«Συνέβαινε από τα 9 έως τα 11 μου χρόνια, στο σπίτι της γιαγιάς μου, κάτω από ένα σεντόνι, όταν η μητέρα μου με άφηνε να περνάω όμορφες στιγμές μαζί τους». Η ψυχοθεραπεύτρια Κυριακή Μερτζάνη εκθέτει για πρώτη φορά δημόσια τη σεξουαλική κακοποίηση που υπέστη κατά την παιδική της ηλικία από πρόσωπο του στενού οικογενειακού της περιβάλλοντος.
Βρισκόμαστε στον φιλόξενο χώρο Baumstrasse στον Βοτανικό. Την πλαισιώνουν δύο γυναίκες που έχουν μιλήσει ανοιχτά για τη δική τους κακοποίηση σε νεαρή ηλικία, η ολυμπιονίκης Σοφία Μπεκατώρου και η εικαστικός Δώρα Κώτση-Φελίτσι. Παρόλα αυτά, η ταραχή της είναι εμφανής. «Θα ζητήσω συγνώμη για τους κόμπους που ακόμα υπάρχουν στη φωνή», λέει.
Στην ιδέα και μόνο να μοιραστεί το βίωμά της έπιανε τον εαυτό της «να έχει παγώσει». Σκεπτόμενη τις επιθέσεις που δέχτηκαν η Σοφία Μπεκατώρου και άλλες γυναίκες που μίλησαν στο πλαίσιο του #MeToo, αναρωτιόταν αν η ίδια τραυματιστεί ξανά μέσα από λεκτικές επιθέσεις γιατί θα μιλήσει. «Ομως κατανοώ ότι σήμερα εδώ δεν θα μιλήσω μόνο για το δικό μου τραύμα. Θα μιλήσω για το τραύμα της κοινωνίας. Θα μιλήσω για το τραύμα το συλλογικό και θα προσκαλέσω να είμαστε εμείς τα άτομα που θα περιορίσουν την αναπαραγωγή της επίθεσης που δεχόμαστε όλες εμείς οι γυναίκες, που έχουμε το θάρρος ως επιζώσες να εκφράσουμε αυτό που μας συνέβη» τονίζει.
15 χρόνια φίμωσης
Η πρώτη επίθεση που δέχτηκε ήταν από τη μητέρα της. «Κάποια στιγμή βρήκα το θάρρος να της εξηγήσω γιατί δεν ήθελα πια να πηγαίνω στο σπίτι της γιαγιάς. Οταν της αποκάλυψα το συμβάν και ποιος ήταν, η αντίδραση της μητέρας μου ήταν να με πιάσει από τα μαλλιά και να με τραβήξει μέσα στο δωμάτιο. Επιασε το σκουπόξυλο κι άρχισε να με χτυπάει όπου έβρισκε. Ακόμα κι όταν αυτό έσπασε στην πλάτη μου, συνέχισε να με χτυπά με το σπασμένο ξύλο. Δεν ξέρω πόση ώρα ήταν. “Θα μείνεις εδώ όλη νύχτα, θα σε κλειδώσω στο δωμάτιο μέχρι να σταματήσεις να λες ψέματα”, είπε».
Το μικρό κορίτσι έμεινε κλειδωμένο στο δωμάτιό του επί δύο ημέρες. «Μου έφερνε μόνο νερό, αυτή ήταν η τιμωρία μου. Και μετά από δύο μέρες εγώ σταμάτησα να μιλάω. Δεν μπόρεσα να βγάλω ξανά κουβέντα γι’ αυτό που μου συνέβη. Πέρασαν 15 χρόνια φίμωσης, με πολλά ψυχοσωματικά, με εμετούς, ιλίγγους και συχνούς πόνους στο λαιμό. Η φωνή μου έκλεινε όταν ήθελα να πάρω το θάρρος να μιλήσω για κάτι. Θυμάμαι ότι είχα πάει να δώσω εξετάσεις για τα σήματα οδήγησης και το χέρι μου έτρεμε τόσο πολύ που ήρθε ο άνθρωπος και μου λέει: “κορίτσι μου, σκότωσες κάποιον; μην αγχώνεσαι!”. Τι να του απαντήσω; Οτι αυτό συνδέεται με το τραύμα μου; Ημουν ένα τραύμα. Για πολλά χρόνια ήμουν τραύμα».
Το παιδί που έχει υποστεί σεξουαλική κακοποίηση παλεύει με το ένστικτο επιβίωσης για όλη του τη ζωή. Καθώς φέρνει την πεποίθηση ότι εκείνο φταίει για όλα.
Η κ. Μερτζάνη εξηγεί πως όλα αυτά τα χρόνια δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι αυτό που της συνέβη ήταν βιασμός. «Ξέρετε, το ανήλικο παιδί που δέχεται σεξουαλική κακοποίηση, ιδιαίτερα μέσα από παιχνίδι, δεν μπορεί να συλλάβει την ψυχική σχισμή που διαπράττεται εκείνη τη στιγμή. Ιδιαίτερα όταν ο δράστης είναι πρώτου βαθμού συγγενής. Το παιδικό μυαλό προσπαθεί να τακτοποιήσει αυτά που δεν μπορεί να συνδέσει, και τα τακτοποιεί και λίγο σκόρπια. Τα μετατρέπει ως μια κανονικότητα γιατί ο βιαστής τα διαπράττει με πλήρη γνώση και τα διαπράττει μέσα από παιχνίδι. Διότι μόνο εκεί μπορεί να ακουμπήσει την ψυχή του παιδιού. Γνωρίζετε άραγε ότι το παιδί που έχει υποστεί σεξουαλική κακοποίηση παλεύει με το ένστικτο επιβίωσης για όλη του τη ζωή; Καθώς φέρνει την πεποίθηση ότι εκείνο φταίει για όλα. Γνωρίζουμε τον αγώνα που δίνει αυτό το παιδί μέχρι την ενήλική ζωή του; Οτι αυτό που αναζητά είναι ένα στόμα, είναι ένας λόγος, μία φωνή, που να του πει: “δεν φταις εσύ”. Αυτό πάσχιζα. Να ακούσω ένα στόμα, να ακούσω μια φωνή να μου πει ότι δεν έφταιγα».
Η σιωπή που επανατραυματίζει
Ζητά ξανά συγγνώμη για την ταραχή. «Παρόλο που το έχω δουλέψει, ακόμα νιώθω…». Επιχειρεί να εξηγήσει, μα ο κόσμος τη «διακόπτει» με ένα δυνατό χειροκρότημα. Το κοινό όμως, δεν ήταν εξαρχής τόσο ένθερμο. Της μαρτυρίας της κ. Μερτζάνη είχε προηγηθεί εκείνη της κ. Φελίτσι. Μια λεπτομερής περιγραφή του βιασμού που υπέστη στα 19 της χρόνια από τον καθηγητή της. «Υπάρχει κάποια ερώτηση;» είπε, αφού ολοκλήρωσε την αφήγησή της. Σιωπή.
«Αυτή η σιωπή είναι που διαμορφώνει το τραύμα στην ψυχή των θυμάτων» σημείωσε η κ. Μερτζάνη παίρνοντας την σκυτάλη. «Και είναι και μια φίμωση κοινωνική που αυτή τη στιγμή αναπαράγουμε εδώ και αναρωτιέμαι, αν κάποιοι έχουν παγώσει ή κάποιοι νιώθουν να είναι ζεστοί. Ελπίζω να αντέχετε και τη δική μου εμπειρία».
«Εγώ καταλαβαίνω γιατί στην αρχή δεν μιλήσατε. Εγώ δεν άντεξα τη μαρτυρία της Δώρας και στην αρχή βγήκα έξω» λέει η Σοφία Μπεκατώρου, εξηγώντας πώς αυτό στην πορεία ανατράπηκε. «Σκέφτηκα, αν εσύ δεν το αντέχεις, πώς όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα το αντέξουν; Πώς θα φύγουν από εδώ και θα μεταφέρουν αυτό που άκουσαν, αν εμείς δεν καταφέρουμε να το αντέξουμε; Κι έτσι επανήλθα στην αίθουσα».
Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, 1 στις 5 γυναίκες και 1 στους 13 άνδρες αναφέρουν ότι έχουν κακοποιηθεί σεξουαλικά κατά την παιδική τους ηλικία.
Η ίδια επισημαίνει το πόσο σημαντικό είναι η τραυματική εμπειρία να μιληθεί σε έναν χώρο σωστά πλαισιωμένο από ανθρώπους που είναι εκπαιδευμένοι να ακούσουν. «Διότι εκεί θα μπορέσει να λάβει κάθε επιζών/ώσα τη φροντίδα και την προσοχή που έχει ανάγκη» λέει στην «Κ» και εξηγεί πως αν κάποιο άτομο θέλει να μιλήσει ανοιχτά από την αρχή σε οποιοδήποτε κοινό, είναι αναπόφευκτο να μην λάβει στήριξη με τον τρόπο που χρειάζεται, αλλά ακόμη και να κάνει κακό σε άλλους, αν δεν έχουν προειδοποιηθεί για αυτό που θα ακούσουν. «Με αυτό εννοώ ότι ποτέ δεν γνωρίζουμε τα βιώματα των άλλων και τί μπορεί να αναδυθεί όταν εμείς λέμε την ιστορία μας. Για το λόγο αυτό είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι για το δικό μας καλό αλλά και το καλό των άλλων, το πλαίσιο υποστήριξης που χρειάζεται να αναζητήσουμε βρίσκεται σε ειδικούς ψυχικής υγείας».
Η κ. Μπεκατώρου τονίζει ακόμα πως η κοινοποίηση κακοποιητικών συμπεριφορών στα ΜΜΕ και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης απευθύνεται κυρίως στους φορείς και στις δομές της κοινωνίας μας. «Οταν επώνυμα καταγγέλλουμε την έλλειψη διαδικασιών διαχείρισης φαινομένων κακοποίησης στον εργασιακό χώρο, στον πολιτισμό στον αθλητισμό, το κάνουμε διότι είναι επικίνδυνο να συνεχίσουμε να ζούμε με τόσο σημαντικές ελλείψεις, που όχι μόνο κοστίζουν ψυχικά σε όλους μας αλλά κοστίζουν και οικονομικά στο κράτος μας. Οπότε η κοινωνική πίεση δημιουργεί έναν έμμεσο τρόπο πίεσης στην πολιτική ηγεσία ώστε να προχωρήσει σε νέους τρόπους διαχείρισης της βίας που θα διασφαλίζουν πρόληψη και την υγεία των πολιτών».
Η βία από γενιά σε γενιά
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, μία στις πέντε γυναίκες και ένας στους 13 άνδρες αναφέρουν ότι έχουν κακοποιηθεί σεξουαλικά κατά την παιδική τους ηλικία, ενώ περίπου 120 εκατομμύρια κορίτσια και νεαρές γυναίκες κάτω των 20 ετών έχουν υποστεί κάποια μορφή αναγκαστικής σεξουαλικής επαφής. Ενα παιδί που υφίσταται κακοποίηση είναι πιο πιθανό να κακοποιηθεί ως ενήλικας ή να κακοποιήσει άλλα άτομα, με αποτέλεσμα η βία να μεταδίδεται από τη μια γενιά στην άλλη. Επομένως, είναι εξαιρετικά κρίσιμο να σπάσει αυτός ο κύκλος βίας, με πολλαπλά οφέλη για τις επόμενες γενιές. Η κακοποίηση παιδιών ωστόσο, συχνά παραμένει κρυφή. Κι έτσι, μόνο ένα μικρό ποσοστό παιδιών θυμάτων κακομεταχείρισης λαμβάνει υποστήριξη από επαγγελματίες υγείας.
Η Κυριακή Μερτζάνη δεν έλαβε ποτέ την υποστήριξη που χρειαζόταν ως παιδί. Αλλά και όταν ως ενήλικη πια επιχείρησε να δουλέψει το τραύμα της με έναν ψυχοθεραπευτή, εκείνος δεν μπορούσε να ανταπεξέλθει στη διαδικασία, επιδεικνύοντας μια αδιαφορία εξόχως επανατραυματική για την ίδια. «Δεν το λύσαμε ποτέ, παρόλο που τον ρώτησα ευθέως» λέει στην «Κ». Σε δεύτερο χρόνο η ίδια προσπάθησε να συζητήσει το θέμα σε μια θεραπευτική ομάδα, όμως και τότε δέχτηκε λεκτική επίθεση. «Μέσα στην ομαδική θεραπεία όλα τα μέλη αναπαρήγαγαν το κοινωνικό μοτίβο, όπου κάποιοι επιτίθενται, κάποιοι αδιαφορούν, κάποιοι συμπονούν αλλά δεν το δείχνουν, και κάποιοι, αν μιλήσουν, τρώνε επίθεση», σημειώνει. Το αποτέλεσμα ήταν να αποχωρήσει από τη θεραπευτική ομάδα. «Είναι άξιος, με πολύ καλές γνώσεις σε αυτό που κάνει, αλλά είναι αδύναμος να συνδεθεί και να ακουμπήσει το τραύμα μου», λέει για τον ψυχοθεραπευτή της. «Το σημαντικότερο σημείο στη θεραπεία του τραύματος είναι ο θεραπευτής να έχει ψυχική ανθεκτικότητα και ενσυναίσθηση», τονίζει.
Η Σοφία Μπεκατώρου, ως ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεύτρια η ίδια, εκτιμά πως ο συγκεκριμένος θεραπευτής πιθανώς αντέδρασε έτσι εξαιτίας των δικών του προσωπικών βιωμάτων. «Ενα θύμα κακοποίησης μπορεί να επανατραυματιστεί ή να μην μπορέσει να κλείσει το τραύμα του αν ο ίδιος ο ψυχοθεραπευτής δεν έχει πρώτα κάνει τη δική του προσωπική ανάλυση πριν μπει στη διαδικασία να δουλέψει με άλλους ανθρώπους» υπογραμμίζει. «Επομένως είναι σημαντικό να απευθυνόμαστε σε επαγγελματίες, αφού πρώτα ψάξουμε και επαληθεύσουμε και από άλλους ανθρώπους για την ψυχαναλυτική ηθική του ψυχοθεραπευτή ή της ψυχοθεραπεύτριας. Και βεβαίως αν διαπιστώσουμε ότι κάτι δεν λειτουργεί και δεν νιώθουμε άνετα μέσα στη διαδικασία, επίσης είναι σημαντικό να το διερευνήσουμε και να απευθυνθούμε σε κάποιον άλλο ειδικό».
Οταν τα παιδιά μιλούν, αλλά το σύστημα δεν ξέρει τι να κάνει
Τι γίνεται όμως όταν οι ειδικοί δεν έχουν είτε την κατάρτιση, είτε την ανθεκτικότητα, ώστε να υποστηρίξουν το παιδί θύμα κακοποίησης; Και πώς ανταποκρίνονται οι αρχές, αστυνομικές και δικαστικές, όταν ένα παιδί εν τέλει μιλά; «Σε συλλογικό επίπεδο νομίζω ότι αρνούμαστε να πάρουμε την ευθύνη που αναλογεί στον άνθρωπο, στην ομάδα, στα συστήματα» σημειώνει η Κική Πετρουλάκη, ψυχολόγος, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Δικτύου Κατά της Βίας, που μαζί με την Σοφία Μπεκατώρου δημιούργησαν την πρωτοβουλία #MeNow_MeToo για την καταγραφή περιστατικών κακοποίησης και τη στήριξη των θυμάτων. Η ίδια επισημαινει μιλώντας στην «Κ» πως τα τελευταία δύο χρόνια στην Ελλάδα, τα μικρότερα παιδιά κυρίως, έχουν αρχίσει να μιλούν αμέσως. Ωστόσο, η ανταπόκριση του συστήματος που θα έπρεπε να διασφαλίζει την προστασία τους, είναι τουλάχιστον ανεπαρκής. «Τα μικρά παιδιά μεγαλώνουν μαθαίνοντας πως είναι δικαίωμά τους να μιλήσουν και πώς δεν έχουν τίποτα να ντρέπονται επειδή κάποιος τους έκανε κάτι που δεν είχε κανένα δικαίωμα» εξηγεί η κ. Πετρουλάκη. «Αυτά τα παιδιά μιλούν. Ομως το σύστημα δεν ξέρει τι να κάνει. Και μετά ξεκινά ένας δεύτερος γολγοθάς, πολύ μεγάλος και πολύ μακρύς, ο οποίος θέλει χρήματα, ψυχική αντοχή και ανθρώπους δίπλα» υπογραμμίζει. «Διότι η αλήθεια είναι ότι αν πάτε να παρακολουθήσετε τρεις, τέσσερις, πέντε δίκες, αυτές διεξάγονται πάνω σε έναν συλλογισμό “θα σε πιάσω που κοροϊδεύεις και λες ψέματα και κατηγορείς αυτόν τον υπεράνω υποψίας άνθρωπο, ως βιαστή”».
«Ποιος σας είπε ότι ένας κακοποιητής φαίνεται τέρας;»
Τη δική της εμπειρία μέσα από τις δικαστικές αίθουσες καταθέτει και η Σοφία Μπεκατώρου. «Μια από τις χειρότερες διαπιστώσεις που έχω κάνει είναι ότι στις δικαστικές αίθουσες αναζητούν ένα συγκεκριμένο το προφίλ θύματος. Δηλαδή λένε, “εσύ δεν φαίνεσαι θύμα”. Οχι απλά σ’ εμένα. Αυτή είναι μια πρόταση που ακούγεται στα θύματα που φτάνουν στα δικαστήρια. Λες και το θύμα ή ο δράστης έχουν ορισμένη όψη. Και ποιος σας είπε ότι ένα θύμα δεν μπορεί να έχει επιτυχίες; Οτι δεν μπορεί να έχει σταδιοδρομία; Οτι δεν μπορεί να έχει μια επιτυχημένη οικογένεια; Και βεβαίως ποιος σας είπε ότι ένας κακοποιητής φαίνεται τέρας; Μπορεί να είναι οποιοσδήποτε από εμάς. Μπορεί να είναι μέσα από την οικογένειά μας ή το πιο έμπιστο άτομο σε μια κοινότητα. Κάποια στιγμή λοιπόν πρέπει να πάψουμε να ασχολούμαστε με το πώς φαίνεται ένας δράστης ή ένα θύμα και να επικεντρωθούμε στο πώς θα δημιουργήσουμε έναν κοινωνικό ιστό που θα επενδύει στο σεβασμό, την αλληλεγγύη και την αποδοχή. Δεν είναι οι αυστηρότερες ποινές που θα μεταβάλουν τη στάση μας, αλλά η παιδεία και η άμεση απονομή δικαιοσύνης».
Είμαι εδώ για σένα
Παρά τον επανα-τραυματισμό από τη μητέρα και τον ψυχοθεραπευτή της, η Κυριακή Μερτζάνη πήρε την τελική απόφαση να μιλήσει και να εκθέσει δημόσια το τραύμα της κακοποίησης που υπέστη ως παιδί, όταν οι ρόλοι αντιστράφηκαν και η ίδια βρέθηκε στη θέση της ψυχοθεραπεύτριας. Τότε, ένας θεραπευόμενός της, τής μίλησε για μια αντίστοιχη δική του εμπειρία. «Η σεξουαλική κακοποίηση μπορεί να ακούγεται σε μεγαλύτερο ποσοστό από γυναίκες, αλλά δεν σας κρύβω ότι πολλές φορές έχω αναρωτηθεί, πόσοι άντρες είναι που δεν έχουν ομολογήσει; Και πόσοι άντρες είναι που κουβαλάνε αυτό το στίγμα;» λέει η κ. Μερτζάνη, πριν κλείσει την ομιλία της, αναφερόμενη στον πατέρα της.
«Εγώ είχα την τύχη να έχω έναν πατέρα, ο οποίος ήταν αγράμματος, αλλά όταν ήμουν μικρή μας έλεγε πάρα πολλά παραμύθια, χωρίς να ξέρει παραμύθια ο άνθρωπος. Οι ιστορίες του ήταν τα βιώματα που είχε ζήσει, καθώς είχε μείνει ορφανός στα πέντε του χρόνια και από τους δύο γονείς. Ηταν το 1934 γεννηθείς. Εκείνος και οι αφηγήσεις του, χωρίς να το ξέρει, ήταν που εμένα μου δίνανε την πυξίδα και τον φάρο για να μπορώ να αντέχω. Γιατί δεν σας κρύβω ότι πάντα θαύμαζα και θαυμάζω αυτόν τον πατέρα που μπόρεσε να επιβιώσει σε πολύ δύσκολες συνθήκες».