Η σκοτεινή πλευρά των απομιμήσεων

Η σκοτεινή πλευρά των απομιμήσεων

Η μαύρη αγορά έχει σε κάποιες χώρες εξελιχθεί τόσο πολύ που ακόμα και ειδικοί δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν αν μια τσάντα είναι αυθεντική ή όχι

3' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν ήταν μικρή, η Αλεξία Κούβελα αγόραζε τσάντες-«μαϊμού» – Gucci, Fendi, Prada, όλες από την Κύπρο. «Δεν είχα την οικονομική άνεση να αγοράζω αυθεντικές τσάντες», λέει στην «Κ». «Οταν έχεις κάτι που είναι μάρκα, σου δίνει την αίσθηση ότι έχεις χρήματα, ότι ανήκεις σε μια ομάδα», δηλώνει. Αφού τις αγόραζε όμως, ντρεπόταν και δεν τις κρατούσε. Φοβόταν ότι, καθώς ήταν μικρή, θα καταλάβαινε ο κόσμος ότι οι τσάντες της δεν είναι αυθεντικές. «Από την άλλη, με τα χρόνια συνειδητοποίησα πόσο λάθος είναι να κλέβουν σχέδια από σχεδιαστές και να πουλάνε απομιμήσεις», λέει η ίδια. 

Σύμφωνα με σχετική έρευνα που δημοσιεύθηκε χθες από το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ένας στους τρεις Ευρωπαίους βρίσκει αποδεκτή την αγορά μη αυθεντικών προϊόντων, αν η τιμή του αυθεντικού είναι πολύ υψηλή. Στις νεότερες ηλικίες των καταναλωτών, στους 15-24 ετών, το 50% των ερωτηθέντων απάντησε πως θα αγόραζε απομίμηση λόγω υψηλής τιμής του αυθεντικού. Το 26% του ίδιου ηλικιακού γκρουπ απάντησε πως την προηγούμενη χρονιά αγόρασε εν γνώσει του προϊόντα απομίμησης, με το ποσοστό να πέφτει στο 6% στην ηλικιακή ομάδα των 55-64. 

Η σκοτεινή πλευρά των απομιμήσεων-1
Εικονογράφηση: Loukia Kattis.

Οι αντιλήψεις και οι πρακτικές, όσον αφορά σε προϊόντα-«μαϊμού», δεν διαφοροποιούνται με βάση μόνο την ηλικία. Σύμφωνα με την έρευνα, κάποιοι κάτοικοι ορισμένων ευρωπαϊκών χωρών αγοράζουν απομιμήσεις πολύ περισσότερο από τους άλλους. Το υψηλότερο ποσοστό σημειώθηκε στη Βουλγαρία, όπου το 24% των ερωτηθέντων απάντησε πως αγοράζει εκούσια απομιμήσεις, με την Ισπανία (20%) να βρίσκεται στη δεύτερη θέση και την Ιρλανδία (19%) στην τρίτη. Τελευταία ήρθε η Φινλανδία, όπου μόλις 8% των ερωτηθέντων δήλωσε πως έχει αγοράσει μη αυθεντικά προϊόντα τον τελευταίο χρόνο. 

Το 80% αντιλαμβάνεται το ρίσκο μιας τέτοιας αγοράς

Ταυτόχρονα όμως, η έρευνα υποστήριξε πως ο κόσμος έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται τα ρίσκα των συγκεκριμένων αγορών. Το 80% των Ευρωπαίων πιστεύει πως πίσω από την αγορά πλαστών προϊόντων βρίσκονται εγκληματικές οργανώσεις και αναγνωρίζει πως τέτοιες αγορές βλάπτουν τις επιχειρήσεις, ενώ το 83% θεωρεί ότι η αγορά απομιμήσεων υποστηρίζει ανήθικη συμπεριφορά. Τα δύο τρίτα των συμμετεχόντων στην έρευνα, αναγνώρισαν τους δυνητικούς κινδύνους που η συγκεκριμένη αγορά ενέχει, μεταξύ άλλων, και για το περιβάλλον. 

Μιλώντας στην «Κ», η Ελις Κις, fashion features director στη Vogue Greece, δηλώνει πως πλέον, για λόγους ηθικούς, οικονομικούς αλλά και πολιτιστικούς, δεν πρέπει να αγοράζουμε προϊόντα-«μαϊμούδες». «Οι απομιμήσεις είναι κομμάτι της μαύρης οικονομίας που εκμεταλλεύεται πάρα πολύ κόσμο, σε διαφορετικές χώρες και ηπείρους», τονίζει. «Αγοράζοντας ένα τέτοιο προϊόν, δίνουμε δύναμη και ενισχύουμε οικονομικά αυτά τα κυκλώματα», δηλώνει, συμπληρώνοντας πως σε θέματα ηθικής και βιωσιμότητας, «εμείς οι καταναλωτές δεν μπορούμε να κοιτάμε από την άλλη πλευρά».

Είναι πολύ δύσκολο, αναφέρει η κ. Κις, να εξηγήσει κανείς γιατί κάποια superbrands όπως οι οίκοι Chanel και Louis Vuitton, συνεχίζουν να έχουν τόση δύναμη στο καταναλωτικό κοινό. «Δεν νομίζω ότι είναι μόνο το στάτους, είναι η αίσθηση πως ανήκεις σε ένα παγκόσμιο, κλειστό κλαμπ», σημειώνει, που δίνει σε κάποιους το να κρατούν μια τσάντα ενός τέτοιου οίκου, η οποία μπορεί να κοστολογείται σε πολλές χιλιάδες ευρώ. 

«Για πλάκα»

Πολλές απομιμήσεις είναι κακές, εμφανώς ψεύτικες, όπως οι τσάντες που διάφοροι λένε στην «Κ» πως αγόρασαν στο παρελθόν από την Κωνσταντινούπολη – «ήταν ωραία και έκανε 100 ευρώ, η αυθεντική κόστιζε 3.000», λέει μια κοπέλα, τονίζοντας πως δεν την κράτησε ποτέ εν τέλει. Μια άλλη τονίζει πως είχαν αγοράσει δεκάδες τέτοιες τσάντες με φίλες. «Για πλάκα», συμπληρώνει.

Αλλά η μαύρη αγορά έχει σε κάποιες χώρες εξελιχθεί τόσο πολύ που ακόμα και ειδικοί δυσκολεύονται να ξεχωρίσουν αν μια τσάντα είναι αυθεντική ή όχι. Αλλά, ακόμα και όταν η ποιότητα είναι τόσο καλή, η κ. Κις θεωρεί πως η αγορά τους πρέπει να αποφεύγεται. Αν κάποιος θέλει τόσο πολύ να αγοράσει μια αυθεντική τσάντα ενός συγκεκριμένου οίκου, πλέον υπάρχουν τρόποι να το κάνει βιώσιμα και πιο οικονομικά, μέσω διαδικτυακών πλατφόρμων επαναπώλησης προϊόντων, λέει. Δεν αξίζουν όμως μόνο οι αγορές προϊόντων επώνυμων οίκων. «Αγοράστε κάτι που να σας αρέσει, να είναι λίγο διαφορετικό, πιο ενδιαφέρον, πιο δικό σας», λέει η κ. Κις. «Ας ψάξουμε κι άλλα πράγματα», τονίζει, «ένα πιο προσωπικό στιλ».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή