπως εξωτικά φρούτα». Οι πιο σημαντικές από αυτές, στο πλάι σταρ του αραβικού σινεμά, έδωσαν το υλικό της έκθεσης «Divas: D’Oum Kalthoum à Dalida» (Ντίβες: Από την Ουμ Καλσούμ στην Νταλιντά), που φιλοξενήθηκε το 2021 στο Ινστιτούτο του Αραβικού Κόσμου, στο Παρίσι.

Η Νταλιντά (1933-1987), η πρώτη τραγουδίστρια που τιμήθηκε με διαμαντένιο δίσκο στην ιστορία της μουσικής βιομηχανίας, αποτελεί την πιο ιδιαίτερη περίπτωση εξ αυτών, καθώς ήταν από τους πρώτους καλλιτέχνες που ηχογράφησαν ποπ μουσική με αραβικά στοιχεία. Γεννημένη στο Κάιρο, ιταλικής καταγωγής, πολιτογραφημένη Γαλλίδα, άφησε το στίγμα της με την επιτυχία του «Salma ya salama». Η Φαϊρούζ (γενν. 1934), που η φωνή της, ευαίσθητη και τρυφερή, θυμίζει κάποιες φορές εκείνη της Κατερίνας Στανίση, είχε περίοπτη θέση στον κατάλογο της έκθεσης, όπως και η Ουμ Καλσούμ (1898-1975).

Την Ουμ Καλσούμ, που έφερε το προσωνύμιο της «Τέταρτης Πυραμίδας της Αιγύπτου», το περιοδικό Rolling Stone την κατέταξε στην 61η θέση της λίστας του με τους 100 καλύτερους τραγουδιστές όλων των εποχών. Το, δε, magnum opus της, το ατελείωτο «Inta Omri» (η στάνταρ ηχογράφησή του διαρκεί περίπου μία ώρα), αποδόθηκε στα ελληνικά ως «Τα φιλιά σου είναι φωτιά», με πρώτο ερμηνευτή τον Μανώλη Αγγελόπουλο, ενώ τμήματά του φαίνεται να επηρέασαν δημιουργικά μία σειρά από επιτυχίες εγχώριων σταρ της πίστας, όπως το «Πες το μου ξανά» του Νίκου Βέρτη.

Μαρίνα Σάττι ή Γουάρντα Αλ-Τζαζαΐρια;

Κι αν στα νεότερα χρόνια η επιρροή της αραβικής μουσικής στην ποπ που παράγεται στον ελλαδικό χώρο μπορεί να αποδοθεί, μεταξύ άλλων, έως και στην παρουσία εύπορων Αράβων στη Μύκονο ή στα Σαββατοκύριακα που απολαμβάνουν κάποιοι Έλληνες στο Ντουμπάι, κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ήταν άλλες (και αλλού παπά ευαγγέλιο) οι συνθήκες που γεννούσαν τους αραβικούς-μεσοανατολίτικους αμανέδες, τις «Ζεχράδες» και τις «Μισιρλούδες» που υμνούσαν οι εντόπιοι λαϊκοί ερμηνευτές και ερμηνεύτριες.

Τη στιγμή, πάντως, που η Μαρίνα Σάττι συνεχίζει να κάνει χαμό καθώς συνεχίζει την πορεία της προς το Μάλμε για την εκπροσώπηση της Ελλάδας στη Eurovision με το «συμπιληματικό» της «Ζάρι», που ενώνει σε τρία λεπτά έναν σωρό μουσικές παραδόσεις, ανάμεσά τους και την αραβική, στο Spotify μου παίζει το «Haramt ahebak» της γεννημένης στο Παρίσι Γουάρντα Αλ-Τζαζαΐρια (1939-2012), που έγινε γνωστή ως το «Ρόδο της Αλγερίας». Πρόκειται για ένα διαμάντι που κυκλοφόρησε το 1993 και ανακάλυψα πριν από ενάμιση περίπου χρόνο, όταν το έπαιξε μία ντιτζέι από την ομάδα του Bios στο πάρτι εγκαινίων της έκθεσης «Modern Love: Η αγάπη στα χρόνια της ψυχρής οικειότητας», στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Είναι ένα ωραίο τραγούδι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή