Εναν μήνα μετά τη «βιβλική» καταστροφή στη Θεσσαλία, η γη στα χωριά γύρω από τη λίμνη Κάρλα δίνει ξανά σημάδια ζωής. Το έδαφος, σε ορισμένους τόπους, –εκεί όπου το νερό δεν έχει πλέον μεγάλο βάθος– γίνεται γόνιμο και έτοιμο να δεχθεί τη σπορά του φθινοπώρου. Αυτή είναι σίγουρα η πρώτη αισιόδοξη καταγραφή που έρχεται από τους ειδικούς στις περιοχές του Κάμπου.
«Η ζημιά διαφέρει από περιοχή σε περιοχή. Υπάρχουν σημεία όπου η λάσπη έχει στεγνώσει και σε αυτά το έδαφος μπορεί εύκολα να καλλιεργηθεί με τα συνηθισμένα μέσα οργώματος, χωρίς να αποτελέσει πρόβλημα για τη φετινή καλλιέργεια. Η γονιμότητα του εδάφους εκεί όχι μόνο δεν έχει υποβαθμισθεί, αλλά τείνει να ενισχυθεί», τονίζει στην «Κ» ο πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σπύρος Κίντζιος, ο οποίος πριν από λίγες μέρες έκανε αυτοψία στο έδαφος και τις καλλιέργειες των περιοχών γύρω από τη λίμνη Κάρλα, ως επικεφαλής επταμελούς κλιμακίου του πανεπιστημίου. Τα νέα, σύμφωνα με τους επιστήμονες που επισκέφθηκαν τα χωριά Σωτήριο και Αχίλλειο, δεν είναι εξίσου ευχάριστα για τις χιλιάδες στρέμματα στα οποία το νερό δεν έχει ακόμη στραγγίξει. Εκεί, η φετινή συγκομιδή θεωρείται ήδη χαμένη.
«Είδαμε δεντροκαλλιέργειες, όπως φιστικιές και αμυγδαλιές, που παραμένουν πλημμυρισμένες. Εάν δεν τραβηχτούν τα νερά από εκεί, τα φαινόμενα υποξίας που προκαλούνται από τη χαμηλότερη συγκέντρωση οξυγόνου στο έδαφος, θα σκοτώσουν αυτά τα δέντρα», επισημαίνει ο κ. Κίντζιος, ενώ εξηγεί την παράδοξη συνθήκη που επικρατεί στις βαμβακοκαλλιέργειες. «Το βαμβάκι βρίσκεται σε καλή κατάσταση και δεν κινδυνεύει να πάθει ζημιά, ωστόσο όπου οι εκτάσεις παραμένουν πλημμυρισμένες, είναι αδύνατο να περάσει η αγροτική μηχανή για να το συλλέξει».
Ανησυχητικά ευρήματα μυκοτοξίνης σε καλαμπόκια
Παράλληλα, με την αυτοψία του εδάφους, σκοπός της επίσκεψης των επιστημόνων στα χωριά της Θεσσαλίας ήταν κι ένας ακόμη: Να κάνουν δειγματοληπτικούς ελέγχους σε φυτικές καλλιέργειες για το ενδεχόμενο ύπαρξης μυκοτοξινών που προορίζονται για ζωοτροφές. Ο πρύτανης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου προειδοποιεί μέσω της «Κ» ότι το ζήτημα πρέπει να αντιμετωπισθεί από το κράτος ως επείγουσας ανάγκης.
«Ο φόβος –με όλα αυτά τα παθογόνα που αναπτύσσονται πάνω στα φυτά– είναι να μην περάσουν οι μυκοτοξίνες, τους επόμενους 6 ή 7 μήνες, στην τροφική αλυσίδα. Από τους περιορισμένους δειγματοληπτικούς ελέγχους που κάναμε, διαπιστώσαμε ότι σε κάποια καλαμπόκια υπήρχε μυκοτοξίνη, οπότε αν αυτά πάνε στη ζωοτροφή, θα έχουμε τεράστια προβλήματα. Το κράτος οφείλει να το κοιτάξει, διότι δεν ξέρουμε εάν αυτή τη στιγμή οι μύκητες έχουν επεκταθεί και σε τι βαθμό», λέει ο κ. Κίντζιος τονίζοντας τη σημασία του ελέγχου της φετινής παραγωγής από το χωράφι, μέσω ενός μηχανισμού που θα στηθεί σε συνεργασία με τα πανεπιστήμια, ώστε να μπορούν να γίνονται οι απαραίτητες αναλύσεις.
Το κράτος οφείλει να το κοιτάξει, διότι δεν ξέρουμε εάν αυτή τη στιγμή οι μύκητες έχουν επεκταθεί και σε τι βαθμό.
Ο πλήρης έλεγχος της ύπαρξης ή όχι μυκοτοξινών στις καλλιέργειες που προορίζονται για ζωοτροφές, αλλά και στις ίδιες τις ζωοτροφές μπορεί να γίνει, όπως εξηγεί, με τη βοήθεια rapid tests όμοιων στο σχήμα με αυτά που χρησιμοποιήθηκαν στην πανδημία, τα οποία δεν έχουν μεγάλο κόστος και είναι εύκολα στη χρήση.
«Θα πρέπει να παραχθούν σε εκατοντάδες χιλιάδες για να καλύψουν τις ανάγκες της ασφαλούς κατανάλωσης τροφίμων, αρκεί το κράτος να χρηματοδοτήσει τα κατάλληλα πανεπιστημιακά εργαστήρια, ώστε να διατεθούν δωρεάν στους αγρότες. Εμείς στη συνέχεια μπορούμε να τους εκπαιδεύσουμε για να τα εφαρμόσουν στον αγρό».
Η αγωνία των αγροτών
Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του κλιμακίου του ΓΠΑ σε χωριά της Θεσσαλίας που επλήγησαν από τα ακραία καιρικά φαινόμενα του Σεπτεμβρίου, οι επιστήμονες ήρθαν σε επαφή με πολλούς αγρότες που ήθελαν να ενημερωθούν για το τι μπορούν πλέον να περιμένουν για τις καλλιέργειές τους.
«Είδαμε ανθρώπους αποφασισμένους να παλέψουν για να μείνουν στην περιοχή. Αλλά όσο αποφασισμένος και να είσαι, εάν αποστραγγισθείς από κάθε πηγή και πόρο τελικά θα τα παρατήσεις. Η αγωνία τους, σήμερα, είναι ότι έχουν υποστεί μία καταστροφή και δεν είναι βέβαιοι για το τι να κάνουν. Δεν ξέρουν αν οι καλλιέργειές τους θα πιάσουν, αν θα μπορέσουν να επανέλθουν στην παραγωγή ως διαδικασία», λέει ο πρύτανης εξηγώντας ότι η καταστροφή μπορεί να γίνει διαχειρίσιμη, μόνο εφόσον υπάρξουν άμεσες κινήσεις στήριξης των παραγωγών.
Επιδότηση εξοπλισμού, αντιπλημμυρικά και ζώνες καλλιέργειας
«Μεγάλο μέρος του μηχανολογικού εξοπλισμού των αγροτών έχει καταστραφεί, οπότε εάν δεν προμηθευτούν καινούργια τρακτέρ δεν θα μπορούν να μπουν στα χωράφια για να καλλιεργήσουν. Οπου λοιπόν έχει καταστραφεί ο μηχανολογικός εξοπλισμός, θα πρέπει άμεσα να επιδοτηθεί».
Παράλληλα με την επιδότηση του εξοπλισμού, ο κ. Κίντζιος προκρίνει την ανάγκη να ξεκινήσουν άμεσα τα αντιπλημμυρικά έργα, τα οποία παραμένουν σε εκκρεμότητα, ώστε να μην υπάρξουν νέες καταστροφικές συνέπειες, ενόψει του χειμώνα. Σε αυτά, προσθέτει και τη σημασία της δημιουργίας «ζωνών καλλιέργειας» για τη διάσωση της αγροτικής παραγωγής στη Θεσσαλία.
«Είναι σημαντικό να υπάρχουν ζώνες που θα έχουν βαμβάκι, κάποιες άλλες που θα έχουν καλαμπόκι και άλλες που θα έχουν σιτηρά. Είναι κάτι που πρέπει να μελετηθεί σε βάθος χρόνου και σε συνάρτηση με τα σενάρια που έχουμε για τις μεταβολές του κλίματος», τονίζει και εξηγεί τα πλεονεκτήματα μιας τέτοιας εφαρμογής.
«Οι ζώνες καλλιέργειας διευκολύνουν την καλλιέργεια διαφορετικών φυτικών ειδών ανάλογα με τη μέγιστη προσαρμογή τους στις εκτιμώμενες συνθήκες κλίματος. Πρόκειται για μία πολύ σημαντική παράμετρο δεδομένης της κλιματικής αλλαγής. Αυτή η πρόβλεψη δεν υφίστατο μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα τα διαφορετικά είδη, όπως το βαμβάκι ή το καλαμπόκι, να καλλιεργούνται και σε περιοχές όπου η προσαρμογή τους δεν ήταν επαρκής».
Ο πρύτανης τονίζει πάντως ότι οι ζώνες αυτές ακόμη δεν έχουν υιοθετηθεί σε επίπεδο κυβερνητικής πολιτικής, όμως έχει γίνει η σχετική εισήγηση από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο και έχουν προβλεφθεί στον στρατηγικό σχεδιασμό στον οποίο συμμετέχει το πανεπιστήμιο για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ).