Αρθρο Γ. Μπαλαμπανίδη στην «Κ»: Πρόβα ορχήστρας

Αρθρο Γ. Μπαλαμπανίδη στην «Κ»: Πρόβα ορχήστρας

Τι κάνει ένα κόμμα όταν αποσύρεται ο χαρισματικός ηγέτης του; Μια ιδέα είναι να αναζητήσει την καινούργια χαρισματική προσωπικότητα που θα καλύψει το κενό. Μια λιγότερο κακή ιδέα είναι να αναδείξει έναν πλουραλισμό επιλογών, που θα πρότειναν ένα διαφορετικό στυλ ηγεσίας.

4' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Τι κάνει ένα κόμμα όταν αποσύρεται ο χαρισματικός ηγέτης του; Μια ιδέα είναι να αναζητήσει την καινούργια χαρισματική προσωπικότητα που θα καλύψει το κενό. Μια λιγότερο κακή ιδέα είναι να αναδείξει έναν πλουραλισμό επιλογών, που θα πρότειναν ένα διαφορετικό στυλ ηγεσίας.

Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να κλίνει προς τη δεύτερη επιλογή, την ίδια στιγμή όμως που παραμένει ο πειρασμός της πρώτης. Το πρόβλημα της ηγεσίας, όσο και αν ξενίζει όσους έχουν αναφορά σε περισσότερο συλλογικές εκδοχές της πολιτικής, είναι καθοριστικό σε μια εποχή όπου η πολιτική τείνει προς την «προεδροποίηση» (presidentalisation), στην οργάνωσή της γύρω από μια ισχυρή φιγούρα ηγέτη. Εκών άκων, ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να κατανοεί ότι η επιβεβαίωση της ικανότητάς του να παραμείνει ένα κόμμα εν κινήσει, το αναγκαίο rebranding δηλαδή, περνάει μέσα και από την οδό της αλλαγής ηγετικού στυλ – που με τη σειρά του δείχνει ότι είναι κόμμα λιγότερο «αντισυστημικό» από όσο θεωρούν πολλοί φίλοι του.

Σαν κακοκουρδισμένη ορχήστρα που χάνει τον μαέστρο της, αναγκάστηκε να οργανώσει μια οντισιόν για να διαλέξει το χέρι που θα κρατήσει την μπαγκέτα. Ως προς αυτό επίσης ευθυγραμμίστηκε με την ευρύτερη τάση των ανοιχτών διαδικασιών επιλογής – των primaries, για να χρησιμοποιήσουμε κάπως προκλητικά άλλη μία «αμερικανική» έννοια. Ετσι όμως κατάφερε, μετά από καιρό, να αποκτήσει ξανά ενδιαφέρον. Παρουσιάζοντας ένα φάσμα υποψηφίων με πολύ διαφορετικά προφίλ, διόλου αυτονόητα για την ελληνική πολιτική: μία νεαρή γυναίκα, ένας ανοιχτά ομοφυλόφιλος άνδρας, ένας φλεγματικός «Βρετανός» με καλές σπουδές.

Οποιος διαβάζει, όμως, μια κομματική παρτιτούρα, δεν βλάπτει να έχει κατά νουν ότι τον ρυθμό δίνει τελικά το αίτημα πολιτικής εκπροσώπησης στο οποίο το «σοκ ηγεσίας» καλείται να ανταποκριθεί. Και ο ρυθμός αυτός ποικίλλει.

Ηγεσία: Allegro moderato. Από την πλευρά της πολιτικής ζήτησης (demand-side) υπάρχουν δύο αντίρροπες τάσεις. Ο Τσίπρας υπήρξε ο ισχυρός συνδετικός ιστός, αλλά και το όριο στη μετατόπιση προς ένα πιο «σοσιαλδημοκρατικό» προφίλ που θα μπορούσε να διασπάσει το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο ρίχνοντας γέφυρες με ευρύτερα κοινά. Ο μετασχηματισμός αυτός, ωστόσο, μοιάζει ζωτικός, εάν τουλάχιστον το κόμμα θέλει να διατηρήσει μια δυναμική κυβερνησιμότητας. Ταυτόχρονα, μέρος του κομματικού ακροατηρίου συνεχίζει να συγκινείται από ό,τι θυμίζει την εποχή της ανόδου του. Θα έλεγε κανείς ότι η Εφη Αχτσιόγλου είναι η πιο κατάλληλα τοποθετημένη για ένα ρόλο που θα συνδυάζει τον λελογισμένο ριζοσπαστισμό με μια στροφή προς την «αριστερή σοσιαλδημοκρατία». Υπό τον όρο ότι δεν θα σνομπάρει την επικοινωνιακή και επαγγελματική διάσταση της πολιτικής – εξάλλου, όταν η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ πήγαινε σε γκαλά φορώντας ένα κομψό φόρεμα στο οποίο έγραφε «Φορολογήστε τους πλούσιους», πολιτική επικοινωνία δεν έκανε;

Οποιος διαβάζει μια κομματική παρτιτούρα, δεν βλάπτει να έχει κατά νουν ότι τον ρυθμό δίνει τελικά το αίτημα πολιτικής εκπροσώπησης στο οποίο το «σοκ ηγεσίας» καλείται να ανταποκριθεί.

Κομματική ανασυγκρότηση: …ma non troppo. Η επιλογή ηγεσίας πηγαίνει μαζί με την ανασυγκρότηση του κομματικού οργανισμού. Εάν κάτι έλειψε δραματικά από τον ΣΥΡΙΖΑ στο πέρασμα από τη διαμαρτυρία στη διακυβέρνηση ήταν το ρίζωμα και η ανατροφοδότηση από το κοινωνικό πεδίο. Παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις, δεν είναι παρωχημένο εργαλείο ένας καλοκουρδισμένος κομματικός οργανισμός. Ταυτόχρονα όμως, τα κόμματα εν γένει είναι απαξιωμένα από τους πολίτες. Ειδικά ο κομματικός ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να θεωρείται εμπόδιο από τον πολύ ευρύτερο και χωρίς ισχυρές ταυτίσεις κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ. Εξ ου το «σύμπτωμα Κασσελάκη», που οφείλει εν πολλοίς την επιτυχία του στο ότι αυτοπαρουσιάζεται (περίπου μαοϊκά!) ως μια υποψηφιότητα έξω και ενάντια στους βαρείς κομματικούς μηχανισμούς. Με τον κίνδυνο, βέβαια, η αναζήτηση μιας φωτογενούς και «μοντέρνας» προσωπικότητας –που θυμίζει Μακρόν και ομνύει στην αδιαμεσολάβητη σχέση ηγέτη-λαού– να αναπαράγει ένα μοντέλο τυπικά λαϊκιστικής και τελικά αυταρχικής ηγεσίας.

Ιδεολογικό προφίλ: Andante cantabile. Η πολιτική είναι αγώνας ημιαντοχής. Είναι εμφανής η ανυπομονησία να βρεθεί ο ηγέτης που θα τα βάλει «στα ίσια» με τον Μητσοτάκη. Ωστόσο, καμία νίκη δεν ήρθε ποτέ χωρίς προγραμματική προπαρασκευή και ανανέωση – εργασία στην οποία επίσης το κόμμα αυτό βαθμολογήθηκε χαμηλά, αφού αρνήθηκε να αξιοποιήσει την εμπειρία που απέκτησε στα χρόνια της διακυβέρνησης, όταν ο βολονταρισμός χτύπησε στον τοίχο της εφαρμοσμένης πολιτικής. Η πρόταξη στοιχείων ατζέντας (agenda issues) ιδίως από τον Ευκλείδη Τσακαλώτο, λ.χ. μια φορολογική μεταρρύθμιση όχι αρεστή σε όλους, έδωσε ένα στίγμα, που ακόμη ωστόσο απέχει από τη διαμόρφωση μιας πειστικής αφήγησης – μιας ρεαλιστικής ουτοπίας, για να θυμηθούμε τον Erik Olin Wright.

Coda: Η «Συμφωνία του Νέου Κόσμου». Μένει μια τελευταία παρατήρηση. Το κόμμα της Αριστεράς προτείνει στους φίλους και στα μέλη του πλουραλιστικές υποψηφιότητες, που στον έναν ή στον άλλο βαθμό ανταποκρίνονται σε πρότυπα της αγγλοσαξονικής πολιτικής. Ο Κασσελάκης μοιάζει να έχει βγει από το επικοινωνιακό textbook των Αμερικανών Δημοκρατικών· η Αχτσιόγλου θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να ενσαρκώσει ένα μοντέλο σύγχρονης πολιτικού σαν την Τζασίντα Αρντερν των Νεοζηλανδών Εργατικών, μια δυναμική γυναίκα με ανεπτυγμένη ενσυναίσθηση και ιδέες που προσιδιάζουν σε έναν πραγματιστικό δημοκρατικό σοσιαλισμό· ο Τσακαλώτος φέρει τις αποσκευές της αριστερής πτέρυγας των Βρετανών Εργατικών, στην εκδοχή του Τζέρεμι Κόρμπιν.

Σημάδι συμφιλίωσης με την «αμερικανική» πολιτική; Ενδειξη πραγματισμού που αναζητεί έμπνευση σε ό,τι πιο προωθημένο έχει να επιδείξει σήμερα η προοδευτική πολιτική; Η εστίαση στον ρόλο της ηγεσίας, το rebranding, οι primaries, η έστω απρόθυμη αποδοχή της σημασίας της επικοινωνίας είναι δείκτες πως ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής Αριστεράς παύει να θεωρεί «αμερικανιές» ορισμένα ουσιώδη στοιχεία της σύγχρονης πολιτικής.

Βέβαια, η ηγεσία είναι μέρος μόνο μιας σύνθετης άσκησης, που περιλαμβάνει επίσης αξιακές αιχμές (υλικές: ανισότητες, μετα-υλιστικές: δικαιώματα/μειονότητες, ή και τα δύο: κλιματική κρίση/οικολογία), πολιτικές-κοινωνικές συμμαχίες, εντέλει ένα πρόταγμα εκπροσώπησης και διακυβέρνησης. Ως προς αυτό, μήπως το «ιβηρικό παράδειγμα» της Πορτογαλίας ή της Ισπανίας είναι πιο συμβατό με τα δεδομένα του ελληνικού κομματικού ανταγωνισμού; Θα φανεί στην πρόβα.

Ο κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός επιστήμονας, συγγραφέας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT