Προεκλογικοί αφορισμοί και ο ψεύτης βοσκός

Προεκλογικοί αφορισμοί και ο ψεύτης βοσκός

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η προεκλογική περίοδος, λόγω κομματικού ανταγωνισμού, δεν ενδείκνυται για την προβολή επιχειρημάτων με βάση εμπειρικά δεδομένα ή για τη χρήση εννοιών της επιστημονικής πολιτικής ανάλυσης. Αυτό συμβαίνει σε όλες τις δημοκρατίες. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση κάνουν πολύ επιλεκτική χρήση δεδομένων και όρων, προσαρμοσμένη στις τακτικές προεκλογικές κινήσεις τους. Τέτοιοι όροι, μεταξύ άλλων, είναι η δημοκρατία και η «ορμπανοποίηση» της δημοκρατίας. Περιληπτικά, αυτή είναι ένας νεολογισμός που υποδηλώνει την υποβάθμιση θεμελιωδών στοιχείων του δημοκρατικού πολιτεύματος, όπως π.χ. του κράτους δικαίου ή των ατομικών δικαιωμάτων. Η υποβάθμιση παραπέμπει στο καθεστώς που έχει εγκαταστήσει στην Ουγγαρία ο Βίκτορ Ορμπαν, αρχηγός του κόμματος Fidesz και πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, εκλεγόμενος συνεχώς από το 2010. Τόσο δημοφιλής έχει γίνει αυτός ο νεολογισμός, ώστε μια πρώτη αναζήτηση του όρου στα ελληνικά στο Google δίνει αμέσως 2.040 αποτελέσματα!

Με βάση έρευνες συγκριτικής πολιτικής ανάλυσης, η «ορμπανοποίηση» δεν αφορά μόνον τη σύγχρονη Ουγγαρία. Εχει συμβεί, με διαφορετικούς βαθμούς έντασης, σε πολύ διαφορετικές μεταξύ τους χώρες, όπως η Πολωνία υπό το κόμμα Νόμος και Δίκαιο (PiS, με επικεφαλής τον Κατσίνσκι) ή ακόμη και η Βενεζουέλα (υπό τον Μαδούρο) και οι Φιλιππίνες (υπό τον Ντουάρτε). Σε τέτοια καθεστώτα, το κυβερνών κόμμα έχει εκλεγεί με ευρύτατη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και αποπειράται να μεταβάλει την ισορροπία ανάμεσα στη νομοθετική, στην εκτελεστική και τη δικαστική εξουσία. Η κυβέρνηση εισάγει στη Βουλή με καταιγιστικό ρυθμό νομοθεσία περιορισμού ελευθεριών και κομματικοποίησης του δικαστικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης, περιλαμβανομένων των δημόσιων επιχειρήσεων, της αστυνομίας και του υπουργείου Εξωτερικών. Ειδικά ο έλεγχος της δικαστικής εξουσίας και των ανεξαρτήτων αρχών είναι άμεση προτεραιότητα μιας κυβέρνησης «τύπου Ορμπαν».

Επιπλέον, η κυβέρνηση πιέζει τις οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών με φορολογικούς ελέγχους και πρόστιμα. Προσπαθεί να τις περιορίσει πολύ, ιδίως αν θεωρεί ότι αυτές σχετίζονται με την αντιπολίτευση ή χρηματοδοτούνται από ξένους φορείς επικριτικούς προς το «μοντέλο Ορμπαν». Το ίδιο κάνει με αντιπολιτευόμενα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία είτε εξαγοράζει μέσω φιλικών της επιχειρηματιών είτε τους στερεί τους ελάχιστους απαραίτητους οικονομικούς πόρους. Οσον αφορά την οικονομία, σε καθεστώτα όπως του Ορμπαν δεν επιδιώκεται η εφαρμογή κανόνων οικονομικού ανταγωνισμού. Αντίθετα, ευνοείται από την κυβέρνηση η προσοδοθηρική ολιγαρχία. Ισχυροί οικονομικοί όμιλοι ασκούν καθοριστική επιρροή στη λήψη αποφάσεων. Στις δημοκρατίες που υφίστανται «ορμπανοποίηση», προσωπικοί φίλοι του αρχηγού της κυβέρνησης ή μέλη της οικογένειάς του αναλαμβάνουν δημόσιες προμήθειες και έργα, συχνά χωρίς επιχειρηματικά κριτήρια. Τέλος, δεν είναι σπάνιο η κυβέρνηση να αλλάζει το εκλογικό σύστημα, κάνοντας δυσανάλογα υψηλή την εκπροσώπηση στη Βουλή εκείνων των εκλογικών περιφερειών στις οποίες το κυβερνών κόμμα είναι δημοφιλές.

Οταν επικαλείται κανείς την «ορμπανοποίηση» της δημοκρατίας σε κάθε ευκαιρία, δεν θα είναι πειστικός αν και όταν αυτή πράγματι συμβεί.

Από την άλλη πλευρά, πολλές φιλελεύθερες δημοκρατίες δυτικού τύπου, όπως και η δική μας, μπορεί να εμφανίζουν δυσλειτουργίες, οι οποίες ωστόσο είναι άλλου είδους. Η εκάστοτε κυβέρνηση μπορεί να υποπίπτει σε αντιδημοκρατικούς και αντιδεοντολογικούς πειρασμούς, όπως π.χ. αποδοχή αδιαφανών χρηματοδοτήσεων από ισχυρούς επιχειρηματίες υπέρ του κυβερνώντος κόμματος, χρηματική ενίσχυση εφημερίδων ή ραδιοτηλεοπτικών μέσων από τον κρατικό προϋπολογισμό και διορισμούς συγγενών σε υψηλές κρατικές θέσεις. Πιο σοβαρή περίπτωση είναι η παρακολούθηση πολιτικών φίλων και αντιπάλων. Προφανώς, τίποτε από αυτά δεν θα πρέπει να συνεχίζεται χωρίς πολιτικό κόστος και χωρίς λογοδοσία της κυβέρνησης μέσω νομοθετημένων διαδικασιών. Ωστόσο, κανένα από αυτά δεν συνιστά απαραίτητα μέρος ενός ευρύτερου, συστηματικού σχεδίου περιορισμού της δημοκρατίας, σε βαθμό που να οδηγεί στην κατάλυσή της. Δηλαδή, παρότι στις δημοκρατίες δυτικού τύπου όλα τα παραπάνω συνιστούν επιμέρους κυβερνητικά ατοπήματα κυμαινόμενης βαρύτητας, κανένα από αυτά δεν συνιστά «ορμπανοποίηση».

Eντέλει, αυτός ο νεολογισμός ίσως είναι χρήσιμος για όσους τον εκτοξεύουν στην προεκλογική διαμάχη, παρότι συμβάλλει στη λεγόμενη τοξικότητα της πολιτικής αντιπαράθεσης. Ομως, οι εκλογείς ας είμαστε καλύτερα επιφυλακτικοί σε βιαστικούς χαρακτηρισμούς. Θυμούνται άλλωστε όλοι τον μύθο με τον ψεύτη βοσκό που καλούσε σε βοήθεια, ενώ τα πρόβατά του δεν κινδύνευαν. Διότι όταν επικαλείται κανείς την «ορμπανοποίηση» σε κάθε ευκαιρία, δεν θα είναι πειστικός αν και όταν αυτή πράγματι συμβεί.

Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή