Απληστία και λοβοτομή

2' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τελευταία συζητείται πολύ η «τουριστικοποίηση» της Αθήνας. Σήμερα μπορεί να μας φαίνεται αναπόφευκτη, αν όμως ισχυριζόταν κανείς πριν από μια δεκαετία πως από σύντομο καλοκαιρινό πέρασμα για τα νησιά, η Αθήνα θα μεταμορφωνόταν σε αυτοδύναμο τουριστικό προορισμό ολόκληρο τον χρόνο, θα αντιμετωπιζόταν με δυσπιστία και ειρωνεία. Οι θετικές πλευρές είναι πολλές: περιοχές που ερήμωναν, όχι εξαιτίας σκοτεινών σχεδίων κάποιων επενδυτών αλλά γιατί εγκαταλείφθηκαν από τους ίδιους τους κατοίκους τους, σφύζουν από ζωή. Δεκάδες ρημαγμένα κτίρια έχουν ανακατασκευασθεί. Πρόκειται για σπουδαία οικονομική εξέλιξη σε μια χώρα που παλεύει να ανακτήσει το χαμένο έδαφος.

Δεν είναι κάτι που πετύχαμε μόνοι μας. Η Αθήνα εκμεταλλεύθηκε, όπως και πολλοί άλλοι προορισμοί, την τεχνολογική επανάσταση (που διευκολύνει τη μετακίνηση και την αναζήτηση καταλύματος και δραστηριοτήτων), το χαμηλό κόστος των αερομεταφορών και την αυξανόμενη ανάγκη όλο και πιο πολλών ανθρώπων για ταξίδι. Δεν πρόκειται για κάτι το προσωρινό, μια «φούσκα», όπως ισχυρίζονται εδώ και χρόνια οι ξενοδόχοι. Μάλλον το αντίθετο, η τάση είναι παγκόσμια.

Αν κάτι κάνουμε καλά, αυτό γίνεται έμμεσα, όχι οργανωμένα: ο δημόσιος πολιτισμός μας, το μικρό εμπόριο, τα όμορφα σχεδιασμένα καφέ και εστιατόρια, η ζωή στους δρόμους, με λίγα λόγια η ενέργεια που εκπέμπει η καθημερινότητα στο συγκεκριμένο ιστορικό, γεωγραφικό, ανθρωπολογικό και αρχιτεκτονικό πλαίσιο που λέγεται Αθήνα. Ο,τι εμείς θεωρούμε δεδομένο και συχνά απαξιώνουμε, αποδεδειγμένα αρέσει σε πάρα πολλούς επισκέπτες. Προσπαθώντας όμως να προσελκύσουμε ολοένα και περισσότερους, θα καταλήξουμε θύματα της απληστίας μας. Η λογική της μονοκαλλιέργειας είναι αδιέξοδη: θα καταστρέψουμε ακριβώς τα στοιχεία εκείνα που μας καθιστούν ιδιαίτερους και ελκυστικούς σε ένα ποιοτικό παγκόσμιο κοινό. Μετατρέποντας την πόλη σε ένα ατελείωτο πάρκο για ορδές επισκεπτών, δεν θα σκοτώσουμε το τουριστικό μας προϊόν, όπως λέγεται συχνά, αλλά θα το υποβιβάσουμε. Θα συνεχίσουμε να δεχόμαστε εκατομμύρια επισκεπτών που θα συμπεριφέρονται στην πόλη σαν σ’ ένα τεράστιο διασκεδαστήριο. Ο Λαγανάς Ζακύνθου είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τι μας περιμένει. Επειδή όμως το κέντρο μιας πρωτεύουσας αποτελεί θεμελιώδες συλλογικό, άρα εθνικό, αγαθό, και όχι απλώς εμπορικό προϊόν προς απόλαυση επισκεπτών, αυτό ισοδυναμεί με ηθελημένη λοβοτομή.

Η λύση δεν βρίσκεται απαραίτητα σε κάποιο μεγαλόπνοο «στρατηγικό σχέδιο» που ακόμη και αν ποτέ εκπονηθεί θα έχει ξεπεραστεί την ημέρα της δημοσίευσής του. Οι κατάλληλες πολιτικές είναι ήδη γνωστές και προϋποθέτουν εφαρμογή του νόμου, ένα μόνιμο πρόβλημά μας. Κανένας δεν ζητάει την καταδίωξη του τουρισμού, το ζητούμενο είναι το μέτρο. Και αυτό απαιτεί τουλάχιστον δύο πράγματα. Αφενός, γενναίες πολεοδομικές ρυθμίσεις και περιορισμούς, έστω και με βραχυπρόθεσμη οικονομική ζημία, ώστε να αποφευχθεί η μετατροπή των πάντων σε τουριστικό προϊόν. Αφετέρου, μέτρα προστασίας των μεικτών χρήσεων: της κατοικίας και του μικρού εμπορίου, ενός οικοσυστήματος που αν χαθεί, πολύ δύσκολα ξαναδημιουργείται, όπως έχει δείξει η παγκόσμια εμπειρία. Δυστυχώς σήμερα η κατοικία στο κέντρο όχι μόνο δεν ενθαρρύνεται, αλλά βρίσκεται υπό καταδίωξη, όπως έχουν επανειλημμένα επισημάνει εκπρόσωποί της.

Ο ρόλος του δήμου και του υπουργείου Περιβάλλοντος είναι κομβικός και έως τώρα πολύ κατώτερος των περιστάσεων. Πρόσφατα, ο αντιδήμαρχος Βασίλης-Φοίβος Αξιώτης, υπεραμυνόμενος των πολιτικών του δήμου, δήλωσε πως «αν θέλαμε να κάνουμε μια τουριστική Ντίσνεϊλαντ, θα είχαμε ρίξει το 80% του προϋπολογισμού στο κέντρο της πόλης», ενώ αντίθετα «το 60% κατευθύνεται στα δημοτικά διαμερίσματα πέραν του 1ου». Του διαφεύγει πως ο συνδυασμός ξέφρενης τουριστικής ανάπτυξης (που προφανώς δεν είναι αποτέλεσμα των επενδύσεων του δήμου!) και ελλιπών υποδομών (σκουπίδια, αποχέτευση κ.λπ.) εγγυάται μια τριτοκοσμική τουριστική Ντίσνεϊλαντ. Οσο για το υπουργείo, φαίνεται να ενδιαφέρεται κυρίως για την ολοκληρωτική οικονομική εκμετάλλευση του περιβάλλοντος, ακυρώνοντας μάλιστα στην πράξη προστατευτικές αποφάσεις του ΣτΕ. Ο κίνδυνος των πολιτικών αυτών είναι υπαρκτός. Η ευθύνη τους θα καταλογιστεί.

Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης, κάτοχος της έδρας Gladstone στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT