«Να εστιάσουμε επιτέλους στη μεγάλη εικόνα»

«Να εστιάσουμε επιτέλους στη μεγάλη εικόνα»

6' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ένα απονομιμοποιημένο δημοψήφισμα στα Σκόπια που ακολουθήθηκε από ένα μπαράζ «διαβουλεύσεων» στη Βουλή και έναν Πρόεδρο Δημοκρατίας που αρνείται να κυρώσει τις συνταγματικές αλλαγές. Μία κυβέρνηση, στην Ελλάδα, που πορεύθηκε με τακτικισμό και χωρίς να επιδιώκει συνεννόηση. Και μία κοινή γνώμη, πλειοψηφικά, απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών. Πόσο εύκολο είναι τελικά για τους λαούς της περιοχής να υπερβούν την «βαλκανική» τους κληρονομιά; Πόσο εφικτή είναι η άσκηση εξωτερικής πολιτικής, χωρίς την κυριαρχία του θυμικού; Και, εν τέλει, πόσο εύκολο είναι να μιλήσεις για τις «Πρέσπες», όταν στη δημόσια σφαίρα όποιους δεν τις απορρίπτει αντιμετωπίζεται σχεδόν ως «προδότης»;

Ο 42χρονος επίκουρος Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Σωτήρης Σέρμπος μου απαντά δανειζόμενος τα λόγια του Ίρβιν Γιάλομ: «Κάθε άνθρωπος πρέπει να επιλέγει πόση αλήθεια μπορεί να αντέξει». «Ασκώντας εξωτερική πολιτική με το θυμικό, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να ρίχνουμε νερό στο μύλο της φαντασιακής μας ταυτότητας που τρέφεται από λαϊκιστικές αυταπάτες και τελικά οδηγεί στη φυγή από το πρόβλημα, στην παροχή απλοϊκών εξηγήσεων για τα δεινά μας και φυσικά στη δημιουργία εσωτερικών και εξωτερικών εχθρών». Του επισημαίνω ότι το κλίμα είναι αποτέλεσμα και της κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. «Μετά βεβαιότητας, μια κοινωνία με έντονα τα σημάδια καταπόνησης από τα όσα συνέβησαν στη χώρα την τελευταία δεκαετία, είναι περισσότερο επιρρεπής στην επιλογή ριψοκίνδυνων υπεραπλουστεύσεων». «Εκεί, στην αντίπερα όχθη είναι που τοποθετώ τη Συμφωνία των Πρεσπών. Κι αυτό διότι προσφέρει μια σταδιακή αλλαγή αφηγήματος προς την εξωστρέφεια από κοινού με τη βαθμιαία μετάλλαξη του μυγιάγγιχτου εθνοκεντρισμού που μας κατατρέχει ως κοινωνία. Στη θέση της «βολικής» προτάσσεται μια «θετική» φαντασίωση, πλήρως συμβατή με τις ανάγκες και τους στόχους της εξωτερικής μας πολιτικής στα Βαλκάνια. Με την Ελλάδα να επιστρέφει στο φυσικό της χώρο με όρους εθνικής αυτοπεποίθησης και ενεργητικής ευθύνης».

Ο Σέρμπος, ο οποίος σπούδασε Πολιτική Επιστήμη με έμφαση στις Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και στο London School of Economics and Political Science, βρέθηκε στα Σκόπια τον περασμένο Δεκέμβριο, στο πλαίσιο εκδήλωσης με αντικείμενο την πορεία της γείτονος προς το ΝΑΤΟ. Μου μεταφέρει την καχυποψία που, επίσης, επικρατεί στην άλλη πλευρά των συνόρων. «Αυτό που κράτησα από τις συζητήσεις μου, ήταν η δυσαρέσκεια πολλών για το νόμο ως προς τη χορήγηση αμνηστίας για την εισβολή στο Κοινοβούλιο από αντιπάλους του Ζάεφ το 2017, “φωτογραφίζοντας” συναλλαγές με βουλευτές της αντιπολίτευσης  προκειμένου να επιτευχθεί η αναγκαία πλειοψηφία των 2/3». Άλλωστε, το «σκοπιανό παζάρι» αποτέλεσε κεντρικό ζήτημα αντιπαράθεσης και στην Ελλάδα. «Δεν είναι θετικό αλλά, στο τέλος της ημέρας, η πολιτική παραμένει η τέχνη του εφικτού και όλοι στα Σκόπια αναγνώρισαν την επιτακτική ανάγκη να ολοκληρωθεί η διαδικασία προκειμένου να “ξεκλειδώσει” η ένταξη της χώρας τους στο ΝΑΤΟ».

Ο ίδιος ξεκάθαρα θεωρεί ως επιτυχία τις «Πρέσπες», παρά την σφοδρή κριτική που ασκείται για το ζήτημα της γλώσσας και της εθνότητας. Για τον συνομιλητή μου, η ρηματική Διακοίνωση της πΓΔΜ που έφτασε, το βράδυ της Τετάρτης, στην Αθήνα, δεν αλλάζει πολλά. Τα περισσότερα είχαν άλλωστε ήδη γίνει στο Κοινοβούλιο των Σκοπίων, μετά τις τροπολογίες των Αλβανών που διευκρίνισαν ότι το «Μακεδόνας» αναφέρεται στην ιθαγένεια και όχι στην εθνότητα των κατοίκων. Ο Σέρμπος επισημαίνει πως «σε μια διακρατική συμφωνία -πολλώ δε μάλλον υπό την αιγίδα του ΟΗΕ- και με όρους διεθνούς δικαίου, είναι ξεκάθαρο πως ποτέ δεν μπαίνουν στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης ζητήματα εθνικού αυτοπροσδιορισμού και αυτοδιάθεσης. Αλίμονο! Κι όμως, στη Συμφωνία των Πρεσπών έχουμε εισαγωγή στοιχείων ταυτότητας  (βλ. Άρθρο 7 της Συμφωνίας). To εν λόγω άρθρο ήταν απαραίτητο προκειμένου να τοποθετηθεί οριστικά και αμετάκλητα στο χρονοντούλαπο της ιστορίας η πολιτική εξαρχαϊσμού εκ μέρους των γειτόνων μας. Με όρους ταυτοτήτων, προσδιορίζονται ως τι δεν είναι και όχι ως τι είναι. Τόσο οι ίδιοι όσο και η γλώσσα που ομιλούν. Η ελληνική εξωτερική πολιτική όχι μόνο δεν χάνει αλλά επιτέλους κερδίζει τη δίκαιη μάχη δεκαετιών. Εν καιρώ ειρήνης, ειλικρινά δυσκολεύομαι να αναζητήσω αντίστοιχο ιστορικό παράδειγμα συμφωνίας μεταξύ δύο χωρών».

Έχοντας  εργαστεί ως ειδικός σύμβουλος, μεταξύ άλλων, και στο Υπουργείο Εξωτερικών και ως εταίρος και υπότροφος του Ιδρύματος Fulbright, ο Σέρμπος ανακαλεί την αντιπαράθεση της πρώην ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Κόντι Ράις με τη Ντόρα Μπακογιάννη το 2008. Όταν η δεύτερη έδινε τη μάχη για την αρχαία Μακεδονία και τον Μέγα Αλέξανδρο η ωμή απάντηση της Ράις ήταν: «Ποιος νοιάζεται; Αυτά συνέβησαν πριν από 2000 χρόνια». «Τώρα όμως, εξαιτίας της ευνοϊκής γεωπολιτικής συγκυρίας για τον τόπο μας και με την πΓΔΜ να αποτελεί «κράτος-κλειδί» για την ισορροπία δυνάμεων στα Δυτικά Βαλκάνια, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι νοιάστηκαν και με το παραπάνω, μεταθέτοντας την πίεση προς το μέρος που επιχείρησε την παραχάραξη της Ιστορίας… Ο Καραμανλής και η Μπακογιάννη κράτησαν ψηλά την Ελλάδα το 2008. Αν είχαν υποχωρήσει τότε και όχι σήμερα ήταν που θα είχαμε μια κουτσή και άκρως προβληματική συμφωνία».

Μιας και η συζήτηση μας φτάνει στον διεθνή παράγοντα, που εκ των πραγμάτων έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην επίτευξη της συμφωνίας, το ερώτημα που τίθεται είναι εάν είναι προς το συμφέρον της χώρας η υιοθέτηση της συμφωνίας ή, αντιθέτως, η απόρριψή της και η αναζήτηση μίας νέας. «Μετά την κρίση στην Ουκρανία, η γεωπολιτική επέστρεψε με ορμή στην Ευρώπη. Τίποτα δεν είναι πια ίδιο στο τρίγωνο ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσία. Αναφορικά με τα Δυτικά Βαλκάνια, τόσο η αμερικανική όσο και η γερμανική εξωτερική πολιτική παραμένουν απολύτως ευθυγραμμισμένες με την παραπάνω παραδοχή. Με έμφαση, τόσο στην ανάσχεση της  ρωσικής επιρροής που τρέφεται από το να συντηρούνται ή ακόμα καλύτερα να εμβαθύνονται ρήγματα και αβεβαιότητες στη Δύση, όσο και στη δράση άλλων χωρών όπως η Τουρκία η οποία επί Ερντογάν ξεδιπλώνει τα δικά της αναθεωρητικά σχέδια στην περιοχή.  Αυτή η εξέλιξη ήταν ο καταλύτης που «πάτησε» τη σκανδάλη για τον ενεργό ρόλο του διεθνούς παράγοντα ώστε  Ελλάδα και πΓΔΜ να επιλύσουν τις διμερείς του διαφορές και να «ξεκλειδώσει» η αναγκαία ευρωατλαντική και ευρωπαϊκή προοπτική των γειτόνων μας» σημειώνει ο Σέρμπος και προσθέτει «ο διεθνής παράγοντας δεν διακατέχεται ούτε από φιλο”μακεδονικές” και μετά βεβαιότητας ούτε από ανθελληνικές θέσεις. Βλέπει τη μεγάλη εικόνα κι εκεί πρέπει επιτέλους να εστιάσουμε. Μόνο δύο χώρες τάχθηκαν εναντίον της επίτευξης μια συμφωνίας που εγγυάται θετικό γεωπολιτικό πρόσημο τόσο για την Αθήνα όσο και για τα Σκόπια. Η Ρωσία και η Τουρκία. Τυχαίο κ. Τερζή; Τυχαία και η χρονική συγκυρία της εκ νέου εργαλειοποίησης των Τιράνων εκ μέρους της Άγκυρας; Αν η Ελλάδα αποφασίσει να βάλει πλάτη στη δράση των αναθεωρητικών δυνάμεων στα Βαλκάνια κι επιλέξει να πυροβολήσει τα πόδια της αρνούμενη να κυρώσει τη Συμφωνία των Πρεσπών, προφανώς και θα υπάρξουν ορατές συνέπειες. Τόσο για την εικόνα όσο και το κυριότερο  για την αξιοπιστία της χώρας. Σε μια κρίσιμη συγκυρία ορατών εξελίξεων, η Ελλάδα θα περιθωριοποιηθεί στη λήψη των αποφάσεων σ’ ένα πλέγμα ζητημάτων που περιλαμβάνουν και την Τουρκία. Αναιρώντας και ακυρώνοντας το ρόλο μας στα Βαλκάνια οδηγούμαστε με γοργά βήματα στην περιθωριοποίηση της βαλκανικής διάστασης της εξωτερικής μας πολιτικής. Η ιστορία μας διδάσκει πως οι ρήξεις -ακόμα και οι υποτιθέμενες ηρωικές- είναι σύντομες ενώ οι υποταγές μονιμότερες».

Ο αντίλογος, ομως, για τις Πρέσπες είναι κυρίαρχος στο δημόσιο λόγο. Ακόμη κι αν η συμφωνία κυρωθεί, όπως είναι το πιθανότερο, έχει ήδη πληγεί η νομιμοποίησή της.

«Η απουσία όχι μόνο συνεννόησης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων αλλά ούτε καν ουσιαστικής συζήτησης αποτελεί μία από τις διαχρονικές παθογένειες του πολιτικού μας συστήματος. Δυστυχώς η κυβέρνηση επέλεξε την πεπατημένη με τους χειρισμούς της στο εσωτερικό να προτάσσουν το κομματικό έναντι του εθνικού συμφέροντος. Η αντιπολίτευση την πλήρωσε με το ίδιο νόμισμα  καβαλώντας το κύμα  της λαϊκής δυσαρέσκειας. Λίγα χρόνια νωρίτερα, ένα αντίστοιχο κύμα ξέβρασε τον αντιμνημονιακό Αλέξη Τσίπρα πάνω στην πρωθυπουργική σανίδα. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, το πολιτικό κόστος δεν επέτρεψε στα ελληνικά κόμματα να ενημερώσουν την κοινή γνώμη υπεύθυνα, να διαχωρίσουν τα θέματα και να θέσουν τις πραγματικές και όχι φαντασιακές τους διαστάσεις. Με λαμπρές εξαιρέσεις, τα πολιτικά πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν στο Μακεδονικό συμπεριφέρθηκαν ανώριμα, με γνώμονα την υπηρέτηση προσωπικής και όχι εθνικής ατζέντας. Τραυμάτισαν το κύρος της χώρας διεθνώς και υπονόμευσαν τη διαπραγματευτική της θέση» λέει με εμφανή απογοήτευση, καταλήγοντας «η  γεωπολιτική μιας προσφέρει μια δεύτερη και τελευταία ευκαιρία. Με την Ελλάδα να έχει τη δυνατότητα να αναδειχθεί σε κράτος πρώτης-γραμμής για τη Δύση. Τέτοιες ευκαιρίες τις αγκαλιάζεις δεν τις κλωτσάς».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή