Ποιος θα φανταζόταν ότι στον 21ο αιώνα θα βομβαρδίζονταν πόλεις ευρωπαϊκής χώρας. Ποιος θα φανταζόταν πως ευρωπαϊκή χώρα θα δεχόταν στρατιωτική εισβολή από τη γειτονική της υπερδύναμη. Ποιος θα φανταζόταν πως εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες θα εγκατέλειπαν τις εστίες τους, πρόσφυγες σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Ποιος θα φανταζόταν πως ο πρόεδρος της μιας υπερδύναμης θα αποκαλούσε τον πρόεδρο της άλλης υπερδύναμης «εγκληματία» και «δολοφόνο».
Πιστέψαμε πως ο εμφύλιος πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας με τις πρωτοφανείς ακρότητές του και οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί της Σερβίας το 1999 ήταν οι τελευταίες πολεμικές πράξεις στην ήπειρό μας. Μια ήπειρο που οι ηγέτες της διδάχτηκαν από τις σκοτεινές στιγμές της στον Μεγάλο Πόλεμο (1914-1918) και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945) και προσέφεραν στους Ευρωπαίους πολίτες σχεδόν επτά δεκαετίες ειρήνης και ανάπτυξης. Τα τραύματα των δύο πολέμων και το Ολοκαύτωμα έδειξαν πως η μετατροπή του παραδείσου σε κόλαση είναι απόφαση μιας στιγμής ενός ηγέτη, που πιστεύει πως συνομιλεί με τον Θεό ή την Ιστορία.
Τελικά, η επιλογή «πόλεμος ή ειρήνη» είναι επιλογή μεταξύ δημοκρατίας και ολοκληρωτισμού. Στα δημοκρατικά καθεστώτα, η επιλογή του πολέμου περνάει μέσα από θεσμικά φίλτρα και υπόκειται στον έλεγχό τους, όπως και στον έλεγχο της κοινής γνώμης, που αξιολογεί και ψηφίζει. Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα, ουδείς γνωρίζει πώς λαμβάνονται οι αποφάσεις, ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι οι ηγέτες αυτών των καθεστώτων δεν λογοδοτούν για τις επιλογές τους.
Σήμερα η Ουκρανία είναι το θύμα ενός απολυταρχικού ηγέτη, ο οποίος έκρινε πως αυτή η χώρα δεν έχει Ιστορία, δεν έχει παραδόσεις και άρα δεν έχει λόγο ύπαρξης. Και αποφάσισε αυτή την ιδεοληψία του να τη μετατρέψει σε πολιτική, διά των όπλων.
Σήμερα ουδείς γνωρίζει πότε και κυρίως πώς θα τερματιστεί αυτός ο πόλεμος. Ολα τα σενάρια έχουν πλέον μια λογική βάση, ακόμη και αυτό της χρήσης πυρηνικών όπλων, κάτι που φαινόταν αδιανόητο ακόμη και στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Τότε οι δύο συνασπισμοί είχαν αναπτύξει μηχανισμούς για την εκτόνωση των κρίσεων, που απέδωσαν. Το να πούμε πως βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητα νερά είναι μια διαπίστωση. Το πρόβλημα είναι πώς τα χαρτογραφούμε.