Κάποτε οι Ελληνες ήταν άνδρες σκουρόχρωμοι

Κάποτε οι Ελληνες ήταν άνδρες σκουρόχρωμοι

1' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Toν Φεβρουάριο του 1909 ο Ελληνας μετανάστης Τζον Μασουρίδης από ένα χωριό έξω από την Καλαμάτα έκανε μαθήματα αγγλικών με τη 17χρονη Λίλιαν Μπριζ από τη Νότια Ομάχα, στη Νεμπράσκα. Ηταν 36 χρόνων, είχε σκούρο δέρμα κι ένας «λευκός» Αμερικανοϊρλανδός αστυνομικός έσπευσε να τον συλλάβει κατηγορώντας τον ότι επιχείρησε να παρασύρει σε ερωτική σχέση τη νεαρή, «λευκή» δασκάλα του. Κατά τη μεταφορά του υπόπτου στο δικαστήριο, ο Μασουρίδης τράβηξε πιστόλι και σκότωσε τον αστυνομικό.

Αμέσως ξέσπασαν βίαιες συγκρούσεις, αφού οι Ελληνες μετανάστες είχαν ήδη στοχοποιηθεί ως απεργοσπάστες και οι υπόλοιποι εργάτες, ειδικά οι Ιρλανδοί, που είχαν προηγηθεί στην περιοχή και διέθεταν πολυπληθή κοινότητα, τους απεχθάνονταν. Ανάλογα επεισόδια με λεηλασίες και πογκρόμ σε βάρος Ελλήνων σημειώθηκαν στο Σικάγο, στο Κάνσας, στο Μιζούρι και μία δεκαετία αργότερα στο Τορόντο του Καναδά. Οι Ελληνες θεωρούνταν βρωμιάρηδες, περίεργοι, επικίνδυνοι, προσβλητικοί προς τις γυναίκες, επιρρεπείς σε καβγάδες, σύμφωνα με τον κίτρινο Τύπο της εποχής. Σε φωτογραφίες κατά την άφιξή τους στο Ελις Αϊλαντ στις αρχές του 20ού αιώνα είναι ρακένδυτοι, ταλαιπωρημένοι, με μουστάκια κι αγριεμένα μάτια, πολύ μελαχρινοί. Κι είναι όλοι τους νέοι άνδρες.

Σε πολλές πινακίδες της εποχής έξω από εστιατόρια και άλλες επιχειρήσεις αναγράφεται «γνήσια αμερικανικό (κατάστημα), όχι αρουραίοι, όχι Ελληνες». Ας συγκρίνουμε αυτήν την ιστορική αναδρομή με τις αναμνήσεις τής πρώην υπουργού του ΠΑΣΟΚ Αννας Διαμαντοπούλου από το πρόσφατο ταξίδι της στην Αφρική: «Ολες αυτές οι χώρες δεν έχουν καμία προοπτική ανάπτυξης και είναι γεμάτες με νέους ανθρώπους που δεν έχουν τι να κάνουν και δεν έχουν τι να φάνε. Αυτό λοιπόν που θα εύχομαι είναι σε 100 χρόνια να μη γίνει διά της βίας η Ευρώπη σκουρόχρωμη».

Είναι εύκολο να επικαλείται κανείς την ελευθερία έκφρασης λέγοντας ανεύθυνες «χοντράδες» που θα μπορούσαν δυνητικά να οδηγήσουν μέχρι και στη βία. Είναι ενδιαφέρον, προκλητικό, συγκεντρώνει αντιδράσεις, πυροδοτεί συζητήσεις. Ο φορέας της ρητορικής αυτής μάλιστα μπορεί στη συνέχεια να επικαλεστεί λογοκρισία, να υποδυθεί το θύμα, να καταγγείλει την ακύρωσή του.

Το πρόβλημα είναι πως οι μόνοι που απουσιάζουν τελείως από το ντιμπέιτ είναι οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, οι «σκουρόχρωμοι». Δεν έχουν φωνή, ούτε υπόσταση, παρά μόνο χρώμα. Γι’ αυτό η ευθύνη του δημόσιου λόγου είναι πολλαπλάσια. Και γι’ αυτό ακυρώνεται άμεσα η αξία της υποτιθέμενης αδιαμεσολάβητης, χωρίς αναστολές, αντιπαράθεσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT