Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας

Μία βόλτα στα στέκια της φιλιππινέζικης κοινότητας της Αθήνας, εκεί όπου τα παιδιά των μεταναστών της δεκαετίας του ’90 έχουν πια ενηλικιωθεί και ψάχνουν τον εαυτό τους ζώντας ανάμεσα σε δύο κουλτούρες

12' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι Παρασκευή πρωί στους Αμπελοκήπους. Ο Βινς καταφθάνει με βάδισμα αργό στο γηπεδάκι της οδού Αργολίδος. Φοράει κόκκινη μπλούζα, μπασκετική. Σε λίγο οι πόρτες των γύρω σπιτιών ανοίγουν και από τις πολυκατοικίες ξεπροβάλλουν παρέες δύο και τριών ατόμων, αφήνουν τις τσάντες τους στο γήπεδο, ρίχνουν τα πρώτα σουτ. Μέχρι να μαζευτούν όλοι, κάποιοι πιάνουν την κουβέντα. Από ένα κινητό παίζει R’n’B. Ο Τζεφ τρώει μακαρόνια για πρωινό σε αλουμινένιο πακέτο, ο Βινς μιλάει για τα κατορθώματα της περασμένης νύχτας. Συζητούν για δουλειές και μισθούς. Κάποιος έχει ραντεβού για μια θέση μάγειρα. Πιστεύει ότι τα καλοκαίρια που δούλεψε σεζόν στα νησιά τού έδωσαν την πολυπόθητη προϋπηρεσία. Είναι Φιλιππινέζοι, μετανάστες δεύτερης γενιάς, εικοσάρηδες σήμερα, που αυτό το ραντεβού για μπάσκετ στο ανοιχτό της γειτονιάς το δίνουν από μικρά παιδιά. 

«Εδώ, στους Αμπελοκήπους μεγαλώσαμε. Το γήπεδο είναι το μόνο πράγμα που έχουμε», λέει ο Τζεφ, που παίζει στις ίδιες μπασκέτες από δέκα χρονών. «Εάν δεν παίξουμε, θα πάρουμε κανένα ποτό ή μπίρες και θα αράξουμε κάπου στην άκρη». Μου εξομολογείται πως το όνειρό του είναι να γίνει επαγγελματίας μπασκετμπολίστας. Όταν τον ρωτάω ποιο είναι το είδωλό του, μου απαντά με σιγουριά: «Ο εαυτός μου». Ο Βινς συμπληρώνει πως «μέσα στο γήπεδο δημιουργείς φιλίες. Ακόμη κι αν δεν ξέρεις κάποιον, θα παίξεις μαζί του και θα έρθετε κοντά. Έτσι γνωριστήκαμε όλοι μεταξύ μας». Η φρενίτιδα των Φιλιππινέζων με το μπάσκετ καλά κρατεί, πρόκειται άλλωστε για το εθνικό τους σπορ. «Είναι στην κουλτούρα μας. Στις Φιλιππίνες τα παιδιά παίζουν από πολύ μικρή ηλικία. Οι κωμοπόλεις και τα χωριά είναι γεμάτα γήπεδα. Οι νέοι κοιμούνται από τις εννιά το βράδυ, γιατί νυχτώνει και είναι λίγο επικίνδυνα. Ξυπνούν στις τέσσερις το πρωί και παίζουν μπάσκετ μέχρι τις επτά το απόγευμα. Μπορείς να πεις ότι είναι το πρωινό τους». 

Σε λίγο καταφθάνουν όλοι. Οι ομάδες μοιράζονται. Ο ρυθμός είναι έντονος. Τα σουτ εύστοχα. Καταλαβαίνεις γρήγορα πως όλοι τους έχουν παίξει χιλιάδες φορές μεταξύ τους. «Μην κουραστείτε», φωνάζει κάποιος, «κρατήστε δυνάμεις». Μάλλον, έχουν στον νου τους τον αγώνα του πρωταθλήματος. Στον Ταύρο, σε έναν χώρο κλεισμένο με λαμαρίνες που θυμίζει προκάτ συνοικιακό γήπεδο από κάποια γωνιά της Ασίας, η κερκίδα τις Κυριακές στήνεται από νωρίς. Κάθε γειτονιά των Φιλιππινέζων στην πόλη έχει τη δική της ομάδα. Το τουρνουά κρατάει μήνες και ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος. Πρόκειται για μια κανονική γιορτή. 

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-1
Γύρω από ένα τραπέζι γεμάτο με φιλιππινέζικες σπεσιαλιτέ. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-2
Ματιές στην κουζίνα του Bulacan Halo-Halo. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

Μια ανάμεικτη γλώσσα

Το μεσημέρι πάμε μια βόλτα στη Μιχαλακοπούλου, στο φιλιππινέζικο εστιατόριο Bulacan Halo-Halo, ένα χιλιόμετρο μακριά από το γήπεδο. Από την κουζίνα ακούγεται ο ήχος από τα ψάρια που τηγανίζονται στο λάδι. Η κυρία Μαριλένα μαγειρεύει λιχουδιές με τις δύο κόρες της. Στο τραπέζι μας η Τρίξι μιλάει στο τηλέφωνο, για να σιγουρευτεί πως οι δικοί της θα είναι στο γήπεδο για τον αυριανό αγώνα. Μαζί της κάθονται οκτώ παιδιά, όλα από 21 έως 23 ετών. Είναι νέοι και νέες που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν εδώ. Στους Αμπελοκήπους, στην Πανόρμου, στην Κυψέλη. Μιλούν αγγλικά, φιλιππινέζικα, ελληνικά. Άλλοι τα καταφέρνουν καλά, άλλοι προφέρουν κουτσουρεμένες λέξεις. Μερικές φορές καταλήγουν να μιλούν μια γλώσσα ανάμεικτη. 

Οι γονείς τους ήρθαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’90· συνήθως μόνο οι μητέρες τους, κορίτσια 18 χρονών που έπιασαν δουλειά στα αθηναϊκά σπίτια και έστελναν χρήματα στην πατρίδα, σε όσους έμειναν πίσω. Άλλες παντρεύτηκαν εδώ, άλλες έφεραν τους άνδρες τους από τις Φιλιππίνες. Μεγάλωσαν τα παιδιά τους σε σπίτια ταπεινά, που σήμερα, χρόνια μετά, γεμίζουν τις Κυριακές με συγγενείς και φίλους, με μυρωδιές που ξυπνούν εικόνες νοσταλγικές, με το καραόκε να παίζει στη λούπα τραγούδια έως ότου βραδιάσει. 

Τα περισσότερα παιδιά που γεννήθηκαν εδώ πήγαν στο φιλιππινέζικο σχολείο της Αθήνας από το νηπιαγωγείο μέχρι και το λύκειο. Εκεί τα μαθήματα γίνονται στα αγγλικά, αλλά υπάρχουν και κάποια στη φιλιππινέζικη και την ελληνική γλώσσα. Εκτός από τους λίγους που κατάφεραν να δώσουν Πανελλαδικές, οι υπόλοιποι συνέχισαν σε ιδιωτικά κολέγια. Ο JayC, όπως φωνάζουν οι γνωστοί του τον Γιάννη-Χριστόφορο (αφού παραδέχεται ότι το όνομά του θα μπορούσε να ανήκει σε κάποιον αστέρα της ραπ μουσικής), λέει πως οι φίλοι του είναι Φιλιππινέζοι, αλλά μεταξύ τους μιλούν μόνο ελληνικά. «Αρχικά τους κοιτούσα απορημένος, οπότε αναγκάστηκα να τα μάθω κι εγώ. Στο σχολείο έμαθα μόνο τα βασικά», λέει. «Δεν μπορώ να κάνω κανονική συζήτηση, τουλάχιστον όμως τώρα μπορώ να παραγγείλω το φαγητό μου μόνη μου», παραδέχεται η Τρίξι, που συνεννοείται με τους Έλληνες φίλους της στα αγγλικά.

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-3
Η ιδιοκτήτρια Μαριλένα (δεξιά) με την κόρη της, Αλίσια, επί το έργον. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

Η Τζόις, που μεγάλωσε στα Χανιά, λέει πως ήταν η μόνη Φιλιππινέζα στο σχολείο της, έτσι ο κύκλος της αποτελούνταν από  Έλληνες. «Μπορούσα να στηριχθώ σε αυτούς, ήταν ανοιχτοί και με δέχθηκαν στην αγκαλιά τους». Για άλλους, όμως, που πήγαν σε ελληνικό σχολείο στην Αθήνα, τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. «Υπήρχε πάντα η αίσθηση ενός κενού ανάμεσά μας», μου εξηγεί ένα μέλος της κοινότητας. Στο σχολείο οι  Έλληνες μαθητές αντιστοιχούσαν στο 20%. Οι υπόλοιποι κατάγονταν από άλλες χώρες και ήταν πιο εύκολο να πιάσει φιλίες με παιδιά από την Αλβανία ή τη Ρουμανία. Οι καλές σχολικές επιδόσεις, επίσης, όπως λέει, προκαλούσαν παράπονα από κάποιους Έλληνες γονείς, το παιδί των οποίων δεν είχε τους ίδιους βαθμούς. 

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-4
Κυριακή στην Εκκλησία του Θεού του Πλήρους Ευαγγελίου, στο Μεταξουργείο. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

Ούτε Φιλιππινέζοι ούτε Έλληνες 

«Όταν συστήνω τον εαυτό μου, πρέπει να εξηγήσω τα πάντα», λέει η Νάντια. «Πού γεννήθηκα, από πού είναι οι γονείς μου. Όλοι μας, ειδικά αυτοί που γεννηθήκαμε εδώ, δεν ξέρουμε τι να πούμε όταν μας ρωτάνε από πού είμαστε. Οι Φιλιππινέζοι στις Φιλιππίνες δεν θεωρούν ότι είμαι αρκετά Φιλιππινέζα. Οι Έλληνες θεωρούν ότι δεν είμαι αρκετά Ελληνίδα». Εξηγεί πως στην τάξη της στο σχολείο υπήρχαν πολλά παιδιά που αυτοπροσδιορίζονταν ως Έλληνες επειδή είχαν ελληνική ταυτότητα. «Έχω μια Αλβανίδα φίλη που έχει ταυτότητα, αλλά δεν θεωρεί τον εαυτό της Ελληνίδα, γιατί δεν την αντιμετωπίζουν έτσι οι Έλληνες. Το να αποκαλέσει τον εαυτό της Ελληνίδα μοιάζει με ψέμα, ακόμη και αν γεννήθηκε ή μεγάλωσε εδώ». 

Η Μαριλένα σερβίρει από την κουζίνα τα τελευταία πιάτα και το άρωμά τους μάς σπάει τη μύτη. Το τραπέζι γεμίζει με τηγανητό ψάρι, τόφου, spring rolls και pandesal (αφράτα ψωμάκια, γεμιστά με ube, μια μοβ γέμιση με γλυκιά γεύση), αλλά και γλυκόξινο κοτόπουλο. Κάθεται στο τραπέζι και μου περιγράφει πώς ήρθε στην Ελλάδα το 1991 και έπιασε δουλειά ως οικιακή βοηθός σε ένα σπίτι με τρία παιδιά. Θυμάται πως την εποχή εκείνη μπορούσε να μιλήσει με τους ανθρώπους στην πατρίδα της μόνο μέσα από γράμματα. «Ήμουν 21, έχω περάσει εδώ τη μισή ζωή μου», λέει. Το Bulacan Halo-Halo το άνοιξε με τον άνδρα της πριν από έξι χρόνια, αλλά ο σύζυγός της πέθανε και δυσκολεύτηκε να κρατήσει το μαγαζί μόνη της. Τα κατάφερε χάρη στη βοήθεια από τις δύο κόρες της – η μεγάλη, η Αλίσια, μεγάλωνε στις Φιλιππίνες μέχρι τα 16 της, όταν και της είπε ότι θέλει επιτέλους να ζήσουν μαζί. «Ο εργοδότης μου είπε τότε: “Μη γυρίσεις πίσω, προσπάθησε να φέρεις το παιδί σου εδώ», θυμάται συγκινημένη. 

Οι Φιλιππινέζοι σπάνια έχουν χρόνο για να μαγειρέψουν. Μπορεί το Bulacan Halo-Halo να φτιάχτηκε γι’ αυτούς που δούλευαν και τους έλειπαν οι γεύσεις της πατρίδας, όμως οι νεότεροι το ανακαλύπτουν σήμερα με τον δικό τους τρόπο. Φτάνουν αργά με τις παρέες τους, μερικές φορές ξενυχτούν συζητώντας, πίνοντας και τρώγοντας μέχρι τις πρωινές ώρες.

Σχεδόν όλοι μένουν με τους δικούς τους. Κάποιοι εργάζονται για να συνεισφέρουν οικονομικά στην οικογένεια, άλλοι πληρώνουν μόνοι τα έξοδά τους, υπάρχουν κι εκείνοι που διαλέγουν ένα επάγγελμα που θα βοηθήσει ολόκληρη την κοινότητα. Η Νίκη σπούδασε λογιστική και δηλώνει χαρούμενη για την επιλογή της, γιατί εκτός των άλλων θα μπορεί να βοηθήσει την κοινότητα. Οι Φιλιππινέζοι είναι συχνά τόσο μπλεγμένοι στον γραφειοκρατικό λαβύρινθο, ανάμεσα σε παράβολα Δημοσίου και υπηρεσίες, που τέτοιες ειδικότητες είναι υπερπολύτιμες. 

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-5
Συνάντηση στα στενάκια στους Αμπελοκήπους. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

Η μουσική του JayC

Οι γονείς του JayC είναι ανεπίσημα χωρισμένοι από τα δώδεκά του. «Προτιμώ να μείνω με τη μητέρα μου και να τη βοηθάω», λέει. Έμαθε μόνος του να μιξάρει μουσική από το διαδίκτυο, αγόρασε τη δική του κονσόλα και παίζει σε home parties, με στόχο να εργαστεί σε μαγαζιά. Παράλληλα, δουλεύει νυχτερινή βάρδια στην εστίαση. Μου εξηγούν πως στις Φιλιππίνες υπάρχει ένας εντελώς διαφορετικός τρόπος ζωής. «Εάν ζεις εκεί, μαθαίνεις να είσαι ανεξάρτητος, να μένεις μόνος σου. Εδώ, ακόμη κι αν έχεις τη δική σου οικογένεια, μπορεί να μένεις ακόμη με τους γονείς σου», λένε. Τους ρωτάω αν βλέπουν διαφορές στον τρόπο εργασίας σε σχέση με το εργασιακό περιβάλλον στο οποίο έπρεπε να προσαρμοστεί η γενιά των γονιών τους. «Η μαμά μου δούλευε από τα 19 της, εγώ είμαι 22 και δεν έχω ξεκάθαρο πλάνο στη ζωή μου», λέει ένα από τα παιδιά της παρέας. «Οι γονείς μας δούλευαν επτά μέρες την εβδομάδα. Είχαν μια πιο συλλογική προσέγγιση. Είχαν την οικογένεια εδώ και την οικογένεια στις Φιλιππίνες, που μπορεί να αποτελούνταν από 60 άτομα». Η Τζόις εξηγεί πως στη φιλιππινέζικη κουλτούρα η μεγαλύτερη κόρη πρέπει να συνεισφέρει στην οικογένεια. «Εφόσον οι γονείς μου είναι χωρισμένοι και η μαμά μου δουλεύει μόνη της, εγώ πρέπει να βοηθήσω». Το όνειρό της είναι να γίνει αεροσυνοδός. «Μου αρέσει ο ουρανός», λέει χαμογελώντας. 

Άλλοι πάλι σκοπεύουν να κυνηγήσουν το όνειρό τους στο εξωτερικό. Η Λάρα σπούδασε μέσα επικοινωνίας, έκανε πρακτική στην Ελλάδα, όμως συνειδητοποίησε πως το αντικείμενο εργασίας της δεν έχει εφαρμογή στην αγγλική γλώσσα εντός συνόρων. «Θα είναι πολύ δύσκολα για μένα εδώ», λέει. Στόχος της τώρα είναι να πάει στην Ελβετία. Κάποιοι πιστεύουν πως στον εργασιακό χώρο μερικές εταιρείες θα δείξουν προτίμηση σε Έλληνες εργαζομένους. Η διάκριση αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με τους Ασιάτες. «Οι ξένοι φίλοι μου σχεδιάζουν να φύγουν από τη χώρα για να έχουν έστω μία ευκαιρία να προοδεύσουν», λένε. 

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-6
Το ανοιχτό γηπεδάκι στην οδό Αργολίδος. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

«Τα λέμε το βράδυ»

Τα πιάτα αδειάζουν και σε λίγο τα τηλέφωνα αρχίζουν να χτυπούν. Κάποιοι στέλνουν μηνύματα για να κανονίσουν τη βραδινή τους έξοδο. Είτε σε σπίτια, είτε σε γειτονικά πάρκα, είτε σε μαγαζιά που γεμίζουν με συνομηλίκους τους. Εκεί περνούν όλο το βράδυ παρέα. Το να μοιράζονται τη διασκέδασή τους, όπως αναφέρουν, είναι κάτι το ξεχωριστό στη φιλιππινέζικη κουλτούρα. Το Sentro Otso στην οδό Κλειτίου είναι ένα από αυτά τα σημεία συνάντησης. Πρόκειται για αγαπημένο στέκι των νεότερων Φιλιππινέζων. Άνοιξε τον περασμένο Δεκέμβριο και από τότε η κοινότητα το στηρίζει, δίνοντας ραντεβού για να διασκεδάσει. Ο Ντιέγκο είναι ένας από τους ιδιοκτήτες. Όταν τον συναντάμε, ετοιμάζει ένα Halo Halo Colada, το αγαπημένο ποτό των Φιλιππινέζων. 

«Μαζεύονται όλες τις μέρες της εβδομάδας κυρίως μετά τις 11, αφού τελειώσουν τη δουλειά τους», λέει. Στο μαγαζί παίζουν όλα τα είδη της φιλιππινέζικης μουσικής. Η φιλιππινέζικη τραπ είναι αρκετά δημοφιλής. «Το μαγαζί είναι πολύ σημαντικό ως σημείο συνάντησης, καθώς εδώ μπορούν όλες οι γενιές των Φιλιππινέζων να έρθουν κοντά και να δεθούν μεταξύ τους». Ο Ντιέγκο μεγάλωσε στη Φιλοθέη και οι γονείς του εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί. Όταν τον ρωτάω αν υπάρχει κάποιο στίγμα που ακολουθεί τους νέους Φιλιππινέζους όταν εκείνοι μεγαλώνουν, λέει: «Αυτό το στίγμα έχει ήδη κολλήσει σε εμάς στην ελληνική κοινωνία, όμως προσπαθούμε να αλλάξουμε την κατάσταση και να δείξουμε ότι είμαστε πάρα πολύ καλοί και σε άλλες δουλειές, όπως σε εστιατόρια ή μπαρ». Δεν θα ήθελε να αλλάξει τίποτα στη σημερινή Ελλάδα, λέει. «Την αγαπώ όπως είναι, με τα καλά και τα άσχημά της». Για πολλούς, το Sentro Otso είναι η πρώτη στάση της βραδιάς. Έπειτα θα ανοίξουν το Ιnstagram –το αγαπημένο τους μέσο στα σόσιαλ μίντια– και θα αναζητήσουν το επόμενο στέκι για να συνεχίσουν τη βραδινή τους «κούρσα». Κουρασμένοι από τη δουλειά, όμως πάντα χαμογελαστοί και ευδιάθετοι, μοιάζουν πρόθυμοι να παρατείνουν τη νύχτα όσο μπορούν.

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-7
Η κερκίδα στο πρωτάθλημα μπάσκετ της κοινότητας είναι πάντα γεμάτη. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

Ραντεβού στην εκκλησία

Το πρωί της Κυριακής, οι δρόμοι πολλών θα συναντηθούν στις εκκλησίες. Υπάρχουν πολλές, σε διάφορες γειτονιές, όπως και πολλές θρησκευτικές ομάδες στους Αμπελοκήπους, στην Κυψέλη και στο Μεταξουργείο, που έχουν καλές σχέσεις μεταξύ τους. Στέκομαι έξω από την Εκκλησία του Θεού του Πλήρους Ευαγγελίου, τους βλέπω να περνούν τα σιδερένια κάγκελα στον αριθμό 26 της οδού Δεληγιώργη στο Μεταξουργείο. Επικρατεί ησυχία. Τα κόκκινα φωτάκια φέγγουν ασθενικά σε μερικές πόρτες. Κάποια φαγάδικα μεταναστών ετοιμάζουν τις μεσημεριανές μερίδες. Εάν δεν δεις κάποιον από τους πιστούς να περνά, δεν θα υποψιαστείς ποτέ ότι κάποιο από τα μουντά κτίρια που μοιάζουν παρατημένα στο έλεος του χρόνου, στεγάζει τις Κυριακές μια στιγμή αληθινής μυσταγωγίας. 

Η μουσική της κιθάρας σε καλεί στα σκαλιά. Οι νέοι προβάρουν τα τραγούδια που θα παίξουν σε λίγο στη σκηνή. Σε μια αίθουσα κάποιοι διαβάζουν σιγανά αποσπάσματα της Βίβλου, συζητούν για ό,τι συμβαίνει γύρω τους, για τη Γάζα και το χάος που επικρατεί στον κόσμο. Ο πάστορας Τσαρλς μάς καλωσορίζει στον κεντρικό χώρο. Ένα χαρτί με τη σχετική άδεια στον τοίχο αναφέρει πως η εκκλησία είναι ανοιχτή από το 2002. «Το πρωί παλιά, έρχονταν οι  Έλληνες σε αυτόν τον χώρο κι εμείς ερχόμασταν το απόγευμα. Σιγά σιγά άρχισε να έρχεται ο κόσμος και η νεολαία». Μου εξηγεί πως οι περισσότεροι Φιλιππινέζοι οι οποίοι έρχονται στην Ελλάδα ακολουθούσαν την καθολική πίστη στη χώρα τους. «Εδώ τους δίνουμε τη Βίβλο. Δεν τους λέμε αυτά που πιστεύουμε, αλλά ό,τι λέει αυτή», εξηγεί. Τα νέα παιδιά που πάνε εκκλησία έχουν έντονη παρουσία, οργανώνοντας εξόδους για μπόουλινγκ και άλλες δραστηριότητες. Υπάρχει μάλιστα και μια υπεύθυνη νεότητας που, όπως λέει, πιστεύει ότι, αν έχει αλλάξει κάτι στη νέα γενιά, αυτό είναι το ότι πλέον διεκδικεί δυναμικά να πει την άποψή της. «Οι νέοι μοιράζονται με τους φίλους τους όσα ζουν εδώ και τους καλούν με τη σειρά τους να επισκεφθούν κι εκείνοι την εκκλησία», λέει ο πάστορας. 

Ενα Σαββατοκύριακο στις Μικρές Φιλιππίνες της Αθήνας-8
Ετοιμάζοντας ένα φιλιππινέζικο κοκτέιλ πίσω από την μπάρα του Sentro Otso, στην οδό Κλειτίου. Φωτ. Αγγελος Γιωτόπουλος

Τρεις γενιές μαζί

Στους διαδρόμους συναντάω δεκάδες παιδιά. Μια νεαρή γυναίκα περπατά αγκαλιά με τη μικρή της κόρη. Είναι η Μέι, 30 ετών. Η κόρη της, Μπριάνα, ανήκει στην τρίτη γενιά Φιλιππινέζων. Η μητέρα της, που σε λίγο θα ανέβει στη σκηνή για να τραγουδήσει, ήρθε εδώ το 1989 και, όπως λέει, βρήκε στην Ελλάδα ειρήνη. «Σε άλλες χώρες υπάρχει βία. Σε αυτή τη χώρα υπάρχει μια αίσθηση ηρεμίας», λέει. Τη ρωτάω πώς νιώθει που έχει πλέον και εγγονή στην Ελλάδα. «Ευλογημένη. Είμαστε εδώ τόσο πολλά χρόνια, που αυτή η χώρα είναι το δεύτερο σπίτι μας». Όταν η Μέι αρχίζει να μιλάει για το πώς είναι να είσαι γονιός στην Ελλάδα, θυμάται τις δυσκολίες και δακρύζει. «Η μαμά μου με μεγάλωσε μόνη της, είχε ένα ατύχημα, οπότε δεν μπορούσε να δουλέψει, έπειτα χρειάστηκε να δουλέψω εγώ. Είναι δύσκολο, γιατί έχω παιδί και δεν περνώ πολύ χρόνο μαζί του. Αφήνω την κόρη μου με τη μαμά, κι εγώ με τον άνδρα μου δουλεύουμε». Υποστηρίζει όμως ότι σήμερα οι δουλειές έχουν ανοίξει και για τους ξένους. 

Ο πάστορας καλεί τους πιστούς. Το πλήθος παίρνει θέση μπροστά στη σκηνή. Οι φωνές τους ενώνονται. Μικροί και μεγάλοι τραγουδούν παρέα. Κάποιοι σηκώνουν τα χέρια και προσεύχονται. Άλλοι γονατίζουν, κλαίνε ή καταθέτουν μαρτυρίες για τη δύναμη που τους κάνει να ξεπερνούν τα προβλήματά τους. Σε λίγο βγαίνουν όλοι μαζί στον δρόμο. Γυρίζουν παρέα σπίτι. Κυριακή βράδυ και τα σαλόνια θα γεμίσουν ξανά με κόσμο. Τα παράθυρα θα φωτίσουν στους Αμπελοκήπους. Οι οικογένειες θα μαζευτούν για να απολαύσουν μαζί τη βραδιά τους, πριν αρχίσει ακόμη μία εβδομάδα. Τη Δευτέρα τα τηλέφωνα θα χτυπήσουν νωρίς στη γειτονιά, οι πόρτες θα ανοίξουν πάλι γύρω από το γηπεδάκι και τα πάντα θα πάρουν ξανά τον δρόμο τους. 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή