Νόμισμα με δύο όψεις

4' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο από υποστηρικτές του Τραμπ, γίνεται μεγάλη συζήτηση σχετικά με τον ρόλο των social media στη διοργάνωση των βίαιων διαδηλώσεων. Ο επίτροπος της Ευρωπαϊκής Ενωσης Τιερί Μπρετόν χαρακτήρισε τα γεγονότα «το 9/11 των social media». Οπως η τρομοκρατική επίθεση σηματοδότησε μια νέα εποχή για την παγκόσμια ασφάλεια, έτσι και η επίθεση στο Καπιτώλιο θα διαχωρίζει το πριν και το μετά του δημοκρατικού ρόλου των social media. Ηταν όμως ο ρόλος τους τόσο πρωτοφανής;

Η αντίληψη των social media ως δημοκρατικών ή αντιδημοκρατικών εργαλείων είναι απαρχαιωμένη. Δεν είναι ούτε εκ φύσεως καλά ούτε εκ φύσεως κακά για τη δημοκρατία. Δίνουν φωνή σε αυτούς που παραδοσιακά δεν έχουν ευκαιρίες προβολής από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Σε αυτούς περιλαμβάνονται ακτιβιστές, άτομα που έως τώρα κατοικούσαν σε σκοτεινές γωνίες του Διαδικτύου, κοινότητες πεπεισμένες ότι η Γη είναι επίπεδη και πολλοί ακόμη. Τα social media μπορούν να βοηθήσουν στην ανύψωση πολλών ατόμων και ομάδων από το περιθώριο στο κέντρο των πολιτικών συζητήσεων, να τους επιτρέψουν να αμφισβητήσουν το status quo, και κάποιες φορές ακόμη και να επαναπροσδιορίσουν τους όρους του δημόσιου διαλόγου. Δεν παρέχουν, φυσικά, καμία εγγύηση ότι καθένας από αυτούς στηρίζει απαραίτητα και τους δημοκρατικούς θεσμούς.

Πριν από 10 χρόνια, χιλιάδες χρησιμοποίησαν τα social media για να κινητοποιήσουν συμπολίτες τους να βγουν στους δρόμους του Καΐρου ή να κατασκηνώσουν στην Πουέρτα ντελ Σολ στη Μαδρίτη. Μόλις πριν από πέντε χρόνια, εκατοντάδες συμμετείχαν σε πολιτικές αναταραχές στο Φέργκιουσον, που οργανώθηκαν αρχικά στα social media. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι πολίτες όχι μόνο δεν στόχευαν να επιτεθούν στη δημοκρατία, αντιθέτως, στη μία περίπτωση ήθελαν να ανατρέψουν έναν αδίστακτο δικτάτορα και στις άλλες να πιέσουν για καλύτερη δημοκρατική εκπροσώπηση και την εξάλειψη της μακροχρόνιας αστυνομικής βίας κατά των Αφροαμερικανών. Πώς μπορεί η ίδια τεχνολογία, που πριν από μόλις 10 χρόνια ήταν όπλο απελευθέρωσης και εκδημοκρατισμού, να θεωρείται τώρα υπεύθυνη για την επίθεση στην αμερικανική δημοκρατία;

Τα social media δεν επηρεάζουν τους ανθρώπους με τον ίδιο τρόπο. Οι επιπτώσεις τους εξαρτώνται τόσο από τον τύπο χρήσης όσο και από τα ατομικά χαρακτηριστικά του χρήστη. Για παράδειγμα, παρά την αντίληψη ότι τα κοινωνικά μέσα τροφοδοτούν την πόλωση και την παραπληροφόρηση, υπάρχουν λίγα στοιχεία που να υποστηρίζουν αυτούς τους ισχυρισμούς. Εκτός του ότι οι πολίτες δεν χρησιμοποιούν μόνο τα social media για την ενημέρωσή τους, όταν το κάνουν έχουν περισσότερες ευκαιρίες από οποιοδήποτε άλλο περιβάλλον να εκτεθούν σε μεγαλύτερη ποικιλία πληροφοριών και απόψεων, συμπεριλαμβανομένων και αντίθετων από τις δικές τους. Σε αντίθεση με τον ισχυρισμό ότι τα social media κατακερματίζουν το κοινό σε ομοιογενείς και ιδεολογικά συμπαγείς ομάδες, έρευνες δείχνουν ότι αυτό δεν συμβαίνει σε βαθμό μεγαλύτερο από ό,τι με άλλα, μη διαδικτυακά μέσα. Εκείνοι δε που δραστηριοποιούνται σε τέτοιες ομάδες στα social media χαρακτηρίζονται συνήθως από πολύ ισχυρές κομματικές ή ιδεολογικές τάσεις.

Παρομοίως, αυτοί που καταναλώνουν και μοιράζονται «fake news» και θεωρίες συνωμοσίας είναι λίγοι και τυπικά κλίνουν έντονα προς τέτοιες πεποιθήσεις. Για παράδειγμα, μελέτες έχουν δείξει ότι στις εκλογές των ΗΠΑ το 2016 η παραπληροφόρηση αποτελούσε ένα πολύ μικρό μερίδιο των πληροφοριών που οι πολίτες συναντούσαν σε πλατφόρμες όπως το Facebook. Την ίδια περίοδο, το μεγαλύτερο ποσοστό παραπληροφόρησης καταναλώθηκε από ένα μικρό υποσύνολο χρηστών (λιγότερο από 1%), ενώ μια μειονότητα της τάξεως του 0,1% ήταν υπεύθυνη για την εξάπλωση του 80% των «fake news». Αυτοί ήταν άτομα με μεγάλη έκθεση στην παραπληροφόρηση, έντονα κομματικοί και συνήθως άνω των 60 ετών. Ορισμένα ατομικά χαρακτηριστικά, επομένως, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο πώς τα social media επηρεάζουν δημοκρατικά χρήσιμες στάσεις και συμπεριφορές.

Διαφορετικές πλατφόρμες ασκούν επίσης διαφορετικά είδη επιρροής. Η δημιουργία γκρουπ και η υποχρέωση για αμοιβαία σύνδεση, για παράδειγμα, καθιστά το Facebook ένα πιο γόνιμο μέρος για την ανάπτυξη και διατήρηση κοινωνικού κεφαλαίου απ’ ότι το Twitter. Ευνοεί επίσης την οικοδόμηση και ενδυνάμωση της ταυτότητας ενός γκρουπ και, συχνά, την περιθωριοποίηση αυτών που δεν ανήκουν σε αυτό. Η ασύμμετρη δομή δικτύωσης με άλλους στο Twitter, από την άλλη πλευρά, προωθεί άλλες δυναμικές επικοινωνίας αλλά και δημογραφίας. Διευκολύνει την ευρεία διάδοση πληροφοριών κατά μήκος πολύ διαφορετικών μεταξύ τους δικτύων, επιτρέποντας την έκθεση σε ευρύτερες απόψεις και προσελκύοντας στην πλατφόρμα άτομα με ενδιαφέρον και ενημέρωση για την πολιτική που αποσκοπούν να συνδεθούν με δίκτυα γνώσης (π.χ. δημοσιογράφους). Ως αποτέλεσμα, ενώ παραπληροφόρηση διαχέεται και στις δύο πλατφόρμες, όταν κάνει την εμφάνισή της στο Twitter, το κοινό του είναι λιγότερο δεκτικό και έχει ισχυρότερους μηχανισμούς κοινωνικής διόρθωσης.

Τέλος, μεγάλο μέρος της ανησυχίας σχετικά με τον φερόμενο καταστροφικό αντίκτυπο των social media στη δημοκρατία προέρχεται από τα κυρίως αμερικανικά φαινόμενα ακραίας πόλωσης και παραπληροφόρησης. Οι ΗΠΑ, όμως, δεν είναι μια τυπική περίπτωση και οι επιπτώσεις των social media δεν είναι απαραίτητα οι ίδιες και αλλού. Για παράδειγμα, ενώ η αμερικανική κοινωνία συνεχίζει μια πορεία πόλωσης που ξεκινά τη δεκαετία του ’80 και καθιστά ανησυχητική την πιθανή τροφοδότησή της από τα social media, το μέγεθος της πόλωσης αυτής δεν είναι συγκρίσιμο με αυτό των χωρών της Ευρώπης. Διαχρονικές μελέτες δείχνουν ότι χώρες όπως η Σουηδία, η Γερμανία, αλλά ακόμη και η Βρετανία του Brexit, έχουν μια σταθερή πορεία μειούμενης πόλωσης τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Τα social media είναι μια τεχνολογία που εξαρτάται –και διαμορφώνεται τεχνολογικά– από τα μοτίβα ανθρώπινης συμπεριφοράς. Καθώς η τελευταία είναι συχνά απρόβλεπτη, η διακυβέρνηση των πλατφορμών και η ρύθμιση των κανονισμών χρήσης τους έχει γίνει ένα από τα πιο ευαίσθητα θέματα της εποχής μας και αποτελεί μεγάλη πρόκληση για δημοκρατικά πολιτεύματα που βασίζονται στον πλουραλισμό των απόψεων. Το ενδιαφέρον ερώτημα που θα συνεχίσει να συζητείται τα επόμενα χρόνια είναι σε ποιο σημείο οι δημοκρατίες θα πρέπει να τραβήξουν τις οριοθετικές γραμμές τους.
 
* O κ. Γιάννης Θεοχάρης είναι καθηγητής Ψηφιακής Διακυβέρνησης και κάτοχος της ομώνυμης έδρας στο Τεχνικό Πανεπιστήμιο του Μονάχου (TUM).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή