Τι κρύβουν δηλώσεις και επιστολές

Τι κρύβουν δηλώσεις και επιστολές

4' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηλεκτρίστηκε πάλι η ελληνοτουρκική σχέση και η αμοιβαία υπόσχεση για ήρεμα νερά ναυάγησε στη γνώριμη τακτική της αντιπαραγωγικής αντιπαράθεσης του Ερντογάν. Προφανώς ενοχλήθηκε από την επιτυχημένη –σε όλα τα επίπεδα– επίσκεψη Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον και την υποσχετική για την παραγγελία F-35 σε βάθος πενταετίας. Ολα αυτά την ίδια ώρα που η διοίκηση Μπάιντεν κρατάει ακόμα κλειστή την πόρτα στον Ερντογάν, ενώ και το Κογκρέσο φαίνεται να τον αποκλείει από την αναβάθμιση των F-16.

Ο πρόεδρος Ερντογάν εκδηλώνει την ενόχλησή του για αυτές τις εξελίξεις ποικιλοτρόπως. Εξάγει στην Ελλάδα σκληρά επιθετική ρητορεία, παρερμηνεύει την αγορά πολεμικών πλοίων και αεροσκαφών ως απειλή για την ασφάλεια της Τουρκίας. Διατηρεί και πάλι αποστάσεις έναντι των ΗΠΑ και της Ε.Ε., χωρίς να διαφεύγουν της σκληρής ρητορικής του όσοι ηγέτες συναντιλαμβάνονται τις ελληνικές θέσεις. Ταυτόχρονα βρίσκεται σε επίμονη διαπραγμάτευση με το ΝΑΤΟ και χώρες της συμμαχίας για τη συναίνεσή του στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας, συνεχίζοντας όμως να αυτοεξαιρείται των κυρώσεων κατά της Ρωσίας.

Η επιθετικότητα κατά της Ελλάδος προσώρας εκδηλώνεται με ρητορεία αλλά και νομικά επιχειρήματα. Στόχος εξαρχής –που διατυπώθηκε με επιστολές– είναι η αμφισβήτηση της κυριαρχίας των νησιών διά της αποστρατιωτικοποίησης. Το νομικό τέχνασμα επεξηγήθηκε από την πρώτη επιστολή Σινιρλίογλου τον Ιούλιο ’21 προς τον ΟΗΕ. Η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η μη τήρηση εκ μέρους της Ελλάδας της εν ισχύι αποστρατιωτικοποίησης, που ήταν όρος για την παραχώρηση της κυριαρχίας των νησιών, επιφέρει την αμφισβήτησή τους. Οσες επιστολές ακολούθησαν, επικεντρώθηκαν επί του θέματος, ενισχύοντας τα επιχειρήματα με νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου με τη δεύτερη επιστολή το Σεπτέμβριο ’21.

Η Ελλάδα και στις δύο επιστολές –Ιούλιος ’21 και Μάιος ’22– σε πρώτο στάδιο αντικρούει την ισχύ της αποστρατιωτικοποίησης –ως παρωχημένο συμβατικό καθεστώς– για να καταρρίψει εξαρχής τον τουρκικό ισχυρισμό, ότι δηλαδή η κυριαρχία των νησιών εξαρτάται από το εάν θα ετηρείτο αυτό το καθεστώς. Επικαλέστηκε ωσαύτως το αναφαίρετο δικαίωμα της νόμιμης άμυνας, τον προσωρινό χαρακτήρα της αποστρατιωτικοποίησης μέχρι να αποκαθίστατο το ειρηνικό περιβάλλον, καθώς και την απειλή του casus belli μαζί και με την 4η στρατιά του Αιγαίου, ως λόγους που συνιστούν θεμελιώδη μεταβολή των περιστάσεων που μπορεί να οδηγούν στη λήξη του εν θέματι καθεστώτος.

Η αποστρατιωτικοποίηση Λήμνου και Σαμοθράκης έχει καταργηθεί από τη νεότερη σύμβαση του Μοντρέ 1936. Επίσης, η Τουρκία δεν νομιμοποιείται να επικαλείται την αποστρατιωτικοποίηση των Δωδεκανήσων, διότι δεν ήταν συμβαλλόμενη στη συνθήκη παραχώρησής τους στην Ελλάδα το 1947, που την προέβλεψε. Επιπλέον, δεν συνιστά αντικειμενικό καθεστώς και συνεπώς δεν μπορεί να την επικαλείται, ούτε για λόγους ασφάλειάς της. Σημειώνεται ότι επ’ αυτού δεν αντιδρούν οι χώρες που την υιοθέτησαν και μόνο αυτές νομιμοποιούνται να την επικαλούνται.

Είναι προφανές ότι η Τουρκία επιχειρεί πλέον μέσω αυτών των νομικών τεχνασμάτων, να επεκτείνει τη θεωρία των «γκρίζων ζωνών» και στα μεγάλα νησιά, να ακυρώσει τις διεκδικήσεις που παράγουν δυνάμει της κυριαρχίας τους σε όλες τις θαλάσσιες ζώνες· σε αντίθεση με τους βράχους/νησίδες που αμφισβητούνται από το 1996 έως τώρα και οι διεκδικήσεις τους εξαντλούνται στην πλησίστια αιγιαλίτιδα ζώνη. Το δίλημμα που θέτει στην Ελλάδα είναι: αποστρατιωτικοποίηση ή αμφισβήτηση κυριαρχίας.

Η ισχύς των συνόρων και της κυριαρχίας που καθορίζουν είναι οριστική και μόνιμη και δεν εξαρτάται από τη συνθήκη.

Σε αρθρογραφία επισημάναμε ότι οι ισχυρισμοί της Τουρκίας είναι ανατρέψιμοι. Η Συνθήκη της Λωζάννης δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολιών, διότι από αυτήν προκύπτει σαφώς η άνευ όρων επιβεβαίωση της κυριαρχίας των νησιών και είναι κατηγορηματική η παραίτηση της Τουρκίας για τα νησιά αυτά και όσα δεν κατονομάζονται αλλά κείνται πέρα από το όριο των 3 ν.μ. από τις Μικρασιατικές ακτές. Αλλωστε επί 57 έτη –από τότε που για πρώτη φορά ήγειρε παραβίαση αποστρατιωτικοποίησης των νησιών– έχει συναινέσει ότι δεν τίθεται παράλληλα θέμα αμφισβήτησής τους.

Η Ελλάδα στην πρόσφατη απάντησή της, έστω με καθυστέρηση, αντέκρουσε ουσιαστικά τα τουρκικά επιχειρήματα προβάλλοντας ισχυρή νομική τεκμηρίωση παραπέμποντας στη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου πέραν του δικαίου των συνθηκών. Στην απαντητική επιστολή της υπογραμμίζεται με το νομολογιακό κεκτημένο, ότι στόχος μιας συμφωνίας όπως της Λωζάννης που καθορίζει σύνορο ή οριστικοποιεί συγκεκριμένη εδαφική κυριαρχία, είναι η σταθερότητα, η οριστικότητα και η μονιμότητα. Το αποτέλεσμα είναι μια νομική πραγματικότητα με αυτοτέλεια και δική του νομική ζωή και μονιμότητα ανεξαρτήτως της συνθήκης. Οπως χαρακτηριστικά διαπιστώνεται στην υπόθεση Λιβύη/Τσαντ (1994), η συνθήκη μπορεί να τερματιστεί χωρίς καθόλου να επηρεάσει τη συνέχεια και μονιμότητα του συνόρου. Εν ολίγοις, η ισχύς των συνόρων και της κυριαρχίας που καθορίζουν είναι οριστική και μόνιμη και δεν εξαρτάται από τη συνθήκη. Είναι δε σαφές ότι το όριο των 3 ν.μ. της Λωζάννης είναι ένα νοητό σύνορο το οποίο είναι οριστικό και μόνιμο και το οποίο σαφέστατα καθορίζει την κυριαρχία των αντίστοιχων νησιωτικών εδαφών.

Ο Τσαβούσογλου σε δηλώσεις του θέτει το δίλημμα η Ελλάδα είτε θα τηρήσει το καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης, διαφορετικά να ανοίξει συζήτηση διεθνώς για την κυριαρχία των νησιών. Τη θέση αυτή διατύπωσε και σε συνέντευξή του στο πρακτορείο Anadolu παρουσιάζοντας χάρτες της «Γαλάζιας Πατρίδας».

Ομοίως οι ρητορικές εξάρσεις του Ερντογάν με οξύτητα κατά της Ελλάδας δημιουργούν τεταμένο κλίμα. Ομως παρά τις λεκτικές ακρότητες ο Τούρκος πρόεδρος, που χειρίζεται με μαεστρία την επικοινωνία του, από τη μια κλείνει την πόρτα στον Μητσοτάκη με το «γιοκ», αλλά όμως κρατάει την πίσω ανοικτή για διαπροσωπική επαφή. Είναι μάλλον δύσκολο να προβλέψει κάποιος πώς θα κινηθεί εφεξής ο Ερντογάν και αυτό απαιτεί ψυχραιμία και σύνεση. Καλό είναι να μην παρασυρθούμε σε βιομηχανία δηλώσεων που τροφοδοτούν την ένταση και εμποδίζουν την αποκλιμάκωση.

* Ο κ. Πέτρος Λιάκουρας είναι καθηγητής Διεθνούς Δικαίου, διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος «Διεθνείς και Ευρωπαϊκές Σπουδές», στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή