Και έρχεται εκείνη η μέρα, η Δευτέρα όλων των Δευτέρων, η μέρα που το μωρό «ντύνεται» παιδάκι και περνάει την πόρτα του παιδικού σταθμού. Πόσους συμβολισμούς κρύβουν τα λίγα μέτρα που διανύετε μαζί στο προαύλιο μέχρι την πόρτα της τάξης, οι φωτογραφίες, ο αποχαιρετισμός, η αγκαλιά και στο τέλος το βλέμμα που ανταλλάσσετε με την παιδαγωγό: «Θα μας τον προσέχετε;».
«Είναι το πέρασμα από το γνωστό στο άγνωστο», σχολιάζει στην «Κ» η Μερόπη Μιχαλέλη, ψυχαναλύτρια και ιδρύτρια του ινστιτούτου «Κοιτίδα» για την προαγωγή της ψυχικής υγείας στην εγκυμοσύνη και στα πρώτα χρόνια της ζωής. Από το σπίτι στον χώρο υποδοχής που έχει δημιουργήσει η κοινωνία, για να επιτρέψει στο παιδί να αναπτύξει τις ικανότητές του και να δημιουργήσει κοινωνικούς δεσμούς. Τι επιφυλάσσει αυτή η περίοδος; Μένει να αποδειχθεί.
«Σταυροδρόμι»
Οπως λέει η κ. Μιχαλέλη, η είσοδος στον παιδικό σταθμό είναι κρίσιμο σταυροδρόμι για την οικογένεια. «Για τη μητέρα αποτελεί συχνά ναρκισσιστικό πλήγμα, ιδίως όταν βρίσκεται στην ανάγκη να δεχθεί τη λύση του παιδικού σταθμού για τη φύλαξη του μωρού της επειδή πρέπει να εργαστεί. Ενοχές, συναισθήματα ανεπάρκειας μπορεί να την κατακλύζουν, που δεν είναι πάντα συνειδητά και δεν δίνεται από το περιβάλλον η ευκαιρία να εκφραστούν». Μάλιστα, ο ρόλος κοινωνικοποίησης που καλείται να παίξει ο παιδικός σταθμός βάζει πολύ συχνά τους παιδαγωγούς και τους γονείς σε ρόλους ανταγωνιστικούς. «Δεν είναι πάντα εύκολο για τη μητέρα να δεχθεί ότι μια άλλη γυναίκα θα εκπαιδεύσει το παιδί της και, ακόμη χειρότερα, ότι θα αναπτύξει μαζί του μια στενή σχέση».
Η σχέση τους, πάντως, θα διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο. Οπως επισημαίνει η κ. Μιχαλέλη, η είσοδος στον παιδικό σταθμό είναι συχνά η αφορμή για την εκδήλωση δυσκολιών που αντιμετωπίζει το παιδί στην ψυχοκοινωνική ή νοητική του εξέλιξη, ή ακόμη και σοβαρών διαταραχών. «Ασχετα αν δεν το λέμε πάντοτε ή δεν το παραδεχόμαστε, τότε έρχεται η στιγμή που αναπόφευκτα τίθεται το ερώτημα εάν το παιδί είναι “όπως όλα τ’ άλλα ή όχι”».
Συχνό είναι επίσης το φαινόμενο οι γονείς να περιμένουν από τον παιδικό σταθμό να φέρει μια αλλαγή ή μια αυτόματη ίαση σε κάποιο «πρόβλημα» που εντόπιζαν στο παιδί τους. «Επίσης συχνά το νηπιαγωγείο γίνεται ο χώρος όπου οι γονείς προσπαθούν απεγνωσμένα να μάθουν τι χρειάζεται το παιδί τους».
Αντιστάσεις
Υπάρχουν ωστόσο αντιστάσεις. Συχνά όλες οι πλευρές τηρούν στάση αναμονής, «ας περιμένουμε να δούμε». Οι μεν γονείς για να μην αποδεχθούν ότι το παιδί τους είναι διαφορετικό, οι δε παιδαγωγοί για να μη νιώσουν το όριο της δικής τους παιδαγωγικής επιρροής. Ετσι, μόνον όταν το «ντροπαλό» παιδί παρουσιάσει μια ανησυχητική εσωστρέφεια και σιωπή, μπορεί οι ενδιαφερόμενοι να ενεργοποιηθούν. «Η αναμονή με την ελπίδα της αυτόματης ίασης, ή λόγω του φόβου να μην ανησυχήσουν οι γονείς άδικα ή να μη νιώσουν ένοχοι, οδηγεί πολλές φορές στην ενίσχυση των αντιστάσεων που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν, ενάντια στη λήψη οποιουδήποτε θεραπευτικού μέτρου. Ετσι, είναι, δυστυχώς, συχνό να ζητούν οι γονείς και ο παιδικός σταθμός την παρέμβαση των ειδικών όταν πια είναι ήδη αργά και έχει εγκατασταθεί μια ψυχοπαθολογία στο μικρό παιδί», εξηγεί η ίδια.
Οπως τονίζει, στον παιδικό σταθμό μπορεί να ανιχνευθούν πρώιμες διαταραχές στην αλληλεπίδραση του βρέφους-νηπίου με τα σημαντικά πρόσωπα του περιβάλλοντός του, αναπτυξιακές διαταραχές, διαταραχές του ύπνου και της πρόσληψης τροφής ή και πρώιμες συναισθηματικές διαταραχές. «Ας μην αγνοούμε ότι πάρα πολλές καταθλίψεις του ενηλίκου έχουν ξεκινήσει ως πρώιμες καταθλίψεις στην παιδική-νηπιακή ηλικία, που παρέμειναν αδιάγνωστες», υπογραμμίζει η κ. Μιχαλέλη. Τα τέσσερα πρώτα χρόνια της ζωής αποτελούν μια χρυσή κρίσιμη περίοδο. «Τότε τα αποτελέσματα μιας πρώιμης παρέμβασης είναι άμεσα και εύκολο να αναπτυχθούν. Αν χάσουμε αυτή την ευκαιρία, μετά χρειάζεται μια δαπανηρή μακροχρόνια παρέμβαση σε μια δυσεπίλυτη και συχνά βαριά κατάσταση, που συνήθως απαιτεί βοήθεια διά βίου». Για να είναι όμως αποτελεσματική η παρέμβαση σε αυτά τα πρώτα στάδια χρειάζεται η συντονισμένη συνεργασία όλων των ειδικών που ασχολούνται με την υγεία και τη φροντίδα του μικρού παιδιού, της οικογένειας και συχνά ακόμη και των παππούδων. «Να το πούμε κι αλλιώς: να είμαστε λίγο σαν παιδιά: ζωντανοί και σε εγρήγορση».
Το πρόγραμμα «Κυψέλη»
Στην πρώιμη παρέμβαση στοχεύει το πρόγραμμα «Κυψέλη» που έχει σχεδιάσει το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και εκτιμάται ότι θα υλοποιηθεί πιλοτικά στην τρέχουσα σχολική χρονιά. Μεταξύ άλλων, το πρόγραμμα προβλέπει τη λειτουργία ενός μηχανισμού πρώιμης ανίχνευσης νοητικών, μαθησιακών και ψυχοκοινωνικών δυσκολιών στην προσχολική αγωγή, ενώ καθιερώνει την τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση της ανάπτυξης βρεφών και νηπίων με ειδικά τεστ με σκοπό τη διάγνωση και την πρώιμη παρέμβαση σε περιπτώσεις παιδιών με αναπτυξιακές αναπηρίες. Στην πιλοτική φάση, το πρόγραμμα αφορά 1.450 παιδιά σε 100 σταθμούς. Σύμφωνα με πληροφορίες, το πρόγραμμα, ύψους 34.392.500 εκατ. ευρώ, έχει υποβληθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης και αναμένεται η έγκρισή του.
Το πρόγραμμα «Κυψέλη» βασίστηκε σε μελέτη διεπιστημονικής ομάδας με συμμετοχή της διαΝΕΟσις και με επικεφαλής τον καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ, Κώστα Μεγήρ, που οδήγησε στη σύνταξη μιας «λευκής βίβλου της προσχολικής αγωγής».
Μαρτυρίες μαμάδων
Αγωνία, προβληματισμός, φόβος, άγχος. Με αυτές τις λέξεις περιέγραψαν οι περισσότεροι γονείς την περίοδο της προσαρμογής των ίδιων αλλά και των παιδιών τους στον παιδικό σταθμό. «Αγωνία για το αν θα μπορέσει το παιδί μας να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις -το νέο χώρο, τις νέες ασχολίες, τους νέους ανθρώπους», είπε η Μαρία. (Η «Κ» ζήτησε από όλους να διατηρήσουν την ανωνυμία τους για να νιώσουν άνετα να μιλήσουν ανοιχτά.) «Νιώσαμε ότι για πρώτη φορά δεν θα είμαστε εκεί δίπλα του να τον κάνουμε μια αγκαλιά και να τον καθησυχάσουμε όταν πέσει, όταν απογοητευτεί ή φοβηθεί» είπε η Αναστασία. «Εγώ ομολογώ ότι είχα άγχος για το τι θα μου πουν οι παιδαγωγοί, αν είναι υπερβολικά ήσυχος, αν είναι μοναχικός, αν θα παρατηρήσουν κάτι που δεν είχα εγώ προσέξει» λέει η Ελπίδα.
Η Στέλλα παραδέχεται ότι τον πρώτο καιρό στεκόταν έξω από το προαύλιο διακριτικά για να παρατηρήσει τη συμπεριφορά του γιου της. «Αναπόφευκτα συγκρίνεις τη συμπεριφορά του παιδιού σου με αυτή των άλλων παιδιών. Έβλεπα τα άλλα παιδιά να κλαίνε ή να γκρινιάζουν, να βιάζονται, να σπρώχνονται, να θέλουν να κυριαρχήσουν στο χώρο και στους άλλους άγαρμπα, και τον δικό μου να παρατηρεί» λέει στην «Κ». Πέρασε κάποιος καιρός για να αντιληφθεί ότι δεν δίσταζε, αλλά «ζύγιζε», δεν φοβόταν τις καταστάσεις, αλλά τις αξιολογούσε. Δεν ντρεπόταν, αλλά έβρισκε τον προσωπικό του χώρο και απολάμβανε τη στιγμή. «Είναι χιλιοειπωμένο ότι γονιός δεν γεννιέσαι, αλλά γίνεσαι. Αυτό που δεν λέμε συχνά είναι ότι ως γονιός εκπαιδεύεσαι διαρκώς. Είσαι σε μια διαρκή διαδικασία αναγνώρισης αναγκών, ιχνηλάτισης επιθυμιών, μαθαίνεις να είσαι εκεί για το παιδί αλλά ταυτόχρονα να το παρατηρείς να διαμορφώνει τη δική του, αυτόνομη, μοναδική πορεία».
Την ίδια εγρήγορση θα πρέπει να επιδεικνύουν και οι παιδαγωγοί. «Μια δυσκολία που θα μπορούσε να είναι διαχειρίσιμη, εάν δεν ανιχνευτεί έγκαιρα, μπορεί να πάρει διαστάσεις» λέει στην «Κ» η Έφη Παπαλεξοπούλου, διευθύντρια του παιδικού σταθμού των Εκπαιδευτηρίων Αργύρη-Λαιμού, ένα από τα πρώτα σχολεία στην χώρα που εφάρμοσαν τη μέθοδο της πρώιμης παρέμβασης. «Μπορεί να είναι μια δυσκολία κοινωνικοσυναισθηματικής φύσης, για παράδειγμα ένα παιδί που δεν έχει ανεπτυγμένες καθόλου τις κοινωνικές του δεξιότητες και οι γονείς θεωρούν ότι αυτό δεν είναι πολύ σημαντικό ή ότι ‘έτσι ήμουν κι εγώ μικρός’. Εάν δεν εντοπιστεί, αυτή η δυσκολία θα δημιουργήσει “κραδασμούς” σε άλλα πεδία καθώς το παιδί μεγαλώνει, η διαχείριση των οποίων μπορεί να είναι δυσκολότερη. Η επιστήμη έχει πολλαπλώς καταδείξει την αξία της πρώιμης παρέμβασης. Το έχουμε δει κι εμείς πολλές φορές από την πλευρά μας. Η έγκαιρη κινητοποίηση παιδαγωγών και γονιών είναι αυτή που βοηθάει ένα παιδί στο να αρχίσει να δουλεύει πάνω σε αυτές τις δυσκολίες, χωρίς να αθροίζονται μέσα του». Φυσικά, είναι σημαντικό να έχει χτιστεί μια σχέση εμπιστοσύνης με τους γονείς. «Γιατί αντικειμενικά το άκουσμα μιας δυσκολίας που αφορά το παιδί σου δεν είναι εύκολη πρόκληση. Συχνά η πρώτη αντίδραση είναι το ξάφνιασμα αλλά και η άρνηση, ή ο θυμός ακόμα και η αποδόμηση του σχολικού πλαισίου. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι εμείς ως παιδαγωγοί θέλουμε να φανούμε χρήσιμοι στα παιδιά και όχι απαραίτητα αρεστοί στους ενήλικες. Δεν είναι αυτό το κριτήριο μας».
Η Αθηνά πάντως αισθάνεται ευγνωμοσύνη για τη διευθύντρια του σχολείου που μια μέρα της είπε ότι η κόρη της αντιμετώπιζε κάποιες δυσκολίες. «Μας παρότρυνε να προχωρήσουμε σε κάποια αξιολόγηση και ίσως κάποια παρέμβαση». Το πρώτο σοκ διαδέχθηκε η άρνηση. «Η αλήθεια είναι ότι μας πήρε χρόνο να το καταλάβουμε και να εντοπίσουμε και εμείς τις δυσκολίες. Μπήκαμε σε διαδικασία να κάνουμε συγκρίσεις με άλλα παιδιά και γενικά ήταν μια διαδικασία που μας άγχωσε και μας στενοχώρησε αρκετά». Εν τέλει, ήταν για καλό. Με το πέρασμα του χρόνου και αφού οι απαιτούμενες παρεμβάσεις μπήκαν σε μια σειρά, οι γονείς άρχισαν να βλέπουν σημαντικά βήματα προόδου στο παιδί τους.
Οι αριθμοί
3-4 ετών, η πλαστικότητα του εγκεφάλου είναι στο μέγιστο, άρα τα ερεθίσματα σε αυτό το στάδιο είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη των παιδιών.
30,3% καλύτερες επιδόσεις στα μαθηματικά από τα υπόλοιπα παιδιά, καθώς και καλύτερες επιδόσεις στην κατανόηση κειμένου, έχουν στην ηλικία των 15 ετών τα παιδιά που έχουν συμμετάσχει σε προγράμματα προσχολικής αγωγής για περισσότερο από ένα χρόνο.
30,4% ήταν το 2017 το ποσοστό συμμετοχής των παιδιών τριών ετών στην προσχολική εκπαίδευση στην Ελλάδα, ποσοστό χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (34,2%).