Η Συμφωνία των Πρεσπών και η πραγματικότητα

Η Συμφωνία των Πρεσπών και η πραγματικότητα

Η διαρκής αμφισβήτηση της Συμφωνίας είναι βούτυρο στο ψωμί των αντιπάλων της χώρας μας. Ας μην τους το προσφέρουμε! Ας ασχοληθούμε με την ουσία και ας πράξουμε αυτό που χρειάζεται για να τους αφοπλίσουμε!

3' 39" χρόνος ανάγνωσης

Η υπογραφή της Συμφωνίας των Πρεσπών από τον Νίκο Κοτζιά και τον Νικολά Ντιμιτρόφ στις 17 Ιουνίου 2017, υπό το βλέμμα των Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεφ, χαρακτηρίσθηκε από πολλούς, και δικαίως, ως ένα μεγάλο βήμα για την εμπέδωση και προώθηση της ειρήνης, της σταθερότητας και της συνεργασίας στην περιοχή. Κατόρθωσε να επιλύσει μια διαφορά που παρέμενε ανοικτή πληγή για τις ελληνικές εθνικές ευαισθησίες. Ταυτόχρονα, θεωρήθηκε παράδειγμα προς μίμηση για την επίλυση προβλημάτων μεταξύ άλλων χωρών. 

Για να επιτευχθεί η Συμφωνία, απαιτήθηκε πολιτικό θάρρος, υπευθυνότητα, μεγάλη δαπάνη πολιτικού κεφαλαίου, καθώς και σημαντικό προσωπικό κόστος από τον Αλέξη Τσίπρα και τον Νίκο Κοτζιά, ο οποίος επεξεργάσθηκε λεπτομερέστατα το κείμενο σε όλες τις φάσεις του. Αμφότεροι γνώριζαν όλα αυτά και τα αποδέχθηκαν. Για να είμαστε δίκαιοι, το ίδιο θα πρέπει να λεχθεί και για τους βόρειους γείτονές μας.

Δεν θα παραθέσω τη σειρά των οροσήμων που οδήγησαν μέχρι τις Πρέσπες. Αυτά έχουν παρατεθεί εξαντλητικά αλλού, στην άφθονη και φλογερή αρθρογραφία περί του θέματος, εν όψει και των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. 

Λόγω και της προφανώς οπερεττικής αρχαιολαγνείας του VMRO, στη χώρα μας επικρατούσε από παλαιά η πεποίθηση ότι στα Σκόπια καλλιεργείται αλυτρωτισμός εις βάρος μας και κλίμα διεκδίκησης εθνικών εδαφών μας.

Κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες, τα σχετικά ελληνικά επιχειρήματα, ενώ συντηρούσαν τη φλόγα στο εσωτερικό της χώρας μας, δεν κατόρθωναν να πείσουν ούτε τους φίλους μας, πόσω μάλλον τους αντιπάλους μας. Τα Σκόπια, όμως, εύρισκαν ευήκοα ώτα, προβάλλοντας την εικόνα μιας μικρής και αδύναμης χώρας, η οποία ασφυκτιούσε, επειδή ο γείτονας δεν την άφηνε να δει το φως του ήλιου. Έτσι, είχε επιτύχει την αναγνώρισή της από134 μέλη του ΟΗΕ, μεταξύ των οποίων και τα 4 από τα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας (πλην της Γαλλίας). Ημέτερες προσπάθειες «αποαναγνώρισης» υπήρξαν ατελέσφορες, πλήττοντας την αξιοπιστία της χώρας.

Η πραγματικότητα είναι ότι η Βόρεια Μακεδονία έχει 1.800.000 κατοίκους (ποσοστό 30% είναι Αλβανόφωνοι Μουσουλμάνοι) και το έδαφός της είναι το 1/5 του ελληνικού. Δεν διαθέτει αξιόλογo στρατό, ούτε αεροπορία (εκ των πραγμάτων, ούτε Ναυτικό). Βάσει των στοιχείων αυτών, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί απειλή εις βάρος μας. Όσο για τον αλυτρωτισμό, εφ’όσον δεν αποτελεί κρατική ιδεολογία, αλλά φαντασιώσεις φανατικών ομάδων, δεν μπορεί να αποτελέσει σοβαρή απειλή, διότι «έχουν γνώσιν οι φύλακες». Εξ άλλου, τα φανατικά στοιχεία δεν αποτελούν αποκλειστικότητα των γειτόνων μας, αλλά, πολλαπλασιάζονται παντού σε δηλητηριώδεις ατμόσφαιρες και αναζητούν βήμα έκφρασης.

Αξιολογώντας περαιτέρω τη Συμφωνία, θα πρέπει να συνεκτιμηθούν οι άοκνες προσπάθειες της φίλης, συμμάχου και γείτονος Τουρκίας, να ελέγξει την περιοχή. Ο Πρόεδρος Ερντογάν, στις 20 Μαΐου 2018 επέλεξε το Σαράγιεβο ως σημαντικό σταθμό της προεκλογικής του εκστρατείας. Επί πλέον, αυτοπροβάλλεται ως προστάτης των Μουσουλμάνων της Βόρειας Μακεδονίας. Για τους δικούς της λόγους, και η Ρωσία δεν επιθυμεί την ευόδωση της Συμφωνίας. Να μη λησμονούμε και τα επεκτατικά όνειρα ενίων στην Αλβανία.

Η Συμφωνία των Πρεσπών έχει αντιπάλους, εντός και εκτός της Ελλάδος. Είναι σεβαστές οι ανησυχίες των συμπατριωτών μας και πρέπει να ακουστούν. Ωστόσο, ουδείς έχει το αποκλειστικό δικαίωμα στον πατριωτισμό, θεμελιώδη στοιχεία του οποίου είναι η προάσπιση των δικαιωμάτων της πατρίδος και η μέριμνα για το μέλλον της, ασχέτως πολιτικού ή προσωπικού κόστους.

Η αμφισημία και οι παλινδρομήσεις, όμως, δεν βοηθούν, διότι οι καιροί τρέχουν. Η φύση απεχθάνεται το κενό και εάν η Ελλάς αποστρέψει το πρόσωπό της από τη Βόρεια Μακεδονία, απεμπολώντας τα πλεονεκτήματα που της παρέχει η Συμφωνία, άλλοι καιροφυλακτούν. Είναι προς το συμφέρον μας η στήριξη της σταθερότητας της Βόρειας Μακεδονίας. Αστάθεια, θα μπορούσε να τροφοδοτήσει διασπαστικά φαινόμενα, με πολύ κακές εξελίξεις.

Στο σημείο αυτό θα επικαλεσθώ, τη διορατικότητα και τον ρεαλισμό του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, ο οποίος στις 13 Φεβρουαρίου 1993, έλεγε για το Σκοπιανό ότι μετά από δέκα χρόνια, κανείς δεν θα θυμάται αυτή την κουβέντα. “Επί σαράντα πέντε χρόνια δεν μας ενοχλούσε αυτό το όνομα. Θα το έχουμε ξεχάσει. Η ουσία μας ενδιαφέρει. Και αυτή η Δημοκρατία πρέπει να στηριχθεί στην Ελλάδα. Πρέπει να την στηρίξουμε ώστε να υπάρχει και να την προσεγγίσουμε να πλησιάσει προς εμάς.”

Οι λόγοι και οι πράξεις της νέας Προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας, ήταν περίπου αναμενόμενοι. Με ευχαρίστηση ακούσαμε και τον ηχηρό αντίλογο στο εσωτερικό της χώρας εκείνης. Η διαρκής αμφισβήτηση της Συμφωνίας είναι βούτυρο στο ψωμί των αντιπάλων της χώρας μας. Ας μην τους το προσφέρουμε! Ας ασχοληθούμε με την ουσία και ας πράξουμε αυτό που χρειάζεται για να τους αφοπλίσουμε!

* Ο Ανδρέας Παπασταύρου πρέσβης επί τιμή, υπηρέτησε ανάμεσα στις άλλες θέσεις ως Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στην ΕΕ

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT