Άρθρο Κώστα Ύφαντη στην «Κ»: Οι συνέπειες μιας «ολικής επαναφοράς»

Άρθρο Κώστα Ύφαντη στην «Κ»: Οι συνέπειες μιας «ολικής επαναφοράς»

3' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Υπάρχει μια μοιρολατρική κατατονία στη συζήτηση, μια φαταλιστική αίσθηση στην αμερικανική δημόσια σφαίρα. Αρκετές και αρκετοί εντός και εκτός Ηνωμένων Πολιτειών δυσκολεύονται να φανταστούν ένα αποτέλεσμα άλλο από την επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές τον Νοέμβριο του 2024. Είναι πραγματικά εντυπωσιακό, αν και όχι πρωτοφανές, να θεωρείται κάποιος τόσο νωρίς ο πιο πιθανός νικητής των εκλογών. Αυτή τη στιγμή, στις δημοσκοπήσεις ο Τραμπ προηγείται μέχρι και με 40, 45 και 47 ποσοστιαίες μονάδες του εγγύτερου ανταγωνιστή του για το χρίσμα του κόμματος. Είναι μπροστά από τον πρόεδρο Μπάιντεν στις περισσότερες δημοσκοπήσεις μέχρι σήμερα, ενώ ελάχιστες δίνουν ισοπαλία. Αυτό σημαίνει ότι η ιδέα της μη εκλογιμότητας (ulelectable) είναι μάλλον χωρίς σημασία και αφαιρεί από τους συνυποψηφίους του το βασικό τους επιχείρημα, ενώ μεταφέρει το δίλημμα (της μη εκλογιμότητας) σταθερά στην πλευρά των Δημοκρατικών.

Είναι μάλλον βέβαιο ότι σε περίπου 11 εβδομάδες από τώρα ο Τραμπ θα έχει εξασφαλίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών πολύ πριν ολοκληρωθούν οι σχετικές προκριματικές εκλογικές διαδικασίες. Η περίφημη Super Tuesday στις 5 Μαρτίου, οπότε διεξάγονται οι προκριματικές σε 17 πολιτείες μεταξύ αυτών η Καλιφόρνια, το Τέξας, η Βιρτζίνια και η Μασαχουσέτη, θα ξεκαθαρίσει το τοπίο, αν αυτό δεν έχει συμβεί και νωρίτερα στις εκλογές στη Νότια Καρολίνα, όπου συνήθως γίνεται η πρόωρη «στέψη» για τον υποψήφιο του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος.

Οταν κλείσει η εκκρεμότητα των προκριματικών, τότε σύμφωνα με πολλούς αναλυτές στις ΗΠΑ θα είναι πολύ αργά για να σταματήσει η «έφοδος» του Τραμπ προς τον Λευκό Οίκο. Η πολιτική και εκλογική του δυναμική θα είναι ακόμη μεγαλύτερη από ό,τι είναι σήμερα. Πολλές και πολλοί από όσους Ρεπουμπλικανούς που μέχρι και εκείνη τη στιγμή θα εξακολουθούσαν να στέκονται κριτικά απέναντι στην υποψηφιότητά του θα σιωπήσουν ή και θα στοιχηθούν πίσω του. Το ίδιο θα συμβεί και με τους χρηματοδότες, που σήμερα αρνούνται να τον στηρίξουν ή υποστηρίζουν κάποιον/α άλλο/η από την ομάδα των υποψηφίων.

Προφανώς οι συνέπειες για τον κόσμο μιας «ολικής επαναφοράς» θα είναι επίσης σοβαρές, αν και δεν είναι εύκολο να γίνουν συγκεκριμένες εκτιμήσεις αν λάβουμε υπ’ όψιν την ad hoc συναλλακτική και ελάχιστα στρατηγική αντίληψη του Τραμπ. Για την Ελλάδα, αξίζει να θυμηθούμε ότι η εμβάθυνση της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας και η απόφαση της Ουάσιγκτον να επενδύσει σε νέες υποδομές και να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία ξεκίνησε την περίοδο που ήταν πρόεδρος. Αυτό που ίσως παραμένει θολό είναι η σχέση με την Τουρκία και τον πρόεδρο Ερντογάν. Για τον πρόεδρο Τραμπ, ο Ερντογάν είναι ένας πελάτης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα προσπαθήσει να ξεπαγώσει το ζήτημα των F-16. Στην ανάλυσή του, η Τουρκία είναι μια χώρα που δεν πρέπει να χαθεί για την αμερικανική αμυντική βιομηχανία και στον βαθμό που δεν απειλεί τα αμερικανικά συμφέροντα, η διασύνδεση των F-16 με άλλα θέματα είναι επιλογή μόνον αν αυτά τα θέματα είναι σημαντικά για τις ΗΠΑ. Σε αυτό το πλαίσιο, και στο κακό σενάριο επιστροφής της έντασης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, για την Ελλάδα είναι πιο σημαντικές οι εκλογές και η ισορροπία ισχύος στο Κογκρέσο.

Οπως σημείωσε ο Ρόμπερτ Κέιγκαν, η πολιτική δύναμη του Τραμπ δεν πηγάζει από τους θεσμούς της αμερικανικής δημοκρατίας αλλά από τους οπαδούς του και την «αδιαμεσολάβητη» σχέση που επιδιώκει και έχει οικοδομήσει. Η βαθιά συντηρητική, θρησκόληπτη Αμερική, την οποία δήθεν εκπροσωπεί, νιώθει επιτέλους χειραφετημένη απέναντι στο διεφθαρμένο κατεστημένο της Ουάσιγκτον και στις ελίτ της ανατολικής ακτής και των μεγάλων αστικών κέντρων. Ο Ντοναλντ Τραμπ έχει καταφέρει να την κινητοποιήσει με έναν βίαιο και απόλυτο τρόπο, που σε κάποιες περιπτώσεις θυμίζει θρησκευτική σέχτα.

Είναι το πιο αποκαλυπτικό σύμπτωμα μιας βαθιά διχασμένης Αμερικής. Ενα πολιτικό σώμα που έχει χάσει την ικανότητά του να ανακαλύπτει πεδία συναίνεσης. Μια κοινωνική συνθήκη που χτίζεται στα άκρα του φάσματος από λαϊκιστικές ακροαριστερές και ακροδεξιές δυνάμεις που δεν επικοινωνούν. Και όλη αυτή η εξέλιξη αποκαλύπτει τα όρια ενός πολιτικού συστήματος που αδυνατεί να παραγάγει ηγετικές ομάδες ικανές να ανασυγκροτήσουν τον μεσαίο χώρο που έκανε τις ΗΠΑ τη μεγαλύτερη δύναμη που γνώρισε η Ιστορία.

*Ο κ. Κώστας Υφαντής είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και διευθυντής του ΙΔΙΣ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή