«Εμφραγμα» στον ορίζοντα για τα συστήματα υγείας

«Εμφραγμα» στον ορίζοντα για τα συστήματα υγείας

5' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μορφή επιδημίας που θα δοκιμάσει έντονα τα συστήματα υγείας στις δυτικές χώρες αναμένεται να λάβουν τις επόμενες δεκαετίες η καρδιακή ανεπάρκεια και η κολπική μαρμαρυγή. Κύριος «ένοχος», η γήρανση του πληθυσμού, εξαιτίας της οποίας αναδύονται πλέον οι εκφυλιστικές καρδιολογικές παθήσεις, με τους καρδιολόγους να προειδοποιούν τους νεότερους συναδέλφους τους: «Προετοιμαστείτε να αντιμετωπίζετε στο μέλλον ασθενείς άνω των 100 ετών». Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, σε μία από τις τρεις καρδιολογικές κλίνες των νοσοκομείων νοσηλεύονται ασθενείς που πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια ή/και κολπική μαρμαρυγή. Στην πλειονότητά τους οι ασθενείς έχουν νοσηλευθεί περισσότερες από μία φορές κατά τη διάρκεια ενός έτους.

Την επιβάρυνση που προκαλούν οι καρδιολογικές παθήσεις στο σύστημα υγείας της χώρας μας εξέτασε η Ελληνική Εταιρεία Καρδιαγγειακής Ερευνας, η οποία, με τη μέθοδο της βραχείας καταγραφικής μελέτης (snapshot), χαρτογράφησε την «κίνηση» των καρδιολογικών κλινικών των δημόσιων και ιδιωτικών νοσοκομείων στη διάρκεια μιας ημέρας (Νοέμβριος 2018). Οπως ανέφερε στην «Κ» ο καθηγητής Καρδιολογίας, πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Καρδιαγγειακής Ερευνας και τέως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας Πάνος Βάρδας, «το κύριο αντικείμενο της απογραφής αφορούσε ασθενείς με κολπική μαρμαρυγή, ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια και ασθενείς που συνδύαζαν και τις δύο παθήσεις. Ο λόγος για τον οποίο επιλέξαμε την κολπική μαρμαρυγή και την καρδιακή ανεπάρκεια είναι επειδή θα αποτελέσουν στο άμεσο μέλλον τις νέες επιδημίες καρδιαγγειακών νόσων ως αποτέλεσμα της γήρανσης του πληθυσμού».

Η μελέτη εστίασε σε 76 καρδιολογικές κλινικές, δηλαδή σχεδόν σε όλες τις κλινικές στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, συνολικής δυναμικότητας 1.958 κλινών. Την ημέρα της καταγραφής, στις 76 κλινικές νοσηλεύονταν 603 ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια ή κολπική μαρμαρυγή ή τον συνδυασμό και των δύο, καταλαμβάνοντας το 30,6% των καρδιολογικών κλινών της χώρας. Ειδικότερα, οι 196 ασθενείς είχαν αμιγώς καρδιακή ανεπάρκεια, οι 122 αμιγώς κολπική μαρμαρυγή και οι 285 τον συνδυασμό των δύο. Η πλειονότητα των ασθενών (378 και σε ποσοστό το 62,7%) ήταν άνδρες. Η μέση ηλικία των ασθενών ήταν τα 74,4 έτη. Για τους άνδρες η μέση ηλικία ήταν τα 72,5 έτη και για τις γυναίκες τα 77,7 έτη. Εξι στους δέκα νοσηλευόμενους ασθενείς (59%) με καρδιακή ανεπάρκεια είχαν νοσηλευθεί ξανά, τουλάχιστον άλλη μία φορά, λόγω της πάθησής τους σε διάστημα των τελευταίων 12 μηνών, ενώ υψηλά είναι και τα ποσοστά όσων έχουν νοσηλευθεί τρεις και τέσσερις φορές το ίδιο έτος (15% και 14% αντιστοίχως). Τουλάχιστον άλλη μία εισαγωγή σε νοσοκομείο τους τελευταίους 12 μήνες είχε το 80% των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή, η οποία κάνει συχνά παροξυσμούς. Πιο «ρυθμισμένη συμπεριφορά» έχουν οι ασθενείς με συνυπάρχουσα καρδιακή ανεπάρκεια και κολπική μαρμαρυγή, το 32% των οποίων είχε τουλάχιστον μία επανεισαγωγή μέσα στον χρόνο. Αντιπηκτική αγωγή λάμβανε το 90,2% των νοσηλευομένων. Χαμηλό χαρακτηρίζεται το ποσοστό των ασθενών που είχαν κάνει ablation (4,9%), δηλαδή θερμοκαυτηρίαση με καθετήρα της περιοχής που κάνει την κολπική μαρμαρυγή.

Η αποτύπωση της «κίνησης» των καρδιολογικών κλινικών και κυρίως των επανεισαγωγών αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για το υπουργείο Υγείας στην προσπάθεια για εξασφάλιση ποιοτικών υπηρεσιών υγείας. «Προβλέπω ότι μελέτες αυτού του είδους θα χρησιμοποιούνται στο μέλλον ως εργαλείο χάραξης πολιτικής και αποζημίωσης θεραπειών, με γνώμονα τη μείωση των επανεισαγωγών», σημειώνει ο κ. Βάρδας.

Δυσοίωνες προβλέψεις

Οπως τονίζει ο ίδιος και από τη θέση του επικεφαλής του στρατηγικού σχεδιασμού της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, «εκτιμάται, με βάση όλες τις προβλέψεις, ότι ο αριθμός των ασθενών με κολπική μαρμαρυγή, η οποία εμφανίζεται κυρίως μετά τα 65 έτη, το 2050 θα έχει τριπλασιαστεί. Το ίδιο αναμένεται να συμβεί και με την καρδιακή ανεπάρκεια». Σήμερα στην Ελλάδα το ποσοστό συχνότητας της κολπικής μαρμαρυγής στον γενικό πληθυσμό είναι 2%-3% (περίπου 300.000 άτομα πάσχουν από τη νόσο) και στον πληθυσμό άνω των 65 ετών, στο 15%.

«Θεωρώ ότι η καρδιολογία είναι η μόνη ειδικότητα της ιατρικής που παρακολουθεί τόσο στενά τις τρέχουσες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες του καιρού της», τονίζει ο κ. Βάρδας και συνεχίζει: «Διακόσια χρόνια πριν, τον καιρό της φτώχειας και της απουσίας αντιβιοτικών στην Ευρώπη, η κυρίαρχη καρδιακή νόσος ήταν οι ρευματικές βαλβιδοπάθειες της καρδιάς, απότοκες του ρευματικού πυρετού. Αυτό το τεράστιο πρόβλημα, από τα μέσα του περασμένου αιώνα, με την κυκλοφορία των αντιβιοτικών αντιμετωπίστηκε. Ακολούθησε ο καιρός της ευωχίας, ο οποίος συνοδεύθηκε με το γρήγορο φαγητό, το κάπνισμα, την καθιστική ζωή. Μαζί με αυτά τροποποιήθηκε το προφίλ των καρδιακών παθήσεων και ήρθε η μάστιγα της στεφανιαίας νόσου. Σήμερα, λόγω των πολιτικών πρόληψης ήδη βλέπουμε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες υποχώρηση της στεφανιαίας νόσου. Από εδώ και πέρα, οι καρδιοπάθειες θα ακολουθήσουν τις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, που είναι η γήρανση του πληθυσμού.

Αυτή θα μας οδηγήσει σε εκφυλιστικές μορφές καρδιοπαθειών, όπως η καρδιακή ανεπάρκεια, η κολπική μαρμαρυγή, οι στενώσεις των βαλβίδων. Σήμερα ήδη μας χτυπούν την πόρτα ασθενείς 90 και 95 ετών. Οι σημερινοί ειδικευόμενοι, τους το λέω συνέχεια, θα πρέπει να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν στο μέλλον ασθενείς άνω των 100 ετών».

Παραμένουμε θεριακλήδες και υπέρβαροι

Οι καρδιαγγειακές παθήσεις συνεχίζουν να είναι η κυρίαρχη αιτία θανάτου στους ενηλίκους παγκοσμίως, παρά τις παρεμβάσεις που έχουν γίνει στην πρόληψη τα τελευταία 50 χρόνια. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας, πάνω από τέσσερα εκατομμύρια θάνατοι ετησίως στην Ευρώπη οφείλονται στις καρδιολογικές παθήσεις, οι οποίες είναι υπεύθυνες για το 45% των συνολικών θανάτων στη Γηραιά Ηπειρο (38% στις χώρες της Ε.Ε. και 54% στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες). Στην Ελλάδα, τα νοσήματα του κυκλοφορικού συστήματος ευθύνονται για το 40,3% των θανάτων ετησίως. Το οικονομικό βάρος των καρδιαγγειακών παθήσεων στην Ευρώπη εκτιμάται στα 210 δισ. ευρώ ετησίως με αυξητικές τάσεις για τις επόμενες δεκαετίες.

Η θνητότητα λόγω καρδιαγγειακών παθήσεων ειδικά στις ηλικίες κάτω των 65 ετών μπορεί να περιοριστεί με την εφαρμογή πολιτικών πρόληψης και τροποποίησης παραγόντων κινδύνου, όπως το κάπνισμα, η διατροφή και η καθιστική ζωή. Ηδη σε αρκετά κράτη της Ευρώπης (14) τα καρδιαγγειακά νοσήματα σε ηλικίες κάτω των 65 ετών αποτελούν τη δεύτερη αιτία θανάτου (από πρώτη που ήταν διαχρονικά), δίνοντας τη θέση τους στον καρκίνο.

Η βασική αιτία

Η Ελλάδα δεν συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών των χωρών και, σύμφωνα με τον καθηγητή Καρδιολογίας, πρόεδρο της Ελληνικής Εταιρείας Καρδιαγγειακής Ερευνας και τέως πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας κ. Βάρδα, ο βασικός λόγος για αυτό είναι το υψηλό ακόμα, σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης, ποσοστό των πολιτών που καπνίζουν.

Σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή της ΕΛΣΤΑΤ για το 2017, 25,8% των Ελλήνων άνω των 16 ετών είναι συστηματικοί καπνιστές. Περιστασιακά καπνίζει το 7,1% των ενηλίκων. Αν και έχει σημειωθεί μείωση στα ποσοστά των καπνιστών στη χώρα μας (έφθαναν το 40% το 2006), οι Ελληνες παραμένουν, μετά τους Βούλγαρους, οι πιο «θεριακλήδες» της Ε.Ε., όπου ο μέσος όρος των καπνιστών είναι στο 20%.

Επίσης, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, ο αριθμός των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη στη χώρα μας ξεπερνά τις 965.000, ενώ η μελέτη «Υδρία» του Ελληνικού Ιδρύματος Υγείας, η οποία υλοποιήθηκε το 2015, σε δείγμα 4.000 ενηλίκων κατέδειξε ότι επτά στους δέκα Ελληνες είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι και τέσσερις στους δέκα έχουν ενδείξεις υπέρτασης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή