Κωνσταντίνος Στάικος, ο άνθρωπος-βιβλιοθήκη

Κωνσταντίνος Στάικος, ο άνθρωπος-βιβλιοθήκη

Υπήρξε εμπνευσμένος σχεδιαστής και αρχιτέκτονας, ήταν όμως ο κόσμος του βιβλίου που τον κέρδισε και εκεί διοχέτευσε το ερευνητικό και δημιουργικό του πάθος

4' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στη συμβολή της λεωφόρου Αμαλίας και της οδού Ρηγίλλης, ο παλμός της Αθήνας ακούγεται σαν ζωντανό καρδιοχτύπι. Και όμως, σε ένα μικρό στενό παραδίπλα βρίσκεται ένας μικρός δρόμος που μοιάζει να απορροφά την αστική βοή. Είναι η οδός Μουρούζη, που με το ζόρι ξεπερνάει τα διακόσια μέτρα μήκος, καταλήγοντας στο κατάφυτο μέτωπο του Εθνικού Κήπου, συμπυκνώνοντας μέσα της μια μικρή ιστορία του πρόσφατου πολιτισμού της πρωτεύουσας. Η ΕΡΤ και η Πυροσβεστική διατηρούν ακόμη εκεί τα ιστορικά τους κτίρια, ενώ η τέχνη και η δημοσιογραφία συναντιούνται στις γειτονικές πολυκατοικίες όπου έζησαν η γλύπτρια Ναταλία Μελά και η δημοσιογράφος και εκδότρια Ελένη Βλάχου. Στην ίδια πλευρά του δρόμου ο Μίκης Θεοδωράκης έπαιζε τη δεκαετία του ’60 για πρώτη φορά συνθέσεις του στην μπουάτ «Το τζάκι», ενώ σε μια μικρή πάροδο λίγα μέτρα πιο κάτω στέκεται κρυμμένο ένα κτίριο-σύμβολο των νεοελληνικών γραμμάτων. Χτισμένο σε ρυθμό αρ ντεκό το 1928, για δεκαετίες σπίτι του φιλολόγου, κριτικού και ιστορικού της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Κ.Θ. Δημαρά, αποτέλεσε τα τελευταία λίγα χρόνια έδρα και του αρχιτέκτονα, ιστορικού και εκδότη Κωνσταντίνου Στάικου, ο οποίος απεβίωσε εκεί αναπάντεχα, στα 80 του χρόνια, στις 3 Απριλίου.

Γεννημένος στην Αθήνα το 1943, φοίτησε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ενώ μετέπειτα μετοίκησε στο Παρίσι όπου έγινε δεκτός στην École Nationale Supérieure des Arts Décoratifs και δούλεψε σε αρχιτεκτονικά γραφεία, καθώς και στον οίκο σχεδιασμού σύγχρονων επίπλων Knoll. Ο πλούσιος διάκοσμος των παρισινών κτιρίων τού κέντρισε το ενδιαφέρον και άρχισε να καταγράφει αρχιτεκτονικές τους λεπτομέρειες, αρχίζοντας την έρευνά του από τους δρόμους και συνεχίζοντας σε αρχειακές συλλογές και βιβλιοθήκες. Σε αυτά τα πρώτα του δημιουργικά βήματα είχε ήδη φανεί ένα ήθος που χαρακτήρισε όλο του το μετέπειτα έργο: αυτό της αέναης έρευνας και αυτομόρφωσης, ένας ολόκληρος τρόπος ζωής πέραν των ορίων της ακαδημαϊκής παιδείας.

Επιστρέφοντας στην Αθήνα στις αρχές του ’70, δούλεψε δίπλα στον πατέρα του αρχιτέκτονα Σπύρο Στάικο, έναν εκ των πρωταγωνιστών της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης της πρωτεύουσας. Το 1974 άνοιξε το δικό του γραφείο, όπου εξέθεσε σχέδια επίπλων, υφασμάτων και διακοσμητικών υλικών, που εμπνεόταν από την εγχώρια παράδοση, κάτι που είχε εύστοχα παρατηρήσει πως έλειπε από την αγορά. Για μια δεκαετία λειτούργησαν ανά την Ελλάδα σαράντα καταστήματα με αποκλειστικά δικά του διακοσμητικά προϊόντα.

Ηταν όμως ο κόσμος του βιβλίου που τον κέρδισε και εκεί διοχέτευσε το ερευνητικό και δημιουργικό του πάθος. Το ενδιαφέρον του για τις σχεδιαστικές λεπτομέρειες, που είχε αναπτύξει στον χώρο της αρχιτεκτονικής, αποτέλεσε το αρχικό κέντρισμα. Ενας δικέφαλος αετός τυπωμένος με κόκκινο μελάνι σε ένα σπάνιο βιβλίο του 1499 ήταν γι’ αυτόν η αρχική έμπνευση για να ξεκινήσει μια περιπέτεια ως συλλέκτης βιβλίων και ερευνητής της εκδοτικής δραστηριότητας του Γένους, από την Αναγέννηση έως τα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια.

Το 1975 επιμελήθηκε μια έκθεση πρωτοποριακή για την εποχή της, στο υπόγειο της Εθνικής Πινακοθήκης –η οποία τότε ακόμη χτιζόταν– με τίτλο «Ταξιδιώτες στην Ελλάδα από τον 15ο αιώνα έως το 1821», την οποία διοργάνωνε η νέα τότε «Ελληνική Εταιρεία Βιβλιόφιλων». Στην έκθεση αυτή έβγαλε σπάνιες και δυσεύρετες εκδόσεις από το σκοτάδι και τον στενό κύκλο των συλλεκτών και ερευνητών και τις έφερε κοντύτερα στο ευρύ κοινό. Αντλώντας παράλληλα από την εμπειρία και το χάρισμα που είχε στον τομέα της αρχιτεκτονικής εσωτερικού χώρου, απελευθέρωσε τα βιβλία από τις καλυμμένες με τζάμι προθήκες και τα έστησε σε αναλόγια, κάνοντάς τα πιο προσιτά στους επισκέπτες της έκθεσης. Ο Κωνσταντίνος Στάικος έδωσε μια διάσταση “θεάματος” σε κάτι που έως τότε ήταν δυσπρόσιτο και στρυφνό.

Εκτοτε μελέτησε σε βάθος την εκδοτική δραστηριότητα των Ελλήνων, από τα ξεκινήματα της αρχετυπίας έως τα προεπαναστατικά χρόνια (1470-1821), ενώ ιδιαίτερα τον γοήτευσαν οι εικονογραφικές λεπτομέρειες που κοσμούσαν τις εκδόσεις τους, όπως τα σήματα των τυπογραφικών και εκδοτικών οίκων. Οι πολύχρονες μελέτες του συνοψίστηκαν σε μια σειρά από εκλεκτικές εκδόσεις αναφοράς, ανάμεσά τους και η «Χάρτα της Ελληνικής Τυπογραφίας» του 1989 (η οποία κέρδισε και βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1992), αλλά και η έκδοση του 2009 «Εκδοτικά Τυπογραφικά Σήματα Βιβλίων του Ελληνικού Κόσμου (1494-1821)», η οποία βγήκε στον κατάλογο του εκδοτικού του οίκου «Ατων» και αποτελεί μια χορταστική τυπολογία της πρώιμης εποχής της ελληνικής γραφιστικής, ένας «φόρος τιμής στους επώνυμους και ανώνυμους εκδότες και τυπουργούς που αναδεικνύει την τέχνη του βιβλίου», όπως είχε γράψει στον πρόλογο της έκδοσης. Σήμερα, στον ιστότοπο του εκδοτικού οίκου βρίσκει κανείς αρκετά βιβλία του καταλόγου ελεύθερα διαθέσιμα για το κοινό σε ψηφιακή μορφή.«Θεωρώ ότι η συλλογή βιβλίων που αντανακλά την πνευματική ιστορία του Γένους δεν πρέπει να αποτελεί προσωπική υπόθεση, αλλά κτήμα όλων των Ελλήνων», είχε πει ο ίδιος.

Ηταν όμως και το αποτύπωμα που άφησε στις βιβλιοθήκες, που χαρακτήρισε τις ημέρες και το έργο του και που ξεκίνησε κατά τη δεκάχρονη μελέτη του για την ανάπλαση της ιστορικής βιβλιοθήκης της Μονής του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στην Πάτμο. Εκεί ξεκίνησε και μια γενικότερη έρευνά του πάνω στον θεσμό της βιβλιοθήκης και της ιστορίας του, που είχε ως αποτέλεσμα ένα άλλο του μεγάλο έργο, την πεντάτομη «Ιστορία της Βιβλιοθήκης στον Δυτικό Πολιτισμό». Μετέπειτα ανέλαβε την ανάπλαση της Βιβλιοθήκης του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, που ολοκληρώθηκε το 1993, αλλά και της Βιβλιοθήκης της ΕΣΗΕΑ το 2018.

Στον ιστότοπο «Περί Βιβλιοθηκών», που είχε πρόσφατα αναπτύξει η ΑΜΚΕ του «Κήπος Φιλοβίβλων» σε συνεργασία με το ΕΚΤ, βρίσκουμε μια ψηφιακή εγκυκλοπαίδεια για τις βιβλιοθήκες του κόσμου, από την αρχαιότητα έως σήμερα. Οπως είχε πει ο ίδιος σε συνέντευξή του για το περιοδικό «Καινοτομία» του ΕΚΤ: «Κάθε βιβλιοθήκη είναι προϊόν μιας ιστορίας, ενός χρονικού και ενός πνευματικού οδοιπορικού». Κομμάτι της δικής του προσωπικής βιβλιοθήκης και συλλογής, παραμένει ακόμη σε εκείνο το ατμοσφαιρικό σπίτι της οδού Μουρούζη, εκεί όπου ο ίδιος έφυγε αιφνίδια από τη ζωή. Ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες είχε πει πως φανταζόταν τον Παράδεισο σαν κάποιου είδους βιβλιοθήκη και είναι βέβαιο πως είναι σε έναν τέτοιο παράδεισο που ο Κωνσταντίνος Στάικος συνεχίζει να απολαμβάνει τους βιβλιοφιλικούς περιπάτους του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT