Είμαστε «κολλημένοι» με τον θάνατο

Είμαστε «κολλημένοι» με τον θάνατο

«Μου αρέσει να βάζω τους χαρακτήρες των βιβλίων μου μπροστά στην άβυσσο», λέει στην «Κ» η Κλαούδια Πινιέιρο

8' 7" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την έψαχνα για να της πάρω συνέντευξη στο Μπουένος Αϊρες της Αργεντινής, στην πόλη όπου γεννήθηκε, αλλά η πολυβραβευμένη και πολυμεταφρασμένη (έρχεται τρίτη στις μεταφράσεις βιβλίων της σε ξένες γλώσσες, μετά τους συμπατριώτες της Χούλιο Κορτάσαρ και Χόρχε Λουίς Μπόρχες) συγγραφέας Κλαούδια Πινιέιρο βρισκόταν στην Ισπανία ως πρόεδρος της επιτροπής απονομής του λογοτεχνικού βραβείου Alfaguara. Μετά, θα έφευγε σε περιοδεία για την προώθηση του καινούργιου βιβλίου της, «El tiempo de las moscas». Τελικά συναντηθήκαμε σε ένα όμορφο καφέ κάπου στην Ευρώπη. Στις 9 το πρωί – ήμουν η πρώτη συνέντευξη της ημέρας.

Εκείνοι που αρέσκονται να κολλούν ταμπέλες στους συγγραφείς έχουν χαρακτηρίσει τα βιβλία της θρίλερ, νουάρ, αστυνομική λογοτεχνία. Τη ρωτάω αν θεωρεί ότι αυτό είναι πρόβλημα, γιατί στο Ηνωμένο Βασίλειο, για παράδειγμα, αν την κατέτασσαν ως «συγγραφέα αστυνομικού μυθιστορήματος» (που υπονοεί έλλειψη λογοτεχνικής βαρύτητας) η Πινιέιρο δεν θα μπορούσε ποτέ να μπει στη λίστα του Booker. «Εγώ όμως μπήκα», λάμπει από χαρά όταν το λέει, «και μάλιστα στη βραχεία λίστα του International Booker το 2022 με το “Η Ελένα ξέρει”. Αυτές οι κατηγοριοποιήσεις, βέβαια, δεν συμβαίνουν μόνο στη Βρετανία, συμβαίνουν παντού. Γι’ αυτό και εγώ πεισμώνω. Α, δεν σας αρέσει έτσι όπως γράφω; Ε, τότε θα συνεχίσω να γράφω έτσι. Στην Αργεντινή, είναι διαφορετικά τα πράγματα, γιατί δύο από τους αρχιτέκτονες της γλώσσας, ο Μπόρχες και ο Ρικάρντο Πίλια, ήταν λάτρεις του νουάρ. Ε, αν ο Μπόρχες βρίσκει το νουάρ ελκυστικό, γιατί να μην το αγαπήσω κι εγώ; Στην Αργεντινή, οι περισσότεροι συγγραφείς έχουν στο δυναμικό τους ένα ή δύο αστυνομικά μυθιστορήματα ή τρόμου. Δεν λέω, υπάρχουν και κακά νουάρ, αλλά υπάρχουν και συγγραφείς όπως ο Ζορζ Σιμενόν και ο Ρέιμοντ Τσάντλερ που μας άφησαν φοβερά μυθιστορήματα».

Φεμινισμός και αμβλώσεις

Οπως και να χαρακτηρίσει κάποιος τις ιστορίες της, εκείνο που τις κάνει αλησμόνητες για μένα είναι η μαστοριά της να αρπάζει το οικείο, να το στραμπουλάει και να προκαλεί τον αναγνώστη να ξανασκεφθεί διαφορετικά καίρια θέματα όπως η θρησκεία, οι ενδοοικογενειακές σχέσεις, ο φεμινισμός, οι αμβλώσεις. Φεμινίστρια και ακτιβίστρια για χρόνια, δεν φοβάται να υψώσει τη φωνή της δημόσια σε θέματα φανατισμού, κοινωνικών προκαταλήψεων, δικαστικής διαφθοράς και βίας κατά των γυναικών. Αναπόφευκτα αυτό ενόχλησε τμήματα της κοινωνίας της Αργεντινής, που μετά την πρόσφατη εκλογή του δεξιού Χαβιέρ Μιλέι ως προέδρου, αισθάνονται τώρα ελεύθεροι να την υποβάλουν σε ένα χείμαρρο απειλών και υβριστικών μηνυμάτων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συμπεριλαμβανομένων και εκατοντάδων φωτογραφιών που της έχουν σταλεί με πέη σε στύση.

Στο «Η Ελένα ξέρει», που κατά τη γνώμη μου είναι ένα από τα αριστουργήματά της, η Πινιέρο εστιάζει τον φακό της μεταξύ άλλων και στο καυτό ζήτημα των αμβλώσεων, που ήταν απαγορευμένες όταν εκδόθηκε το βιβλίο της το 2007. Παρόλο που ο νόμος άλλαξε το 2020(!), ο Μιλέι δεσμεύτηκε δημόσια να τις ξανακάνει παράνομες. Η Πινιέρο, ως συνήθως, ρίχνει μια λοξή ματιά επί του θέματος. «Ολοι μιλούν για το τραύμα και τις ενοχές που προκαλεί μια έκτρωση στη γυναίκα», λέει, ακουμπώντας τις δύο παλάμες της στο κλινικά κατάλευκο τραπεζομάντιλο του τραπεζιού μας, σαν να θέλει να πει «μιλάμε με ανοιχτά χαρτιά». «Κανένας, όμως», συνεχίζει, «δεν μιλάει για τη γυναίκα που αποκτά μωρό ενώ δεν επιθυμεί να τεκνοποιήσει. Που δεν θέλει να γίνει μητέρα. Μπορεί να είναι ευγενές να προσπαθείς να μεταπείσεις μια γυναίκα να μην κάνει έκτρωση και να κρατήσει το μωρό, αλλά αν δεν το θέλει, οι συνέπειες ίσως να είναι καταστροφικές».

Σε πρώτο πλάνο

Η ηρωίδα του βιβλίου υποφέρει από Πάρκινσον. Τη ρωτάω τι την ώθησε να πάρει μια τέτοια απόφαση. «Η μητέρα μου υπέφερε από μια πολύ σπάνια μορφή Πάρκινσον, που κάνει το σώμα να κουλουριάζεται, με το κεφάλι να πέφτει μπροστά, σχεδόν στα πόδια», μου εξηγεί. «Θυμάμαι οι άνθρωποι απέφευγαν να την κοιτάζουν γιατί το θεωρούσαν αγένεια. Αλλά αν δεν κοιτάξεις τον άλλο, είναι σαν να τον εξαφανίζεις. Ε, σ’ αυτό το βιβλίο “αναγκάζω” τον αναγνώστη να κοιτάξει τη ηρωίδα, να δει το σώμα της και να νιώσει τον πόνο της. Ο αναγνώστης πρέπει να ψάξει κάτω από το χαλί, εκεί όπου είναι τα σκουπίδια».

Παράλληλα με αυτή την επιθυμία της να κάνει τους αναγνώστες της να ρίχνουν λοξές ματιές και να αναθεωρούν τα κοινωνικά στερεότυπα, υπάρχει και κάτι άλλο που βρίσκεται σε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματά της: ξεκινούν με έναν ανεξήγητο θάνατο ή έγκλημα. Είναι ξεκάθαρο ότι είναι κολλημένη με τον θάνατο. Γιατί; «Πιστεύω πως όλοι μας είμαστε λίγο-πολύ». Κοιτάζει να δει την αντίδρασή μου και συνεχίζει, «αυτό που μου αρέσει είναι να βάζω τους χαρακτήρες των βιβλίων μου μπροστά στην άβυσσο. Οταν το σύμπαν τούς στέλνει ένα μήνυμα που δεν το περίμεναν, πρέπει να κάνουν κάτι. Ενα έγκλημα ή ένας ανεξήγητος θάνατος είναι η πιο βαθιά άβυσσος».

Αν ο Μπόρχες βρίσκει το νουάρ ελκυστικό, γιατί να μην το αγαπήσω κι εγώ; Στην Αργεντινή, οι περισσότεροι συγγραφείς έχουν στο δυναμικό τους ένα ή δύο αστυνομικά μυθιστορήματα ή τρόμου.

Ηθελε να σπουδάσει κοινωνιολογία, αλλά η στρατιωτική χούντα είχε κλείσει τη σχολή. Τελικά αποφοίτησε από το τμήμα οικονομικών σπουδών και στη συνέχεια εργάστηκε ως εμπειρογνώμονας στον πληθωρισμό στη διεθνή λογιστική εταιρεία Arthur Andersen. Αργότερα παρακολούθησε μαθήματα στη δραματική σχολή όχι για να γίνει ηθοποιός αλλά σεναριογράφος για την τηλεόραση – όντως σχεδόν όλα τα μυθιστορήματά της έχουν γίνει ταινίες ή σειρές στο Netflix. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, βρίσκει χρόνο να παραδίδει εντατικά μαθήματα δημιουργικής γραφής στο ετήσιο φεστιβάλ Αγιος Δομίνικος στο Μπουένος Αϊρες. Μου λέει ότι στην τελευταία εισήγησή της με τον τίτλο «Tools of scriptwriting applied to literature», είχε συγκρίνει την ταινία του Φράνσις Φορντ Κόπολα «Ο Νονός» με τα διηγήματα της Αμερικανίδας συγγραφέως Φλάνερι Ο’ Κονορ.

Το μυστικό της επιτυχίας

Η Κλαούδια ξέρει… τι κάνει ένα μυθιστόρημα επιτυχημένο. «Πολλοί συγγραφείς ξεχνούν πώς να πλάσουν χαρακτήρες», μου διευκρινίζει. «Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι που θα βάλω στο μυθιστόρημά μου; Είτε είναι καλοί είτε κακοί, κάνω κατάδυση για να μπω στο πετσί τους. Μια δασκάλα στα μαθήματα γραφής σεναρίου που παρακολούθησα μας έλεγε πως, όταν αρχίζουμε να γράφουμε ένα θεατρικό, πρέπει να ξέρουμε σε ποιο σώμα κατοικεί ο κάθε χαρακτήρας. Βάζουμε τα σώματά τους επάνω στη σκηνή για να τα βλέπουμε. Και κάτι άλλο που κάνουν λάθος πολλοί συγγραφείς είναι ότι συγχέουν τον αφηγητή με την οπτική της αφήγησης. Μ’ αρέσει να χρησιμοποιώ το τρίτο πρόσωπο στη γραφή και να καθορίζω την οπτική της αφήγησης από την πλευρά ενός και μόνο χαρακτήρα. Το πιο δύσκολο είναι να διαλέξεις ποιος θα είναι αυτός ο χαρακτήρας». Ξαφνικά όλα τα κομμάτια του παζλ μπαίνουν στη θέση τους. «Για μήνες το παλεύω πριν αρχίσω να γράφω», συνεχίζει, «η οπτική της αφήγησης για μένα είναι κάτι το φανταστικό. Μπαίνεις στη θέση κάποιου άλλου. Στην πορεία γίνεσαι καλύτερος άνθρωπος, καλύτερος πολίτης».

Της προτείνω να γράψει ένα ευθύβολο βιβλίο για τις τεχνικές της δημιουργικής γραφής. Γελάει. «Ναι, ξέρω, αν γράψω κάτι θα είναι ευθύβολο. Πολλοί συγγραφείς δεν θέλουν να φανερώσουν τα μυστικά τους γιατί νομίζουν πως μόνον αυτοί έχουν το ταλέντο. Αλλά δεν είναι έτσι. Για παράδειγμα, οι σεναριογράφοι που γράφουν σενάρια για την τηλεόραση ή τον κινηματογράφο έχουν στρατιές από άλλους για να τελειοποιηθεί ένα σενάριο. Πολλές τεχνικές της συγγραφής σεναρίου μπορούν να χρησιμοποιηθούν και στο γράψιμο ενός μυθιστορήματος».

«Να αρχίσω μαθήματα συγγραφής σεναρίου;» τη ρωτάω. Γελάμε κι οι δυο μας. Ποτέ δεν είναι αργά. «Θα σου στείλω την εισήγηση που έκανα στο φεστιβάλ δημιουργικής γραφής στο Μπουένος Αϊρες. Μου φαίνεται την έχουν βιντεοσκοπήσει», μου λέει. Αυτή είναι η Κλαούδια Πινιέιρο, πρώτα απ’ όλα άνθρωπος.

Καθεδρικοί ναοί

«Ποιος την έκαψε, ποιος πριόνισε τα πόδια της, τον λαιμό της, ποιος άφησε τα κομμάτια της αδελφής μου στην αλάνα»; Οι «Καθεδρικοί ναοί», όπως όλες οι ιστορίες της Πινιέρο, αρχίζουν, πώς αλλιώς; Με ένα πτώμα. Η Λία δεν μπορεί να καταλάβει τι συνέβη στην αδελφή της, την Αννα. Συνήθως στα αστυνομικά μυθιστορήματα το ερώτημα είναι ποιος σκότωσε και γιατί. Στους «Καθεδρικούς ναούς» γεννιέται κι άλλο ένα ερώτημα: γιατί έπειτα από τριάντα χρόνια αυτό που συνέβη στην Αννα, μια δεκαεπτάχρονη μαθήτρια, παραμένει ακόμη σημαντικό;

Είμαστε «κολλημένοι» με τον θάνατο-1
Διαβάζοντας το «Καθεδρικοί ναοί», νομίζει κανείς πως έχει να κάνει με θρησκευτικές προκαταλήψεις, φεμινιστικά θέματα, κοινωνικά ζητήματα –και αναμφίβολα έχει–, αλλά στο τέλος κάτι άλλο βγαίνει στην επιφάνεια. Το βιβλίο της Κλαούδια Πινιέιρο τιμήθηκε με το βραβείο Dashiell Hammett το 2021.

Η αφήγηση ξεδιπλώνεται μέσω μια σειράς μονολόγων. Συχνά συμφωνώντας μεταξύ τους αλλά μερικές φορές έντονα αποκλίνοντες, οι μονόλογοι παίρνουν διαφορετικές αφηγηματικές μορφές: προσωπικές αναμνήσεις, επιστολή, ακόμη και τηλεφωνική συνομιλία κατά τη διάρκεια της οποίας δεν “ακούμε” ποτέ καμία από τις απαντήσεις που δίνονται στις ερωτήσεις που θέτει ο πρώην αστυνομικός και τώρα ιδιωτικός ντετέκτιβ, που ερευνά την υπόθεση, Ελμερ Γκαρσία Μπεγιόμο.

Αλήθεια, πώς κατέληξε σε μια τέτοια πολυφωνική μορφή αφήγησης, τη ρωτάω. «Για μήνες έψαχνα να βρω ποιος θα διηγούνταν την ιστορία. Η Λία, η μία αδελφή; Η Κάρμεν, η άλλη αδελφή; Μπορεί και ο πατέρας. Αλλά δεν αισθανόμουν άνετα με κανέναν. Οπότε κατέληξα σε ένα πολυφωνικό, κάτι σαν χορικό, μυθιστόρημα. Εβαλα έναν έναν τους χαρακτήρες πάνω στη “σκηνή” για να μας πει καθένας αν αυτός ή αυτή έφερε κάποια ευθύνη για τo τραγικό συμβάν της Αννας. Διότι και οι επτά ήξεραν κάτι –μπορεί όχι όλα– για την κοπέλα. Με τις πράξεις τους ή με την απραξία τους να αποτρέψουν το συμβάν, όμως, είχαν συμβάλει σ’ αυτό με κάποιο τρόπο. Μερικοί απ’ αυτούς δηλώνουν πως θεωρούν τον εαυτό τους υπεύθυνο, ενώ άλλοι δεν έχουν καθόλου ενοχές. Αυτοί που δεν έχουν ενοχές μπορεί και να είναι πιο ένοχοι απ’ τους άλλους».

Το «Καθεδρικοί ναοί» τιμήθηκε με το βραβείο Dashiell Hammett το 2021 και διαβάζοντάς το, νομίζει κανείς πως έχει να κάνει με θρησκευτικές προκαταλήψεις, φεμινιστικά θέματα, κοινωνικά ζητήματα –και αναμφίβολα έχει– αλλά στο τέλος κάτι άλλο βγαίνει στην επιφάνεια. Η Πινιέιρο στραμπουλάει ξανά την αφήγηση και μας κάνει αυτόπτες μάρτυρες σε κάτι επάρατο μες στην οικογένεια.

Βιβλία: Στα ελληνικά κυκλοφορούν τρία βιβλία της, όλα σε μετάφραση της Ασπασίας Καμπύλη και όλα από τις εκδόσεις Carnivora: «Καθεδρικοί ναοί», «Δικιά σου για πάντα», «Η Ελένα ξέρει».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή