Ναρκωτικά, «κοινωνική νόσος» με ιστορία

Ναρκωτικά, «κοινωνική νόσος» με ιστορία

Ο Κωστής Γκοτσίνας μιλάει για τη χρήση ουσιών στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου, με αφορμή το σχετικό βιβλίο του

6' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ναρκωτικά, «κοινωνική νόσος» με ιστορία-1Εψαξε σε βιβλιοθήκες, αρχεία και εφημερίδες του 19ου και του 20ού αιώνα. Ανακάλυψε συναρπαστικές ελληνικές ιστορίες, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν το υλικό για κινηματογραφικά σενάρια: Μία από τις πιο διάσημες σπείρες του Μεσοπολέμου, που είχε επικεφαλής τρία αδέλφια ελληνικής καταγωγής, διακινούσε ναρκωτικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι την Κίνα, χρησιμοποιώντας τρένα και ατμόπλοια. Ή ότι το 1936 αποκαλύφθηκε, έπειτα από παρακολούθηση και θεαματική αστυνομική επιχείρηση, ένα παράνομο εργαστήριο παραγωγής ηρωίνης που λειτουργούσε στο κέντρο της Αθήνας.

Ο ιστορικός Κωστής Γκοτσίνας, ερευνητής – επιστημονικό μέλος του Τμήματος Νεότερων και Σύγχρονων Σπουδών της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, μετά πολυετή έρευνα, ολοκλήρωσε το βιβλίο του «Επί της ουσίας. Ιστορία των ναρκωτικών στην Ελλάδα (1875-1950)», το οποίο κυκλοφορεί σε λίγες ημέρες (συνέκδοση των ΠΕΚ και της Γαλλικής Σχολής Αθηνών). Η συζήτηση μαζί του εξηγεί γιατί το βιβλίο δεν είναι μόνον η ιστορία της εμφάνισης ενός νέου κοινωνικού φαινομένου στην Ελλάδα του προηγούμενου αιώνα.

– Γιατί ένας ιστορικός ασχολείται με το θέμα των ναρκωτικών;
– Λόγω του Μεσοπολέμου. Με ενδιέφερε από παλιά αυτή η περίοδος καμπής για την ελληνική κοινωνία. Η Ελλάδα πριν από τους Βαλκανικούς και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν μια μικρή αγροτική χώρα με αρκετά κατάλοιπα του οθωμανικού παρελθόντος. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο και τον Εμφύλιο ήταν ένα κράτος με διπλάσια έκταση και πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό, νέες κοινωνικές σχέσεις, προβληματισμούς και θεσμούς. Ξεκίνησα λοιπόν μελετώντας πώς αναπτύχθηκε στην Ελλάδα κατά τον Μεσοπόλεμο η εγκληματολογία, μια επιστήμη που εξετάζοντας την παραβατικότητα επιδίωκε να αντιμετωπίσει κάποια νέα κοινωνικά φαινόμενα που προέκυπταν. Στα πλαίσιο αυτής της έρευνας, διαπίστωσα ότι κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα τα ναρκωτικά απαγορεύτηκαν σχεδόν ταυτόχρονα σε πολλές χώρες του πλανήτη και αποφάσισα να καταπιαστώ με την ελληνική περίπτωση. 

Ναρκωτικά, «κοινωνική νόσος» με ιστορία-2
Το εξώφυλλο του μυθιστορήματος «Οι παραστρατημένοι», που πρωτοδημοσιεύθηκε σε συνέχειες στον Τύπο.

– Μέσα από ποιες πηγές προσεγγίσατε την έρευνά σας;
– Η χρήση ναρκωτικών παρουσιάζει μια ιδιαιτερότητα: είναι μια προσωπική συνήθεια που κατά κανόνα οι άνθρωποι δεν κοινοποιούν, ειδικά από τη στιγμή που έγινε παράνομη. Επομένως, για να μελετήσω το φαινόμενο, έπρεπε να συνδυάσω διάφορες πηγές. Οι πιο προσιτές ήταν οι επίσημες εκθέσεις που έστελνε η Ελλάδα στην Κοινωνία των Εθνών για τα ναρκωτικά, οι επίσημες εγκληματολογικές στατιστικές που αρχίζουν να εκδίδονται τη δεκαετία του 1920, και ορισμένα, λίγα, βιβλία με θέμα τα ναρκωτικά, την αστυνομία ή την εγκληματικότητα. Αυτά μου έδωσαν μια πρώτη εικόνα και από εκεί και πέρα, για να τη συμπληρώσω, δούλεψα με αστυνομικά αρχεία, διπλωματικά έγγραφα, δημοσιεύματα σε ιατρικά και ψυχιατρικά περιοδικά, και τον ημερήσιο Τύπο. Σκοπός μου ήταν να καταλάβω πώς αντιλαμβάνονταν την εμπορία και την κατανάλωση ναρκωτικών οι Αρχές και ο ιατρικός κόσμος, αλλά επίσης πώς τη βίωναν τα ίδια τα πρόσωπα που έκαναν χρήση, μέσα από λογοτεχνικά κείμενα ή από τα ρεμπέτικα τραγούδια.

Ναρκωτικά, «κοινωνική νόσος» με ιστορία-3
Διαφημίσεις βαρβιτουρικού και ηρωίνης στα ημερήσια και ιατρικά έντυπα της εποχής, που αναφέρεται το βιβλίο.

– Στο βιβλίο φαίνεται πως, και στην Ελλάδα των αρχών του 20ού αιώνα, χρήση ουσιών δεν έκανε μόνον ο κόσμος του περιθωρίου, αλλά επίσης οι «νέοι καλών οικογενειών» και η «άσωτη νεολαία» όπως έγραφαν οι εφημερίδες της εποχής. 
– Εκείνο που υπήρξε καθοριστικό στο θέμα της «τοξικομανίας» όπως τότε ονομάστηκε το φαινόμενο, ήταν η αλλαγή του νομικού καθεστώτος γύρω από τα ναρκωτικά. Αυτό επηρέασε τόσο τις πρακτικές των ανθρώπων όσο και τις «αναπαραστάσεις» της χρήσης. Οταν σκεφτόμαστε τη χρήση ναρκωτικών στην Ελλάδα πριν από περίπου έναν αιώνα, δύο εικόνες έρχονται κυρίως στο μυαλό μας: του μάγκα που καπνίζει χασίς με τον ναργιλέ του ή ενός μέλους της «καλής» κοινωνίας που καταναλώνει κάποια λευκή σκόνη. Φυσικά τέτοιου τύπου χρήσεις υπήρξαν, όπως ξέρουμε από τα ρεμπέτικα ή από περιστατικά που απέκτησαν δημοσιότητα, σαν την υπόθεση της «κοκαϊνομανούς μητέρας» με την οποία ξεκινάει το βιβλίο. Οπως προκύπτει, όμως, από την έρευνα, στην πραγματικότητα η κατάσταση ήταν πιο ρευστή. Τι να σκεφθούμε, για παράδειγμα, για την κόρη «ευυπόληπτης» οικογένειας που επισκέπτεται μεταμφιεσμένη τεκέδες στον Κορυδαλλό, για έναν ποιητή σαν τον Λαπαθιώτη, που δοκιμάζει από χασίς μέχρι μορφίνη, για τραυματίες πολέμου που εθίζονται στα οπιούχα ή για γυναίκες που καταναλώνουν συστηματικά βαρβιτουρικά και άλλα ηρεμιστικά φάρμακα;

ΠΡΟΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

Ναρκωτικά, «κοινωνική νόσος» με ιστορία-4«Ενα σαββατιάτικο απόγευμα, λίγες μέρες μετά την Πρωτοχρονιά του 1928, οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες απολάμβαναν τον περίπατό τους στην οδό Σταδίου, όταν ξαφνικά ήχησαν παιδικά κλάματα από ψηλά. Οι διαβάτες απορημένοι αναζήτησαν την πηγή τους και σε έναν εξώστη του ξενοδοχείου «Παλλάς», στη συμβολή των οδών Σταδίου και Εδουάρδου Λω, αντιλήφθηκαν μια ημίγυμνη γυναίκα. Στην αγκαλιά της κρατούσε ένα κοριτσάκι και ετοιμαζόταν να πηδήξει μαζί του στο κενό. Το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί στο σημείο άρχισε να φωνάζει προσπαθώντας να αποτρέψει την υποψήφια αυτόχειρα: «- Κακούργα! Κακούργα! Λυπήσου τουλάχιστον το παιδί!… – Τραβήξου μέσα, φόνισσα!» Ταυτόχρονα, αστυνομικοί και υπάλληλοι του ξενοδοχείου ανέβηκαν στον τρίτο όροφο και έσπασαν την κλειδωμένη πόρτα του δωματίου της γυναίκας. Παρά τη σθεναρή της αντίσταση κατάφεραν να την ακινητοποιήσουν και την οδήγησαν πρώτα στο αστυνομικό τμήμα και στη συνέχεια σε νευρολογική κλινική. Την επόμενη μέρα οι εφημερίδες της πρωτεύουσας αφιέρωσαν αναλυτικά ρεπορτάζ στην υπόθεση, υποστηρίζοντας πως η νεαρή γυναίκα ήταν «κοκαϊνομανής» και ότι η εξάρτησή της, σε συνδυασμό με οικονομικά προβλήματα, την είχε οδηγήσει στην απόπειρα αυτοκτονίας. 

Το περιστατικό δεν είχε προλάβει να ξεχαστεί, όταν τον Φεβρουάριο του 1928 κυκλοφόρησε στην Αίγυπτο το σύγγραμμα του Αλέξανδρου Συγκελάκη «Τα μεγάλα κοινωνικά δηλητήρια». Σε αυτό, ο Αιγυπτιώτης αφροδισιολόγος παρουσίαζε με τρόπο εκλαϊκευμένο τους κινδύνους που έκρυβαν ουσίες όπως ο καπνός, το οινόπνευμα, το χασίς, το όπιο, η μορφίνη, η κοκαΐνη, η ηρωίνη, ο αιθέρας, το χλωροφόρμιο, αλλά και ο καφές και το τσάι, που ίσως σήμερα ξενίζουν με τη συμπερίληψή τους σε αυτόν τον κατάλογο. Αν αυτά ήταν τα «μεγάλα δηλητήρια», ο προσδιορισμός «κοινωνικά» αντικατόπτριζε την άποψη ότι οι εν λόγω ουσίες έχουν κατακλύσει την κοινωνία προκαλώντας χρόνιες και καταστρεπτικές δηλητηριάσεις «που αποτελούν σήμερα αληθινές κοινωνικές πληγές». Ειδικά για την κοκαΐνη, ο γιατρός υποστήριζε πως η χρήση της είχε πάρει τελευταία τρομακτικές διαστάσεις, ιδίως στις μεγαλουπόλεις, και περιέγραφε ως εξής την επίδρασή της:

Με τον καιρό η μνήμη εξασθενεί καθώς και η θέλησις, και οι κοκαϊνομανείς δεν μπορούν να πάρουν καμιά απόφαση και είναι ανίκανοι για κάθε προσπάθεια. Ο χαρακτήρας με τον καιρό αλλάζει· χάνουν κάθε αίσθημα αγάπης και αφοσιώσεως, είναι αδιάφοροι και προς τους γονείς και προς τους συγγενείς και τους φίλους των. Χάνουν κάθε αίσθημα ηθικής και καθήκοντος· πολλές φορές καταντούν και εγκληματίαι. […] Πολλοί από τους δυστυχισμένους αυτούς καταλήγουν στο φρενοκομείο, […] το κοινόν εντευκτήριον όλων των δηλητηριομανών.

Ναρκωτικά, «κοινωνική νόσος» με ιστορία-5
Σκηνή χασισοποσίας από πρωτοσέλιδο εφημερίδας.

Οι παραπάνω αράδες δεν γράφτηκαν βέβαια για την «κοκαϊνομανή» γυναίκα του ξενοδοχείου «Παλλάς». Ωστόσο, η χρονική σύμπτωση του περιστατικού της οδού Σταδίου, όπως παρουσιάστηκε στα ρεπορτάζ των εφημερίδων, και των προειδοποιήσεων για τους κινδύνους της «κοκαϊνομανίας» σε ένα σύγγραμμα εκλαϊκευμένης ιατρικής στην άλλη όχθη της Μεσογείου δεν ήταν τυχαία. Από τα τέλη του 19ου αιώνα, η χρήση ουσιών όπως το όπιο, το χασίς, η μορφίνη ή η κοκαΐνη είχε προκαλέσει ανησυχίες σε πολλές χώρες ανά την υφήλιο, ανησυχίες που οδήγησαν σε μια σειρά διεθνείς διασκέψεις στις αρχές του 20ού αιώνα με σκοπό τον περιορισμό της χρήσης ναρκωτικών. Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) επιτάχυνε αυτή τη διαδικασία, επειδή πολλές κυβερνήσεις με ενισχυμένες εξουσίες λόγω της εμπόλεμης κατάστασης υιοθέτησαν αυστηρά μέτρα για τον έλεγχο διαφόρων ουσιών. Τα μέτρα αυτά όχι μόνο δεν ήταν προσωρινά, αλλά γενικεύτηκαν με την επιστροφή της ειρήνης. Παράλληλα, καθώς τα αποθέματα οπιοειδών και άλλων φαρμακευτικών σκευασμάτων που είχαν συγκεντρώσει οι πρώην αντίπαλοι έβρισκαν τον δρόμο τους στην αγορά, άρχισαν να διαδίδονται νέες ψυχαγωγικές χρήσεις αλκαλοειδών όπως η ηρωίνη και η κοκαΐνη.»

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή