Σελίν και Μυριβήλης

2' 15" χρόνος ανάγνωσης

«Οσο βαράει η μουσική και ξέρεις πως σε βλέπουν απ’ τις πόρτες κι απ’ τα μπαλκόνια όμορφες κοπέλλες, κάτι πάει κι έρχεται. Σηκώνεις την καμπούρα του γελιού, κάνεις πως δε νιώθεις τα λογής σιδερικά που βροντολογάνε στη μέση και παραδέρνουν στα σκέλια σου, στο σβέρκο και στα σκέλια σου, παρασταίνεις το λεβέντη τέλος πάντω το κατά δύναμη», γράφει ο Μυριβήλης στη «Ζωή εν τάφω» – στη δεύτερη έκδοση, του 1930. Συνεχίζει: «Μα σαν έβγεις παραέξω, σαν πάψει η μουσική, σα διατάξουν οι λόχοι “αναρτήσατε” κι όλο κείνο το νοικοκυριό που ‘χεις στην πλάτη σου αρχίσει να σε τραβά χάμου; Ετσι αρχέψαν οι πορείες…».

«Βαδίσαμε λοιπόν κάμποσο. Τελειώναν και τελειωμό δεν είχαν οι δρόμοι, ήταν κι άμαχοι εκεί με τις γυναίκες τους, που δώσ’ του να μας εμψυχώνουν και να μας πετάνε άνθη από τα καφενεία, μπροστά στους σταθμούς, απ’ τις γεμάτες εκκλησιές. Ενας σκασμός πατριώτες! Κι έπειτα, πήραν να λιγοστεύουν οι πατριώτες… Επιασε βροχή, κι έπειτα όλο και λιγότερες κι έπειτα τέρμα οι εμψυχώσεις, ούτε η παραμικρή στο δρόμο. Ημασταν λοιπόν μόνο αναμεταξύ μας πια; Ο ένας πίσω απ’ τον άλλονε;».

Το δεύτερο απόσπασμα δεν είναι Μυριβήλης. Είναι Σελίν, από το συγκλονιστικό «Ταξίδι στην άκρη της νύχτας», στην εξαιρετική μετάφραση της Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου, η οποία μου υπέδειξε τις ομοιότητες ανάμεσα στα δύο αποσπάσματα.

Η κ. Ιγγλέση Μαργέλλου, ωστόσο, εντόπισε τα κοινά σημεία διαβάζοντας την οριστική έκδοση, του 1956 (στο κεφάλαιο «Θεσσαλονίκη»). Το απόσπασμα που παραθέσαμε, του 1930 (στο κεφάλαιο «Σαλονίκη» εδώ), διαφέρει από εκείνο του 1956, σε ελάχιστα σημεία (οι αλλαγές είναι κυρίως γλωσσικές).

Αξιοσημείωτο: η δημοτική που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας το 1930 είναι πιο κοντινή στη δική μας σήμερα συγκριτικά με την πιο πληθωρική, «μαλλιαρή» του ’56…

Στον διπλό τόμο της Εστίας, που παρακολουθήσαμε αυτή την εβδομάδα, με την πρώτη και δεύτερη έκδοση της «Ζωής», το σχετικό χωρίο (στο κεφάλαιο «Σαλονίκη») δεν υπάρχει καν. Εμφανίζεται όμως στη δεύτερη γραφή του 1930.

Το «Ταξίδι» του αμφιλεγόμενου Γάλλου συγγραφέα κυκλοφόρησε το 1932, δύο χρόνια μετά τη δεύτερη έκδοση της «Ζωής εν τάφω» (1930). Ο Σελίν ήρθε δύο χρόνια μετά λοιπόν. Αντέγραψε τον Μυριβήλη; Η γαλλική μετάφραση της «Ζωής» όμως κυκλοφορεί το 1933 ως «De Profundis»…

Μάλλον πρόκειται για αυτές τις μυστηριακές «συναντήσεις» συγγραφέων και έργων, καθώς και των εποχών που τα γέννησαν. Εξάλλου οι αγωνίες των στρατιωτών εν καιρώ πολέμου είναι κοινές ανεξαρτήτως χωρών, κοινωνιών, κουλτούρας.

Διάβασε άραγε ο Μυριβήλης τον Σελίν αργότερα; Αυτό θα είχε ενδιαφέρον να διερευνηθεί. Σημασία επί του παρόντος έχει να δούμε σε ποιο βαθμό η «Ζωή εν τάφω» αποτελεί τμήμα της διεθνούς, ευρωπαϊκής κυρίως, λογοτεχνικής παραγωγής που προέκυψε από το μακελειό του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Και γιατί παραμένει έως σήμερα, εκατό χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση, ένα ελληνικό long seller που ασκεί γοητεία σε τελείως διαφορετικές γενιές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή