Λευτέρης Δρανδάκις: Η παράδοση είναι πάντα σύγχρονη

Λευτέρης Δρανδάκις: Η παράδοση είναι πάντα σύγχρονη

Τα ακούσματα, τα φαγητά, τα βιώματα των προγόνων μάς προκαθορίζουν είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι

7' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Φυσιογνωμικά είναι απολύτως Κρητικός. Μοιάζει σαν να έχει κατέβει από τον Ψηλορείτη. Ομως δεν έχει αψάδα, είναι πολύ γλυκός. Κυριολεκτικά, θα απολαύσεις τις αφηγήσεις του». Να πώς μου περιέγραψε τον Λευτέρη Δρανδάκι η Κατερίνα Δασκαλάκη, διατηρώντας τη δημοσιογραφική σπιρτάδα της και στο Δ.Σ. του Λυκείου των Ελληνίδων όπου «υπηρετεί» ως ειδική γραμματέας με μεγάλη αγάπη και αφοσίωση τα τελευταία χρόνια. Εκείνη επέμενε να γνωρίσω από κοντά αυτόν τον 90χρονο «έφηβο», που μετασχημάτισε με πρωτοβουλίες του το Λύκειο, έναν θεσμό με 111 χρόνια τεράστιας προσφοράς στην πατρίδα. Υπό την καλλιτεχνική του διεύθυνση, άλλωστε, το Λύκειο έγινε το μεγαλύτερο και πλέον πολυσυλλεκτικό συγκρότημα δημοτικών χορών, που ανέδειξε την ελληνική παράδοση και στο εξωτερικό.

Οι πεφωτισμένες και τολμηρές του σκηνοθεσίες και χορογραφίες, με άξονα θεματικό, γέμισαν το Ηρώδειο, το Μέγαρο Μουσικής και ταξίδεψαν στην Αγγλία, στην Ιταλία, στο Μεξικό, στον Καναδά, στην Ασία. Τίποτε από αυτά βέβαια δεν θα είχε συμβεί αν δεν υπήρχε και η ακατάβλητη μανία του για έρευνα, που τον έκανε να σαρώσει όλη την Ελλάδα, προσπαθώντας να διασώσει σπαράγματα μνήμης.

Το ραντεβού για γεύμα μαζί του κλείστηκε στο Κολωνάκι ακριβώς απέναντι από το σπίτι του και όταν έφτασα τον βρήκα να με περιμένει με μια σακούλα γεμάτη καλούδια: βιβλία, cd, προγράμματα και φυλλάδια. Με λευκά μαλλιά, μουστάκι που κάθε τόσο γινόταν «καμπύλη», από «παύλα», γιατί χαμογελούσε, μάτια λαμπερά, άρχισε να μου κάνει τον ανάπλου της ζωής του, από το Ρέθυμνο έως τις ημέρες μας. Η φωνή του είχε την κρητική μελωδικότητα και μια στάλα προφοράς. «Μεγάλωσα σε μια από αυτές τις κρητικές οικογένειες με ποικίλα ακούσματα. Κάποιες ξαδέλφες με γονείς αγρότες τραγουδούσαν και έψελναν υπέροχα. Από αυτές αγάπησα τις μαντινάδες. Κάτι άλλες ξαδέλφες μελετούσαν στο Ωδείο Ρεθύμνου για να γίνουν πιανίστες. Τελείωναν αργά τα βράδια και φοβούνταν να γυρίσουν σπίτι μόνες τους. Με παρακάλεσαν να πηγαίνω εκεί να διαβάζω τα μαθήματα του σχολείου ώστε να τις συνοδεύω στην επιστροφή. Ετσι ήρθα σε επαφή με όλο το κλασικό ρεπερτόριο ως λαθρακροατής. Ημουν 12 χρόνων και ήξερα τον Μπετόβεν απέξω. Εκείνη την περίοδο ο κόσμος αγαπούσε και το ρεμπέτικο, οπότε μοιραία το ανακάλυψα κι εγώ», λέει ο Λευτέρης Δρανδάκις για το πώς αυτά τα πρώιμα ακούσματα τον πλούτισαν και τον σμίλεψαν.

Λευτέρης Δρανδάκις: Η παράδοση είναι πάντα σύγχρονη-1
Μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι οι προσπάθειες που έκαναν προσωπικότητες σαν τον Λευτέρη Δρανδάκι συνέβαλαν σε κάτι σπουδαίο: η κιβωτός της παράδοσης να μην είναι «οστεοφυλάκιο», αλλά μια κινητή γιορτή σε όλα τα μέρη της Ελλάδας. Φωτ. Νίκος Κοκκαλιάς 

Στις παλαιότερες γενιές δεν υπήρχε στιγμή της ζωής τους που δεν ήταν συνυφασμένη με το τραγούδι, από το νανούρισμα στο μοι- ρολόι, από τη σπορά στο γλέντι του τρύγου.

Ο ερχομός στην Αθήνα

Με το που ενηλικιώνεται απο-φάσισε να φύγει από την Κρήτη και να έρθει στην Αθήνα να σπουδάσει οικονομικά. Αντεξε μόνο ένα χρόνο στην ΑΣΟΕΕ, πεπεισμένος ότι δεν του ταιριάζει και άρχισε να εργάζεται στο ΤΑΠ-ΟΤΕ. «Τον ελεύθερό μου χρόνο, με τα αγόρια και τα κορίτσια που κάναμε παρέα αποφασίσαμε να πάμε στο Λύκειο Ελληνίδων. Από χορό δεν είχα ιδέα. Ως Κρητικός είχα παρακολουθήσει άλλους, αλλά εγώ ούτε βήμα δεν ήξερα. Ο πρώτος χρόνος πέρασε αδιάφορα. Τον δεύτερο χρόνο, όμως, ήρθε ένας φωτισμένος δάσκαλος, ο Κώστας Λάμπρου. Ηταν καθηγητής της Γυμναστικής Ακαδημίας, παλιός χορευτής του Λυκείου και της Δόρας Στράτου. Αυτός ο άνθρωπος με την τεχνική του και τον λόγο του μας έκανε να αγαπήσουμε τον χορό», λέει. «Τότε, μας κάλεσαν να βάλουμε στολές και να χορέψουμε σε ένα τσάι. Και αμέσως μετά εμφανιστήκαμε και στο “Μεγάλη Βρεταννία” σε μια εκδήλωση με επισήμους και πρέσβεις. Αυτό ήταν! Εγώ, ένα παιδί από το Ρέθυμνο, μπήκα στα μεγάλα σαλόνια. Και προτού χωνέψω τον ενθουσιασμό μου, ήρθε ο υπεύθυνος της ανδρικής ιματιοθήκης, Μανώλης Μαντζαβελάκης, να με ρωτήσει αν ξέρω κρητική σούστα. Χαμπάρι δεν είχα, αλλά απάντησα ναι. “Ωραία!”, είπε εκείνος. “Πας στην Ολλανδία την άλλη βδομάδα να χορέψεις με το Λύκειο μπροστά σε φιλέλληνες”. Μέσα σε δέκα μέρες έγινα ξεφτέρι στη σούστα. Κάπως έτσι έπεσα στα βαθιά του χορού, αλλά γοητεύτηκα από την ομαδικότητα».

«Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 έγινε καλλιτεχνικός σύμβουλος στο Λύκειο ο Φοίβος Ανωγειανάκης», λέει ο κ. Δρανδάκις, «αλλά αποχωρούν για διάφορους λόγους μια σειρά από επιτελείς, καθηγητές και χορευτές, όπως η Ιωάννα Παπαντωνίου. Σκέφτηκαν τότε ότι θα ήταν καλή ιδέα να αναλάβω εγώ καλλιτεχνικός υπεύθυνος. Αν και τρέμαν τα πόδια μου, είπα “ναι”. Και από το 1966 μέχρι σήμερα είμαι ακόμα πιστός στο Λύκειο. Ηταν μια εκπληκτική εμπειρία που άλλαξε τη ζωή μου. Είχα ελευθερία να σχεδιάσω ό,τι θέλω, να δομήσω λόγου χάριν μια παράσταση γύρω από ένα και μόνο θέμα».

Χάρις σε αυτή την προσέγγισή του, που εμφυσά νέα πνοή στην παράδοση, το Λύκειο περνάει άνθηση, γίνεται δημοφιλές και μέσα από τη δημοφιλία του καταφέρνει να μείνει στη ζωή ο συλλογικός πλούτος του τραγουδιού και του χορού, σε μια εποχή όπου η αστυφιλία «συρρικνώνει» την ελληνική περιφέρεια. Εχοντας επίγνωση πως η ζωή αλλάζει, συμπαρασύροντας στη λήθη ήθη και έθιμα, επιμελείται με πολύ μεράκι μια σειρά δίσκων από το Λύκειο των Ελληνίδων με ηχογραφήσεις τραγουδιών από ολόκληρη την Ελλάδα. Σήμερα μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι οι προσπάθειες που έκαναν προσωπικότητες σαν και αυτόν συνέβαλαν σε κάτι σπουδαίο: η κιβωτός της παράδοσης να μην είναι «οστεοφυλάκιο», αλλά μια κινητή γιορτή σε όλα τα μέρη της Ελλάδας.

Ας αφήσουν λίγο τα κινητά, να κρατήσουν το χέρι του άλλου…

«Νομίζω ότι η αγάπη μου σε άλλα είδη μουσικής και στην τέχνη με οδήγησε να εστιάσουμε σε διάφορα θέματα, όπως λόγου χάριν η θάλασσα, ο γάμος, οι εποχές του χρόνου. Σκεφτείτε ότι για τις παλαιότερες γενιές δεν υπήρχε στιγμή της ζωής τους που δεν ήταν συνυφασμένη με το τραγούδι, από το νανούρισμα στο μοιρολόι, από τη σπορά στο γλέντι του τρύγου, από την ξενιτιά στον έρωτα. Ολα από εκεί περνούσαν». Κάναμε ένα μικρό διάλειμμα. Η Σκουφά ήταν γεμάτη κίνηση και το καφέ σιγά σιγά γέμισε. Ακουγα τον κ. Δρανδάκι να μου διηγείται πώς ο χορός άλλαξε τα πάντα στη δική του ζωή, πώς τον οδήγησε στην πατριδογνωσία και αποφάσισα να τον «προκαλέσω» λίγο, κρίνοντας από τον εαυτό μου που μεγάλωσα και αγάπησα την ξένη μουσική: «Σήμερα γιατί να πάει ένα νέο παιδί στο Λύκειο των Ελληνίδων;» τον ρώτησα. «Μα διότι είναι γοητευτικό. Θα καταλάβει τις διαφοροποιήσεις του χρόνου, τις εποχές μέσα από τα τραγούδια, θα μάθει την ομαδικότητα μέσα από τις αισθήσεις, δηλαδή θα κρατάει το χέρι του άλλου, δεν θα τον βλέπει στην οθόνη του κινητού. Θα γίνει κρίκος μιας πανάρχαιας ανθρώπινης αλυσίδας που ξέρει να συντονίζεται και να υποτάσσει τον εγωισμό στο σύνολο. Αν δεν είναι σπουδαία μαθήματα αυτά, τότε τι είναι;», είπε γεμάτος από ορμή.

«Το δημοτικό τραγούδι και ο χορός έχουν γνωρίσει πολύ μεγάλη αναβίωση από τους συλλόγους σε όλη την Ελλάδα και ξέρω ακριβώς να σας πω πού οφείλεται αυτό», λέει. «Η καταγωγή είναι ένας ομφάλιος λώρος που νομίζουμε ότι κόβεται όταν ζούμε σε πόλεις, αλλά αυτό δεν ισχύει. Τα ακούσματα, τα φαγητά, τα βιώματα των προγόνων μάς προκαθορίζουν είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι. Το Λύκειο δίνει στη νεολαία έναυσμα να πάει κανείς παρακάτω, να ανακαλύψει περισσότερα πράγματα για το παρελθόν του τόπου του. Υπάρχουν βέβαια και τόποι όπως η Κρήτη, η Ηπειρος, τα Δωδεκάνησα, βλέπεις ότι οι άνθρωποι είναι και μοντέρνοι και παλιοί μαζί. Είναι ευλογημένα μέρη γιατί μας δίνουν ακόμα πληροφορίες και σκέψεις για τον τρόπο ζωής, ενώ αλλού όλα είναι ισοπεδωμένα. Η ελληνική επαρχία ακόμα βαστάει και δεν είναι τυχαίο πως μέρες σαν και αυτές του Πάσχα, εκεί θέλουμε να πάμε για να αισθανθούμε πιο κοντά σε ό,τι μας δένει με τους άλλους. Πιστεύω οι νεότεροι άνθρωποι, σε μια εποχή που όλα αλλάζουν ραγδαία λόγω της τεχνολογίας, να καταλάβουν πόσο πολύτιμοι είναι αυτοί οι δεσμοί και να τους κρατήσουν και οι ίδιοι».

Οι νέοι διψούν να μάθουν

Δεν κρατήθηκα να μην τον ρωτήσω: Μήπως φταίει η χούντα με τις φολκλορικές της φιέστες που οι Ελληνες γύρισαν την πλάτη στον παραδοσιακό χορό κατά τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης και λίγο αργότερα; «Δεν νομίζω. Η σύνδεση του Ελληνα με τον χορό και την παράδοση υπάρχει και θα υπάρχει. Αν ήταν αδύναμη, θα είχε σπάσει εδώ και πολύ καιρό και όμως δείτε πόσοι νέοι διψούν σήμερα να μάθουν χορούς». Και το μέλλον του Λυκείου; «Ο δημοτικός χορός μοιάζει αδιέξοδος διότι είναι συντηρητικός, δεν μπορεί να αλλάξει τα μοτίβα και τα θέματά του, δεν μπορεί να εξελιχθεί όπως ο έντεχνος. Πιστεύω ότι θα υπάρξουν καλλιτεχνικά φωτισμένοι άνθρωποι που θα τον πάνε παρακάτω, δίχως να πειράξουν τον πυρήνα του», λέει ο κ. Δρανδάκις, που εμφύσησε νέα πνοή με τη θεματολογική προσέγγιση, αλλά έδειξε ταυτόχρονα και μεγάλο σεβασμό στην Ιστορία.

Η συνάντηση

Για λόγους βολής συναντηθήκαμε στο «Φίλιον» της Σκουφά, ένα στέκι όπου θα χαιρετήσεις καμιά δεκαριά ανθρώπους μέχρι να καθήσεις. Οι θαμώνες είναι σταθεροί, οι πολιτικές αναλύσεις δίνουν και παίρνουν, ενώ είναι ευχάριστο ότι βρίσκεις ανθρώπους κάθε ηλικίας. Πολλοί και οι μοναχικοί που διαβάζουν το βιβλίο ή την εφημερίδα τους. Τον ρώτησα τι ήθελε να παραγγείλουμε και εκείνος είπε με ενθουσιασμό: «Τυρόπιτα ταψιού! Είναι η καλύτερη στην Αθήνα». Μέσα σε λίγα λεπτά έφτασε καυτή. Την αφήσαμε να κρυώσει και της επιτεθήκαμε και οι δυο ταυτόχρονα για να την αποτελειώσουμε σε λίγα λεπτά.

Λευτέρης Δρανδάκις: Η παράδοση είναι πάντα σύγχρονη-2

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή