«Η πρόκα φεύγει, η τρύπα μένει»

«Η πρόκα φεύγει, η τρύπα μένει»

Στην Κρήτη χρησιμοποιείται μια φράση: «Η πρόκα (το καρφί) φεύγει, η τρύπα μένει». Στην πολιτική ισχύει κατεξοχήν, καθώς συχνά ο αντίκτυπος ενός γεγονότος δεν φαίνεται την ώρα που διαδραματίζεται, αλλά πολύ αργότερα

4' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στην Κρήτη χρησιμοποιείται μια φράση: «Η πρόκα (το καρφί) φεύγει, η τρύπα μένει». Στην πολιτική ισχύει κατεξοχήν, καθώς συχνά ο αντίκτυπος ενός γεγονότος δεν φαίνεται την ώρα που διαδραματίζεται, αλλά πολύ αργότερα. Στα «Δεκεμβριανά» του 2008, π.χ., οι εκδηλώσεις βίας που ακολούθησαν την τραγική απώλεια του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου ενεργοποίησαν αντανακλαστικά και αντισυσπειρώσεις, οι οποίες σε πρώτη φάση έπληξαν τη δυναμική των κομμάτων που συνδέθηκαν με αυτές. Η ριζοσπαστικοποίηση, όμως, ενός τμήματος των νέων της εποχής αποτέλεσε την «καύσιμη ύλη» της πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης που ακολούθησε λίγα χρόνια αργότερα λόγω της οικονομικής κρίσης.

Ας επιχειρήσουμε συνεπώς μια ανάγνωση της πολιτικής επικαιρότητας και όσων διαδραματίζονται γύρω από την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης με αφορμή το ζήτημα των Τεμπών, υπό το διπλό αυτό πρίσμα της πιο άμεσης και της πιο μακροπρόθεσμης (στρατηγικής) προσέγγισης.

Για τη Ν.∆. η πρόταση δυσπιστίας ήταν μια ευκαιρία να πει αυτά που θέλει σε ένα λιγότερο δύσκολο για εκείνην περιβάλλον. Είναι αυτονόητα προτιμότερο (για εκείνην) να δώσει απαντήσεις ή να επιτεθεί καταγγέλλοντας «εργαλειοποίηση» του θέματος, έχοντας απέναντί της τα κόμματα της αντιπολίτευσης και όχι τους συγγενείς των θυμάτων.

Η πολιτική ένταση που προκλήθηκε (χωρίς μάλιστα να τη χρεώνεται) της δίνει επίσης τη δυνατότητα να συσπειρώσει ένα μέρος των ψηφοφόρων της, οι οποίοι σε ένα περιβάλλον χαλαρότητας θα μπορούσαν να στείλουν ευκολότερα ένα μήνυμα διαμαρτυρίας στις επικείμενες ευρωεκλογές.

Από την άλλη, δεν χωράει καμία αμφιβολία ότι το ζήτημα της τραγωδίας των Τεμπών αποτελεί μια μόνιμη πληγή για την κυβέρνηση, καθώς η πλειοψηφία της κοινής γνώμης φαίνεται –καλώς ή κακώς– να έχει διαμορφωμένη άποψη για τους χειρισμούς που έχουν γίνει έως τώρα. Ενώ ακόμη και αν δεχθούμε ότι μετά την πολιτική και επικοινωνιακή κορύφωση που επήλθε με την πρόταση δυσπιστίας θα ακολουθήσει μια αποκλιμάκωση, είναι δεδομένο ότι το συγκεκριμένο ζήτημα θα επανέρχεται τακτικά στην επικαιρότητα λόγω της ευαισθησίας του αλλά και λόγω των πολλών σταδίων διερεύνησης (δικαστικών ή μη) που ακολουθούν, που αυτονόητα θα προκαλούν και πολιτικό αντίκτυπο.

Στο ΠΑΣΟΚ μπορεί να πιστωθεί ότι μετά από ένα διάστημα άτονων πολιτικών παρεμβάσεων, φάνηκε να αναλαμβάνει μια πολιτική πρωτοβουλία. Στον άτυπο ανταγωνισμό για τη δεύτερη θέση αυτό έχει ασφαλώς την αξία του, ειδικά απέναντι στον υπερκινητικό κ. Κασσελάκη. Ομως το άμεσο αυτό κέρδος εμπεριέχει μια (όχι και τόσο) μακροπρόθεσμη παγίδα. Η αύξηση της αντιπολιτευτικής έντασης από το ΠΑΣΟΚ και η στροφή του προς τα αριστερά δυσκολεύει τη σχέση του με τους πιο «δεξιόστροφους» ψηφοφόρους του (που δεν είναι καθόλου λίγοι) και παράλληλα αφήνει χώρο στον κ. Μητσοτάκη να συνεχίσει να επεκτείνεται στον χώρο της παλαιότερης δικής του επιρροής. Ακόμη και αν στο ΠΑΣΟΚ θεωρούν ότι στρατηγικά ο ζωτικός τους χώρος είναι στα αριστερά, είναι επικίνδυνο να αγνοήσουν ένα μέρος του σημερινού τους εκλογικού ακροατηρίου που έχει πιο μετριοπαθείς ή πιο συντηρητικές προσεγγίσεις.

Σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, το γεγονός ότι φάνηκε να ακολουθεί μια πρωτοβουλία του ΠΑΣΟΚ οδήγησε την ηγεσία του σε δύο σφάλματα. Πρώτον, να επιχειρήσει να απαξιώσει μια κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία και, δεύτερον (και σημαντικότερο), να υπερθεματίσει σε αντιπολιτευτικούς τόνους, θέτοντας ζητήματα που ουδείς άλλος είχε διανοηθεί στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης. Μπορεί για ένα πιο απολίτικο ή πιο ριζοσπαστικοποιημένο κοινό που θέλει να προσεγγίσει ο κ. Κασσελάκης αυτά να μοιάζουν ψιλά γράμματα, όμως, στρατηγικά, προτεραιότητα για τον ίδιο θα έπρεπε να είναι να ενισχύσει τα πιο «θεσμικά» χαρακτηριστικά του. Ειδάλλως η πρωθυπουργική του εικόνα θα συνεχίσει να είναι εξαιρετικά αδύναμη.

Για τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, ο αντίκτυπος από την όλη διαδικασία μοιάζει περιορισμένος. Με μια επιφύλαξη ενδεχομένως σε ό,τι αφορά στην Ελληνική Λύση, ένα κόμμα που καταγράφει σαφώς ανοδική δυναμική. Η αύξηση της πολιτικής έντασης και η δική της αντιπολιτευτική οξύτητα ίσως επηρεάσουν την εισροή ψηφοφόρων της Ν.Δ. που τη θεωρούσαν μια (σχετικά ανέξοδη) εκλογική επιλογή διαμαρτυρίας στις επερχόμενες ευρωεκλογές.

Οι κρισιμότερες διαπιστώσεις ωστόσο είναι όσες σχετίζονται με τον γενικότερο πολιτικό και κοινωνικό αντίκτυπο. Με το αν όσα εκτυλίσσονται γύρω από την τραγωδία των Τεμπών μπορούν να γίνουν θρυαλλίδα πολιτικών εξελίξεων, κάτι που θα μπορούμε να αξιολογήσουμε με μεγαλύτερη (δημοσκοπική) βεβαιότητα μετά από κάποιες ημέρες. Κυρίως, όμως, με το αν τα γεγονότα (πρωτίστως), αλλά και η αυξανόμενη οξύτητα στον δημόσιο λόγο, θα επηρεάσουν τον δείκτη πολιτικής και θεσμικής εμπιστοσύνης.

Στο πολιτικό σκηνικό αρκετοί μοιάζουν πρόθυμοι να υποδαυλίσουν την ένταση, παρότι κάποιοι εξ αυτών πριονίζουν έτσι το κλαδί στο οποίο κάθονται.

Στην κοινωνία ωστόσο το κλίμα δεν μοιάζει ανάλογο. Η πλειοψηφία ξορκίζει ακόμη τα όσα σημάδεψαν την περασμένη 10ετία. Και παρότι η όποια βελτίωση στους μακροοικονομικούς δείκτες δεν γίνεται πλήρως αντιληπτή λόγω της πληθωριστικής κρίσης, αλλά και της μικρότερης συμμετοχής των νεότερων ηλικιών στην οικονομική ανάπτυξη, δύσκολα μπορεί κάποιος να περιγράψει τη σημερινή Ελλάδα ως μια χώρα στα όρια της κοινωνικής έκρηξης.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, το ζήτημα της τραγωδίας των Τεμπών μοιάζει με ένα καρφί στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας. Από τους χειρισμούς του πολιτικού προσωπικού (και κυρίως της κυβέρνησης) θα κριθεί αν το καρφί αυτό θα δημιουργήσει μια μεγάλη τρύπα θεσμικής και πολιτικής απονομιμοποίησης, η οποία ασφαλώς θα συμπαρασύρει και τις πολιτικές εξελίξεις.

Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή