Πώς η Αθήνα θυμίζει παλιά ελληνική ταινία (για τους λάθους λόγους)

Πώς η Αθήνα θυμίζει παλιά ελληνική ταινία (για τους λάθους λόγους)

Όσο η τσίκνα και η αγένεια κατακλύζουν την ατμόσφαιρα στις γειτονιές της πρωτεύουσας, τα προάστια δημιουργούν μνήμες από παλιό ελληνικό σινεμά

2' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Έτσι που λέτε. Τσίκνα παντού: στους δρόμους, στα πεζοδρόμια, στα κράσπεδα και στα αδιέξοδα· στα καφενεία, στα μαγαζιά, στα γυράδικα και στις ταβέρνες. Τα κοκορέτσια βουρλίζονται απ’ τις δέκα το πρωί. Γέμισε η Πανόρμου κάπνα. Βγαίνεις έξω με λουσμένο μαλλί και μέχρι να φτάσεις στη δουλειά μυρίζεις πανσετίλα. Eau d’Athènes. Κάποιους τούς πειράζει. Χτυπούν τα τηλέφωνα και οι κοπέλες γράφουν. Παραγγελίες, διευθύνσεις και τιμές. 68 ευρώ στο Ψυχικό, 115 στου Γκύζη, 180 στου Ζωγράφου – εκεί δεν έχει κουδούνι, πρέπει να πάρουν τηλέφωνο. Σακούλες αραδιασμένες στο πλαστικό τραπέζι. Κόσμος έρχεται και περιμένει, ψήστες έρχονται και φωνάζουν «άκρη, άκρη, λερώνει», διασχίζοντας το μαγαζί με ένα κοκορέτσι με τραγανή πετσούλα που στάζει λίπος. 

Πώς η Αθήνα θυμίζει παλιά ελληνική ταινία (για τους λάθους λόγους)-1

«Ψησταριά!» Κάπως έτσι, το σύμπαν παύει να αγνοεί τον σχεδόν συνταξιούχο που κρατάει την απόδειξη ανά χείρας και εκδηλώνει συμπεριφορά χοίρου. «Είμαι εδώ δεκαπέντε λεπτά και ακόμα να μου δώσετε σημασία». Ψέματα λέει, τρία λεπτά πέρασαν. «Ετοιμάστε το φαγητό μου, να μη με βλέπετε, να μη σας βλέπω». Τους κέντρισε την προσοχή. «Και πώς μπορούμε να απαλλαγούμε από την παρουσία σας; / Δύο κοκορέτσι, μία προβατίνα, πατάτες και την “κάνω”». Χτυπάει νευρικά τα δάχτυλά του στον πάγκο. Παίρνει την παραγγελία, ξεκουμπίζεται. Ο ψήστης κάνει χειρονομία. 

Έτσι που λέτε. Ο Άγιος Στέφανος έχει έναν από τους πιο γραφικούς σταθμούς τρένων στο Λεκανοπέδιο· κούτσικος και χαριτωμένος. «Ε, χωριουδάκι είναι ο Άγιος Στέφανος, μη βλέπεις τις τράπεζες και τα ζαχαροπλαστεία», λέει ένας φίλος που με έφερε έως εδώ σαββατιάτικα. «Ε, βέβαια, έτσι είναι τα αθηναϊκά χωριουδάκια πια», του απαντώ ειρωνικά την ώρα που περνάμε έξω από μια αυλή, την οποία στολίζουν τσιτάτα γραμμένα με πινέλο πάνω σε ξύλο. «Χωριουδάκι μεν, κόμβος δε». Το επόμενο τρένο περνάει σε δύο ώρες. «Πες το μου ντε, να ησυχάσω». Κάπως έτσι κουβέντιαζε και ο Λογοθετίδης με τον Φωτόπουλο στο Ούτε γάτα ούτε ζημιά. Έξω από τον σταθμό του Αγίου Στεφάνου ήταν κι εκείνοι. Παρακαλώ, ας σταματήσει κάποιος αυτό το δρομολόγιο. 

Πώς η Αθήνα θυμίζει παλιά ελληνική ταινία (για τους λάθους λόγους)-2

Έτσι είναι αυτά. Το κάρμα εκδικείται. Οι δύο κυρίες κάθονται σε ένα παγκάκι στην Αρχαία Αγορά, κρυμμένο στα πεύκα, πλάι στον Ναό του Ηφαίστου. Μυρίζουν παλιά Αθήνα. Τα σκουλαρίκια και το στιλ τους παραπέμπουν σε μια άλλη εποχή. Η κοκκινομάλλα δεν βάζει γλώσσα μέσα. Η γκριζομάλλα την ακούει σιωπηλά, κοιτώντας την Ακρόπολη. «Τα έβγαλα από το παρτέρι και άλλαξα το χώμα. Το παλιό το έβαλα σε σακούλες και τις άφησα στο πλάι. Η μέση μού βγήκε. Και έρχεται εκείνη, παίρνει το λάστιχο και αρχίζει να ποτίζει. Μα μία εβδομάδα με βλέπεις που ταλαιπωρούμαι και πας να ρίξεις νερό στο παρτέρι, να το γεμίσεις λάσπες και χώματα; Τι είναι αυτό το πράγμα; Την άλλη φορά που θα το κάνει, θα πάρω το λάστιχο και θα τη βρέξω. Το έχω ξανακάνει». Μέχρι και τα τζιτζίκια σώπασαν…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή