Το έκκεντρο ροζ

2' 4" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τη δεκαετία του 2000, τα απομονωμένα ακόμα Τίρανα άρχισαν να αποκτούν κάποια θετική δημοσιότητα στον ξένο (και ελληνικό) Τύπο χάρη σε ένα πρόγραμμα μαζικών ανακαινίσεων των προσόψεων των κτιρίων της πόλης. Εμπνευστής του προγράμματος ήταν ο σημερινός πρόεδρος της χώρας και τότε δήμαρχος της πόλης, Εντι Ράμα.

Ο στόχος ήταν να ομορφύνουν κάπως τα άχαρα μπλοκ της κομμουνιστικής περιόδου. Ετσι επιλέχθηκαν κατά βάση ζωηρά χρώματα και το έργο ανατέθηκε σε καλλιτέχνες αλλά και σε απλούς ελαιοχρωματιστές, οι οποίοι όφειλαν να καταθέσουν τις ιδέες τους. Μέσα σε λίγα χρόνια η όψη των Τιράνων όντως άλλαξε. Αν και όχι πάντα για καλό. Σε μερικές περιπτώσεις η φαντασία των δημιουργών ξεπερνούσε τα εσκαμμένα: τα χρώματα που είχαν επιλεγεί ήταν τόσο έντονα, με αποτέλεσμα η τελική εικόνα να παραπέμπει κατά τόπους περισσότερο σε τσίρκο παρά σε κέντρο πόλης.

Τα Τίρανα εκείνης της εποχής τα θυμήθηκα βλέποντας την τοιχογραφία που αποκαλύφθηκε το Σαββατοκύριακο στον διάσημο τυφλό τοίχο στη συμβολή της οδού Πανεπιστημίου με την οδό Θεμιστοκλέους· «διάσημο» λόγω της μεγάλης ορατότητας που εξασφαλίζει η θέση του σε όσους κινούνται στην ευρύτερη περιοχή της Ομόνοιας και των Χαυτείων. Κι εδώ είναι η ευθύνη όσων έδωσαν τη συγκατάθεσή τους για να υλοποιηθεί η τρίτη κατά σειρά εικαστική παρέμβαση της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση σε τοίχους πολυκατοικιών της Αθήνας: Κανένας αρμόδιος δεν έκανε την απλή σκέψη ότι ένα τόσο επιθετικό χρωματικά έργο, μια τόσο ιδιοσυγκρασιακή σύνθεση, ίσως να μην ήταν η καλύτερη ιδέα για ένα τόσο νευραλγικό σημείο της Αθήνας.

Είμαστε μάρτυρες μιας κουλτούρας επιβολής γούστου όπου ο δημόσιος συνομιλητής έχει ρόλο θεατή.

Ισως να ήταν η οδός Πειραιώς στο πιο βιομηχανικό της κομμάτι, αλλά η Πανεπιστημίου; Ναι, τα Χαυτεία δεν διανύουν την καλύτερή τους περίοδο, αλλά αυτό δεν δίνει το δικαίωμα σε κανένα να επιβάλλει το αισθητικό του κριτήριο.

Το παράδοξο είναι ότι λίγο βορειότερα, στο Πεδίον του Αρεως, ο ίδιος οργανισμός πραγματοποιεί έκθεση ψηφιακής τέχνης και δεν έχει ανοίξει μύτη. Το αντίθετο: Η έκθεση έτυχε αποθεωτικής υποδοχής και προσμετράται στο θετικό momentum της ευρύτερης Κυψέλης. Πώς, όμως, στη μία περίπτωση έχουμε φάουλ και στη δεύτερη ζητωκραυγές; Το ζήτημα δεν είναι η παραχώρηση δημόσιου χώρου σε ιδιωτικούς φορείς για την υλοποίηση καλλιτεχνικών πρότζεκτ. Αυτό συμβαίνει παντού στον κόσμο, θα ήταν περίεργο να μη συμβαίνει και στην Αθήνα.

Ενώ, όμως, στο εξωτερικό έχουμε συμπράξεις με δημόσιους, καλά στελεχωμένους και έμπειρους φορείς του Δημοσίου (δήμος, υπουργεία κ.λπ.), εδώ γινόμαστε μάρτυρες μιας κουλτούρας επιβολής γούστου και πολιτικής ατζέντας όπου ο δημόσιος συνομιλητής έχει επιφυλάξει για τον εαυτό του ρόλο θεατή. Κι αυτό είναι πρόβλημα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή