Ανάλυση: Η Καρολάιν, η γιάφκα, το Τσερνομπίλ…

Ανάλυση: Η Καρολάιν, η γιάφκα, το Τσερνομπίλ…

7' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αλήθεια είναι πως και η ιδιοκτήτρια της «Ελευθεροτυπίας» Μάνια Τεγοπούλου είχε μια καλή δικαιολογία για να μην δημοσιεύσει την είδηση για την ανακάλυψη της γιάφκας «Επαναστατικού Αγώνα» στην Κυψέλη, όπου βρέθηκαν ρουκετοβόλα, ρουκέτες, καλάσνικοφ, πιστόλια κ.λπ.. Ή τουλάχιστον αυτό διαλαλούσε.

Το πρωτοσέλιδο άρθρο της εφημερίδας (21.4.2010) που είχε τίτλο «Η είδηση και οι “ειδήσεις”. Γιατί η “Ε” δεν δημοσίευσε την “εισβολή της ΕΛΑΣ στην γιάφκα”» ανέφερε:

«Η “ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ” στο χθεσινό της φύλλο δεν ανέφερε την είδηση ότι η αστυνομία απέκλεισε μια πολυκατοικία ερευνώντας για τον εξοπλισμό του “Επαναστατικού Αγώνα”. Εξι άνθρωποι έχουν κατηγορηθεί και προφυλακιστεί για συμμετοχή στην οργάνωση αυτή. (…)

Η ΣΙΩΠΗ της εφημερίδας μας, στην περίπτωση αυτήν και μόνο, έστελνε ένα μήνυμα. (…)  Δεν ήταν αποπληροφόρηση ή απόκρυψη μιας “είδησης”, που ήταν ήδη και θα γινόταν ευρέως γνωστή. Αμυνα στην παραπληροφόρηση ήταν:

* Αμυνα, στην κατασκευή σεναρίων με ευθύνη της αστυνομίας, που κρυβόταν πίσω από SMS, τα οποία οδηγούν στη φυλακή ανθρώπους, χωρίς να γίνονται σεβαστά τα δικαιώματά τους.

* Αμυνα στην απαράδεκτη μεθόδευση της αστυνομίας, να χρησιμοποιεί τα ΜΜΕ, για να δημιουργείται κλίμα καταδικαστικό, ώστε να θριαμβολογεί μετά, παραβιάζοντας, στην υπόθεση της τρομοκρατίας, το τεκμήριο αθωότητας και τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Η ΜΗ δημοσίευση της είδησης αυτής είχε πολιτικό σκοπό και κόστος. Με τον θόρυβο που δημιουργήθηκε, εντός και εκτός των τειχών, για αυτήν την απροσδόκητη παράβαση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας από την “Ε”, πέρασε ένα μήνυμα πιο σημαντικό από τη δημοσίευση. Κατ’ εξαίρεση. Ο αναγνώστης θα κρίνει.»

Για την λογοκρισία της ανακάλυψης του βαρέος οπλισμού υπήρξαν πολλές αντιδράσεις. Ακόμη και οι συντάκτες της «Ελευθεροτυπίας» δημοσίευσαν στο ίδιο φύλλο ένα ξεχωριστό κείμενο στο οποίος επεσήμαναν:

«Η “Ελευθεροτυπία” δεν δημοσίευσε χθες το γεγονός της εισβολής της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας σε διαμέρισμα της Κυψέλης το οποίο σύμφωνα με την αστυνομία -παρ’ ότι δεν είχε εκδώσει επίσημη ανακοίνωση- είναι η “γιάφκα του Επαναστατικού Αγώνα”. Η μη δημοσίευση με απόφαση της ιδιοκτησίας και παρά τις διαφωνίες της διεύθυνσης, που είχε ως αποτέλεσμα να μην ενημερωθούν οι αναγνώστες της εφημερίδας για τις πραγματικές διαστάσεις του γεγονότος, συνιστά λογοκρισία, που δεν συνάδει με τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, τις οποίες υπηρετούμε με συνέπεια οι συντάκτες τής “Ε”. Κι αυτές τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας τηρούμε και απέναντι στον τρόπο με τον οποίο η αστυνομία διαχειρίζεται τις εξελίξεις το τελευταίο διάστημα. Ενα γεγονός ή μια πληροφορία μπορεί όποιος θέλει να την κρίνει ή να την αμφισβητήσει. Δεν μπορεί όμως σε καμία περίπτωση να μην τη δημοσιεύσει και να την αποκρύψει από το αναγνωστικό κοινό» (Ελευθεροτυπία 21.4.2010)

Ποιος, τελικώς, είχε δίκιο; Η ιδιοκτήτρια της «Ελευθεροτυπίας», η οποία επικαλούμενη διάφορους «ανώτερους σκοπούς», δεν δημοσίευσε την είδηση, ή οι συντάκτες της ίδια εφημερίδας που μίλησαν για «λογοκρισία, που δεν συνάδει με τις αρχές της δημοσιογραφικής δεοντολογίας»;

Και για να φτάσουμε στα τωρινά, ποιος έχει δίκιο: οι εφημερίδες και οι δικτυακοί τόποι οι οποίοι δημοσίευσαν αποσπάσματα του ημερολογίου της άτυχης Καρολάιν που δολοφονήθηκε στα Γλυκά Νερά, ή η «Αυγή» που αρνήθηκε να το κάνει σεβόμενη απολύτως, όπως γράφει σε διαδικτυακό της άρθρο:

«Την δικαστική και διωκτική διαδικασία και πάνω από όλα τη μνήμη του θύματος που δολοφονήθηκε από τον σύζυγό της, ο οποίος παραδέχτηκε πως προσπάθησε να συγκαλύψει την υπόθεση, αρνείται να δημοσιεύσει ανάλογες διαρροές. Απορούμε, δε, ποιος είναι ο πραγματικός λόγος αυτών των “ρεπορτάζ”. Το γεγονός πως πολλές ιστοσελίδες αναπαράγουν αυτούσιο το περιεχόμενο, που παράγεται από συγκεκριμένους δημοσιογράφους γνωστούς για τις απόψεις τους σε τηλε-παράθυρα, δημιουργεί την υποχρέωση της Πολιτείας να περιφρουρήσει τη διαδικασία και να παύσει τις άθλιες πρακτικές των διαρροών σε τραστ. Να σπάσει πια το απόστημα της στοχοποίησης των γυναικών θυμάτων βίας» (avgi.gr 18.6.2021)

Η δημοσίευση των αποσπασμάτων του ημερολογίου προκάλεσε αντιδράσεις, αντίθετες από εκείνες που δημιούργησε η μη δημοσίευση της είδησης για την γιάφκα. Μέχρι και η Ένωση Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία ζητά «οι συνάδελφοι οφείλουν να απέχουν από δημοσιεύματα που θίγουν τον πυρήνα της ιδιωτικής ζωής των πολιτών και των οικείων τους. Η δημοσιογραφία σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπηρετεί ένα παιχνίδι εντυπώσεων, ούτε να υποκαθιστά την Δικαιοσύνη».

Είναι διάχυτη η αντίληψη στην ελληνική κοινωνία ότι πρώτιστο καθήκον των δημοσιογράφων δεν είναι να ενημερώνουν τον κόσμο, αλλά να τον αλλάξουν, να τον βελτιώσουν δια της απόκρυψης πτυχών της πραγματικότητας. Αυτή η επιταγή εκφράζεται πολλαπλώς. Στα εθνικά θέματα οφείλουμε να μην δημοσιεύουμε ειδήσεις ή απόψεις που «αντικειμενικώς παίζουν το παιγνίδι των (όποιων) εχθρών». Δεν αναφερόμαστε μόνο στην Τουρκία, ή την Βόρειο Μακεδονία. Την περίοδο του πολέμου στην Γιουγκοσλαβία η «Ελευθεροτυπία» στο κύριο άρθρο της καλούσε τους δημοσιογράφους:«Και μόνο από σεβασμό προς τους νεκρούς αυτών των [νατοϊκών] δολοφονικών επιθέσεων κατά της δημοσιογραφίας οι μετρημένοι στα δάκτυλα επικριτές [του καθεστώτος Μιλόσεβιτς] θα πρέπει επιτέλους να σιωπήσουν» (5.5.1999).

Αυτό ήταν το κυρίαρχο σκεπτικό στην χώρα και γι’ αυτό τα ελληνικά ΜΜΕ αποσιώπησαν το μεγαλύτερο έγκλημα στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι αναγνώστες, ακροατές, τηλεθεατές, δεν έμαθαν τότε ότι Σέρβοι μαχητές (με την βοήθεια Ελλήνων ακροδεξιών) σφαγίασαν 8.000 αμάχους στην Σρεμπρένιτσα.

Υπάρχει ένα αόρατο νήμα που συνδέει γελοίες και σοβαρές περιπτώσεις λογοκρισίας ή αυτολογοκρισίας των δημοσιογράφων. Ενώνει την αποσιώπηση των επιπτώσεων του Τσερνομπίλ (θα έκανε κακό στο σοσιαλισμό, ο οποίος είναι καλός για την ανθρωπότητα), την «ενεργή αντίθεση των δημοσιογράφων στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους» (με αποτέλεσμα το 2003 οι Έλληνες να πιστεύουν επί 22 ημέρες ότι ο Σαντάμ Χουσεΐν κερδίζει τον δεύτερο Πόλεμο του Κόλπου, μέχρι που είδαν ξαφνικά την αμερικανική σημαία να κυματίζει στην Βαγδάτη· πρβλ. «Fake news εκ του προχείρου» https://www.kathimerini.gr/opinion/926040/fake-news-ek-toy-procheiroy/), την είδηση για την γιάφκα στην Κυψέλη (πρβλ. «Η είδηση μιας γιάφκας» https://www.kathimerini.gr/opinion/719696/i-eidisi-mias-giafkas/), τα αίτια της οικονομικής κρίσης, το ημερολόγιο της Καρολάιν. Αυτό το νήμα θέλει πάντα τους δημοσιογράφους να υπηρετούν κάποιον ανώτερο της ενημέρωσης σκοπό. Τους θέλει «μαχητές των δίκιων του λαού», «υπερασπιστές των εθνικών συμφερόντων», «κλειδοκράτορες των προσωπικών δεδομένων», ή ό,τι άλλο η τρέχουσα συγκυρία θεωρεί σοβαρό.

Έτσι επιτυγχάνεται η αντιστροφή του σκοπού της ενημέρωσης. Αν και οι πολίτες πρέπει να έχουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για να σταθμίσουν και να κρίνουν τι είναι το «ορθόν», εν τούτοις κυριαρχεί η άποψη ότι κάποιοι (συνήθως η «πρωτοπορία του λαού») «γνωρίζουν» εκ των προτέρων τι είναι το «ορθόν» και οι δημοσιογράφοι πρέπει να αποκρύπτουν ό,τι έρχεται σε αντίθεση με τον επιδιωκόμενο σκοπό του «ορθού». Στο τέλος βέβαια -και επειδή η πραγματικότητα πάντα εκδικείται- χαμένη βγαίνει η δημοσιογραφία. Ενώ τα ελληνικά ΜΜΕ, την επίχρυση δεκαετία του 2000 υποστήριξαν με συνέπεια κάθε «ανώτερο σκοπό» κάθε κοινωνικής ομάδας που ζητούσε π.χ. κάποιο επίδομα (πρβλ. «Η ψυχοπονιάρικη δημοσιογραφία» https://www.kathimerini.gr/opinion/717359/i-psychoponiariki-dimosiografia/), όταν ήρθε η χρεοκοπία κατηγορήθηκαν «γιατί δεν μάς πληροφορήσατε».

Στην υπόθεση του «ημερολογίου της Καρολάιν», κατ’ αρχάς υπάρχουν τα εξής στοιχεία:

  1. Η υπόθεση -καλώς ή κακώς- ενδιαφέρει την ελληνική κοινωνία.
  2. Το ημερολόγιο είναι μέρος του διαβιβαστικού της ασφάλειας, δηλαδή δημοσίου εγγράφου.
  3. Τα δημοσιοποιηθέντα αποσπάσματα δεν περιγράφουν γενικότερες πτυχές του ιδιωτικού της βίου, αλλά μόνο εκείνα που αφορούν την σχέση της με τον κατηγορούμενο.
  4. Το ερώτημα «γιατί μόνο αυτά τα στοιχεία και όχι άλλα;» δεν έχει νόημα, αφού δεν ξέρουμε τι είναι τα «άλλα»· μπορεί πραγματικά να αφορούν την ιδιωτική της ζωή πέραν της σχέσης με τον κατηγορούμενο. Ίσως να υπάρχουν κι άλλα που να είναι επιβαρυντικά για τον κατηγορούμενο. Δεν θα πρέπει να δημοσιευτούν;
  5. Το ρεπορτάζ μόνο στις ταινίες βγαίνει με την διάρρηξη κυβερνητικών γραφείων για την αποκάλυψη της αλήθειας. Συνήθως προκύπτει από διαρροές, είτε αυτές γίνονται από το «βαθύ λαρύγγι» του Γουότεργκέιτ, είτε από την κατηγορούσα αρχή όπως έγινε με το ημερολόγια της δολοφονηθείσας Nicole Simpson στην πολύκροτη υπόθεση με τον O.J. Simpson. Τότε δεν υπήρξε αμερικανικό Μέσο Ενημέρωσης που δεν δημοσιοποίησε εκτενή αποσπάσματα (πρβλ. «Nicole Brown Simpson diary» https://www.google.com/search?q=Nicole+Brown+Simpson+diary). Αλλά και σε άλλες υποθέσεις που δεν είχαν τόσο μεγάλη δημοσιότητα τα ημερολόγια δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες υπεράνω υποψίας π.χ. («Victim’s words may be used in murder trial», Washington Post 23.11.1998 https://www.washingtonpost.com/archive/local/1998/11/23/victims-words-may-be-used-in-murder-trial/)

Απομένει να απαντηθεί το ερώτημα της Αυγής «ποιος είναι ο πραγματικός λόγος αυτών των “ρεπορτάζ”;». Εδώ μπαίνουμε σε δίκες προθέσεων που το «κατηγορούμενο Μέσο Ενημέρωσης» χάνει ό,τι κι αν κάνει. Σε άλλη περίπτωση το ερώτημα θα μπορούσε να αντιστραφεί: «ποιος είναι ο πραγματικός λόγος που τα ΜΜΕ απέκρυψαν αυτή την πτυχή του “ρεπορτάζ”; Δεν ενδιαφέρει τους αναγνώστες οι πραγματικές συνθήκες που οδήγησαν σε αυτήν την οικογενειακή τραγωδία;»

Στο κάτω, κάτω της γραφής, από τα δημοσιευθέντα αποσπάσματα, προκύπτει η αγωνία μιας νεαρής γυναίκας, που δεν ήθελε να βρεθεί στην θέση εκείνης της σαραντάρας του πρόσφατου διαφημιστικού σποτ για το συνέδριο γονιμότητας: «Είμαι 18 χρονών και θέλω να προσπαθήσω να κάνω μωρό!», έγραψε η άτυχη Καρολάιν.

Μήπως, λοιπόν, πρέπει να αναρωτηθούμε: «ποιος είναι ο πραγματικός λόγος της καμπάνιας που ξεκίνησε η “Αυγή” κατά της δημοσίευσης του ημερολογίου, το οποίο εκτός των άλλων δείχνει την πίεση που υφίστανται οι νεαρές γυναίκες “Άντε τι κάθεσαι; Πότε θα παντρευτείς; Πότε θα γίνεις μάνα;”, κατά πως έλεγε και η επίμαχη διαφήμιση;»

Μήπως πρέπει να εικάσουμε ότι η εφημερίδα της Αριστεράς είναι «ατζέντης των συμφερόντων των κέντρων γονιμότητας» και γι’ αυτό θέλει να κρύψει το ημερολόγιο της άτυχης Καρολάιν; Όχι φυσικά, αλλά έτσι μπορούμε να δούμε πού μπορεί να οδηγήσουν οι δίκες προθέσεων που συστηματικώς κάνει για τα ΜΜΕ η Αριστερά…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή