Παρόν και μέλλον της ουκρανικής κρίσης

Παρόν και μέλλον της ουκρανικής κρίσης

4' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Tην ερχόμενη Παρασκευή συμπληρώνεται ένας χρόνος από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία (24 Φεβρουαρίου 2022). Σχεδόν κανείς δεν πίστευε ότι ο πόλεμος θα συνέβαινε, ούτε κανείς πίστευε ότι θα διαρκούσε τόσο πολύ. Hδη, μετά τη σχετική σταθεροποίηση του μετώπου στη διάρκεια του χειμώνα, οι Ρώσοι συγκεντρώνουν στρατεύματα για νέα επίθεση. Οι Ουκρανοί σπεύδουν να ενσωματώσουν στον στρατό τους τα τανκς, τεθωρακισμένα οχήματα και πυρομαχικά που τους προμηθεύουν δυτικές χώρες. Η παγκόσμια ανησυχία, αλλά και λύπη, συνεχίζεται. Ο πόλεμος δεν τελείωσε, ενώ η διεθνής συζήτηση εστιάζεται πλέον στο πότε και πώς αυτός θα τελειώσει.

Ο Φράνσις Φουκουγιάμα θεωρεί ότι «η ήττα του Πούτιν είναι θέμα χρόνου», γιατί οι Ουκρανοί έχουν πολύ υψηλότερο ηθικό από τους Ρώσους και εφοδιάζονται πλέον με ισχυρά όπλα από τη Δύση (iefimerida.gr, 8.2.2023). Πιο ρεαλιστής, ο Νίκος Μουζέλης υποστηρίζει εύλογα ότι οι εξωτερικοί υποστηρικτές των δύο εμπολέμων έχουν συμφέρον από τη λήξη του πολέμου («Τα Νέα», 14.1.2023). Η συνέχιση του πολέμου επιβαρύνει τις υποστηρικτικές προς την Ουκρανία χώρες της Δύσης που συνεχίζουν να εξαρτώνται από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, ενώ Κίνα και Ινδία, που είχαν δείξει ανοχή προς τη Ρωσία, αποστασιοποιήθηκαν από αυτήν.

Η λήξη του πολέμου μέσα στο 2023 είναι πιθανή. Ωστόσο, οι εμπόλεμοι μπορεί να έχουν συμφέρον ή να νικήσουν κατά κράτος τον αντίπαλο ή να παρατείνουν τον πόλεμο, προτιμώντας τη συνέχισή του χωρίς νικητή. Σύμφωνα με το πρώτο σενάριο, ο Πούτιν θέλει τη νίκη για να ενσωματώσει στη ρωσική σφαίρα επιρροής, αν όχι και στη ρωσική επικράτεια, και την υπόλοιπη Ουκρανία, πέραν των εδαφών που ήδη ελέγχει. Οι Ουκρανοί δηλώνουν επισήμως ότι ο πόλεμος θα λήξει όταν όχι μόνον απωθήσουν τους Ρώσους από τα προσφάτως κατακτημένα ουκρανικά εδάφη, αλλά όταν ανακτήσουν την Κριμαία, που είναι προσαρτημένη στη Ρωσία από το 2014.

Το δεύτερο σενάριο είναι ότι ο πόλεμος θα παρατείνεται επίτηδες χωρίς νικητή. Ο Πούτιν προτιμά την παράταση του πολέμου, διότι η πρόωρη λήξη του θα σήμαινε ότι, παρά τους μεγαλεπήβολους στόχους του, με την εισβολή θα έχει πετύχει μόνο την κατάκτηση λίγων πρόσθετων εδαφών. Γι’ αυτόν, η πρόωρη λήξη θα είναι ομολογία αποτυχίας. Οι Ουκρανοί επίσης ίσως προτιμούν την παράταση του πολέμου, διότι η πρόωρη λήξη του θα σήμαινε ότι συμβιβάζονται με την ιδέα μιας ακρωτηριασμένης Ουκρανίας. Αντίθετα, η παράτασή του ίσως οδηγούσε σε διαπραγματεύσεις για επανάκτηση ουκρανικών εδαφών.

O πόλεμος θα μπορούσε επίσης να λήξει με την τυχόν αντικατάσταση του Πούτιν από διαδόχους πρόθυμους να σταματήσουν την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση». Αν βέβαια οι διάδοχοί του είναι «βασιλικότεροι του βασιλέως», ο πόλεμος θα οξυνόταν. Η πτώση του Πούτιν θα απαιτούσε εσωτερικό πραξικόπημα εναντίον του ή λαϊκή εξέγερση. Καμία από τις δύο προοπτικές δεν διαφαίνεται. Πρώτον, ενώ είναι άγνωστο τι συμβαίνει στο εσωτερικό της ρωσικής κυβέρνησης και των ενόπλων δυνάμεων, φαίνεται ότι ο Πούτιν τις ελέγχει απολύτως.

Δεν αρκεί πάντοτε η στρατιωτική ήττα για την πτώση ενός αυταρχικού καθεστώτος. Θα πρέπει να συνδυά- ζεται με κατάρρευση της εγχώριας αποδοχής του.

Δεύτερον, υπάρχει μια διάχυτη, αλλά εσφαλμένη, εντύπωση, σύμφωνα με την οποία η πτώση των αυταρχικών καθεστώτων γίνεται με μαζική εξέγερση, ιδίως όταν τα καθεστώτα καταστούν υπερβολικά καταπιεστικά. Κάτι τέτοιο δεν αποκλείεται, όμως συνέβη μάλλον σπάνια στον 20ό αιώνα. Αν εξαιρέσει κανείς τους αντι-αποικιακούς αγώνες στον λεγόμενο «Τρίτο Κόσμο», στον ανεπτυγμένο κόσμο η ανατροπή αυταρχικών καθεστώτων έγινε κυρίως έπειτα από στρατιωτική ήττα τέτοιων καθεστώτων σε πόλεμο (Ιταλία 1943, Γερμανία και Ιαπωνία 1945, Αργεντινή 1982 κ.ά.).

Αν ο Πούτιν χάσει τον πόλεμο, η απαλλαγή από τον αυταρχισμό στη Ρωσία είναι πιθανή, χωρίς να είναι βέβαιη. Δηλαδή, δεν αρκεί πάντοτε η στρατιωτική ήττα. Θα πρέπει να συνδυάζεται με κατάρρευση της εγχώριας αποδοχής του καθεστώτος. Για παράδειγμα, η κατάρρευση του κρατικού σοσιαλισμού το 1989 ερμηνεύεται ως ήττα της ΕΣΣΔ και των συμμάχων της στο πεδίο του παγκόσμιου ανταγωνισμού οικονομικών συστημάτων και εξοπλισμών, σε συνδυασμό με την προϊούσα απονομιμοποίηση του σοσιαλισμού στις χώρες αυτές.

Κάποια πολιτική απονομιμοποίηση του καθεστώτος Πούτιν διαφάνηκε ήδη τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η μερική επιστράτευση αποξένωσε πολλούς στρατεύσιμους Ρώσους. Επιπλέον, από την έναρξη του πολέμου υπολογίζεται ότι απροσδιόριστος αριθμός, μεταξύ μισού και ενός εκατομμυρίου, Ρώσων έχει εγκαταλείψει τη χώρα (Washington Post, 13.2.2023). Οι φτωχότεροι Ρώσοι φεύγουν προς το Καζακστάν και το Κιργιστάν, ενώ οι πλουσιότεροι προς τη Δύση και τις χώρες του Αραβικού Κόλπου. Μερικές από τις 87 χώρες του κόσμου που επιτρέπουν την είσοδο σε Ρώσους χωρίς βίζα αντιμετωπίζουν παράδοξες καταστάσεις. Με επιφύλαξη για τα στοιχεία, αναφέρεται ότι τους τελευταίους μήνες περίπου 5.000 Ρωσίδες σε προχωρημένη εγκυμοσύνη έφτασαν στην Αργεντινή, δηλώνοντας τουρίστριες. Την προπερασμένη εβδομάδα, 33 Ρωσίδες έγκυοι επέβαιναν σε μια τέτοια πτήση προς το Μπουένος Αϊρες (BBC, 12.2.2023). Θέλουν να γεννήσουν τα παιδιά τους σε χώρα στην οποία αυτά θα αποκτήσουν σχετικά εύκολα υπηκοότητα, απαλλασσόμενα από τους περιορισμούς των κατόχων ρωσικών διαβατηρίων. Συνοπτικά, το μέλλον δεν θα είναι ευνοϊκό για το καθεστώς Πούτιν, αλλά ίσως το μέλλον διαρκέσει πολύ.

Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή