Ποιος έφερε τον Καλατράβα; Ιστορίες από το στοιχειωμένο στέγαστρο

Ποιος έφερε τον Καλατράβα; Ιστορίες από το στοιχειωμένο στέγαστρο

Η περιπέτεια ξεκινάει από ένα δείπνο στη Ρώμη, στο σπίτι της Ειρήνης Παπά. Και καταλήγει στον ναό του Αγίου Νικολάου στο Μανχάταν, με ενδιάμεσο και εμβληματικό σταθμό το αρχιτεκτονικό «επιστέγασμα» του 2004

8' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ηταν ένα ωραίο, ανάλαφρο φθινοπωρινό βράδυ στη Ρώμη, το 2000, όταν η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα είχε αποδεχθεί με μεγάλη χαρά την πρόσκληση της καλής της φίλης Ειρήνης Παπά να δειπνήσουν στο σπίτι της μεγάλης Ελληνίδας ηθοποιού στην Αιώνια Πόλη. Ωστόσο, δεν θα ήταν μόνες τους. Ανάμεσα στους συνδαιτημόνες ξεχώριζε ένας ιδιαίτερα σαγηνευτικός άντρας κοντά στα 50· έδειχνε, παρ’ όλα αυτά, αρκετά νεότερος. Η χημεία ανάμεσα στους δύο αγνώστους, μια φιλότεχνη Ελληνίδα κι έναν Ισπανό αρχιτέκτονα και μηχανικό με άπταιστα γαλλικά, ήταν εκπληκτική, «έρωτας με την πρώτη ματιά», θυμάται κοινή τους αγαπημένη φίλη που ήταν παρούσα στο τραπέζι. Συζητούσαν με τόση ένταση, μοιράζονταν τόσα κοινά ενδιαφέροντα, είχαν τόσο πολλά για να συμφωνήσουν ή για να διαφωνήσουν, που μέχρι το τέλος της βραδιάς η αείμνηστη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης είχε προλάβει να δεσμεύσει από τον καταγοητευμένο συνομιλητή της την υπόσχεση ότι η επόμενη έκθεσή του θα γινόταν οπωσδήποτε στην Αθήνα.

Ο σαγηνευτικός αυτός άντρας δεν ήταν άλλος από τον Σαντιάγο Καλατράβα, στο απόγειο της αρχιτεκτονικής λάμψης του. Κι εκείνο το βράδυ άνοιγε ένα νέο κεφάλαιο στην ήδη φλογερή σχέση του με την Ελλάδα. Η Ειρήνη Παπά είχε προλειάνει το έδαφος με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Με την ιδιότητα της διευθύντριας του Ιδρύματος Θεατρικών Τεχνών του Πανεπιστημίου της Ρώμης, είχε την έμπνευση για μια μοναδική παράσταση αρχαίου δράματος στην οποία θα συμμετείχαν Ιταλοί και Ισπανοί ηθοποιοί: «Τρωάδες» στα ισπανικά και «Εκάβη» στα ιταλικά, με την ίδια στον διπλό ρόλο της πρωταγωνίστριας και σκηνοθέτιδος και τον Σαντιάγο Καλατράβα να υπογράφει τα μνημειώδη σκηνικά. Οι θεατές θα παρακολουθούσαν την παράσταση από ένα περιστρεφόμενο θέατρο, σχεδιασμένο από τον Ελληνα αρχιτέκτονα Μάνο Περράκη, που θα επέτρεπε την εναλλάξ θέαση των δύο τραγωδιών στα δύο διαφορετικά σκηνικά του διάσημου Ισπανού αρχιτέκτονα. Μόνο για τα σκηνικά των «Τρωάδων» ο Καλατράβα είχε χρησιμοποιήσει 15 σωλήνες από ατσάλι μήκους 8 έως 16 μέτρων και βάρους 25 τόνων. Η μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου και τα κοστούμια της Μαρίνας Καρέλλα συμπλήρωναν το οπτικοακουστικό υπερθέαμα, το οποίο ξεκίνησε την πορεία του το 2002 από το Σαγούντο της Ισπανίας, μια μικρή παραθαλάσσια πόλη κοντά στη Βαλένθια, γενέτειρα του Καλατράβα, και στη συνέχεια (2003) στη Ρώμη, στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας.

Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα είχε γίνει μάρτυρας της πυρετώδους προετοιμασίας αυτών των πολύ απαιτητικών παραστάσεων ταξιδεύοντας επανειλημμένως τόσο στη Βαλένθια όσο και στη Ρώμη. Εκείνα τα ταξίδια ενίσχυσαν ακόμη περισσότερο αυτή τη νέα ελληνοϊσπανική φιλία.

Η έκθεση στην Πινακοθήκη

Και ο «έρωτας» συνεχίστηκε στην Αθήνα. Η έκθεση που είχε υποσχεθεί στη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης ο Σαντιάγο Καλατράβα σε εκείνο το ρωμαϊκό τραπέζι της Ειρήνης Παπά ήταν έτοιμη να ανοίξει για το αθηναϊκό κοινό στις 22 Μαρτίου του 2001. Περιελάμβανε μακέτες, μικρές αρχιτεκτονικές συνθέσεις, φωτογραφίες, γλυπτά και βίντεο που εξοικείωναν τους Ελληνες φιλότεχνους με το πολύ χαρακτηριστικό αρχιτεκτονικό ιδίωμα του Καλατράβα: κτίρια που θύμιζαν σκελετοδομές τεράστιων πτηνών, αεροδυναμικές γέφυρες που παρέπεμπαν σε προϊστορικά ζώα, γλυπτά που εμπνέονταν από το ανθρώπινο σώμα.

Η έκθεση δεν θα περνούσε απαρατήρητη από υπουργούς και άλλους υψηλούς αξιωματούχους της ελληνικής κυβέρνησης. Κανείς, όμως, ακόμη δεν μπορούσε να φανταστεί ότι σε λίγους μόνο μήνες, τον επόμενο κιόλας Οκτώβριο, ορισμένοι εξ αυτών θα περνούσαν ξανά το κατώφλι της Εθνικής Πινακοθήκης για να παρευρεθούν στην τελετή ανάθεσης στον Ισπανό αρχιτέκτονα του συνόλου των έργων αισθητικής αναβάθμισης των ολυμπιακών εγκαταστάσεων του ΟΑΚΑ ενόψει των Αγώνων του 2004, που θα άρχιζαν σε λιγότερο από τρία χρόνια από τότε.

Το βασικό «σενάριο» της σχέσης Σαντιάγο Καλατράβα και Ελλάδας θέλει τη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα να «μεσολάβησε» στην κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη για να πάρει τη «δουλειά» του ΟΑΚΑ ο Ισπανός σταρ της αρχιτεκτονικής. Αλλά τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι. Ο Καλατράβα βρισκόταν ήδη κάτω από τα κυβερνητικά ραντάρ πριν από την έκθεση της Πινακοθήκης, με διαβεβαιώνει πρωτοκλασάτος υπουργός εκείνης της περιόδου με αυξημένες αρμοδιότητες επί της ολυμπιακής προετοιμασίας, ο οποίος προτιμά να διατηρήσει την ανωνυμία του στη σκιά των όσων εξελίσσονται τις τελευταίες ημέρες σε σχέση με το «στέγαστρο Καλατράβα». Και μου θυμίζει το περιβάλλον ελεγχόμενου (προς τα έξω) πανικού που κυριαρχεί στη χώρα εκείνη την εποχή σε σχέση με τις τρομακτικές καθυστερήσεις σε όλο το μέτωπο της ολυμπιακής προετοιμασίας.

Συνοπτικά: Ο τότε πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ μας είχε βγάλει τον Απρίλιο του 2000 την περίφημη «κίτρινη κάρτα» (στην «κόκκινη» μας έπαιρναν τους Αγώνες), ενώ δύο μήνες μετά επιστρατεύεται άρον άρον από τον ίδιο τον πρωθυπουργό η Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη (ο άνθρωπος που είχε φέρει τους Αγώνες στην Ελλάδα) για να τρέξει επιτέλους η προετοιμασία και να διασωθεί το γόητρο της χώρας.

«Χρήσιμη και κομψή»

Το όνομα του Καλατράβα πέφτει στο τραπέζι από τη στιγμή που γίνεται σαφές ότι δεν είναι δυνατόν η Αθήνα να κάνει Ολυμπιακούς με ένα στάδιο του 1982 και χωρίς στέγαστρο. «Το στέγαστρο», τονίζει άλλος σημαίνων κυβερνητικός παράγων της περιόδου 2000-2004, «δεν ήταν απαραίτητο μόνο για λόγους τηλεοπτικής εικόνας, αισθητικής και εντυπώσεων, αλλά και γιατί η ΔΟΕ είχε συγκεκριμένα πρωτόκολλα για τα στάδια· δεν μπορούσαμε να διοργανώσουμε Ολυμπιακούς με βασικό στάδιο που δεν διέθετε στέγαστρο, τελεία και παύλα».

Οπως έγραψε αργότερα στη βιογραφία της η πρόεδρος της Οργανωτικής Επιτροπής «Αθήνα 2004» Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη, ήταν μια κατασκευή «χρήσιμη και όχι μόνο κομψή», καθώς με ειδική επίστρωση που αντανακλούσε τον ήλιο, το στέγαστρο αποτελούσε εγγύηση ότι το στάδιο θα παρέμενε άνετο παρ’ όλη τη ζέστη του καλοκαιριού. «Υπήρχε, λοιπόν, η επιλογή», συνεχίζει ο πρώην κυβερνητικός παράγων, «να πάμε με ένα συμβατικό, μονοκόμματο, συμπαγές στέγαστρο όπως αυτά που βλέπαμε, για παράδειγμα, να κατασκευάζονται σε πολλά γερμανικά γήπεδα της δεκαετίας του ’70 ή να κινηθούμε λίγο πιο φιλόδοξα, αναθέτοντας το στέγαστρο του ΟΑΚΑ σε ένα μεγάλο όνομα της διεθνούς αρχιτεκτονικής».

Η επιλογή του αρχιτέκτονα που θα συναινούσε σε μια τόσο ασφυκτική, χρονικά, συνθήκη δεν ήταν καθόλου απλή υπόθεση. «Η γνωριμία του Καλατράβα με τη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα έπαιξε ρόλο γιατί μας τον έφερε στην Αθήνα με την ευκαιρία της έκθεσης και μπορέσαμε να τον βολιδοσκοπήσουμε εντός έδρας και να ξεκινήσουμε άμεσα συζητήσεις», τονίζει ο πρώην υπουργός και προσθέτει: «Ομως ο Καλατράβα πληρούσε εξαρχής πολλές προϋποθέσεις για να δουλέψει στην Αθήνα γιατί είχε ήδη κάνει όνομα στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης το 1992 σχεδιάζοντας μία από τις πιο προβεβλημένες κατασκευές εκείνης της διοργάνωσης, τον τηλεπικοινωνιακό πύργο του Μονζουίκ».

Κι ενώ το αρχικό ζητούμενο ήταν το στέγαστρο, γρήγορα έγινε σαφές ότι αν έπρεπε να χορέψουμε τον χορό, θα έπρεπε να τον χορέψουμε μέχρι τέλους. Ηδη η Αθήνα βρισκόταν στο στόχαστρο των αρχιτεκτόνων γιατί σε σχέση με το πλέον φωτεινό παράδειγμα της εποχής, τη Βαρκελώνη, ήταν απελπιστικά πίσω, μη έχοντας να επιδείξει έστω ένα υπό κατασκευήν επώνυμο αρχιτεκτονικά κτίριο για τους Αγώνες. Ετσι, ο κύβος ερρίφθη: η αρχιτεκτονική ταυτότητα της Αθήνας 2004 θα προέκυπτε από ένα συνολικότερο πρόγραμμα αισθητικής αναβάθμισης του κεντρικού ολυμπιακού συγκροτήματος στο ΟΑΚΑ. Οταν ο Σαντιάγο Καλατράβα παρουσίασε για πρώτη φορά τις ιδέες του (τα δύο στέγαστρα, την Αγορά, τον Τοίχο των Εθνών και όλες τις επιμέρους παρεμβάσεις) ακούστηκε στο δωμάτιο ένας βαθύς αναστεναγμός ανακούφισης. Η παρουσίαση των τελικών σχεδίων από τον ίδιο τον αρχιτέκτονα στο φουαγιέ της Εθνικής Πινακοθήκης τον Οκτώβριο του 2001, παρουσία του τότε υπουργού Πολιτισμού Ευάγγελου Βενιζέλου, έγινε σε πανηγυρικό κλίμα.

Η αντίστροφη μέτρηση

Οσο, όμως, περνούσαν οι μήνες (και τα χρόνια) και το στέγαστρο δεν έπαιρνε τη θέση του πάνω από το Ολυμπιακό Στάδιο, καθώς έπρεπε να προηγηθούν ένας τεχνικός και ένας κατασκευαστικός μαραθώνιος και η συναρμολόγησή του εκτός σταδίου, η πιο εμβληματική προσθήκη του ΟΑΚΑ έγινε το άτυπο σύμβολο του δραματικού φώτο φίνις της αθηναϊκής προετοιμασίας. Η επιχείρηση ολίσθησης του στεγάστρου στην τελική του θέση ξεκίνησε στις 10 Μαΐου 2004, ενώ η χώρα παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα. Το παραμικρό λάθος σε μία από τις πιο περίπλοκες, τεχνικά, διαδικασίες στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία θα μπορούσε να στοιχίσει μια πρωτοφανή εθνική ταπείνωση: τρεις μήνες πριν από την έναρξη των Αγώνων, το κεντρικό στάδιο θα έμενε χωρίς στέγαστρο.

Αν και οι μελέτες εφαρμογής και η επιστασία των εργασιών είχαν ανατεθεί σε τρία μεγάλα, ανεξάρτητα γραφεία (και όχι στο γραφείο Καλατράβα), ο Ισπανός αρχιτέκτονας παρακολουθούσε από κοντά όλα τα στάδια της προετοιμασίας και της κατασκευής. Είχε τις δικές του εμμονές, κυρίως αισθητικής φύσεως. Αλλά όλοι όσοι συνεργάστηκαν μαζί του αναγνωρίζουν την πραότητα του χαρακτήρα του. «Απέπνεε την ηρεμία του ανθρώπου που πατούσε γερά στα πόδια του, καμία αλαζονεία, ούτε κανένα τεράστιο “εγώ”, ταπεινός και σίγουρος», θυμάται μηχανικός που συνεργάστηκε στενά μαζί του. Καθώς, όμως, το γραφείο του Σαντιάγο Καλατράβα έχει κατηγορηθεί για τεχνικές αστοχίες σε αρκετά δημοφιλή έργα του σε όλο τον κόσμο (Βενετία, Βαλένθια κ.α.), ο πειρασμός να ρωτήσω τους συνομιλητές μου για την πιθανότατα να συνέβη κάτι ανάλογο και στην περίπτωση του στεγάστρου του ΟΑΚΑ ήταν μεγάλος. Ολοι συμφώνησαν ότι ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» ήταν και είναι η παντελής έλλειψη συντήρησης μιας τόσο απαιτητικής κατασκευής. «Είναι σαν να φτιάξαμε μια νέα γραμμή μετρό και μετά να μην ασχολήθηκε κανείς», είναι το γλαφυρό σχόλιο έμπειρου υπουργού των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ.

Ο Μάρτον Σίμιτσεκ, εντεταλμένος σύμβουλος και επικεφαλής διοίκησης επιχειρήσεων αγώνων της Οργανωτικής Επιτροπής «Αθήνα 2004», ο επονομαζόμενος και «στρατηγός» της διοργάνωσης, θυμίζει ότι ανάμεσα στην οργανωτική επιτροπή και στην κυβέρνηση είχε υπογραφεί, όπως ορίζουν οι κανόνες της ΔΟΕ, πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής όλων των ολυμπιακών εγκαταστάσεων. «Οταν, λοιπόν, με το πέρας και των Παραολυμπιακών, παραδώσαμε το ΟΑΚΑ στην κυβέρνηση, θυμάμαι πολύ καθαρά το βιβλίο συντήρησης της εγκατάστασης, είναι σαν να το βλέπω να περνάει μπροστά μου», αφηγείται στην «Κ».

H Κρήτη και το Αγιον Ορος

Η «Κ» επικοινώνησε με τη γραμματεία των κεντρικών γραφείων του Σαντιάγο Καλατράβα στη Ζυρίχη, σε περίπτωση που θα ήθελε να κάνει ένα σχόλιο για τις τελευταίες εξελίξεις ενός τόσο εμβληματικού έργου του. Δεν ήθελε, όπως ήταν και το αναμενόμενο.

Πάντως, άνθρωπος που διατηρεί σχέσεις μαζί του με διαβεβαίωσε ότι η εγκατάλειψη των έργων του στην Αθήνα δεν τον έκαναν ποτέ να μετριάσει τα αισθήματα «λατρείας» που έχει για τη χώρα μας. Δεν ξεχνάει, ούτε σήμερα, την πρώτη του επίσκεψη, ως φοιτητής, στην Κρήτη των αρχών της δεκαετίας του ’70, όταν βρέθηκε χαμένος και πεινασμένος σε ένα απομονωμένο ορεινό χωριό του νησιού και τον «έσωσαν» δύο γέροντες πρσφέροντάς του «ένα πιάτο φαΐ που δεν θα ξεχάσει ποτέ».

Και το ΟΑΚΑ δεν ήταν το τελευταίο του «ελληνικό» έργο. Ο Καλατράβα σχεδίασε τον νέο ελληνορθόδοξο ναό του Αγίου Νικολάου στο Μανχάταν, που είχε καταστραφεί ολοσχερώς μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου και εγκαινιάστηκε επίσημα στη νέα του μορφή πέρυσι. Καθώς έχει μεγάλη αγάπη για το Αγιον Ορος, το οποίο έχει επισκεφθεί πολλές φορές, ζήτησε από τον καλύτερο, κατά τη γνώμη του, αγιογράφο της Αθωνικής Πολιτείας, τον πατέρα Λουκά της Μονής Ξενοφώντος, να φιλοτεχνήσει τον ναό. Ισως, λοιπόν, για τον Σαντιάγο Καλατράβα η αγάπη του για την Ελλάδα να έχει περάσει πλέον σε μια πιο πνευματική διάσταση, που να τον προστατεύει από τις πιο τραυματικές ελληνικές εμπειρίες ενός αρκετά μακρινού, πλέον, παρελθόντος…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT