Νεοελληνικές Σπουδές: Επιστημονικότητα αλλά και άνοιγμα στην κοινωνία

Νεοελληνικές Σπουδές: Επιστημονικότητα αλλά και άνοιγμα στην κοινωνία

Οι Νεοελληνικές Σπουδές είναι ζωντανές όταν υπάρχουν δάσκαλοι και ερευνητές που πιστεύουν στην αποστολή τους

3' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το εξαιρετικά επιτυχημένο 7ο συνέδριο Νεοελληνικών Σπουδών μάς έδειξε τη ζωντάνια των Νεοελληνικών Σπουδών σήμερα. Είναι γνωστή η προϊστορία του ενδιαφέροντος για τις σπουδές αυτές ήδη από τον 19ο αιώνα: είτε με τη συστηματική αποτύπωση της νεοελληνικής βιβλιογραφικής παραγωγής από τον 15ο αι. (π.χ. Émile Legrand κ.ά.), είτε με τη συμπόρευση με τις Βυζαντινές Σπουδές, είτε με την ένταξή τους σε πανεπιστήμια και ερευνητικά προγράμματα και ινστιτούτα (όπως το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών στη Βενετία –από το 1951–, το οποίο, μέχρι πρότινος τουλάχιστον, ήταν παράδειγμα διεθνούς εμβέλειας και σοβαρής επιστημονικής παραγωγής).

Η συνεργασία με Τμήματα Κλασικών Σπουδών ή Γλωσσολογίας και διδασκαλίας ξένων γλωσσών τα οδηγεί ενίοτε σε στενό γλωσσικό προσανατολισμό. Από την άλλη, η πύκνωση της επικοινωνίας με άλλα περισσότερο ή λιγότερο συναφή αντικείμενα τους προσδίδει πλουραλισμό, αλλά ίσως και να περιορίζει την ιδιαιτερότητα του επιστημονικού τους χαρακτήρα.

Επιστημονικότητα, λοιπόν, ή άνοιγμα στην κοινωνία; Το ερώτημα δεν είναι διλημματικό. Και τα δύο έχει αποδειχθεί ότι είναι εφικτά. Εδρες Νεοελληνικών Σπουδών σε πόλεις με παρουσία της ιστορικής, νεοελληνικής, οικονομικής διασποράς ή δράσης της ελληνικής λογιοσύνης (π.χ. Βιέννη, Βενετία, Πάδοβα, Παλέρμο, Παρίσι, Λονδίνο κ.α.) ή και προσφάτως με την ανάπτυξη των μεταναστευτικών ρευμάτων σε Αμερική, Αυστραλία, Νότια Αφρική έχουν δείξει την αντοχή αλλά και την προσαρμογή στην επικαιρότητα χωρίς την απώλεια του επιστημονικού προσανατολισμού. Επιλεκτικά παραδείγματα ενισχύουν το επιχείρημά μου: η καλλιέργεια των Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας με την από πολλούς αιώνες παρουσία εκεί και Ελλήνων φοιτητών και λογίων και με τη συνεργασία με το Ελληνικό Ινστιτούτο και με το Πανεπιστήμιο της Βενετίας· το Σικελικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών Bruno Lavagnini (Παλέρμο, περίπου από το 1960), παράλληλα με την έδρα Νεοελληνικών Σπουδών στο πανεπιστήμιο, σε μια περιοχή-κέντρο σπουδών και για τη Magna Grecia και για τις μετακινήσεις Greco-Αlbanesi πληθυσμών από τη Νοτιοανατολική Ευρώπη στη Νότια Ιταλία και Σικελία· η εκ νέου λειτουργία έδρας Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών στο Λέτσε, όπου είναι ζωντανή η παράδοση του γλωσσικού ιδιώματος των grigos· το Kέντρο Νέου Ελληνισμού στο Βερολίνο με σκοπό «την ενίσχυση της συνεργασίας ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία»· το Τμήμα Νεοελληνικών Σπουδών στο Lund της Σουηδίας καλλιεργεί τη διδασκαλία της γλώσσας και τη λογοτεχνία· η δημιουργία του ψηφιακού μουσείου ελληνικής μετανάστευσης στον Καναδά (συνεργασία Πανεπιστημίων McGill, Τορόντο, Βανκούβερ, Πάτρας). Και πολλά άλλα παραδείγματα, θα επιμείνω σε δύο.

Στο Πανεπιστήμιο Βουκουρεστίου ο καθηγητής Tudor Dinu πετυχαίνει και με τη σοβαρή διδακτική και συγγραφική του έρευνα την καλλιέργεια των ελληνικών γραμμάτων έχοντας και την ενίσχυση μεταξύ άλλων και Ελλήνων επιχειρηματιών, που είναι σοβαροί εκπρόσωποι της ελληνικής επιχειρηματικότητας στη ΝΑ Ευρώπη τουλάχιστον μέχρι την οικονομική κρίση. Ετσι αναπτύσσει συνεδριακή δράση, ειδικά στον χώρο των Βαλκανικών Σπουδών. Πρώτος καθηγητής της έδρας Νεοελληνικών Σπουδών στη Βιέννη, στο πλαίσιο του προϋπάρχοντος Ινστιτούτου Βυζαντινών Σπουδών, υπήρξε ο Gunnar Hering. Προσανατολίσθηκε στη διδασκαλία της ιστορίας παράλληλα προς αυτή της γλώσσας και της ιστορίας των ιδεών. Συνεργάσθηκε με συναδέλφους της Ιστορίας, Νοτιοανατολικής Ευρωπαϊκής Ιστορίας, Φιλοσοφίας, Σλαβικών και Ρομανικών γλωσσών κ.ά. Η σημερινή κάτοχος της έδρας, Μαρία Στασινοπούλου, εκμεταλλευόμενη και το υπόβαθρο της ύπαρξης στην αυστριακή πρωτεύουσα των δύο ελληνικών κοινοτήτων (από τον 18ο αι.), ανέπτυξε προγράμματα ερευνητικά που συγχρηματοδοτούνται από το Αυστριακό Ταμείο για την Ερευνα ή από την Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών. Δεν είναι λοιπόν μονόδρομος η ενίσχυση από το ελληνικό κράτος (η οποία φυσικά και είναι απαραίτητη, π.χ. στην υποστήριξη της γλωσσικής διδασκαλίας), ενώ βέβαια δεν είναι τα τμήματα και οι έδρες προέκταση της ελληνικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Οι Νεοελληνικές Σπουδές είναι ζωντανές όταν υπάρχουν δάσκαλοι και ερευνητές που πιστεύουν στην αποστολή τους, αφουγκράζονται την κοινωνία στην οποία δρουν, συνδιαλέγονται με τα νέα ρεύματα με ανοιχτούς ορίζοντες.

* Η κ. Ολγα Κατσιαρδή – Hering είναι ομότιμη καθηγήτρια Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού, ΕΚΠΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή