Ο πολίτης Σαββόπουλος

Υπήρξε πάντα ευαίσθητος μελωδός όσο και αυστηρός κριτής, πέρα από κομματικά στερεότυπα. Πώς να του το συγχωρήσεις;

6' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν πρόλαβε να τελειώσει η εκπομπή του Παύλου Τσίμα στον «Σκάι» και το ίντερνετ άναψε εξ αιτίας της δήλωσης του Διονύση Σαββόπουλου υπέρ της αυτοδυναμίας της «Νέας Δημοκρατίας». Αρκετοί έσπευσαν να του θυμίσουν «τις μέρες τις παλιές», τις οποίες ο τραγουδοποιός κατά τη γνώμη τους προδίδει. Οντως, τότε, η μανιχαϊστική αντίληψη της πολιτικής ήταν πολύ δημοφιλέστερη. Όμως, ο Σαββόπουλος ποτέ δεν την ενστερνίστηκε.

Ηδη το 1966, τραγουδούσε τη θέση και την προσδοκία του: «Ηλιε κόκκινε αρχηγέ/ δωσ’ το σύνθημα εσύ/ κι η χαρά θ’ αναστηθεί» (Ηλιε αρχηγέ). Επί χούντας φιμώθηκε και φυλακίστηκε, όπως και πολλές άλλες ελεύθερες φωνές. Τα επόμενα χρόνια δεν έπαψε να καταγγέλλει την ανελευθερία: «Σ’ αυτό τον τόπο όσοι αγαπούνε τρώνε βρώμικο ψωμί» (Ζεϊμπέκικο). Να διεκτραγωδεί το εμφυλιακό δράμα: «Κοράκου χρώμα τα μαλλιά κι ασπρίσανε/ απ’ τη μεριά της εξορίας γυρίσανε» (Αμνηστία 64). Και να προσβλέπει «στον αγώνα του συντρόφου/ στην αγωνία αυτού του τόπου για ζωή» (Στη συγκέντρωση της ΕΦΕΕ).

Όμως, όταν η δημοκρατία αναδείχθηκε πλέον ισχυρή, ο κορυφαίος τροβαδούρος διεκδίκησε το δικαίωμα της κριτικής. Μέσα στη βολική, για άλλους, έξαρση του πολιτικού τραγουδιού, το 1979, δε δίστασε να τραγουδήσει: «Τι φταίνε τώρα οι μαύροι κυβερνώντες, τα Κάππα, τα ΠΑΣΟΚ και τα Νου Δου;/ Εμείς το εμφυσήσαμε το νέφος που εντός του επωάσθηκαν όλοι αυτοί» (Για τον σοσιαλισμό). Και στον «Πολιτευτή»: «Θυμάσαι που βαλάντωνες εκεί στην εξορία/ και διάβαζες και Ρίτσο και αρχαία τραγωδία;/ Τώρα κοκορεύεσαι επάνω στον εξώστη/ και μιλάς στο πόπολο σαν τον ναυαγοσώστη». Και προσκαλούσε: «Ελα, χωρίς πολιτικούρες/ με το φτερό σου να πετάει/ όχι στων μανιφέστων τις κλεισούρες/ αλλά σ’ εκείνο εκεί το μπαρ που ξενυχτάει» (Για τα παιδιά που ‘ναι στο κόμμα). Ακόμα και στους «Αχαρνής», το 1977, παρωδούσε με τόλμη τους ίδιους τους μέντορές του. «Ήταν μεταπολίτευση και επικρατούσε απολύτως μια μελοδραματική Αριστερά. Κάτι ειρηνιστικές κοινοτοπίες», μου είχε πει, σε μια από τις πολλές συνεντεύξεις μας για την «Ελευθεροτυπία» και το Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ.

«Μπορεί να μην έφταιγε ακριβώς ο Ρίτσος ή ο Θεοδωράκης. Δεν έφταιγαν αυτοί οι βασιλείς. Οι βασιλικότεροι μας είχανε μπουχτίσει». Ο ίδιος και η παρέα του αυτοπροσδιορίζονταν διαφορετικά: «Μοντέρνοι, αλλά με περιεχόμενο. Μελαγχολικοί με χιούμορ. Γενναιόδωρα φτωχοί και αριστεροί με ελευθερία». Τόση ελευθερία, ώστε να περιέχει και τη χριστιανική πίστη, την οποία ανακάλυψε «όχι ως θρησκεία, αλλά ως βίωμα. Μεγάλωνα, ομόρφαινα, κι άρχισα να τα χρειάζομαι αυτά τα πράγματα».

Στην αρχή της δεκαετίας του ’80, πολλοί είδαν με καχυποψία αυτή την καινούρια πλευρά του Σαββόπουλου. Το καλοκαίρι του 1983, στο περιοδικό «Σχολιαστής», ο Γιάννης Μηλιός εντόπιζε μάλιστα στα τραγούδια του την «ιδεολογική σύγκλιση Αριστεράς και χριστιανοεθνικιστικού δόγματος». Τι άλλο μπορούσαν να κρύβουν οι στίχοι «είτε με τις αρχαιότητες, είτε με Ορθοδοξία, των Ελλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν άλλον γαλαξία»; «Κάποιος Γιάννης Μηλιός (…) προσπαθεί να αποδείξει πως ο Σαββόπουλος είναι Εθνικόφρων και Δεξιός – αν όχι χουντικός. (…) Καλά, δεν ντρέπονται;», είχε απαντήσει οργισμένα από τον «Ταχυδρόμο» ο Άρης Δαβαράκης. Όπως ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις, έτσι και o Σαββόπουλος θα υπέμενε συχνά τις συνέπειες του να αμφισβητείς τα στερεότυπα, οποιαδήποτε στερεότυπα, στην ελληνική κοινωνία που την ενώνει πάντοτε ο διχασμός. Και  τι δεν άκουσε το 1989, όταν σχολίασε το σκάνδαλο Κοσκωτά με «Το Κούρεμα»: «Σ’ εκείνες τις μουσικές παραστάσεις στην Πλάκα υποδυόμουν κάποιον που κουρεύεται με την ψιλή επί σκηνής, για να αυτοτιμωρηθεί που όλα αυτά τα χρόνια ήταν προοδευτικός».

Η «αυτοτιμωρία» ήταν αδυσώπητη. Τραγουδούσε: «Η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη/ που φτάνει στον γνωστό αγριορωμιό» (Κωλοέλληνες). «…Της μεταπολίτευσης φωνές/ αυτού του συρφετού/ του δημοκρατικού/ του νέου εγωισμού, εμείς» (Εμείς του ’60). «Εχει αποτύχει σύμπασα η Αριστερά» (Η Αποτυχία της Αριστεράς). Και ποια λύση πρότεινε; «Τον ψηλό που μοιάζει με ροφό/ τα χώματα και τα νερά να μαζέψει/ κι ως τότε κάτι θα σκεφτώ/ κάποιο ζικ- ζακ το μητσοτάκ, το μητσοτάκ». Αν ολ’ αυτά δεν ήταν αρκετά για να σοκάρουν εκείνους που σοκάρονται συνήθως, ο Σαββόπουλος ξεπροβόδιζε και τον γιο του: Αντίθετα απ’ ό,τι είχε επιλέξει ο ίδιος για τον εαυτό του επί χούντας, εκείνος θα πήγαινε κανονικά φαντάρος επί δημοκρατίας. Το 1991, μάλιστα, έδωσε και συναυλίες σε ακριτικά στρατόπεδα, με την παρουσία του τότε υπουργού Ιωάννη Βαρβιτσιώτη. Αργότερα τον ρώτησα αν ήταν αυτό ήταν αναγκαίο –«ακόμα και για αισθητικούς λόγους»: «Μερικές φορές αδυνατώ να παρακολουθήσω την αισθητική», απάντησε. «Εδώ έχει μεγαλύτερη σημασία η ηθική. Επί ένα μήνα ο Τύπος έγραφε ότι πληρώθηκα απίστευτα ποσά, ενώ εγώ δεν ζήτησα, ούτε πήρα, φράγκο. Ο θόρυβος ήταν τέτοιος που ανακατώθηκε εισαγγελέας, ο οποίος εν τέλει με δικαίωσε απολύτως. Αυτό όμως δε γράφτηκε πουθενά. Κανείς δεν ζήτησεσυγγνώμη. Τι είδους αισθητική είναι αυτή;»

Το 1997, όταν πρωθυπουργός ήταν ο Κώστας Σημίτης, ο Σαββόπουλος είχε προτείνει να μη συζητήσουμε στη συνέντευξη πολιτικά: «Τώρα πια είναι βαρετό θέμα, πιστέψτε με. Όχι τόσο επειδή μάς κυβερνούν αποτυχημένοι λογιστές τρίτης κατηγορίας, όσο επειδή η αριστερή τους παιδεία έρχεται ως άλλοθι να επικαλύψει την τέλεια απουσία οράματος και αληθινού στόχου». Για να προσθέσει: «Το χειρότερο είναι ότι δεν υπάρχει και αντιπολίτευση. Άλλοι Νεάτερνταλ εκεί!» Επρεπε να περάσουν τρια χρόνια για να αναδιατυπώσει αριστοτεχνικά: «Δεν υποτιμούσα καθόλου τον Σημίτη. Όπως δεν υποτιμούσα και τον Μητσοτάκη, όταν αναζητούσα σ’ αυτόν έναν ”υδραυλικό”. Είμαστε μια χώρα οραμάτων, που, όμως, δεν ξέρει να χτίσει. Δεν ξέρει τα στοιχειώδη. Αυτή η άγνοια σε συνδυασμό με τα οράματα μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνη, έως και καταστροφική. Μας χρειάζονται, λοιπόν, ”υδραυλικοί” ή”λογιστές” που,τουλάχιστον, μπορούν να κάνουν τα απαραίτητα βήματα».

Δεν κατέκρινε μόνο την πολιτική εξουσία: «Σε γενικές γραμμές οι ηγεσίες στην Ελλάδα –πολιτικές, εκκλησιαστικές, στρατιωτικές– είναι ακαλλιέργητες. Και ο κόσμος των media δεν πάει παραπίσω». Το ίδιο και χειρότερα, ο κόσμος του νεοπλουτισμού: «Στη δεκαετία του ’90, η λαϊκή διασκέδαση μικροαστικοποιήθηκε, ξεσάλωσε. Επεκράτησαν κάτι κοκορίκοι της Συγγρού, κάτι λαμέ». Κατήγγειλε, εξάλλου, ονομαστικά, πρόσωπα που είχαν κάποτε μεγάλη εξουσία και επιρροή- από τον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο έως τον Σταύρο Ψυχάρη. Συχνά αμφισβητεί τις επιλογές και της αυτού μεγαλειότητος, του«κοινού». Ομως τον τρυφερό του λόγο -και στίχο- τον κρατά πάντα για  εντελώς διαφορετικές προσωπικότητες, όπως υπήρξαν η δημοσιογράφος Σούλα Αλεξανδροπούλου και ο Μίμης Δεσποτίδης, ο θρυλικός «Πέτρος» της ΕΠΟΝ, της «Επιθεώρησης Τέχνης» και του «Θεμελίου»: «Μαζί τους ήμουνα στην άλλη Αριστερά/ που είδε τον κόσμο σαν έργο τέχνης/ με τελειωμένα κι αθάνατα φτερά» (Είδα τη Σούλα και τον Δεσποτίδη). Και αλλού: «Κι εμείς που αριστερίσαμε, ποιο τάχα ήταν το λάθος;/ Εφιάλτης ήταν το είδωλο/ αλήθεια όμως το πάθος» (Μέρες καλύτερες θα ΄ρθουν). Διάλεξε την πλευρά του πολίτη, όχι του πολιτικού: «Μου έχουν προτείνει υπουργεία, πρώτη θέση στο Επικρατείας. Είπα “ευχαριστώ, τιμή μου”, αλλά δεν έχω κανένα ταλέντο σ’ αυτό».

Το 2016, λίγους μήνες μετά το δημοψήφισμα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ, ο Σαββόπουλος επέμενε ότι «πάλι στα σίξτις ξαναγυρνάμε για οικουμενικότητα, ανθρώπινα δικαιώματα, ελευθερία. Τώρα έχουμε πάλι αμφισβήτηση του συστήματος, αλλ’ αυτή τη φορά από δεξιά. Όμως, είμαι βέβαιος ότι θα οδηγηθούμε πάλι στην κανονικότητα. Πάντα έτσι γίνεται». Για να καταλήξει: «Δεν μ’ ενδιαφέρει, αν ο αυταρχισμός είναι αριστερός ή δεξιός. Οφείλουμε να μην τον δεχθούμε και να μη συμμορφωθούμε». Μπορεί κανείς να συμφωνεί ή να διαφωνεί μαζί του. Όμως, τι παράξενο: τα πολιτικά τραγούδια του έχουν ακόμα τέτοιο σφρίγος, ώστε μια νέα τραγουδίστρια, η Νατάσσα Μποφίλιου, δικό του παράλλαξε αυθόρμητα στο «Μουσικό κουτί», για να διατρανώσει τη δική της ιδεολογική πίστη: «Δεν είμαι Πασόκα/ είμαι όμως ΚΚΕ/ Είμαι ό,τι είμαι/ κι ό,τι τραγουδώ για σε» (Το χειμώνα ετούτο).

* Ο Φώτης Απέργης είναι δημοσιογράφος, διευθυντής των μουσικών ραδιοφώνων της ΕΡΤ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή