Άρης Δημοκίδης: Πώς φτιάχνεται το πιο δημοφιλές podcast;

Άρης Δημοκίδης: Πώς φτιάχνεται το πιο δημοφιλές podcast;

Σε ένα δωμάτιο στη Χαλκιδική, που λειτουργεί ως τόπος γλυκιάς αυτοεξορίας, ετοιμάζεται η «χειροποίητη» εκπομπή, που μετράει ήδη 18 εκατ. ακροάσεις

7' 36" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εχω δει (δημοσιογραφικά) θρίλερ να ξεκινούν έτσι. Μία που έχει ξυπνήσει από τις 3 το πρωί κι ένας που έχει κοιμηθεί στις 8 το πρωί έχουν ραντεβού το μεσημέρι για συνέντευξη. Η πρώτη είμαι εγώ, που έμεινα άυπνη για να μη χάσω την πρωινή πτήση για Θεσσαλονίκη και ο δεύτερος είναι ασφαλώς ο Aρης Δημοκίδης, ο οποίος όπως κάθε Παρασκευή δούλεψε όλη τη νύχτα μοντάροντας το τελευταίο επεισόδιο από τα «Μικροπράγματα». Πρόκειται για το δημοφιλές podcast του με τα ηχητικά ντοκιμαντέρ «Η σκληρή αλήθεια για τον…», το οποίο αφιερώνει σε πρόσωπα ή θεματικές, από τον Σαββόπουλο μέχρι τον Τσιάρτα και από τον Βλάση Μπονάτσο μέχρι τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Τα «Μικροπράγματα» είναι το Νο1 podcast στην Ελλάδα στο Spotify, με 13.386.164 ακροάσεις και άλλες 4.659.490 από το youTube, σύνολο 18.045.654 έως εκείνη τη στιγμή.

Τα νούμερα είναι τρελά (και τον ευχαριστώ που τα μοιράστηκε μαζί μου, δεν είναι διαθέσιμα δημοσίως). Αλλά το πιο τρελό απ’ όλα είναι ότι δεν «παράγονται» από κάποιο πλατό, από κάποιο στούντιο ή κάποια φοβερή δημοσιογραφική ομάδα, αλλά από έναν άνθρωπο σε ένα δωμάτιο ενός σπιτιού κάπου στη Χαλκιδική. Ο Αρης και ο Γιώργος, ο επί είκοσι και πλέον χρόνια σύντροφός του, το ’17 πήραν την απόφαση να εγκαταλείψουν τη μεγάλη πόλη, όχι για το χωριό, αλλά στην πραγματικότητα για τον μικρόκοσμο που έχουν φτιάξει για τους ίδιους, εκεί που περνούν περισσότερο καλά. Κάπως έτσι βρέθηκα να οδηγώ έως τον όρμο Παναγίας και την ψαροταβέρνα «Αρίστος» να τους συναντήσω.

Το τελευταίο podcast –Η σκληρή αλήθεια για τον Φουσέκη, τον διάσημο φαρσέρ των ’90s– είχε ανέβει νωρίς το πρωί. «Το άκουσες;» θα ρώταγε αργότερα τον Γιώργο, «ήταν ΟΚ;». Ο Αρης ξυπνάει τα Σάββατα συνήθως απόγευμα –για εμάς έκανε εξαίρεση–, αλλά ο Γιώργος είναι από νωρίς στις επάλξεις – κυρίως στον κήπο που του αρέσει να φροντίζει. Φυσικά ακούει από τους πρώτους τα νέα επεισόδια. «Το μυαλό μου έχει γίνει πουρές ύστερα από 24 ώρες συνεχόμενης δουλειάς», λέει ο Δημοκίδης. «Κάποια στιγμή μπαίνεις στον αυτόματο πιλότο και το κάνεις όσο μισοκοιμισμένος κι αν είσαι, αλλά πάντα κοιμάμαι με μια απογοήτευση, ότι έχω κάνει μια βλακεία. Πριν το ανεβάσω το ακούω μια φορά όλο μαζί, αλλά το βάζω στο γρήγορο, οπότε κάτι μπορεί να ξεφύγει. Και συνήθως σκέφτομαι “τι βαρετό”! Οπότε, κάθε Σάββατο που ξυπνάω τον ρωτώ πώς ήταν, αν είχε κάποιο λάθος. Και μου λέει π.χ. “ναι, στο 20.25 λες δύο φορές το τάδε”. Και λέω “ωχ” και τρέχω να το αλλάξω».

Τον ρωτώ πώς και δεν έχει καταφέρει να πάει λίγο πιο πίσω το μοντάζ, ας πούμε Πέμπτη, ώστε να μην τρέχει τελευταία στιγμή. «Μα είμαι άνθρωπος της τελευταίας στιγμής. Αν η τελευταία στιγμή ήταν η Πέμπτη, θα το τελείωνα τότε. Αλλά τώρα, κυριολεκτικά Σάββατο πρωί ανεβαίνει, Σάββατο πρωί τελειώνει, ακόμη κι αν χρειαστεί να μείνω ξύπνιος πάνω από 24 ώρες». Πριν από έναν μήνα περίπου, λίγο πριν ανεβάσει το podcast για τον Γιώργο Λάνθιμο, συνειδητοποίησε ότι το αρχείο είχε χαθεί. Επρεπε να κάνει ξανά όλη τη δουλειά, να ξανασυνθέσει όλο το υλικό. Ειδοποίησε στη δουλειά ότι θα αργήσει να ανεβάσει το νέο επεισόδιο και αποκοιμήθηκε κατάκοπος. «Και τι θα γίνει αν αργήσεις λίγες ώρες να το ανεβάσεις;». «Το μόνο που θα γίνει είναι ο κόσμος. Νιώθω μια πίεση. Ειδικά το Σάββατο μπορεί να έχει και 30.000 ακροάσεις, είναι οι φανατικοί που θα το ακούσουν την πρώτη μέρα. Θα μου γράψουν, “α, δεν μπόρεσα να κάνω τις δουλειές”, “δεν πήγα γυμναστήριο γιατί δεν είχα τι να ακούσω”, “είχα ταξίδι και το υπολόγιζα” και τέτοια. Ευγενικά πάντα. Οπότε αγχώνομαι. Ταυτόχρονα είναι και σαν παιχνίδι, το να βγει το Σάββατο το πρωί είναι σαν να είναι η τελευταία πίστα την οποία πρέπει να τελειώσω για να κερδίσω. Στο μυαλό μου δηλαδή παίζω, παίζω, παίζω και στο τέλος είναι το final boss (σ.σ. ο τελικός αντίπαλος σε ένα βιντεοπαιχνίδι), τον οποίο πρέπει να κερδίσω και να παραδώσω το επεισόδιο».

Αν δεν μου βγαίνει ένα θέμα θα πάω στο επόμενο. Βαριέμαι να μετακινηθώ αν δεν συνδυάζεται με κάτι που να θέλω πολύ.

Δεν είναι περίεργη η αναλογία που επέλεξε. Είναι ξεκάθαρο ότι ανήκει στη ζηλευτή κατηγορία ανθρώπων που έχουν κάνει όντως το χόμπι τους επάγγελμα. «Το ενδιαφέρον μου ήταν πάντα η πληροφορία. Μεγαλώνοντας διάβαζα μουσικά περιοδικά, έβλεπα τηλεόραση, ό,τι υπήρχε τότε, ξεκοκάλιζα τις εφημερίδες που έμπαιναν σπίτι και αυτοσχεδίαζα φτιάχνοντας δική μου εφημερίδα, δημιουργώντας ψεύτικες ραδιοφωνικές εκπομπές, κάνοντας περιοδικά με χαρτοκοπτική, υποκρινόμενος ότι είμαι εκδότης. Με το Ιντερνετ, ξυπνούσα, συνδεόμουν, διάβαζα όλα τα νέα, έπαιρνα πληροφορίες, σκεφτόμουν ιδέες τις οποίες δεν τις έκανα τίποτα. Ημουν άπειρες ώρες online, εθισμένος στην πληροφορία. Είχα φτιάξει παλιότερα κι ένα μπλογκ…». «Ε, ναι, το “enteka”», τον προλαβαίνω. Ηταν από τα πιο γνωστά και πιο ενδιαφέροντα μπλογκ που είχαν φυτρώσει στη νέα γη τότε του ελληνικού Ιντερνετ, στο οποίο κάθε φορά σταχυολογούσε έντεκα πράγματα που του κέντριζαν το ενδιαφέρον. «Τι, το ήξερες;», ρωτάει με αληθινή έκπληξη. «Ποιος της γενιάς μου με σύνδεση στο Ιντερνετ δεν το ήξερε;», σκέφτομαι από μέσα μου. Σε κάθε περίπτωση η ερώτηση είναι μία: «Πώς καταφέρνεις να μην αποσπάσαι δουλεύοντας στο σπίτι;». «Μα η δουλειά μου με αποσπάει από τα άλλα πράγματα, αυτό είναι το θέμα».

Η μέρα είναι ηλιόλουστη, η θάλασσα δίπλα μας λαμπυρίζει και μια γάτα, που αμέσως κατάλαβε με ποιον έχει να κάνει, έχει σκαρφαλώσει στην αγκαλιά του Αρη. Στο σπίτι τους ζουν δύο γάτες, αλλά στην απογευματινή τους βόλτα με τον Γιώργο ταΐζουν και όλες τις υπόλοιπες της περιοχής. Η απόφαση να μετακομίσουν στην εξοχή ακούγεται ρομαντική, αλλά ήταν ζυγισμένη. Αρκετά μοναχικοί και οι δύο σαν χαρακτήρες και με δεδομένο ότι λίγα πράγματα δεν μπορούν να διεκπεραιωθούν πλέον μέσω Ιντερνετ –για μεγάλο διάστημα, χάρη στην τόλμη και την εμπιστοσύνη του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου, ο Δημοκίδης διηύθυνε το σάιτ της Lifo από το υπνοδωμάτιό του–, αποφάσισαν να μετακομίσουν δοκιμαστικά έναν χειμώνα στο εξοχικό του Γιώργου στη Χαλκιδική. «Hταν υπέροχα», θυμάται ο Aρης. «Περάσαμε φανταστικά, δεν μας έλειψε τίποτα από την πόλη. Τον επόμενο χρόνο είπαμε να μείνουμε παραπάνω και μετά απλώς δεν θέλαμε να γυρίσουμε».

Σε καραντίνα πριν από την καραντίνα («η μόνη διαφορά στην πανδημία για εμάς ήταν ότι βάζαμε μάσκα στο σούπερ μάρκετ») και σε τηλεργασία before it was cool. «Αν για μια συνέντευξη χρειαζόταν να ταξιδέψεις θα το έκανες;». «Oχι», απαντάει με απόλυτη φυσικότητα. «Αν δεν μου βγαίνει ένα θέμα θα πάω στο επόμενο. Βαριέμαι να μετακινηθώ αν δεν συνδυάζεται με κάτι που να θέλω πολύ». Ενας ψηφιακός μη περιπλανώμενος νομάς. «Ψωνίζουμε από το κοντινότερο χωριό και είναι σαν έξοδος, φτιάχνουμε τη λίστα, το χαιρόμαστε. Ακόμη και το πιο ταπεινό γίνεται σημαντικό. Περνάμε καλά, τρώμε πάρα πολύ (σ.σ. ο Γιώργος μαγειρεύει), κάνουμε πάρτι στο σπίτι μόνοι μας όταν έχω τελειώσει το επεισόδιο και μπορώ να χαλαρώσω, πίνουμε, μεθάμε, χορεύουμε, νιώθουμε ότι πηγαίνουμε σε κλαμπ, αλλά είμαστε μόνο με αυτούς που θέλουμε». Oπως λένε, το μόνο που τους λείπει είναι οι συναυλίες και τα ταξίδια. Ταξιδεύουν αρκετά μέσα στον χρόνο, ενώ αντίθετα με τον περισσότερο κόσμο, κάθε καλοκαίρι επιστρέφουν για έναν μήνα στη Θεσσαλονίκη.

Η ψυχοθεραπεία

Δεν είναι απλό να αναγνωρίζεις τι θες, τι σε κάνει χαρούμενο. Ο Αρης ευγνωμονεί την ψυχοθεραπεία για το γεγονός ότι είναι σήμερα ευτυχισμένος. Για χρόνια υπέφερε από αγχώδη διαταραχή, που είχε μασκαρευτεί σε αρρωστοφοβία. «Στην πραγματικότητα ήταν διάφορα άγχη βαθύτερα, τα οποία η αρρωστοφοβία βοηθούσε να μη βγουν στην επιφάνεια. Να μη σκέφτομαι αυτά που με τάραζαν περισσότερο, αλλά να επικεντρώνομαι σε μια ελιά που είναι σίγουρα καρκίνος, που ήταν φυσικά χίλιες φορές πιο απαίσιο. Μακάρι να μπορούσα να διαχειριστώ κάποια συναισθήματα από το να πεθαίνω από καρκίνο κάθε μέρα. Η ψυχοθεραπεία και η φαρμακευτική αγωγή ήταν το σημαντικότερο πράγμα που έχω κάνει. Χάρη σε αυτά κατάφερα και έγινα τόσο δημιουργικός και μπορώ να διαχειριστώ πολλά πράγματα δημοσιογραφικά και με ψυχραιμία να απολαμβάνω και τη δουλειά και τη ζωή μου πολύ περισσότερο». Η γάτα στην αγκαλιά του έχει αποκοιμηθεί.

Με οδηγό την περιέργεια

– Οταν τελειώσει η σειρά «Σκληρές αλήθειες», τι σκέφτεσαι να κάνεις;

– Δεν θέλω να τελειώσει. Τα απογεύματα του Σαββάτου ξυπνάω πτώμα και λέω δεν πρέπει να το ξανακάνω αυτό, δεν αντέχω, κι έπειτα από λίγο αρχίζω να σκέφτομαι ποιο θα είναι το επόμενο. Μ’ αρέσει τόσο πολύ. Μπορεί να μη γράφω πια βιβλία γιατί δεν προλαβαίνω, αλλά με το podcast νιώθω ότι φτιάχνω ιστορίες. Νιώθω συγγραφέας, νιώθω σκηνοθέτης, νιώθω μοντέρ, νιώθω σεναριογράφος, νιώθω δημοσιογράφος, νιώθω ηθοποιός-παύλα-εκφωνητής και φυσικά ερευνητής, που είναι το πιο σημαντικό. Καλύπτει δηλαδή όλα τα πράγματα που μου αρέσουν και κυρίως μαθαίνω πράγματα ενδιαφέροντα κάθε εβδομάδα. Και επειδή τα θέματα τα επιλέγω εγώ, μπορώ να μιλήσω με τους πρωταγωνιστές και να ικανοποιήσω την περιέργειά μου. Γιατί όλα εκεί καταλήγουν, στην περιέργεια.

Η συνάντηση

Ο Αρης και ο Γιώργος επισκέπτονται τακτικά την ψαροταβέρνα «Αρίστος» στον ήσυχο αυτή την εποχή όρμο Παναγίας της Σιθωνίας Χαλκιδικής. Είναι λιγοστά τα εστιατόρια στην ευρύτερη περιοχή που μένουν ανοιχτά όλο τον χρόνο. Ο Αρης παρήγγειλε ψαρόσουπα, ο Γιώργος σαρδέλες, εγώ ένα ψητό σκαθάρι και μοιραστήκαμε μια σαλάτα βραστά λαχανικά, κολοκυθοανθούς γεμιστούς με ρύζι και σκουμπρί παστό. Ηπιαμε κρασί. Πληρώσαμε περί τα 90 ευρώ και το ευχαριστηθήκαμε. Κάποια στιγμή ρώτησα εάν συνάντησαν ποτέ πρόβλημα κυκλοφορώντας ως ζευγάρι. «Το θεωρούν περίεργο που μας βλέπουν μαζί», λέει ο Γιώργος. «Κάποιος μας ρωτάει συνέχεια αν είμαστε αδέλφια, ξαδέλφια κ.λπ. Ποτέ δεν μας μίλησε κάποιος άσχημα ή απειληθήκαμε».

Άρης Δημοκίδης: Πώς φτιάχνεται το πιο δημοφιλές podcast;-1
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή