«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»
η-πρώτη-επιλογή-ήταν-η-υιοθεσία-562869097

«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»

Ο Ελληνοαμερικανός Γιάννης Σαραντάκης μιλάει στην «Κ» για τη σχέση ζωής με τον σύντροφό του Κρις, τα δύο αγόρια που απέκτησαν με παρένθετη μητέρα και τον νομικό Γολγοθά της αναγνώρισής τους στην Ελλάδα

Φωτογραφία από το αρχείο της οικογένειας Σαραντάκη, Εικονογράφηση: Michael Kirki
Ακούστε το άρθρο

«Θα μπορούσα να γράψω βιβλίο για τη ζωή μου». Η φωνή του είναι χαλαρωτική, με μία υποψία ευθυμίας στο ηχόχρωμα. Ο Γιάννης Σαραντάκης γεννήθηκε το 1963 σε ένα χωριό λίγο έξω από τη Σπάρτη – η ζωή τότε ήταν δύσκολη. «Δεν είχαμε καν ρεύμα», σημειώνει.

Μερικές δεκαετίες μετά, αφηγείται την ιστορία του: Ομοφυλόφιλος ο ίδιος, από το 1992 με τον ίδιο σύντροφο και από το 2009 πατέρας δύο παιδιών με παρένθετη μητέρα. Προσώρας, η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει τους γιους τους – υπάρχει νομικό κενό, μολονότι ο ίδιος έχει την ελληνική υπηκοότητα. 

Μιλώντας στην «Κ», εκφράζει την ελπίδα, ότι τον προσεχή Ιούλιο, οπότε θα επιστρέψει στην Ελλάδα, θα μπορέσει να εγγράψει τους γιους του στο ληξιαρχείο και να κινηθούν οι διαδικασίες για απόδοση υπηκοότητας. «Θα είναι μια υπέροχη ημέρα», λέει χαμογελώντας.

«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»-1

«Είμαι Ελληνας…»

Συναντηθήκαμε ένα κρύο μεσημέρι σε καφέ στο κέντρο της Αθήνας. Προτού καν παραγγείλουμε, ο κ. Σαραντάκης περιγράφει την ελληνική του ρίζα, γυρνώντας πίσω στους αιώνες – όταν συγγενείς τους ήταν στα Χανιά και πέρασαν στη Σπάρτη (εξ ου και η κατάληξη –ακης στο επώνυμο). Μπήκε μάλιστα στη διαδικασία να κάνει τεστ DNA. Διαπίστωσε ότι έλκει καταγωγή πέραν της Πελοποννήσου κaι από τη Σμύρνη.

Διηγείται το πώς μακρινοί συγγενείς του πολέμησαν στη χώρα, «από το 1821 μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους». Και διευκρινίζει: «Σου λέω αυτή την ιστορία για να εξηγήσω ότι είμαι Ελληνας».

Εχει επιλέξει να κάνουμε στα αγγλικά τη συνομιλία, καθώς σε αυτή τη γλώσσα έχει μεγαλύτερη ευφράδεια. Το 1969 η οικογένειά του μετανάστευσε στις ΗΠΑ. Αφορμή μια από τις πρώτες μεταμοσχεύσεις νεφρού από ζώντα δότη – η γιαγιά του έδωσε το μόσχευμα στην κόρη της (θεία του Γ. Σαραντάκη), η οποία ήδη διέμενε στις ΗΠΑ.

Μεγάλωσε στην πόλη Λιν της Μασαχουσέτης, έξω από τη Βοστώνη. Η ελληνική κοινότητα ήταν μεγάλη, 10.000 μετανάστες. 

«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»-2Ο κ. Σαραντάκης εργάζεται επί χρόνια στον τομέα της τεχνολογίας και δη σε εταιρείες υψηλού προφίλ. Με τον σύντροφό του Κρις είναι μαζί 32 χρόνια.

Δεν έχουν παντρευτεί και όταν διερωτώμαι το γιατί, απαντά: «Οταν ξεκίνησε η σχέση υπήρχε έντονη ομοφοβία, έχουμε όμως διασφαλίσει όλα τα δικαιώματά μας».

«Ζούσαμε στη Βοστώνη με τον σύντροφό μου και το 1996 μετακομίσαμε στο Μανχάταν – έκτοτε ζούμε στην ευρύτερη περιοχή της Νέας Υόρκης, τώρα στα προάστια του Νιου Τζέρσεϊ. Είχαμε καλή ζωή, ταξιδέψαμε σε όλο τον κόσμο, είμαι developer και project manager. Εργάστηκα σε όλες τις μεγάλες τράπεζες, σε φαρμακευτικές, κατόπιν σε μεγάλη εταιρεία τροφίμων. Ο Κρις εργάζεται σε μεγάλη επενδυτική τράπεζα».

Η απόφαση να γίνει πατέρας

Ο πατέρας του έφυγε από τη ζωή το 2006 και δύο χρόνια μετά ο κ. Σαραντάκης νιώθει ότι διέρχεται μία κρίση μέσης ηλικίας, δεν ένιωθε καλά, «είχα υπαρξιακά ερωτήματα».

Ενας από τους λόγους ήταν ότι κανένα από τα παιδιά της οικογένειάς του δεν έφερε το επώνυμό τους – η αδερφή του είχε 2 αγόρια αλλά με άλλο επώνυμο. 

Οι παράγοντες που τροφοδότησαν την επιθυμία του να γίνει γονέας ήταν πολλοί, ενώ κι ο σύντροφός του ήταν υποστηρικτικός.

Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία, επιτρεπόταν για τους γκέι, αλλά θεωρήθηκαν μεγάλοι σε ηλικία. «Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η κοινωνία σου έδινε τις πιο δύσκολες επιλογές: “Αν θες παιδί, πάρε ένα παιδί με σοβαρό αυτισμό…”».

Η άλλη επιλογή ήταν η παρένθετη μητέρα. «Μία πανάκριβη και καθόλου εύκολη επιλογή, καθώς δεν υπήρχε καμία διασφάλιση. Εδινες ό,τι είχες εξοικονομήσει για μία διαδικασία για την οποία δεν είχες καμία βεβαιότητα για την έκβασή της».

«Ρώτησα τον Κρις, δέχθηκε, αλλά εγώ ήμουν αυτός που έδωσε το σπέρμα. Ημασταν τυχεροί, έχουμε δύο αγόρια, δίδυμα. Τον Σ. και τον Χρ. Τώρα είναι 15 ετών».

Ρωτάω πόσο κόστισε αυτή η διαδικασία. Τότε 150.000 δολάρια, απαντά. Αν η παρένθετη έχανε το παιδί, έχαναν τα πάντα. «Ηταν μεγάλο το ρίσκο», υπογραμμίζει.

«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»-3

Η διαδικασία της παρένθετης κυοφόρου

«Ηταν μια ενδιαφέρουσα εμπειρία», σημειώνει, αναφερόμενος σε μια σειρά δυσκολιών και εμποδίων που έπρεπε να υπερβεί και δη όσον αφορά στην αποδοχή της νέας πραγματικότητας – «η μητέρα μου είχε δυσκολία να το αποδεχθεί, ειδικά το πώς ήρθαν τα παιδιά στον κόσμο». 

Τα ωάρια τα πήραν από δωρητή, ενώ την παρένθετη μητέρα δεν τη γνώρισαν ποτέ από κοντά.

Αφού έγινε η γονιμοποίηση, τα έμβρυα εμφυτεύτηκαν στην παρένθετη μητέρα. «Αρα, δεν είναι βιολογικά παιδιά της κι αυτή είναι η καλύτερη προσέγγιση διότι δεν υπάρχει ψυχική σύνδεση».

Η δωρητής ήταν ανώνυμη. Είδαν φωτογραφίες και προφίλ αλλά δεν έμαθαν ονοματεπώνυμο. «Μπορείς να ζητήσεις τεστ IQ και προφίλ υγείας. Ηταν ινδικής καταγωγής», τονίζει. 

Διαφωνεί με την αντίληψη ότι οι παρένθετες μητέρες είναι αντικείμενα εκμετάλλευσης. «Αυτό δεν είναι αλήθεια. Πρώτα περνούν από πολλές διαδικασίες που βεβαιώνουν ότι αντιλαμβάνονται πλήρως την κατάσταση και το πού εμπλέκονται. Ειδικές επιτροπές δίνουν πράσινο φως».

Προτού αρχίσει η διαδικασία η υποψήφια παρένθετη μητέρα θα περάσει από γιατρούς, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς και δικηγόρους.

Η παρένθετη μητέρα στη δική του περίπτωση ήταν 32 ετών, είχε ήδη 2 παιδιά και το έκανε για οικονομικούς λόγους – «ήθελε να πάρει ένα σπίτι και να στείλει τα παιδιά της σε καλύτερο σχολείο».

Ο ίδιος επιχείρησε να μείνει σε επαφή μαζί της, αλλά η υπηρεσία από όπου τη βρήκαμε, μου ζήτησε να το αποφύγω. «Κι εκείνη δεν ήθελε καμία επαφή μαζί μου. Ηταν καθαρά μία επιχειρηματική πράξη».

Οταν επισημαίνω τα ηθικά διλήμματα που ακούγονται, απαντά: «Πιστεύω στη γυναικεία ενδυνάμωση, επομένως δεν μπορώ να κρίνω τι κάνει μια γυναίκα με το σώμα της, με τη θέλησή της και χωρίς πίεση από τρίτους».

«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»-4

Ενα ομόφυλο ζευγάρι μεγαλώνει δίδυμα αγόρια

«Οταν τα αγόρια γεννήθηκαν, τα πήραμε την ίδια μέρα. Την πρώτη εβδομάδα προσλάβαμε μία νοσοκόμα για να μας μάθει τα σχετικά», επισημαίνει, σημειώνοντας το πόσο ριζικά άλλαξε η ζωή τους.

«Πριν κάνεις παιδιά το φαντάζεσαι μόνο, λες “πόσο δύσκολο μπορεί να είναι;”. Ηταν εξαιρετικά δύσκολο… Επί 24 ώρες έπρεπε να προσέχουμε 2 μωρά».

Τον 1ο χρόνο, ο ίδιος παίρνει άδεια από την εργασία του και ασχολείται μόνο με τα βρέφη. «Δεν θυμάμαι καν αυτή τη χρονιά. Ημουν εξουθενωμένος, το μυαλό μου ήταν μόνο εκεί».

Παρά τις δυσκολίες και την απώλεια της ελευθερίας του, αναρωτιέται δυνατά: «Αν θα το έκανα πάλι; Ναι, χωρίς αμφιβολία. Σε μένα έδωσε έναν λόγο να ζω!». 

Υπήρχαν παράπλευρες απώλειες. Εχασαν –όπως λέει– το 75% των φίλων τους. «Περιέργως κυρίως οι γκέι, διότι ένιωθαν ότι πλέον δεν ανήκαμε στον κόσμο τους. Και κάποιες στρέιτ γυναίκες, δεν ξέρω γιατί…».

Η ελληνική κοινότητα, αφηγείται, έδειχνε ότι δεν είχε πρόβλημα, «αλλά δεν ξέρω τι έλεγαν πίσω από τις κλειστές πόρτες». Μολονότι ποτέ δεν δέχθηκε ευθέως αποδοκιμασία, υπήρξε κόσμος που έφυγε από τον κύκλο τους. Ο Κρις κι ο ίδιος το μετέφρασαν ως αποδοκιμασία.

«Τι πιστεύω στ’ αλήθεια; Οι άνθρωποι έχουμε προγραμματιστεί να σκεφτόμαστε με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Εχουμε το τρίπτυχο πατέρας-μητέρα-παιδί, κάθε απόκλιση από αυτό μπορεί να προκαλέσει μία αναστάτωση στο μυαλό των ανθρώπων. Θεωρώ ότι πολλοί ακολούθησαν αυτό το μονοπάτι, δεν μπορούσαν να το δεχθούν μέσα τους. Δεν είπαν τίποτα, αλλά μας απέφευγαν». 

Η μητέρα του έδωσε μάχη με τη νέα πραγματικότητα. «Ζει στη Βοστώνη, μας επισκεπτόταν, αγαπά πολύ τα αγόρια. Δεν ήταν πάντως ποτέ απολύτως άνετη, δεν ξέρω στ’ αλήθεια τι ένιωθε. Μου είπε, όμως, πριν από δύο χρόνια: “Γιάννη, αυτό είναι ό,τι καλύτερο έχεις κάνει στη ζωή σου”». 

Οταν επιχείρησε να βαφτίσει τα παιδιά έλαβε πολλές αρνητικές απαντήσεις – όχι επειδή ο ίδιος ήταν ομοφυλόφιλος, αλλά διότι δεν υπήρχε μητέρα. Τελικά ο παπά Γιώργος Τσουκάλας, συνταξιούχος, από την πόλη Λιν έκανε τη βάφτιση – ήταν ο μόνος που δέχθηκε. Ο κ. Σαραντάκης τον ευγνωμονεί.

Στο σχολείο τα αγόρια δεν αντιμετώπισαν ιδιαίτερα προβλήματα – «πάντα ήμασταν ανοιχτοί, λέγαμε ακριβώς τι συμβαίνει, ενημερώναμε τους δασκάλους, κάποιοι δεν μπορούσαν να πουν κάτι αλλά ενδεχομένως να μην ήταν τόσο άνετοι».

Αναφέρει, ωστόσο, και περιπτώσεις εκπαιδευτικών που επιχείρησαν να προκαλέσουν προβλήματα, μολονότι γνώριζαν το οικογενειακό στάτους. Για παράδειγμα στη Γιορτή της Μητέρας έλεγαν στα παιδιά «φτιάξτε μια κάρτα για τη μητέρα σας». 

«Ηταν ηλίθιο από πλευράς τους. Τα παιδιά ήταν άνετα: έλεγαν ότι έχουμε δύο μπαμπάδες κι έφτιαχναν κάρτα για τη γιαγιά τους».

«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»-5

Η αποκάλυψη και τα πρότυπα

Τα παιδιά έμαθαν τα περί παρένθετης μητέρας πριν από δύο χρόνια, στα 13 τους. «Το ότι έχουν δύο μπαμπάδες το ήξεραν από την αρχή και δεν υπήρχε πρόβλημα. Κάποιοι συμμαθητές τους είχαν δύο μαμάδες. Είχαν συμμαθητές που μεγάλωναν με μονογονεϊκές οικογένειες, κάποια παιδιά ήταν υιοθετημένα».

Ρωτάω τον κ. Σαραντάκη για το πατρικό και το μητρικό πρότυπο και αν υπήρχε πρόβλημα: «Υπάρχει μία αλήθεια σε αυτό» λέει και συμπληρώνει: «Εχουμε μάθει ότι πρέπει να έχουν θηλυκό πρότυπο, ειδικά τα αγόρια αντιδρούν διαφορετικά στις γυναίκες – είχαμε γιαγιά, φίλες, θείες, δασκάλες, άρα υπήρχαν πολλά θηλυκά πρότυπα, δεν είχαν εξοστρακιστεί από όλες τις γυναίκες. Πολλές μάλιστα είχαν την ενσυναίσθηση και τα έκαναν να νιώθουν όμορφα».

Και η σεξουαλικότητά τους; «Ο ένας είναι ετεροφυλόφιλος χωρίς αμφιβολία, ο άλλος είναι εσωστρεφής, αλλά κατά πάσα βεβαιότητα είναι στρέιτ», αναφέρει και σχολιάζει: «Ποτέ δεν αναρωτήθηκαν. Τα δεχόμασταν όπως είναι. Εχουν φίλους στρέιτ, γκέι, non binary και κανείς δεν νοιάζεται. Αυτή είναι η γενιά τους. Το κλειδί είναι η αγάπη». 

«Η πρώτη επιλογή ήταν η υιοθεσία»-6Ο νομικός Γολγοθάς

Ο Σ. και ο Χρ. μιλάνε ελληνικά, επισκέπτονται κάθε καλοκαίρι τη χώρα.

«Αγαπάνε την Ελλάδα, νιώθουν Ελληνες», λέει ο κ. Σαραντάκης κι αφηγείται το πώς επιχείρησε να καταχωρίσει τα παιδιά του στο ελληνικό ληξιαρχείο (στη Μητροπόλεως) για να αποκτήσουν την υπηκοότητα.

«Το 2009 ξεκίνησα την προσπάθεια. Πήγα και έδωσα όλες τις λεπτομέρειες. Μου ζήτησαν πιστοποιητικό γεννήσεως, αυτό δεν είχε όμως όνομα μητέρας, παρά μόνο το δικό μου και δεν το δέχονταν».

Τότε ξεκίνησε μία δύσκολη νομική ανάβαση καθώς υπήρχε νομικό κενό για την περίπτωσή του. Παρά τις αλλεπάλληλες αρνητικές απαντήσεις, επέμεινε. Εστελνε επιστολές, συμβουλεύτηκε ειδικούς, προσέλαβε δικηγόρο.

Το 2014 πήγε μαζί με τα παιδιά του στο ληξιαρχείο – ακολούθησε θερμό επεισόδιο, καθώς η άρνηση ήταν επίμονη. «Πώς μπορείτε να μου απαγορεύετε να τα καταχωρίσω;», ρώτησε κι όταν έλαβε την απάντηση ότι «δεν τα αναγνωρίζουμε», οργισμένος απάντησε: «Πώς είναι δυνατόν να το λέτε αυτό; Τι βλέπετε; Φαντάσματα; Θέλετε τεστ DNA, τι θέλετε;». Η ατμόσφαιρα φορτίστηκε και τελικά έφυγε κακήν κακώς.

Στράφηκε στον «Συνήγορο του Πολίτη» – εκεί οι άνθρωποι εντυπωσιάστηκαν με την περίπτωση, τον βοήθησαν, αλλά δεν έγινε τίποτα. «Εβαλα έναν άλλο δικηγόρο, ούτε και αυτός τα κατάφερε…», λέει, ενώ υπήρξε στιγμή που έλαβε επιστολή που λίγο πολύ τον προειδοποιούσε: «Δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε τα παιδιά, καθώς τεχνικά είναι της παρένθετης μητέρας και του συζύγου της». 

Ουδέποτε σταμάτησε – έστειλε e-mail στο επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα, αλλά δεν πήρε ποτέ απάντηση. Το 2019 αποφασίζει να στείλει email στον –τότε– νεοεκλεγέντα Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος –προς έκπληξη του κ. Σαραντάκη– του απάντησε, λέγοντας ότι είναι μια ενδιαφέρουσα κατάσταση. Ζήτησε δε από έναν υφυπουργό του να το αναλάβει.

«Είχε τη σεμνότητα και την ευγένεια να απαντήσει, με εντυπωσίασε αυτό».

Δεν έγινε ωστόσο κάτι και έτσι συνέχισε να το παλεύει. Μέσω ενός αμερικανικού διαύλου η υπόθεσ;h του έφτασε στον (νυν) γ.γ. Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Πρόδρομο Πύρρο, ο οποίος επικοινώνησε μαζί του και του ζήτησε να κάνει λίγη υπομονή ακόμα. Με το νομοσχέδιο για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών αναμένεται να υπάρχει πρόβλεψη για την περίπτωση. «Δηλαδή αν μία χώρα μας αναγνωρίζει, τότε και η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να μας αναγνωρίσει. Αρα τη στιγμή που οι ΗΠΑ με αναγνωρίζουν ως τον βιολογικό πατέρα των παιδιών και η Ελλάδα πρέπει να το κάνει». 

Λίγο πριν τελειώσουμε τη συνομιλία, ρωτάω γιατί το θέλει τόσο. «Είναι δικαίωμα τους – ίσως κάποια στιγμή θελήσουν να ζήσουν ή να παντρευτούν στην Ελλάδα ή στην Ε.Ε., άρα γιατί να μην έχουν όλα τα δικαιώματά τους. Εχουμε περιουσία στην Ελλάδα, είναι κληρονόμοι, και θα γίνει εξαιρετικά δύσκολο διότι δεν είναι Ελληνες υπήκοοι, θα αντιμετωπίσουν ένα γραφειοκρατικό μαρτύριο».

«Πάνω απ’ όλα όμως για μένα είναι ζήτημα αρχών. Πώς γίνεται ένας άνδρας που κάνει παιδί με τη γυναίκα του να μπορεί να καταγράψει το δικό του παιδί στο ληξιαρχείο και εγώ να μην μπορώ. Είναι θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων…»

Τον προσεχή Ιούλιο θα επιστρέψει στην Ελλάδα και ευελπιστεί να καταγράψει τα παιδιά του. «Πρέπει να ξεπεραστεί ο φόβος του αγνώστου. Δεν χρειάζεται μίσος και διχασμός, οι νεότερες γενιές δέχονται την πρόοδο, έχουν άλλη οπτική», τονίζει για να προσθέσει: «Οι άνθρωποι πρέπει να είναι πιο ανεκτικοί με τους γκέι – η Ελλάδα έχει αλλάξει αρκετά απέναντι στους ομοφυλόφιλους, ακόμα και στο χωριό, όλα είναι μια χαρά. Δεν μπορούν να πιστέψουν μάλιστα γιατί δεν αναγνωρίζονται τα παιδιά και θέλουν να βοηθήσουν».

Ο κ. Σαραντάκης πάντα διεκδικούσε να τον σέβονται για την προσωπικότητά του. «Οταν πάψουμε να κοιτάμε τα στερεότυπα και βλέπουμε τον άνθρωπο, τότε αλλάζει ο τρόπος που βλέπουμε τον άλλον», λέει και καταλήγει:

«Ελπίζω πραγματικά ότι αυτή η ιστορία μπορεί να ρίξει λίγο φως στα απίστευτα βήματα που κάνει η Ελλάδα προς την αλλαγή. Είναι μια υπενθύμιση ότι πρέπει να κοιτάξουμε πέρα από τις ταμπέλες και να δούμε τους ανθρώπους όπως πραγματικά είναι κι ότι η αγάπη κι ο σεβασμός πραγματικά καθορίζουν μια οικογένεια, όποια μορφή κι αν έχει. Η αλλαγή δεν είναι πάντα εύκολη, αλλά η Ελλάδα έχει σημειώσει αξιοσημείωτη πρόοδο. Δεν πρέπει να διστάζουμε να υπερασπιστούμε αυτό που είναι σωστό, ειδικά όταν πρόκειται για την προστασία των δικαιωμάτων των άλλων».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή