Αμερικανικές εκλογές στη σκιά του Μεγάλου Ψέματος

Αμερικανικές εκλογές στη σκιά του Μεγάλου Ψέματος

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Κανένας πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1934 δεν κατάφερε να ενισχύσει το κόμμα του στις ενδιάμεσες εκλογές. Μοναδικές εξαιρέσεις: ο Κλίντον το 1998, καθώς οι ψηφοφόροι αντέδρασαν στην υστερική παραπομπή του για το σκάνδαλο Λεβίνσκι, και ο Μπους το 2002, μετά την τρομοκρατική επίθεση στους Δίδυμους Πύργους. Οι εκλογές για την ανάδειξη νέων αντιπροσώπων και ενός τρίτου των γερουσιαστών, στο μέσον της προεδρικής τετραετίας, είναι σχεδόν πάντα ψήφος πολιτικής φθοράς για τον πρόεδρο.

Επομένως, δεν θα συνιστούν έκπληξη, την Τρίτη, η διαφαινόμενη απώλεια της Δημοκρατικής πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων και η επαπειλούμενη επικράτηση των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία. Ούτε συνιστά απόκλιση η πολιτική εμπάθεια και πόλωση που χαρακτηρίζει και αυτή την προεκλογική περίοδο. Τα έχουμε ξαναδεί.

Ομως, ακόμη και υπό αυτά τα δεδομένα, είναι πρωτόγνωρο το πολιτικό σκηνικό στις ΗΠΑ σήμερα. Δεν είναι μόνον η ακραία δαιμονοποίηση του αντιπάλου, το προ-εμφυλιοπολεμικό πολιτικό κλίμα, σε μια χώρα με 400 εκατ. όπλα να κυκλοφορούν ελεύθερα. Είναι κυρίως ότι ο εκλογικός ανταγωνισμός εκτυλίσσεται στη σκιά ενός Μεγάλου Ψέματος, και μιας Μεγάλης Αρνησης. Το Μεγάλο Ψέμα, που αναπαράγει ή αποδέχεται η πλειονότητα των Ρεπουμπλικανών, είναι ότι ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2020, αλλά του τις έκλεψαν τάχα οι Δημοκρατικοί. Ισχυρισμός εξωφρενικός, λαμβάνοντας υπόψη ότι o Μπάιντεν κέρδισε όχι μόνο την καθαρή πλειοψηφία των εκλεκτόρων αλλά και 7 εκατ. ψήφους παραπάνω από τον Τραμπ. Και όμως, 6 στους 10 Ρεπουμπλικανούς εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ο Μπάιντεν δεν επικράτησε νόμιμα στις εκλογές του 2020.

Ο Τραμπ παραμένει η ισχυρότερη προσωπικότητα στο κόμμα του, οδηγώντας σε πολιτική εξόντωση τους ελάχιστους Ρεπουμπλικανούς που (όπως η Λιν Τσέινι) τόλμησαν να του αντιταχθούν, και στηρίζοντας με το βάρος του την εκλογή υποψηφίων που πίνουν νερό στο όνομά του. Διαβλέποντας την ήττα του στις εκλογές του 2020, ο Τραμπ αφιέρωσε μήνες στην υπονόμευσή τους, κατέβαλε κάθε προσπάθεια παρανόμως να φαλκιδεύσει το αποτέλεσμά τους και υποκίνησε, τέλος, έναν φασίζοντα όχλο οπαδών του να εισβάλει βίαια στο Κογκρέσο. Στο ίδιο Κογκρέσο του οποίου ασπόνδυλα μέλη, Ρεπουμπλικανοί, αρνήθηκαν να καταλογίσουν οποιαδήποτε ευθύνη στον μεγάλο ηθικό αυτουργό της εισβολής, φοβούμενοι τις επιπτώσεις της εκδικητικότητας Τραμπ για την προσωπική τους επανεκλογή.

Το Μεγάλο Ψέμα φέρνει τη Μεγάλη Αρνηση. Σειρά Ρεπουμπλικανών υποψηφίων, ακολουθώντας το παράδειγμα Τραμπ, αρνούνται να δεσμευτούν ότι θα σεβαστούν την εκλογική ετυμηγορία εάν ο αντίπαλός τους νικήσει. Κάποιοι καλούν τους οπαδούς τους να αντισταθούν σε ένα αρνητικό αποτέλεσμα, κατεβαίνοντας οπλισμένοι στους δρόμους…

Είναι βαριά η κρίση της Δημοκρατίας όταν ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα των ΗΠΑ, το κόμμα του Λίνκολν, είναι πλέον ένα κόμμα αντιδημοκρατικής εκτροπής.

Η Δημοκρατία δεν είναι το τελειότερο πολίτευμα, το ξέρουμε από την εποχή του Αριστοτέλη. Η ιστορική υπεροχή της έγκειται στο ότι όλες οι εναλλακτικές της αποδείχθηκαν χειρότερες. Ομως μια λειτουργούσα δημοκρατία στηρίζεται σε κάποιους ρητούς και άρρητους κανόνες. Η αλφαβήτα της Δημοκρατίας είναι ότι ο νικητής των εκλογών επικρατεί και ο ηττημένος αναγνωρίζει το αποτέλεσμα. Στη μακρά παράδοση αμερικανικής δημοκρατίας δεν υπήρξε προηγούμενο όπως αυτό του 2020. Ακόμη και στις προεδρικές εκλογές του 2000, και με μισό εκατομμύριο ψήφους παραπάνω από τον αντίπαλό του, ο Γκορ έσπευσε να συγχαρεί τον Μπους μόλις εκείνος ανακηρύχθηκε (οριακά) νικητής στη Φλόριντα.

Το εγχειρίδιο Τραμπ διαμορφώνει παγκόσμιες τάσεις. Παραμονές των εκλογών στη Βραζιλία, ο Μπάιντεν έστειλε ανθρώπους να πείσουν τους αξιωματούχους του (τραμπιστή) Μπολσονάρο να μη διανοηθούν πραξικόπημα σε περίπτωση ήττας του. Ο Μπολσονάρο πείστηκε να μην το επιχειρήσει, αρνείται όμως να αναγνωρίσει τη νίκη του Λούλα και να τον συγχαρεί.

Είναι βαριά η κρίση της Δημοκρατίας όταν ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα των ΗΠΑ, που ανέδειξε σπουδαίους προέδρους και νομοθέτες, το κόμμα του Λίνκολν, είναι πλέον ένα κόμμα αντιδημοκρατικής εκτροπής. Ακόμη περισσότερο, καθώς ο Τραμπ ετοιμάζεται να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του για τις προεδρικές εκλογές του 2024, καβαλώντας το κύμα μιας ρεπουμπλικανικής νίκης την Τρίτη.

Ο Μπάιντεν συνοψίζει την εποχή μας ως σύγκρουση της Δημοκρατίας με τους ανά τον κόσμο αντιπάλους της. Δεν θα υπάρξει όμως πιο κρίσιμο, πιο αγωνιώδες, πιο καθοριστικό στις παγκόσμιες επιπτώσεις του, πεδίο της αναμέτρησης αυτής από την ίδια την αμερικανική δημοκρατία.

* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, επισκέπτης καθηγητής στο Κολέγιο της Ευρώπης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή