Τι δουλειά έχει η Κυψέλη στην Ελβετία;

Τι δουλειά έχει η Κυψέλη στην Ελβετία;

Παρακολουθήσαμε την ευρωπαϊκή αναδρομική έκθεση του Μενέλαου Καραμαγγιώλη στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης της Γενεύης και συζητήσαμε μαζί του περί δημιουργίας, πολιτικής και κινηματογράφου

6' 23" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Δεν έχω ξαναδεί κόσμο να χορεύει σε εγκαίνια έκθεσης». Αυτό ήταν το πρώτο μήνυμα που αντάλλαξα με φίλους όταν ανέβασα μια σχετική φωτογραφία από την έκθεση Re/Member your House του Μενέλαου Καραμαγγιώλη στη Γενεύη. Επιμελητές, διευθυντές οργανισμών –ελληνικών και ξένων–, συλλέκτες, καλλιτέχνες, φιλότεχνοι και μέλη της ελληνικής διασποράς μιμούνταν με ενθουσιασμό τις χορευτικές φιγούρες των Αφρο-Ελλήνων από τους Døcumatism, της κολεκτίβας που ίδρυσε τo 2009 ο Έλληνας κινηματογραφιστής. Πόσο πιθανό είναι να δεις μια τέτοια εικόνα σε ελληνικό μουσείο;  

Τα μέλη της ομάδας θα χόρευαν όπου κι αν ήταν, το κοινό, όμως, πόσο εύκολα θα ακολουθούσε και θα αφηνόταν σε αυτή τη «μέθη»; Το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης της Γενεύης, ένα βιομηχανικό κτίριο, πρώην εργοστάσιο κατασκευής ειδικών μηχανημάτων, φιλοξενεί από την ίδρυσή του (1974) ομαδικές εκθέσεις με καλλιτέχνες που έχουν συνδέσει το όνομά τους με τη μεταπολεμική τέχνη. Στον μακρύ κατάλογο με τους πιο σημαντικούς που έχουν φιλοξενηθεί, διακρίνω τρεις Έλληνες, τους Ιάννη Ξενάκη, Γιάννη Κουνέλλη, Λίντα Μπέγκλις. Ποτέ όμως δεν είχε αφιερώσει το μουσείο όλους του τους χώρους στο έργο ενός μόνο Έλληνα καλλιτέχνη. 

Τι δουλειά έχει η Κυψέλη στην Ελβετία;-1
Στα εγκαίνια, τα μέλη των Døcumatism έκλεισαν τη βραδιά χορεύοντας. Το κοινό τούς ακολούθησε. (Φωτογραφία Θανάσης Καρατζάς, Centre d’Art Contemporain Genève. Photo: Univers Plaza)

«Έχεις μεταφέρει την Κυψέλη στη Γενεύη», λέω στον Μενέλαο Καραμαγγιώλη όταν τον συναντώ την επόμενη μέρα. «Μιλάς στους Ελβετούς για στοχοποίηση, για ανέστιους, “αόρατους”, για προβλήματα απόκτησης υπηκοότητας, για πορείες και δακρυγόνα σε μια πόλη όπου δεν ακούγεται ούτε κόρνα». Και απαντά: «H κυβέρνηση που εξέλεξαν πριν από έναν μήνα άρχισε να μιλάει για περιορισμό των ξένων. Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα και στην Αθήνα ως πρώτο σταθμό της Δύσης –και βέβαια ως ένα μέρος με σαφείς αναφορές στην Ανατολή– είναι κάτι που θα το δει κανείς παντού, και για μένα αυτό είναι πολύ σημαντικό. Η Αθήνα ξαναγίνεται κέντρο του κόσμου, όχι με αυτές τις παραμορφώσεις της αρχαίας ιστορίας της και την τουριστικοποίηση, αλλά θέτοντας στο τραπέζι προβλήματα που σε λίγο θα κληθεί να αντιμετωπίσει ακόμα και η Ελβετία». 

Πάνω από ένα τηγάνι

Πώς προέκυψε η πρόσκληση για την πρώτη ευρωπαϊκή αναδρομικού χαρακτήρα παρουσίαση του έργου του; «Πάνω από ένα τηγάνι, με τον διευθυντή του μουσείου και καλλιτεχνικό διευθυντή της Biennale de l’Image en Mouvement, Αντρέα Μπελίνι, να ετοιμάζει καρμπονάρα για τις τρεις κόρες του. Εκεί μου εκμυστηρεύθηκε πρώτη φορά ότι θέλει να κάνει κάτι με τους AfroGreeks, το συλλογικό πρότζεκτ που ξεκίνησε το 2015 με τους Døcumatism. Τον περασμένο Απρίλιο που επισκέφθηκε την Αθήνα για να δει την έκθεσή μου στη Rodeo, πέρασε και από το στούντιο στην Κυψέλη, είδε κάποια έργα και συζητήσαμε. Τρεις μέρες αργότερα, ήρθε ξανά με ένα 3D σχέδιο και την έκθεση στημένη σε όλους τους χώρους. Κοιταχτήκαμε με τους συνεργάτες μου, εντυπωσιαστήκαμε από την οργάνωση και αρχίσαμε τα σχόλια του τύπου, “πόσο ελβετικό είναι τώρα αυτό”». 

«Κοιταχτήκαμε με τους συνεργάτες μου, εντυπωσιαστήκαμε από την οργάνωση και αρχίσαμε τα σχόλια του τύπου “πόσο ελβετικό είναι τώρα αυτό;”»

Τελικά αυτή είναι η εικόνα που έχει σχηματίσει για τη Γενεύη, αυτή μιας καλοκουρδισμένης μηχανής; «Η Γενεύη υπήρχε στα οικογενειακά τραπέζια από τότε που ήμουν πολύ μικρός, γιατί Μητροπολίτης Ελβετίας ήταν ένας θείος. Την είχα στο μυαλό μου όπως όλοι, όταν ήρθα όμως εδώ, άλλαξα γνώμη. Συνειδητοποίησα αφενός ότι είναι μια πόλη με βαρύνουσα σημασία για την ιστορία του νεοελληνικού κράτους, αφού ο Καποδίστριας άρχισε να οργανώνει από εδώ το μοντέλο διοίκησης που ήθελε να εφαρμόσει στην Ελλάδα, και αφετέρου ένας τόπος με πολλά κρυφά πρόσωπα, τα οποία τώρα ανακαλύπτω. Είναι μια πόλη εξαιρετικά υποστηρικτική σε θέματα πολιτισμού, γι’ αυτό όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες αφήνουν τις χώρες τους και ανοίγουν ατελιέ εδώ. Δεν τους τσακίζει τα νεύρα αυτή η φαινομενική τάξη; Αυτή η νεκρική ησυχία; Υπάρχει όμως μια απίστευτη ελευθερία εδώ. Πάρε αυτό το μουσείο, για παράδειγμα, και τον άνθρωπο που το διευθύνει. Με πόση τόλμη και αποφασιστικότητα επιχειρεί πράγματα, χωρίς να το κάνει θέμα, με τρομερή ευελιξία». 

Από οροφο σε οροφο

Η έκθεση ξεκινά από τον δεύτερο όροφο με μια εισαγωγή στο έργο των AfroGreeks και στην πρακτική της ομάδας Døcumatism, την οποία επιμελείται η Ελληνίδα ανθρωπολόγος και περφόρμερ νιγηριανής καταγωγής, Grace Chimela Eze Nwoke. Ανεβαίνοντας ένα επίπεδο, ο επισκέπτης συναντά πρόσφατα έργα-βίντεο και εγκαταστάσεις σε έναν χώρο που εκτείνεται σε περισσότερα από 500 τ.μ., με μια αίθουσα να είναι αφιερωμένη στη μνήμη του Στέλιου Φαϊτάκη, όπου παρουσιάζονται τέσσερα έργα του. Η έκθεση κλείνει με ένα εξαιρετικό βίντεο, το My point of view vs your Lens με ένα αδέσποτο σκυλί, τον Μπέντζι, να παίρνει τον ρόλο του κινηματογραφιστή, «φορώντας» μια κάμερα  στο κεφάλι του. Γιατί αποφάσισες να κλείσεις την αφήγηση με τον σκύλο;

Τι δουλειά έχει η Κυψέλη στην Ελβετία;-2
Επισκέπτες παρακολουθούν το τρικάναλο βίντεο The AfroGreeks-Αggelos. (Φωτογραφία Θανάσης Καρατζάς, Centre d’Art Contemporain Genève. Photo: Univers Plaza)

«Ήθελα να κάνω ένα σχόλιο γι’ αυτή τη γελοιότητα που μας χαρακτηρίζει να κινηματογραφούμε τα πάντα», μου εξηγεί ο Μενέλαος. «Εσύ δεν το κάνεις αυτό;» ρωτάω. «Δεν κρύβεσαι πίσω από την κάμερα ή το κινητό;» «Όχι, ο φακός με κάνει να βλέπω πιο καθαρά. Κάθε φορά που θέλω να καταλάβω κάτι, σηκώνω το κινητό μου και το τραβάω. Δεν λέω ότι πρέπει να καταργήσουμε τα μάτια μας, αλλά, κάνοντας τόσα χρόνια αυτή τη δουλειά, παρατηρώ πως βλέπω πολλές φορές άλλα πράγματα μέσα από τον φακό, με μια απόσταση πολύ ενδιαφέρουσα, οπότε το κάνω σχεδόν αυτόματα».  

Στον τέταρτο όροφο, στον οποίο υπάρχει κινηματογραφική αίθουσα, προβάλλονται βραβευμένες ταινίες του, όπως το Rom, το Black Out ή το J.A.C.E. Just Another Confused Elephant. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι λες πάντα την ίδια ιστορία; «Η ζωή σού προσφέρει τόσο πολλές αναγνώσεις, δεν μπορεί ποτέ να είναι η ίδια ιστορία. Εξαρτάται κάθε φορά από αυτόν που την αφηγείται, από τον ακροατή που την εισπράττει, από το πλαίσιο, από τη χρονική στιγμή». Τον ρωτάω αν τον βασανίζουν οι ιστορίες που έχει στο κεφάλι του και μου απαντά ότι τις κάνει ταινίες κι ότι, ακόμα κι αν κάποιος του δείξει ένα οικογενειακό άλμπουμ με φωτογραφίες, μπαίνει στη διαδικασία να σκεφτεί πώς θα «γυριζόταν» αυτό το υλικό. 

Έφηβος κάτοικος Κυψέλης 

Η σχέση του με το σινεμά ξεκινά από πολύ μικρή ηλικία, στη Θήβα. Οι γονείς του τον έπαιρναν μαζί τους στον κινηματογράφο, τρεις-τέσσερις φορές την εβδομάδα. «Είχα τρία μεγαλύτερα αδέλφια, εκείνοι πήγαιναν εναλλάξ στο σινεμά, ένας τη φορά, αλλά εγώ ήμουν ο μικρότερος και έτσι έκοβα εισιτήριο σε κάθε ταινία». Από τα 14 του που φτάνει στην Αθήνα για να φοιτήσει σε κλασικό σχολείο και μέχρι να τελειώσει το Λύκειο, πηγαίνει σε προβολές κάθε μέρα. «Η επίσημη δικαιολογία για να έρθω στην Αθήνα ήταν πως ήθελα να κάνω περισσότερα αρχαία ελληνικά. Στην πραγματικότητα πάντα πίστευα ότι σε αυτού του είδους τις σπουδές χρειάζεται λιγότερο διάβασμα. Σκεφτόμουν πως θα είχα πολύ ελεύθερο χρόνο να βλέπω ταινίες, να αλητεύω μόνος σε μια μεγάλη πόλη που δεν είχε τον πιεστικό έλεγχο της επαρχίας». 

Οι γονείς του νοίκιασαν ένα διαμέρισμα στην οδό Ξάνθης, έναν μικρό δρόμο στην Κυψέλη που βλέπει στο θερινό Στέλλα. Ο διαχειριστής αρχικά θορυβήθηκε και κάλεσε τον πατέρα του Μενέλαου για να ακυρώσει το συμβόλαιο. «Πίστευαν ότι ήταν σκανδαλώδες ένα μικρό παιδί να μένει μόνο του, νόμιζαν ότι θα τους αναστατώνω. Τελικά έμεινα εκεί 23 χρόνια. Όταν ξαναπέρασα, συνειδητοποίησα ότι είχε αλλάξει το προφίλ της πολυκατοικίας μου. Έμεναν πλέον εκεί άνθρωποι διαφορετικής καταγωγής». Για εκείνον, αυτή η αλλαγή στην ανθρωπογεωγραφία της πολυκατοικίας σηματοδοτούσε και την αλλαγή της Κυψέλης. «Σ’ εμένα δεν έκανε διαφορά, όμως η πόλη ερήμωνε, μια παλιά αστική συνοικία είχε μεταβληθεί στα μάτια των πολλών σε γκέτο. Αυτή η ανάγκη να μη νιώθεις απομονωμένος μέσα στη γειτονιά γέννησε τους Døcumatism. Κι έπειτα ήταν και κάτι άλλο, ήμασταν σε μια εποχή που γινόταν μια συζήτηση για το κατά πόσο το ντοκουμέντο οδηγεί σε έναν περιοριστικό ρεαλισμό ή μπορεί να αποτελέσει αφετηρία για κάθε είδους τέχνη». 

ΙΝFO
Έως 23/12, Centre d’Art Contemporain Geneve, centre.ch

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή