Τελικά, ποιος είναι η Στέγη;

Τελικά, ποιος είναι η Στέγη;

4' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν έχω την παραμικρή πρόθεση να ενσπείρω δαιμόνια μεταξύ φιλότεχνων οργανισμών ― ούτε και χρειάζεται άλλωστε, γιατί θα το κάνει η πραγματικότητα αυτό, ούτως ή άλλως. Ομως, αφότου αφαιρέθηκαν οι σκαλωσιές που το κάλυπταν εξωτερικά και αποκαλύφθηκε πια σε όλη την αρχιτεκτονική μεγαλοπρέπειά του το οικοδόμημα του Ιδρύματος Νιάρχου στο Φάληρο, εγείρεται ένα ζήτημα ονομασίας. Διότι, για τον οποιονδήποτε άσχετο (όπως εγώ) όταν κοιτάζει το κτίριο, το δεσπόζον στοιχείο της μορφής του είναι η στέγη. Αυτή φαίνεται σαν να αιωρείται πάνω από το οικοδόμημα, καθώς στηρίζεται σε ατσάλινους στύλους, οι οποίοι, χάρη στο παιχνίδι με το φως, δημιουργούν ακριβώς την ψευδαίσθηση της αιώρησης. Αυτό βλέπω εγώ: μιαν αιωρούμενη στέγη· και μου αρέσει, γιατί το βρίσκω κομψό και εντυπωσιακό συγχρόνως. Το ίδιο, φαντάζομαι, θα βλέπουν και άλλοι, είτε τους αρέσει αυτό που βλέπουν είτε όχι.

Ομως, αυτό που βλέπω εγώ πού με παραπέμπει ευθέως; Μα, προφανώς, στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση! Η οποία, επιπλέον, χάρη στη διαρκή διαφημιστική καμπάνια που διεξάγει αφότου ξεκίνησε τη λειτουργία της, έχει καθιερωθεί πια στη συνείδηση των περισσοτέρων ως «η Στέγη», σκέτο. Και, ξαφνικά, ιδού μια άλλη στέγη, πραγματική αυτή και όχι μεταφορική, η οποία εκ πρώτης όψεως κλέβει την παράσταση. Το επαναλαμβάνω ότι δεν έχω καμία εμπρηστική διάθεση, αλλά αν εγώ ήμουν η Στέγη, μπορεί να στράβωνα λιγάκι, αν θεωρούσα ότι μου τη βγαίνει ο γείτονας με τρόπο που μοιάζει να λέει «εγώ είμαι η Στέγη», κατά το «εγώ είμαι το Ποτάμι».

Ασφαλώς, θεωρώ βέβαιο ότι η κατά το όνομα Στέγη είναι αδύνατο να βλέπει το ζήτημα όπως το εκθέτω στις παραπάνω αράδες περιγράφοντας απλώς μια δυνατότητα. Αυτή η δυνατότητα, για μια νέα έριδα περί την ονομασία μεταξύ γειτόνων, παρεμφερή με εκείνη που έχουμε για το Μακεδονικό με το ακατονόμαστο «κρατίδιο», υπάρχει. Μια και υπάρχει, λοιπόν, η δυνατότητα, ίσως θα ήταν κρίμα να μην αξιοποιηθεί, εφόσον κάποιος εξετάζει το ζήτημα αυστηρά από την πλευρά της παράδοσης. Διότι και ως Ελληνες και ένδοξη παράδοση έχουμε στο ευγενές σπορ της έριδας αλλά και ανάμεσα στον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Σταύρο Νιάρχο δεν έλειψε ποτέ η έρις ― ή κάνω λάθος;

Επανόρθωση

Στη στήλη της Παρασκευής και συγκεκριμένα στο «κουτάκι», έγραψα σχετικά με τους δράστες του ξυλοδαρμού που υπέστη ο Γιώργος Κουμουτσάκος ότι πρέπει να συλληφθούν οπωσδήποτε, επειδή «οι φάτσες τους έχουν καταγραφεί στα τηλεοπτικά πλάνα». Οπου «φάτσες» παρακαλώ να αντικατασταθεί με το «μούρες», διότι αυτή είναι η σωστή λέξη. Ως γνωστόν, η γλώσσα δεν ανέχεται τα τέλεια συνώνυμα. Οι λέξεις που χρησιμοποιούμε για το ίδιο πράγμα έχουν η κάθε μία τη δική της νοηματική απόχρωση. Για τη μορφή ενός ανθρώπου, λ.χ., η νοηματική διαβάθμιση, με βάση την κλίμακα από τον άνθρωπο προς το ζώον, είναι η εξής: πρόσωπο, φάτσα, μούρη.

Γραβάτες ή ιδέες;

Σε ομιλία του στο Αγρίνιο, όπως διαβάζω, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης ακόμη μία φορά εξέφρασε τη διαφωνία του για τη διεξαγωγή τηλεοπτικής συζήτησης μεταξύ των υποψηφίων προέδρων. «Δεν θέλω μετά να γινόμαστε θέαμα στα κανάλια για το ποια γραβάτα φορούσε ο καθένας μας». Αν είναι αυτό το θέμα, μην ανησυχείς, Βαγγέλη. Θα φροντίσω εγώ να φοράς εσύ την καλύτερη, σου το υπόσχομαι! Επίσης, αν δεν εμπιστεύεσαι το γούστο μου στις γραβάτες, το πρόβλημα και πάλι μπορεί να παρακαμφθεί. Πώς; Με τον καθαγιασμένο τρόπο της ελληνικής πολιτικής: θα εισηγηθείς μια κανονιστική ρύθμιση υπέρ της δίκαιης και ισότιμης μεταχείρισης των υποψηφίων, που θα επιβάλλει, π.χ., όλες οι γραβάτες στο «ντιμπέι» να είναι ακριβώς ίδιας ποιότητος, ιδίου χρώματος και ιδίας υφής στο ύφασμα.

Ομως, αυτό είναι το πρόβλημα, η ωραία γραβάτα; Οχι, βέβαια. Αντιλαμβάνομαι ότι το κύριο πρόβλημα της υποψηφιότητας Μεϊμαράκη είναι ο φόβος του δημόσιου διαλόγου στην τηλεόραση, επειδή ο ίδιος βασίζεται περισσότερο στο ένστικτο και λιγότερο στην προετοιμασία. Κακώς φοβάται, διότι κανείς δεν τον εμποδίζει να προετοιμαστεί καταλλήλως. Οταν πρόκειται να μιλήσει στη Βουλή δεν προετοιμάζεται; Ετσι θα προετοιμασθεί και για το «ντιμπέι». Τι φοβάται στον G. G. Κώστα; Μα αυτός είναι που φοβάται περισσότερο, καθότι ο ανεπαρκέστερος των τεσσάρων, αλλά καταφέρνει να το κρύβει. Επιπλέον, δε, ο G. G. Κώστας διαισθάνεται ότι ο Μεϊμαράκης δεν ελέγχει τον δικό του φόβο για το «ντιμπέι» και το εκμεταλλεύεται. Χθες, λ.χ., πρότεινε συζήτηση των υποψηφίων σε κεντρική συνδιάσκεψη του κόμματος, δηλαδή ενώπιον κομματικού ακροατηρίου. Η ιδέα είναι ανούσια και προδήλως προσχηματική, όμως η πρόθεση που υπάρχει πίσω της είναι πασιφανής: ο G. G. Κώστας προσπαθεί να εκθέσει τον Μεϊμαράκη. Η μόνη διέξοδος από τέτοιου είδους γελοιότητες για τον Μεϊμαράκη είναι μια συζήτηση στην τηλεόραση. Ας το καταλάβει.

Μια αβλεψία

Δεν το ξεφύλλισα το βιβλίο, δεν το είδα, ούτε καν το έχω ακουμπήσει. Ακουσα, όμως, ότι στις αναμνήσεις της Μαργαρίτας Παπανδρέου, που παρουσιάστηκαν πρόσφατα με χορηγό επικοινωνίας την αναρχική ομάδα «Ρουβίκων», περιγράφεται πως, στις 28 Οκτωβρίου 1940, στην κεντρική πλατεία του Ψυχικού, ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε την πρώτη αντιστασιακή πράξη του, όταν έσκισε την ανακοίνωση της επιβολής του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Επαναλαμβάνω ότι απλώς άκουσα τη σχετική παράγραφο να τη διαβάζουν από το ραδιόφωνο· δεν τη διάβασα με τα μάτια μου. Εντούτοις, δεδομένου ότι η δικτατορία Μεταξά επιβλήθηκε στις 4 Αυγούστου 1936 και όχι στις 28 Οκτωβρίου 1940, μένω με τη βεβαιότητα ότι το βιβλίο της μητέρας του το επιμελήθηκε προσωπικώς ο Νίκος Παπανδρέου…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή