Θεσσαλία: Η αντοχή των κτιρίων στο νερό

Θεσσαλία: Η αντοχή των κτιρίων στο νερό

Ειδικοί μιλούν στην «Κ» για τους κινδύνους και την ανάγκη πρόληψης

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν υποχωρήσουν τα νερά, κανείς δεν θα μπορέσει να μιλήσει με ασφάλεια. Ομως, είναι δεδομένο πως όσο αυτό καθυστερεί, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες τα σπίτια στα χωριά της ευρύτερης περιοχής της Καρδίτσας να υποστούν σοβαρές ζημιές. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι είναι επιπόλαιο να μιλάμε για ανάγκη «μετακίνησης» ολόκληρων οικισμών, πριν καν εκτιμηθεί τόσο η κατάσταση των κτιρίων όσο και του εδάφους. Οσον αφορά τα κτίρια, η παραμονή κάτω από το νερό εκτιμάται ότι θα έχει προκαλέσει ανεπανόρθωτες βλάβες στα σπίτια από χωματόπλινθους, ενώ μικρότερος είναι ο κίνδυνος για τα κτίρια από πέτρα.

«Οποιαδήποτε απόφαση για τα κτίρια και τις υποδομές θα βασιστεί σε όσα προκύψουν από τον έλεγχο των μηχανικών. Το ότι πλημμύρισαν κάποια χωριά, δεν σημαίνει ότι είναι πλέον για κατεδάφιση», εκτιμά ο Κώστας Σπυράκος, ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ. «Είναι γεγονός ότι πολλά από τα σπίτια στα χωριά είναι φτιαγμένα με τοιχοποιία. Αυτό σημαίνει ότι έχουν δύο στρώσεις από λίθους, μια εξωτερική και μια εσωτερική, ανάμεσα στις οποίες βρίσκεται ως μόνωση μια στρώση από υλικό δεύτερης ποιότητας, συνήθως άργιλος με μικρές πέτρες. Αν αυτός ο εσωτερικός πυρήνας έχει φύγει εξαιτίας του νερού, τότε ο τοίχος χάνει τη συνοχή του, άρα και την αντοχή του, όμως οι τοίχοι αυτοί είναι καλά σοβατισμένοι – ειδάλλως θα διαλύονταν με τις βροχές. Ενα πρώτο ζήτημα, λοιπόν, είναι να ελεγχθεί η τοιχοποιία των σπιτιών αυτών. Ενα δεύτερο ζήτημα είναι τα θεμέλια. Η θεμελίωση αυτών των κτιρίων είναι συνήθως η συνέχιση της τοιχοποιίας τους σε βάθος ενός μέτρου ή και λίγο περισσότερο. Στην περίπτωση που η θεμελίωση έχει υποσκαφεί, ενδέχεται να υπάρχει σοβαρό θέμα για το κτίριο».

«Στα χωριά είναι πολύ συνηθισμένο τα κτίρια να είναι φτιαγμένα από χωματόπλινθους. Τα σπίτια αυτά θα έχουν χάσει μεγάλο μέρος της αντοχής τους, όντας τόσες ημέρες κάτω από το νερό», εκτιμά η Φυλλίτσα Καραντώνη, ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Πατρών. «Αν είναι από πέτρα, είναι λιγότερος ο κίνδυνος. Φοβάμαι όμως ότι τα περισσότερα θα έχουν υποσκαφές στα θεμέλια, οπότε και μικρή ζημιά να έχουν οι τοίχοι, τα κτίρια θα είναι πλέον ακατάλληλα. Θα πρέπει βέβαια να γίνουν αυτοψίες, όχι μόνο για τα κτίρια, αλλά για να αποτιμηθεί το έδαφος θεμελίωσης».

Δεν είναι όμως απαραίτητο ότι διατρέχουν κίνδυνο μόνο οι παλαιότερες κατασκευές. «Σίγουρα οι σύγχρονες κατασκευές από σκυρόδεμα είναι πιο ανθεκτικές, θα πρέπει όμως και εκεί να ελεγχθεί η θεμελίωση. Υπάρχει και μια άλλη διάσταση που συνήθως ο κόσμος αγνοεί. Θα πρέπει να μεσολαβήσει ένα αρκετό διάστημα καλοκαιρίας, ώστε να στραγγίξει και το έδαφος και το σκυρόδεμα και να μην οξειδωθεί ο οπλισμός του (που “τραβά” υγρασία από το σκυρόδεμα)».

Εκτιμούν ότι είναι επιπόλαιο να μιλάμε για «μετακίνηση» ολόκληρων οικισμών, πριν καν εκτιμηθεί τόσο η κατάσταση των κτισμάτων όσο και του εδάφους.

Η κ. Καραντώνη εκτιμά ότι είναι πρόωρο να μιλήσουμε για «μετακίνηση» οικισμών ή τμημάτων οικισμών. «Θα πρέπει να εξετάσουν κάθε περίπτωση οι εδαφομηχανικοί. Αν, ωστόσο, υπάρχουν οικισμοί ή κάποια τμήματά τους που πλημμυρίζουν συνεχώς, τότε είναι προφανές ότι δεν μπορεί να διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση». Για τον κ. Σπυράκο το ζήτημα δεν βρίσκεται τόσο στη θέση των οικισμών όσο στην προστασία τους. «Η έμφαση θα πρέπει να δοθεί στα αντιπλημμυρικά έργα. Αν ήταν σωστά, τότε τα χωριά δεν θα πλημμύριζαν». Πάντως, οι επιστήμονες εκτιμούν ότι ο κίνδυνος πλημμύρας θα πρέπει να επηρεάσει με κάποιον τρόπο τον οικοδομικό κανονισμό. «Μέχρι το 1985 οι μελέτες των κατασκευών γίνονταν για το ένα τέταρτο των σεισμών που αντέχουν σήμερα. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και με τις πλημμύρες, να επικαιροποιηθεί η επικινδυνότητα της κάθε περιοχής με βάση τα νέα δεδομένα και να ισχύσουν διαφορετικοί κανονισμοί ανά περιοχή».

Νέο εργαλείο

Οι μηχανικοί έχουν πλέον στα χέρια τους ένα νέο εργαλείο: τον Κανονισμό για Αποτίμηση και Δομητικές Επεμβάσεις Τοιχοποιίας (ΚΑΔΕΤ). Πρόκειται για ένα νέο εργαλείο που αφορά τον τρόπο επισκευής ή και ενίσχυσης κτιρίων από τοιχοποιία, που ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε πρόσφατα, έπειτα από 11 χρόνια έρευνας. «Ο ΚΑΔΕΤ, μας δίνει μια μεθοδολογία για να αποτιμούμε την αντοχή των πέτρινων κτιρίων, ένα ιδιαίτερα απαιτητικό θέμα για εμάς τους μηχανικούς, καθώς τα κτίρια αυτά ακολουθούν διαφορετικούς κανόνες», λέει ο Στέφανος Δρίτσας, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πατρών και συντονιστής της συντακτικής ομάδας του ΚΑΔΕΤ. «Τι κάνει λοιπόν αυτός ο κανονισμός; Μας ορίζει ποια δεδομένα πρέπει να λάβουμε υπόψη, όπως την αντοχή της πέτρας, το είδος του κονιάματος, το αν οι τοίχοι “δένονται” μεταξύ τους, ποια είναι η σύνδεση του πατώματος με τους τοίχους κ.ά. Ολα αυτά τα στοιχεία μπαίνουν σε ένα υπολογιστικό πρόγραμμα και μας δείχνουν την αντοχή του κτιρίου, πού έχει πρόβλημα και πού χρειάζεται επισκευές. Ο κανονισμός καλύπτει οποιαδήποτε επέμβαση, είτε επισκευή είτε ενίσχυση στα κτίρια από τοιχοποιία και εκτιμώ ότι θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από τους συναδέλφους μηχανικούς για την αποκατάσταση των ζημιών στις περιοχές της Θεσσαλίας που έχουν πληγεί».

Οσον αφορά τα πλημμυρόπληκτα χωριά, ο κ. Δρίτσας εκτιμά ότι η εικόνα δεν θα είναι ενιαία. «Είναι πολλοί οι παράγοντες που καθορίζουν την τύχη ενός κτιρίου υπό τόσο ακραίες συνθήκες. Επί της αρχής, εκτιμώ ότι τα νεότερα και τα καλά χτισμένα κτίρια, ιδίως όσα έχουν χτιστεί με σχετικά σύγχρονους αντισεισμικούς κανονισμούς, θα είναι σε καλύτερη κατάσταση γιατί είναι πολύ πιο ενισχυμένα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή