Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας
ο-μαγικός-αριθμός-56-και-η-σκεπαστή-αγορ-562856764

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας

Ενα οδοιπορικό της «Κ» στην κεντρική αγορά της Καλλιθέας: εκεί όπου οι ιστορίες των ανθρώπων, παλιών και νέων, είναι τόσο ζωηρές όσο οι μυρωδιές και οι γεύσεις της

Φωτογραφίες: Νίκος Κοκκαλιάς
Ακούστε το άρθρο

Κάθε Σάββατο, ο παππούς μου ερχόταν σπίτι με ένα καρότσι γεμάτο χρωματιστές, ημιδιάφανες σακούλες. Ηταν από αυτά τα παλιά, μεταλλικά καρότσια που επέτρεπαν να δεις καθετί που στριμωχνόταν μέσα του ή κρεμόταν δεμένο από τις σχάρες του: φρούτα, λαχανικά, ματσάκια μαϊντανού και φρέσκα κρεμμυδάκια που προδίδονταν πιο εύκολα, γιατί εξείχαν από τις χαρτοσακούλες, λευκο-γκρί κόλλες με φολκλόρ εικονογράφηση που τύλιγαν το κρέας και το ψάρι. 

Είχε «γεμίσει τα μπαγκάζια» από τη σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας, ένα τελετουργικό που ακολουθούσε σταθερά κάθε εβδομάδα και μοίραζε μετά τα φρέσκα «λάφυρα» σε όλη την οικογένεια. Την έλεγα «λαϊκή» γιατί σαν τέτοια ακριβώς μου φαινόταν, μόνο που ήταν ανοιχτή κάθε μέρα και ήταν κλειστή και όχι υπαίθρια σαν αυτή της γειτονιάς. Στην πορεία κατάλαβα πως ήταν κάτι παραπάνω από απλώς ένα μέρος όπου ο παππούς αγοράζει φρούτα και λαχανικά, ήταν βασικό σημείο της ιστορίας της Καλλιθέας, ακόμη και αν οι γρήγορες προσπεράσεις και των ντόπιων δεν βοηθούν πάντα να το καταλάβουμε. 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-1
Ετσι δείχνει η αγορά από τον πρώτο όροφο, εκεί όπου βρίσκονται οι αποθήκες των καταστημάτων της.

Από το παραπάνω σκηνικό λείπουν πλέον πολλά. Η αγορά της Καλλιθέας, όμως, μένει σχεδόν ίδια και απαράλλαχτη, με τον τρόπο που μπορεί να το κάνει ένας ζωντανός οργανισμός της πόλης. Στους πάγκους των καταστημάτων της βρίσκεται σχεδόν όλη η 70χρονη ιστορία της: από τους πρώτους παλιννοστούντες Πόντιους εμπόρους που την έχτισαν, μέχρι τα παιδιά και τα εγγόνια τους που κρατούν σήμερα τις επιχειρήσεις, αλλά και τους νεότερους που την επέλεξαν και κρατούν τη λεγόμενη «μικρή Βαρβάκειο» της Καλλιθέας ζωντανή. 

Ο Χαράλαμπος Πολατίδης είναι στην αγορά από την πρώτη μέρα της 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-2
Ο κύριος Πολατίδης δεν εγκαταλείπει με τίποτα την αγορά. 

Μπαίνοντας από την είσοδο της Γρυπάρη, στο πρώτο, λιλιπούτειο, μα γεμάτο χρώμα μανάβικο που θα συναντήσει κανείς κρύβεται όλη η ιστορία της αγοράς. Αν περάσετε νωρίς το πρωί, θα δείτε τον Χαράλαμπο Πολατίδη να κάθεται στο βάθος. Δεν παύει να δίνει το «παρών» καθημερινά, ακόμη και αν έχει συνταξιοδοτηθεί, και το μαγαζί εδώ και χρόνια έχει αναλάβει η κόρη του Ιωάννα – σε πολλά από τα μαγαζιά της αγοράς το τιμόνι έχει αναλάβει πλέον η δεύτερη ή και η τρίτη γενιά της οικογενειακής επιχείρησης. 

Είναι και αυτός ένας από τους πρόσφυγες του Πόντου που εγκαταστάθηκαν στην Καλλιθέα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και πολύ πριν η αγορά πάρει τη μορφή που ξέρουμε, άπλωναν τους πάγκους με την πραμάτεια τους στους γύρω δρόμους. «Μας έδιωχναν και έτσι παίρναμε παράταση», θυμάται σήμερα ο κύριος Χαράλαμπος για την εποχή που μετακινούνταν από τη Φιλαρέτου στην Πλάτωνος με το εμπόρευμά τους. 

Επειδή πάντως οι δουλειές πήγαιναν καλά, όπως θυμάται ο κύριος Πολατίδης, το 1956 πλέον οι υπαίθριοι έμποροι κατάφεραν να αγοράσουν τα δύο οικόπεδα του τετραγώνου όπου βρίσκεται η αγορά (Γρυπάρη, Φιλαρέτου, Πλάτωνος και Δαβάκη) και μέχρι την επόμενη χρονιά η σκεπαστή με ελενίτ αγορά είχε χτιστεί.  

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-3
Οπως λέει ο έμπειρος μανάβης, το μαγαζί του βρίσκεται στο «καλό πέρασμα». 

Και να μην πιστεύει κανείς στην τύχη, δεν γίνεται να μην παραδεχτεί πως κάτι συμβαίνει με τον αριθμό 56 εδώ. Το 1956 έγιναν τα πρώτα βήματα της αγοράς, η οποία χωρίστηκε σε 56 καταστήματα, τα οποία με τη σειρά τους μοιράστηκαν με κλήρωση στους εμπόρους και στον κύριο Πολατίδη «έκατσε» το μαγαζί με τον αριθμό 56. 

Το πιο παλιό «ενεργό» μέλος της αγοράς αφηγείται με πλατύ χαμόγελο την ιστορία του τοποσήμου, που είναι και όλη η ζωή του. Θυμάται πως με το άνοιγμα της αγοράς έγινε χαμός, έρχονταν να ψωνίσουν και από άλλες περιοχές, όπως η Νέα Σμύρνη, καθώς τότε δεν υπήρχαν σούπερ μάρκετ σε κάθε γωνία. Και μοιράζεται και μερικά «μυημένα» μυστικά, όπως ότι «αυτή η πλευρά» που βρίσκεται και το μαγαζί του είναι και το πιο δυνατό πέρασμα της αγοράς – είναι η ευθεία που ξεκινάει από την Πλάτωνος και καταλήγει στη Γρυπάρη. Στην πρώτη υπάρχει και άλλη είσοδος, από την οποία βέβαια πρέπει να στρίψεις εσωτερικά για να βρεθείς στην άλλη πλευρά. 

Τον ρωτάω αν σκέφτηκε ποτέ να αφήσει την αγορά για να κάνει κάτι άλλο. «Πού να φύγεις;», μου απαντάει με απόλυτη φυσικότητα. Η κόρη του από το βάθος δεν θα συμφωνήσει: «Εγώ είμαι από αυτές που θέλουν να φύγουν», λέει. Μια ζωή μέσα στην αγορά, αλλά επίσημα στο τιμόνι του οικογενειακού μανάβικου από το 1995, η Ιωάννα Πολατίδη επισημαίνει πως πρόκειται για μια πολύ κουραστική δουλειά, που απαιτεί να είσαι εκεί γύρω στις 15 ώρες την ημέρα, χωρίς ρεπό και Σαββατοκύριακα. Δεν κρύβει πως η κίνηση στην αγορά έχει πέσει πλέον και συχνά τα προς το ζην βγαίνουν οριακά. «Αλλά ευγνωμονώ όλους εκείνους που έρχονται», λέει, γιατί «η αγορά μας είναι ένα κόσμημα». Ακόμη και αν δεν το γνωρίζουν όλοι.  

Ο Σταύρος Αντωνόπουλος πίνει κάθε πρωί τον καφέ του στην αγορά 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-4
Ο κύριος Αντωνόπουλος με την πρόεδρο της αγοράς, Χρυσούλα Καπίρη. 

«Εγώ και ο Χαράλαμπος είμαστε οι πιο παλιοί», λέει ο κύριος Σταύρος Αντωνόπουλος καθώς πίνει τον καφέ του. «Εγώ, βέβαια, είμαι λίγο μικρότερος», συμπληρώνει, «οι άλλοι έφυγαν». Είναι κομψότατος, με την τραγιάσκα του και το μακρύ παλτό του. Διεκδικεί μεν τον τίτλο του δεύτερου πιο παλιού, είναι πάντως χρόνια που έχει εγκαταλείψει το εμπόριο στην αγορά. 

Στους διαδρόμους της αγοράς βρέθηκε το 1971, τα πρώτα 8 χρόνια σε ένα μαγαζί και τα επόμενα 25 σε ένα άλλο – και τα δύο τα νοίκιαζε, οπότε και έκτοτε οι επιχειρήσεις έχουν αλλάξει και έχουν περάσει σε άλλα χέρια. Τη γειτονιά όμως τη γνώριζε ήδη. Είχε μετακομίσει ένα χρόνο νωρίτερα στην Καλλιθέα και είχε πιάσει δουλειά στον πάγκο με τα τυριά στο σούπερ μάρκετ των αδελφών Γαβαλάκη, ακριβώς δίπλα από την αγορά επί της Πλάτωνος (για τους ντόπιους, εκεί όπου σήμερα είναι ο Χυτήρογλου). 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-5
Κάπως έτσι δείχνει η αγορά ένα πρωί καθημερινής. 

Ο κύριος Αντωνόπουλος λέει πως τότε αυτό ήταν το μοναδικό σούπερ μάρκετ της Καλλιθέας. Η καρδιά του εμπορικού κέντρου της συνοικίας μάζευε, λοιπόν, κόσμο και από τις γύρω περιοχές, Κουκάκι, Νέα Σμύρνη, Μοσχάτο. Μάλιστα, στις καλές εποχές της η αγορά είχε τόσο μεγάλη επισκεψιμότητα, που το όριο για το πόσο έξω μπορούσε να είναι ο πάγκος κάθε καταστήματος ήταν απόλυτα συγκεκριμένο, «δεν μπορούσαμε να βγάλουμε ούτε καφάσι παραέξω», θυμάται. Σήμερα δεν υπάρχουν τέτοια κωλύματα, η κίνηση είναι πιο χαλαρή και αυξάνεται παραδοσιακά τα Σάββατα. 

Ο «παλιός» της αγοράς έχει αναπτύξει για τη δουλειά, που υπήρξε λίγο – πολύ όλη η ζωή του, μια σιωπηρή αποδοχή που μετατράπηκε σε αγάπη για αυτήν, όπως και πολλοί άλλοι εδώ. Το διαβάζεις ανάμεσα στις γραμμές εκείνου του «ε, όλες οι δουλειές καλές ήταν. Δεν είχαμε κι άλλη επιλογή». 

Κάτι τον δένει τόσο ακόμη με αυτή τη γωνιά της γειτονιάς του, που διαλέγει να κατεβαίνει κάθε πρωί εδώ για να πιει τον καφέ του, πιάνει κουβέντα με φίλους και γνωστούς και χαζεύει τους περαστικούς. Είναι αφοπλιστικός και αποφασισμένος: «Ο,τι μας απομένει ακόμη, θα ερχόμαστε εδώ». 

Ο Λευτέρης Ζωντήρος πέρασε τυχαία και τώρα ψήνει καφέ στη χόβολη για όλη την αγορά 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-6
Ολη η αγορά έχει πιει καφέ από τα χέρια του Λευτέρη Ζωντήρου.  

Κάποτε η αγορά είχε ένα καφενείο στον επάνω όροφο (πάνω από τα καταστήματα υπάρχει επιπλέον όροφος, που τώρα είναι μόνο αποθήκες των καταστημάτων), το οποίο κατέβαζε τον δίσκο με τους ζεστούς καφέδες με σχοινί στους μαγαζάτορες. Είχε και άλλες «πατέντες» η αγορά: αν δείτε κάπου στο κέντρο της κάποια παλιά ηχεία, δεν ήταν εκεί για να παίζουν μουσική, αλλά για να βγάζουν ανακοινώσεις για μικρά παιδιά που είχαν απομακρυνθεί για λίγο από την προσοχή των γονιών τους και είχαν χαθεί μέσα στην πολυκοσμία. 

Ολα αυτά σαν αφηγήσεις τα έχει ακούσει και ο Λευτέρης Ζωντήρος, καθώς είναι από τους πολύ καινούργιους της αγοράς. Είναι Πειραιώτης και πριν από τέσσερα χρόνια έκανε βόλτες στη γύρω περιοχή, προς αναζήτηση κάποιου καταστήματος. Την αγορά δεν τη γνώριζε, αλλά είδε τυχαία ένα από τα γωνιακά μαγαζιά της στην Πλάτωνος με ενοικιαστήριο. Πήρε τηλέφωνο και την άλλη ημέρα είχε «κατοχυρώσει» το κατάστημα. 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-7
Και στη χόβολη. 

Εκτοτε είναι εδώ κάθε μέρα από τις 5 το πρωί και ψήνει καφέδες – για τους μερακλήδες και στη χόβολη. Εχει τα μπρίκια και τις μηχανές του έτοιμα από την ώρα που οι πρώτες ψαριές φτάνουν στα ράφια των ιχθυοπωλείων, μέχρι και το μεσημέρι, οπότε και η κίνηση πέφτει. 

Είναι το μόνο καφέ της αγοράς, οπότε όλοι έχουν πιει καφέ από τα χέρια του ιδιοκτήτη του. Εχει εξάλλου τις στάνταρ παραγγελίες που δεν χρειάζεται καν να επαναλαμβάνονται – ξέρει ποιος θέλει τι καφέ στις 8, ποιος στις 9 και ούτω καθεξής. Για τις υπόλοιπες, «εμβόλιμες» παραγγελίες, ο Λευτέρης Ζωντήρος έχει μια νεαρή υπάλληλο –μόλις δύο μήνες είναι εδώ– που πηγαίνει πάνω – κάτω βόλτες πού και πού για να τις πάρει. Και έπειτα να τις παραδώσει απλά και παραδοσιακά, με τα πόδια.

Ο Κασπάρ Μπατανιάν και η οικογένειά του ξέρουν τον παστουρμά όσο κανείς

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-8
Οι πιο γκουρμέ γεύσεις της αγοράς βρίσκονται στο κατάστημα του κυρίου Μπατανιάν. 

Για να ξετυλίξουμε το κουβάρι της ιστορίας του Κασπάρ Μπατανιάν θα πρέπει να πάμε πάνω από έναν αιώνα πίσω στον χρόνο και στα βάθη της Μικράς Ασίας, στην Καισάρεια. Εκεί όπου ζούσε ο παππούς του –που είχε ακριβώς το ίδιο όνομα με τον εγγονό του–, στην «πηγή», δηλαδή, του παστουρμά. 

Ο παππούς Μπατανιάν ήξερε όλα τα μυστικά του πιο φημισμένου ανατολίτικου μεζέ, αλλά και άλλων ιδιαίτερων γεύσεων, όπως του καβουρμά και της πηχτής. Με τη Μικρασιατική Καταστροφή βρέθηκε το 1922 στον Πειραιά. Και κάπως έτσι το μεγάλο λιμάνι γνώρισε τον παστουρμά. Αρχικά ο Μπατανιάν άνοιξε εκεί ένα μικρό εργαστήριο στο οποίο παρασκεύαζε τα εκλεκτά του εδέσματα. Στην πορεία ο γιος του ανέλαβε και ένα μικρό κατάστημα που άρχισε να πουλάει τα οικογενειακά προϊόντα στην αγορά του Πειραιά. 

Στα 100 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει, η οικογένεια Μπατανιάν έχει πάρει «μάστερ» στον παστουρμά και στα αλλαντικά. Σήμερα ο (εγγονός) Κασπάρ Μπατανιάν και ο αδελφός του Αράμ έχουν αρκετά καταστήματα στην Αττική, ενώ τα παιδιά τους, η τέταρτη πλέον γενιά, έχουν αναλάβει το εργοστάσιο της οικογένειας στο Κορωπί. 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-9
«Στον Ελληνα αρέσει να τρώει», λέει ο ιδιοκτήτης του ντελικατέσεν.  

Κάθε πρωί, πάντως, ο Κασπάρ Μπατανιάν παίρνει ανελλιπώς τον δρόμο για το μαγαζί του που βρίσκεται στην καρδιά της αγοράς της Καλλιθέας, το οποίο άνοιξε με τον αδελφό του το 1980. Είχαν διάφορες μετακινήσεις εντός της αγοράς μέσα στα χρόνια και σήμερα το μακρόστενο ντελικατέσεν τους κρύβει τις πιο ιδιαίτερες γεύσεις και μυρωδιές της αγοράς. Οι περισσότερες από αυτές βγαίνουν από το οικογενειακό εργοστάσιο, όλα δηλαδή τα αλλαντικά, αλλά και άλλα μεζεδάκια, όπως οι σαλάτες – αλείμματα που είναι χειροποίητες. Ο ιδιοκτήτης δεν σε αφήνει να φύγεις αν δεν δοκιμάσεις τουλάχιστον κάποιες από αυτές τις νοστιμιές. 

Τη στιγμή που κάποια από τα καταστήματα της αγοράς της Καλλιθέας έχουν κατεβάσει ρολά και οι περισσότεροι έμποροι σε αυτό το οδοιπορικό παραδέχτηκαν πως η δουλειά είναι πεσμένη «γιατί οι νέοι δεν έχουν χρόνο και προτιμούν να τα πάρουν όλα από το σούπερ μάρκετ να τελειώνουν», αναρωτιέται κανείς πώς ένα μαγαζί σαν το Αρ.Κας (έτσι το βάφτισαν τα δύο αδέλφια, από τα αρχικά των μικρών τους ονομάτων) με πιο εξειδικευμένα προϊόντα μπορεί να επιβιώσει. 

Και όμως επιβιώνει ακριβώς για αυτό: όπως λέει ο Κασπάρ Μπατανιάν, στο κατάστημα καταφθάνουν πολλοί άνθρωποι της γαστρονομίας, ενώ και ο πιο «λαϊκός» κόσμος πάει πρώτα να κάνει τα βασικά ψώνια του και έπειτα περνάει από τους πάγκους του για να διαλέξει ιδιαίτερα μεζεδάκια, ειδικά αν έχει να κάνει τραπέζι. Γιατί ένα πράγμα είναι σίγουρος, όπως λέει ο ιδιοκτήτης: «Στον Ελληνα αρέσει να τρώει». 

Η Ειρήνη Μαρουλίδου είναι «η νύφη της αγοράς» 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-10
Η Ειρήνη Μαρουλίδου δεν σταματάει να καθαρίζει φρούτα και λαχανικά. 

Πάνω στη στροφή της αγοράς δεσπόζει ένα μανάβικο με τα φρούτα και τα λαχανικά του τόσο άψογα παραταγμένα, που τα καφάσια μοιάζουν σχεδόν σαν να βγήκαν από κινούμενα σχέδια. Σε ένα σκαμπό ανάμεσα από το φρεσκότατο εμπόρευμα, η κυρία Ειρήνη Μαρουλίδου κάθεται και καθαρίζει ένα ρόδι, βάζοντας τα σποράκια του σε ένα διάφανο κουτί, έτοιμα για κατανάλωση. 

Λίγο νωρίτερα είχε καθαρίσει και χόρτα που μια σταθερή πελάτισσα και φίλη της κόρης της ήρθε να αγοράσει «ετοιμοπαράδοτα», για να προλάβει να τα φτιάξει «πριν φύγει για το γραφείο, στο οποίο σήμερα πάει αργά». Αυτό κάνει κάθε μέρα η κυρία Ειρήνη, όσο η κόρη της, Ιουλία, πουλάει το εμπόρευμα. «Δεν μπλέκουμε τη μαμά με την τεχνολογία, γιατί όποτε το κάναμε μάς λαχτάρησε», λέει η κόρη γελώντας. Βλέπετε, κάποτε η κυρία Ειρήνη αντί να πληκτρολογήσει 40 ευρώ σε πελάτη, πληκτρολόγησε… 400.000. 

Η Ειρήνη Μαρουλίδου βρίσκεται στην αγορά της Καλλιθέας από το 1966. Ηταν τότε που ήρθε από τη Μεσσηνία στην Αθήνα για να παντρευτεί. «Είναι η νύφη της αγοράς», λέει η κόρη της, Ιουλία. Παντρεύτηκε τον ποντιακής καταγωγής σύζυγό της, που ήταν ήδη η δεύτερη γενιά που αναλάμβανε το μανάβικο – οι γονείς του ήταν από τους πρώτους Ποντίους που έστησαν την αγορά.

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-11
Η «νύφη της αγοράς» με την κόρη της, Ιουλία Μαρουλίδου. 

Εκτοτε και ενώ τα ηνία κρατάει πλέον η τρίτη γενιά, η κυρία Ειρήνη συνεχίζει να έρχεται κάθε μέρα για να επιμεληθεί καταλλήλως το εμπόρευμα. «Μόνο Κυριακή δεν έρχομαι», λέει. «Ε, πρέπει και να ξεκουράζεστε», της λέω. «Οχι, απλά πρέπει να μαγειρέψουμε να φάμε, έχουμε παιδιά, εγγόνια», απαντάει, επιβεβαιώνοντας πως οι «παλιές γυναίκες» σαν να μην μπορούν να καθίσουν ποτέ. 

Και ενώ όλοι οι παλιοί ξέρουν την κυρία Ειρήνη και οι σταθεροί πελάτες είναι πλέον σαν φίλοι του μαγαζιού –έρχονται, ψωνίζουν, λένε τα νέα τους, μπορεί να καθίσουν να πιουν και κανέναν καφέ–, η Ιουλία Μαρουλίδου παραδέχεται πως «ο κόσμος της αγοράς έχει αλλάξει πάρα πολύ. Θέλει κάτι να γίνει προκειμένου η αγορά να αναβιώσει. Οπως χτίστηκε, έχει παραμείνει». Η ίδια πάντως έχει βρει τον τρόπο για να προσελκύει και νεότερους πελάτες που ενδεχομένως δεν ξέρουν πού ακριβώς «πέφτει» το κατάστημά της: το έχει βάλει στις εφαρμογές υπηρεσιών ντελίβερι. Γι’ αυτό και όσο μιλάμε, ρίχνει και καμιά κλεφτή ματιά στο τάμπλετ της για να δει αν έφτασε κάποια νέα παραγγελία. 

Ο Περικλής Αντωνόπουλος βρέθηκε από τα νυχτερινά κέντρα των Τζιτζιφιών στο πιο «αρχαιοελληνικό» μπακάλικο της αγοράς

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-12
Πατέρας και υιός Αντωνόπουλοι επί το έργον. 

Οδεύοντας προς τη «δεύτερη» είσοδο της αγοράς επί της Πλάτωνος, από το βάθος ακούγεται η «Προσευχή» του Σπύρου Ζαγοραίου. Λίγα βήματα ακόμη, για να εντοπίσεις ότι έρχεται από τα ηχεία του μπακάλικου «Ακρόπολις». Στη μία γωνία ο νεότερος του μαγαζιού κόβει και ζυγίζει τυριά στον πάγκο, όσο στην άλλη δύο «βετεράνοι» έχουν στήσει ψιλή κουβέντα με τσιγάρο και καφέ. 

Ο ένας από τους δύο «έμπειρους» είναι ο Περικλής Αντωνόπουλος (απλή συνωνυμία με τον Σταύρο Αντωνόπουλο που αναφέραμε παραπάνω), που βρίσκεται πίσω από τον πάγκο του μαγαζιού τα τελευταία 52 χρόνια – πλέον πιο ξεκούραστα μια και έχει αναλάβει πρακτικά ο γιος του, Αριστομένης Αντωνόπουλος. Ναι, μοιάζει σχεδόν θεματικό το μαγαζί, από την ταμπέλα του μέχρι τα ονόματα, όλα πάνε “καρφωτά” πίσω στην αρχαία Ελλάδα. 

Σε μπακάλικα ο Περικλής Αντωνόπουλος δούλευε από 10 χρόνων. Οταν πήγε στον στρατό είχε κουραστεί ήδη με την ιδέα και είπε στον εαυτό του «θα γίνω οτιδήποτε στη ζωή μου, εκτός από μπακάλης». Να όμως που την ίδια στιγμή η μοίρα κρυφάκουγε από μια γωνιά και γελούσε πονηρά. 

Ο Περικλής Αντωνόπουλος βρέθηκε για πρώτη φορά ως εργαζόμενος στο «Ακρόπολις» στις 12 Δεκεμβρίου 1972 – ανεξίτηλη τού έχει μείνει η ημερομηνία. Γνώριζε τον τότε ιδιοκτήτη του μαγαζιού που λειτουργούσε σαν πρατήριο του ομώνυμου εργοστασίου με αλλαντικά «και με έφερε με το ζόρι. Ηρθα για λίγο και τελικά έμεινα 50 χρόνια», λέει ένας από τους παλιούς πλέον της αγοράς. Σταδιακά ο αρχικός ιδιοκτήτης του «Ακρόπολις» σταμάτησε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες. «Για να είσαι έμπορος πρέπει να είσαι σκληρός. Αυτός ήταν περισσότερο άνθρωπος και λιγότερο έμπορος», λέει ο άνθρωπος στα χέρια του οποίου πέρασε στη συνέχεια το μπακάλικο. 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-13
Καμάρα στην καρδιά της αγοράς. 

Η αλλαντοβιομηχανία «Ακρόπολις» βρισκόταν στις Τζιτζιφιές, δίπλα στο μπακάλικο που τότε δούλευε ο Περικλής Αντωνόπουλος, το οποίο ήταν ανάμεσα στα νυχτερινά κέντρα των Τζιτζιφιών που τότε διήνυαν μεγάλες δόξες: «Για να γίνεις τραγουδιστής έπρεπε να περάσεις από το “Φαληρικό”, θυμάται ο Περικλής Αντωνόπουλος για ένα από τα πιο θρυλικά μαγαζιά της περιοχής, στη μαρκίζα του οποίου γράφτηκαν ονόματα όπως αυτά του Βασίλη Τσιτσάνη, του Πάνου Γαβαλά και του Γρηγόρη Μπιθικώτση. 

Ο νεαρός τότε Περικλής βρέθηκε ξαφνικά ανάμεσα σε δύο κόσμους: στον πρωινό κόσμο του μπακάλικου αλλά και στον βραδινό της πίστας, που τον περίμενε μερικές πόρτες δίπλα. Και αυτό γιατί πήγαινε προμήθειες από το μπακάλικο στα νυχτερινά κέντρα – φρούτα που έβγαιναν στις πιατέλες για τους πελάτες αλλά και υλικά για να μαγειρέψουν και να φάνε οι εργαζόμενοι. 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-14
Τα ψάρια και τα θαλασσινά έρχονται στην αγορά από τα ξημερώματα – Στις 5 το πρωί τα καφάσια ήδη ξεφορτώνονται.

Το ένα έφερε το άλλο και βρέθηκε να κάνει και μερικά νυχτοκάματα, στο κομμάτι των πιάτων. «Το τρίκυκλο πήγαινε και ερχόταν όλη νύχτα από τις αποθήκες στα κέντρα», θυμάται ο Περικλής Αντωνόπουλος που κουβαλούσε τα πιάτα του κεφιού και όταν πλέον είχε ξημερώσει και το γλέντι είχε σχολάσει, βοηθούσε στο μάζεμα. «Τότε δεν είχαμε σκούπες, μαζεύαμε τα σπασμένα πιάτα σε βαρέλια με φτυάρια», θυμάται. 

Μοιάζει πιο κουραστική δουλειά από το να διατηρείς ένα μπακάλικο σε αγορά. Ο Περικλής Αντωνόπουλος καταρρίπτει εκ πείρας αυτόν τον μύθο: «Στα μπουζούκια δούλευες, αλλά τουλάχιστον το γλένταγες κιόλας». Αντιθέτως, στις παλιές εποχές του «Ακρόπολις» ο μαγαζάτορας ανεβοκατέβαζε στα χέρια τα βαριά φορτία από την αποθήκη στο μαγαζί. Τουλάχιστον τώρα ο γιος του τον ξεκουράζει και αυτός απολαμβάνει τις πενιές από τα ηχεία. 

Η Χρυσούλα Καπίρη είναι η πρόεδρος της αγοράς

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-15
Αν βρεθείτε στην αγορά, σίγουρα θα πετύχετε την κυρία Καπίρη να τριγυρίζει. 

Οπου και να βρίσκεσαι στην αγορά, κάποια στιγμή θα δεις να περνάει από δίπλα σου η κυρία Χρυσούλα Καπίρη. Δεν προκαλεί εντύπωση που είναι η πρόεδρος της αγοράς, είναι ντόμπρα, λαλίστατη και σε μόνιμη επαγρύπνηση. Οταν δεν βρίσκεται εν κινήσει, είναι πίσω από τον πάγκο του φούρνου της αγοράς, που είναι και η δική της επιχείρηση.    

Εδώ βρέθηκε πριν από 30 χρόνια, «όταν τα παιδιά μου ήταν 5 και 12 χρόνων. Ηταν μια αγορά που με βοήθησε και τα μεγάλωσα», λέει. Αναφέρεται συχνά στα παιδιά της με καμάρι. Ο ένας της γιος είναι φωτογράφος στη Φινλανδία, ο άλλος ζαχαροπλάστης, οπότε βρίσκεται και πίσω από την οικογενειακή επιχείρηση. Σόι πάει το βασίλειο που λένε, καθώς η κυρία Καπίρη πήρε τη σκυτάλη του φούρνου από τα ξαδέλφια της που ήταν αρτοποιοί. 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-16
«Ηταν μια αγορά που με βοήθησε να μεγαλώσω τα παιδιά μου», λέει η πρόεδρος. 

«Εχει καλούς ανθρώπους η αγορά, αγωνιστές», λέει η πρόεδρος, σημειώνοντας ότι υπάρχουν αρκετές ανακατατάξεις τα τελευταία χρόνια. Και δεν λείπουν και οι δυσκολίες: η αγορά είναι ιδιωτική, επομένως δεν παίρνει κάποια κρατική ή δημοτική χρηματοδότηση και είναι δύσκολο για τους ιδιοκτήτες να ανακαινίσουν το κτίριο (που έχει μείνει ουσιαστικά απαράλλαχτο) χωρίς κάποια βοήθεια, όπως λέει η κυρία Καπίρη. 

Παρ’ όλα αυτά, την ελπίδα της δεν τη χάνει ποτέ: «Πιστεύω πως θα κρατήσει η αγορά και θα συνεχίσουμε εδώ», λέει. Οσο για την κούραση, δεν την ενοχλεί τόσο, γιατί βρίσκεται σε ένα μέρος που αγαπάει: «Εμείς οι πιο παλιοί έχουμε μάθει να δουλεύουμε πολύ. Δουλεύω περισσότερο από ό,τι θα δούλευα αλλού, αλλά δεν με πειράζει, μου αρέσει». 

Η Μαρία Χατζηιερεμία έχει το ανθοπωλείο που κάποτε ήταν γκαλερί 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-17
Η Μαρία Χατζηιερεμία (αριστερά) και η Σπυριδούλα Σκορτανιώτου κάνουν την πιο μυρωδάτη δουλειά στα πέριξ της αγοράς. 

Η αγορά δεν υφίσταται χωρίς τις «παρυφές» της. Γύρω από τα βασικά καταστήματα οι γεύσεις και οι μυρωδιές συνεχίζουν σε μικρά μαγαζιά φτιαγμένα με φροντίδα. Απέναντι από την είσοδο της αγοράς στην Πλάτωνος, μια μικρή «ζούγκλα» εκ των πραγμάτων θα τραβήξει το μάτι και του πιο αφηρημένου περαστικού. 

Είναι το ανθοπωλείο της κυρίας Μαρίας Χατζηιερεμία, που εκτείνεται και στην πίσω πλευρά του σχεδόν εγκαταλελειμμένου εμπορικού κέντρου «Πλάτων», ενώ πολλά από τα πολύχρωμα γλαστράκια εκτίθενται σε δύο βανάκια μπροστά από το ανθοπωλείο. Ερχονται κάθε μέρα στο μαγαζί από τις 7 το πρωί για να απλώσουν το εμπόρευμα, που βγάζουν έξω και στη συνέχεια μαζεύουν κάθε μέρα, όπως μου εξηγεί η Σπυριδούλα Σκορτανιώτου. Είναι υπάλληλος στο ανθοπωλείο τα τελευταία 16 χρόνια και αναλαμβάνει να μας πει την ιστορία του μαγαζιού, μια και η κυρία Μαρία είναι κάπως ντροπαλή – συμπληρώνει απλώς σε κάποια σημεία. 

Οταν ακόμη οι παλιννοστούντες είχαν πάγκους στους δρόμους και πριν η αγορά πάρει τη μορφή που ξέρουμε, η μητέρα της Μαρίας Χατζηιερεμία διατηρούσε ένα κατάστημα λίγα μέτρα πιο κει από το σημερινό λουλουδάδικο. Οι παππούδες της ήταν και αυτοί πρόσφυγες από τον Πόντο, τους είχαν δώσει κάποια τεμάχια και έτσι βρέθηκαν με το μαγαζί. 

Πολύ πριν τα «concept stores» παντρέψουν τα πιο απίθανα εμπορεύματα κάτω από την ίδια στέγη, ως σαφές σημάδι «gentrification» μιας πόλης, το μαγαζί της οικογένειας ήταν από τη μία μεριά λουλουδάδικο και από την άλλη γκαλερί, καθώς ο πατέρας της Μαρίας Χατζηιερεμία ήταν ζωγράφος. Αρρώστησε, όμως, ξαφνικά και πέθανε όταν η Μαρία ήταν μόλις έξι ετών και έκτοτε η μητέρα της διατήρησε μόνο το ανθοπωλείο, που η κόρη συνεχίζει να κρατάει με αγάπη μέχρι και σήμερα. 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-18
Η κυρία Σκορτανιώτου είναι η πιο αλέγρα του μαγαζιού – και πιο άνετη με τον φακό. 

Ολα αυτά έγιναν το 1952, πριν ακόμη δηλαδή χτιστεί η αγορά και πολύ πριν τα ανθοπωλεία γίνουν καταστήματα που βρίσκει κανείς σε κάθε γειτονιά. «Από την ώρα που γεννήθηκα είμαι εδώ», λέει η κυρία Μαρία και ο χρόνος έχει εγγράψει στη φωνή της. 

Αν και οι δύο εργαζόμενες δεν προλαβαίνουν να εξυπηρετήσουν την ώρα που βρισκόμαστε εκεί, η Σπυριδούλα Σκορτανιώτου μας λέει πως για τα δεδομένα τους η δουλειά είναι πεσμένη. Αναρωτιέμαι ποια φυτά φεύγουν πιο πολύ. «Ανάλογα με την εποχή», μου λέει η υπάλληλος. «Τώρα, ας πούμε, φεύγουν οι αζαλέες και τα κυκλάμινα. Την άνοιξη είναι στα φόρτε τους οι ανεμώνες και οι φρέζες».

Θέλει φροντίδα αυτή η δουλειά και «είναι ωραία, μυρωδάτη», λέει η Σπυριδούλα Σκορτανιώτο, όσο μας τυλίγει δύο κυκλάμινα για να πάρουμε μαζί ως ζωντανά αναμνηστικά. Λίγο νωρίτερα ένας φουριόζος πελάτης έφευγε με ένα κατακόκκινο γαρίφαλο ανά χείρας, πήγαινε να συναντήσει έναν φίλο του γιατρό, όπως είπε περιχαρής. 

Πριν φύγουμε, μπαίνουμε για λίγο φευγαλέα στην πίσω αυλή του ανθοπωλείου, ένα υπαίθριο φυτώριο, εκεί όπου οι ακάλυπτοι από τις παλιές πολυκατοικίες και το διώροφο κτίσμα του ανθοπωλείου συναντιούνται. Εδώ και αν ο χρόνος δεν προχώρησε ποτέ. Είναι μια μικρή «συνοικία, το όνειρο». 

Ο μαγικός αριθμός 56 και η σκεπαστή αγορά της Καλλιθέας-19
Εικόνες της αγοράς μιας άλλης εποχής. Και όμως, κάποια πράγματα έχουν μείνει ίδια. 
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή