Πώς η χρυσή βίζα μετέτρεψε τον Αλιμο σε China Town

Πώς η χρυσή βίζα μετέτρεψε τον Αλιμο σε China Town

Ο Αλιμος έχει υποδεχθεί πολλούς νέους κατοίκους – κυρίως Κινέζους της μεσαίας τάξης που επωφελήθηκαν από το πρόγραμμα «χρυσής βίζας» έναντι αγοράς κατοικίας 250.000 ευρώ. Η γειτονιά, όμως, δεν πήρε μόνο χρώμα. Πήρε κι ένα βαρύ «καπέλο» στις τιμές των διαμερισμάτων. Το χρονικό μιας μετάλλαξης

11' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι ένα βροχερό απόγευμα για την Αττική και η οδός Θουκυδίδου, ο κεντρικός εμπορικός δρόμος του Αλίμου, δεν έχει την «κανονική» της κίνηση. Οι λιγοστοί θαμώνες των καφέ είναι εξοβελισμένοι στα ενδότερα, εκτός από ελάχιστους θαρραλέους που έχουν βρει καταφύγιο κάτω από βαριές τέντες, δίπλα σε πληθωρικές σόμπες. Ωστόσο, ο διαπεραστικός βόμβος μιας τηλεοπτικής αναμετάδοσης σε μια ακατάληπτη γλώσσα μού τραβάει την προσοχή: μια γυναίκα ασιατικής καταγωγής είναι παντελώς απορροφημένη στο κινητό της τηλέφωνο, αγνοώντας, προφανώς, τις ηχητικές δυνατότητες της συσκευής της σε συνθήκες αστικής ερήμωσης.

Πώς η χρυσή βίζα μετέτρεψε τον Αλιμο σε China Town-1
Επίσκεψη στα οπτικά της γειτονιάς. Η συνεννόηση γίνεται με βασικά αγγλικά. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Υποθέτω ότι είναι μέλος της μικρής κινεζικής παροικίας του Αλίμου, που γέννησε η θριαμβευτική απήχηση του ελληνικού προγράμματος της «χρυσής βίζας» τα προηγούμενα χρόνια, ιδιαίτερα στα νότια προάστια, και φαίνεται ότι δεν έχω πέσει έξω. Η Βικτόρια Γουάνγκ δεν δείχνει καθόλου ενοχλημένη για τον απρόσκλητο εισβολέα στο τραπέζι της που είναι γεμάτος απορίες. Το αντίθετο: με προσκαλεί να καθίσω μαζί της. Με σπαστά ελληνικά αναζητάει τον σερβιτόρο. «Πα-ρα-κα-λώ, πα-ρα-κα-λώ».

«Δεν είχαμε δει τέτοιες τιμές»

Την ύπαρξη της κινεζικής «παροικίας» μου είχε επιβεβαιώσει το ίδιο πρωί ο δήμαρχος Αλίμου Ανδρέας Κονδύλης: «Η παρουσία των Κινέζων είναι πια εμφανής τόσο στην καθημερινότητα της πόλης όσο και στις δημοτικές μας υπηρεσίες». Χωρίς να συσχετίζει ευθέως τη δημοφιλία του προαστίου του ανάμεσα στους κατόχους της «χρυσής βίζας» με την εκτόξευση των τιμών των ακινήτων δεν μπορεί να μην επισημάνει ένα φαινόμενο που αρχίζει και λαμβάνει εξωπραγματικές διαστάσεις: «Βλέπουμε πια στον Αλιμο τιμές που δεν είχαμε ξαναδεί ποτέ, δηλαδή οκτώ με δέκα χιλιάδες ευρώ το τετραγωνικό μέτρο για διαμερίσματα σε νεόδμητα συγκροτήματα». Φυσικά, δεν είναι μόνο ο Αλιμος. Σε όλα τα υπόλοιπα νότια αλλά και στα βόρεια προάστια, οπωσδήποτε στο κέντρο της Αθήνας, το πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» μαζί με τη βραχυχρόνια μίσθωση στοχοποιήθηκαν ευθέως για τη μεταπανδημική έκρηξη της αγοράς. Φήμες, όπως για εκείνον τον (υπαρκτό ή ανύπαρκτο) Κινέζο επενδυτή που φερόταν ότι αγόρασε εν έτει 2017 εκατό διαμερίσματα στα Εξάρχεια, φούντωναν τη συλλογική φαντασία και αγανάκτηση. Οι Αθηναίοι έβλεπαν άγνωστους, μέχρι τότε, «παίκτες» του εγχώριου real estate να κάνουν παιχνίδι ερήμην τους. Και οι τιμές να σκαρφαλώνουν σε δυσθεώρητα ύψη.

Πώς η χρυσή βίζα μετέτρεψε τον Αλιμο σε China Town-2
Για εμάς «είναι όλα κινεζικά». Οι Κινέζοι, από την άλλη, όταν δεν κατανοούν κάτι λένε «είναι προϊόν του παραδείσου». Μάλλον δεν αναφέρονται στα κινητά τηλέφωνα. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Από το κτηματομεσιτικό γραφείο «Ideal» που έχει έδρα στον Αλιμο μας λένε ότι από τον Ιούνιο του 2023, όταν η κυβέρνηση διπλασίασε το αντίτιμο της απόκτησης της «χρυσής βίζας» για σχεδόν τα τρία τέταρτα της Αττικής (από τις 250.000 στις 500.000 ευρώ), συμπεριλαμβανομένων και των νοτίων προαστίων, η ζήτηση για τον Αλιμο από τους Κινέζους επενδυτές «έκοψε απότομα». Οσο γι’ αυτούς που επωφελήθηκαν της ελληνικής «γενναιοδωρίας» στην πρώτη φάση εφαρμογής του προγράμματος, δεν το έκαναν για να ζήσουν στην «ωραιότερη χώρα του κόσμου». Για το 94% των Κινέζων επενδυτών (που αποτελούν με διαφορά τη μεγαλύτερη εθνική ομάδα του ελληνικού προγράμματος) η «χρυσή βίζα» είναι κατά κύριο λόγο ένα διαβατήριο που λύνει ένα πολύ πρακτικό θέμα (προσφέρει πρόσβαση στη ζώνη Σένγκεν χωρίς τη γραφειοκρατική ταλαιπωρία που ισοδυναμεί η έκδοση ταξιδιωτικής βίζας) αλλά συνδέεται και με ζητήματα γοήτρου: για πολλούς νεοφώτιστους της κινεζικής μεσαίας τάξης η απόκτηση βίζας ευρωπαϊκού κράτους αποτελεί ένα σύμβολο κοινωνικού status, που υπογραμμίζει τη νέα τους θέση στον ήλιο αυτής της παράδοξης μετακομμουνιστικής mega οικονομίας.

«Το ελληνικό πρόγραμμα ήταν από τα πιο προσιτά οικονομικά, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Βασικό ρόλο παίζει το κλίμα, ο καιρός, η θάλασσα, η δυνατότητα για μια καλύτερη εκπαίδευση για τα παιδιά μας».

Επομένως, η Βικτόρια Γουάνγκ και οι τέσσερις φίλες της, τις οποίες συναντώ το επόμενο, ευτυχώς ηλιόλουστο, μεσημέρι στο ίδιο καφέ της οδού Θουκυδίδου, ανήκουν σε μια μικρή μειονότητα. Είναι όλες παντρεμένες με παιδιά και δεν γνωρίζονταν πριν συνειδητοποιήσουν μέσω σχετικών ομάδων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι είχαν κάνει με τους συζύγους τους την ίδια τολμηρή επιλογή: μια νέα ζωή στην Ελλάδα και στον Αλιμο. Οταν τις ρωτάω γιατί επέλεξαν την Ελλάδα, περιμένω να ακούσω τη δημοφιλή και πιο κολακευτική εκδοχή: ότι αγαπούσαν τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τον οποίο διδάσκονται στα σχολεία τους από μικρά παιδιά και θαυμάζουν πολύ. Οχι, όμως: «Το ελληνικό πρόγραμμα ήταν από τα πιο προσιτά οικονομικά, αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Βασικό ρόλο παίζουν το κλίμα, ο καιρός, η θάλασσα και η δυνατότητα μιας καλύτερης εκπαίδευσης για τα παιδιά μας», τονίζει η Βικτόρια, η οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Πεκίνο.

Η απουσία ανδρών από την παρέα μας είναι κάτι που δεν μπορώ να μην επισημάνω. «Πηγαινοέρχονται στην Κίνα, εκεί είναι οι δουλειές τους, επομένως μένουμε εμείς εδώ για να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας». Επίσης, μου κάνει εντύπωση ότι καμία από τις συνομιλήτριές μου δεν εργάζεται. «Δεν μπορούμε, η “χρυσή βίζα” δεν δίνει δικαίωμα εργασίας», μου λέει η Τσιάου-Γιου. Αργότερα, ανώνυμη πηγή από το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου θα μου πει ότι επίκειται νομοθετική ρύθμιση που θα επιτρέπει στα μέλη οικογενειών των κατόχων «χρυσής βίζας» να ασκούν επαγγελματική δραστηριότητα. Η Τσιάου-Γιου έχει την πιο ενδιαφέρουσα ιστορία απ’ όλες. Το 2018 οδήγησαν με τον σύζυγό της από το Πεκίνο μέχρι την Ευρώπη με το αυτοκίνητό τους. Εμειναν λίγες εβδομάδες στην Ελλάδα, πήραν μια γεύση από τη ζωή εδώ και μετά αποφάσισαν να συνεχίσουν το ταξίδι τους και στην υπόλοιπη Ευρώπη. «Θέλαμε να σχηματίσουμε άποψη. Δεν πήγαμε παντού, αλλά αποφασίσαμε ότι η Ελλάδα ήταν αυτό που ψάχναμε».

«Υπάρχει καταπίεση»

Επιστρέφω στη Βικτόρια, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Πεκίνο, για να τη ρωτήσω τις βασικές διαφορές της ζωής σε Κίνα και Ελλάδα. «Κοιτάξτε, στην Κίνα υπάρχει περισσότερη καταπίεση». Μου κάνει εντύπωση ο ανέμελος τρόπος που το λέει. Αλλά την αφήνω να συνεχίσει: «Επίσης, το να βρεις μια ικανοποιητική δουλειά δεν είναι τόσο απλό. Ειδικά αν είσαι νέος, πρέπει να εργάζεσαι ατελείωτες ώρες. Εδώ βρήκαμε έναν πιο χαλαρό τρόπο ζωής. Ομως για μένα το σημαντικότερο είναι κάτι άλλο: εδώ ο αέρας, το φαγητό, όλα μοιάζουν πιο φυσικά, σαν να έχουν όλα γεύση».

Πώς η χρυσή βίζα μετέτρεψε τον Αλιμο σε China Town-3
«Οταν βγαίνουμε έξω προτιμάμε ελληνικές γεύσεις», λέει περιχαρής η Λιου, από τα νέα μέλη της κινεζικής κοινότητας. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Η εμπειρία της Ινές από τη Σαγκάη δεν είναι πολύ διαφορετική. Ηρθε το 2020, αγόρασαν με τον άνδρα της ένα σπίτι στα Πετράλωνα μέσα στην πανδημία και αργότερα ακολούθησε και η κόρη τους, που αγόρασε το σπίτι στο Καλαμάκι και τώρα σπουδάζει στην Αγγλία. «Σπουδάζει με το ενοίκιο των Πετραλώνων κι εμείς μένουμε στον Αλιμο, στο δικό της διαμέρισμα. Απολαμβάνει τον καιρό και τη θάλασσα, «είναι σαν να κάνεις κάθε μέρα διακοπές», μου λέει. Δεν υπάρχει κάτι που να την ενοχλεί στην ελληνική καθημερινότητα; «Οι απεργίες!», λέει πολύ αυθόρμητα και οι φιλενάδες της ξεσπούν σε γέλια.

Καθώς έχω την ευκαιρία, τις ρωτάω αν επισκέπτονται τα κινεζικά εστιατόρια της ευρύτερης περιοχής. «Οχι τόσο πολύ», λέει η Βικτόρια. «Προτιμάμε την China Town της Αθήνας κοντά στην Ομόνοια, εκεί θα βρεις αυθεντική κινεζική κουζίνα. Δυστυχώς, τα περισσότερα κινεζικά εστιατόρια στα προάστια έχουν μια πιο “τουριστική” λογική. Γενικά, όμως, όταν βγαίνουμε έξω προτιμάμε να δοκιμάσουμε ελληνικές γεύσεις, κινεζικό φαγητό φτιάχνουμε και στα σπίτια μας», συμπληρώνει χαμογελώντας.

Η κατοικία έχει γίνει χρηματιστήριο

Αυτοί που αγόρασαν φθηνά και οι παρενέργειες του προγράμματος προσέλκυσης επενδυτών στην αγορά ακινήτων

Μια από τις μεγαλύτερες παρεξηγήσεις σε σχέση με το ελληνικό, τουλάχιστον, πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» είναι το οικονομικό προφίλ της πλειονότητας των επενδυτών που «αγόρασαν» Ελλάδα από το τέλος του 2013 μέχρι και τον Ιούνιο του 2023, όταν ίσχυε το ιδιαίτερο ελκυστικό κίνητρο των 250.000 ευρώ. «Στην Ελλάδα ήρθε ο Κινέζος λογιστής και η Κινέζα νοσοκόμα», μου λέει ο Βαγγέλης Κτενιάδης, πρόεδρος της εταιρείας ανάπτυξης και διαχείρισης ακινήτων V2 Development και αντιπρόεδρος της Ελληνοκινεζικής Επιτροπής Ανάπτυξης και Επιχειρηματικότητας του Εμπορικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Λίγο νωρίτερα η Βικτόρια Γουάνγκ μού είχε καταρρίψει πρώτη τον μύθο των «νεόπλουτων Κινέζων» που αγοράζουν βίλες και πανάκριβα διαμερίσματα στην Αθηναϊκή Ριβιέρα. «Αν ήμασταν πραγματικά πλούσιοι, μάλλον δεν θα ερχόμασταν στον Αλιμο. Οι πλούσιοι Κινέζοι πάνε απευθείας στον Καναδά ή όπου τέλος πάντων έχουν τη δυνατότητα».

Σύμφωνα με το ελληνικό πρόγραμμα που νομοθετήθηκε το 2013 από την κυβέρνηση Σαμαρά, προβλέπεται η εξασφάλιση πενταετούς άδειας παραμονής στη χώρα και η δυνατότητα επέκτασης για ίση διάρκεια. Μετά την έγκριση επιτρέπεται η ελεύθερη μετακίνηση εντός χώρας, όπως σε όλες τις χώρες που διέπονται από τη συνθήκη Σένγκεν, χωρίς να είναι απαραίτητο κάποιο άλλο ταξιδιωτικό έγγραφο.

Ο Λι Φoνγκ είχε όνειρο να ανοίξει ένα «νέου τύπου» κινεζικό εστιατόριο στην Ευρώπη. Μέλος της ανερχόμενης μεσαίας τάξης της χώρας του, επέλεξε τελικά την Ελλάδα. «Μάθαμε ότι είστε μια χώρα φιλική στις ξένες επενδύσεις κι επίσης ένας τόπος χωρίς πολλούς Κινέζους ή με κινεζική παροικία ή κάτι τέτοιο· αναζητούσαμε κάτι σχετικά παρθένο από κινεζική κουλτούρα, οπότε ο συνδυασμός κινήτρων από την ελληνική κυβέρνηση, κλίματος και φιλοξενίας, μας έπεισε να κάνουμε το μεγάλο βήμα. Με λίγα λόγια, νιώθαμε ευπρόσδεκτοι και ήρθαμε». Τώρα ο Φονγκ και η σύζυγός του καμαρώνουν έξω από το μεγαλύτερο, ίσως, κινεζικό εστιατόριο της Αθήνας (πλέον των 600 τ.μ.), το «Rice Hunt» (κυνηγός ρυζιού), στο κέντρο του Αλίμου.

Πώς η χρυσή βίζα μετέτρεψε τον Αλιμο σε China Town-4
Οι γεύσεις και τα αρώματα των μεσογειακών φρούτων και λαχανικών συγκαταλέγονται στις πιο δυνατές «ελληνικές» εμπειρίες των μετοίκων από την Κίνα, που χτίζουν στον Αλιμο νέα ζωή και συνήθειες. [ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΖΑΒΟΣ]

Δεν ήταν όλοι οι Κινέζοι υποψήφιοι επενδυτές τόσο τυχεροί όσο ο Λι Φονγκ ή η Βικτόρια Γουάνγκ. Εμπειρος κτηματομεσίτης του κέντρου της Αθήνας, που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία του, μου λέει ότι κυρίως κατά την πρώτη φάση εφαρμογής του προγράμματος «χρυσής βίζας», μέσα στη βαθιά κρίση, είχαν δει τα μάτια του και είχαν ακούσει τα αυτιά του ιστορίες, κυριολεκτικά, για αγρίους. «Τυχάρπαστες εταιρείες έφερναν ανυποψίαστους Κινέζους με κάποια χρήματα στην άκρη και αληθινό ενδιαφέρον να αγοράσουν κάτι στην Ελλάδα, τους γύριζαν με βανάκια και τους έδειχναν διαμερίσματα από δω κι από κει, τους έπαιρναν μια γενναία προκαταβολή και μετά τους πλάσαραν ένα πολύ υποδεέστερο διαμέρισμα σε άλλη περιοχή».

Η αύξηση του ορίου

Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται ότι οι Κινέζοι επενδυτές, εντός ή εκτός εισαγωγικών, αποτελούν ήδη παρελθόν για ένα μεγάλο μέρος του πολεοδομικού συγκροτήματος και σίγουρα για τον Αλιμο, τουλάχιστον μετά τις τελευταίες αυξήσεις στο κατώτατο όριο απόκτησης της «χρυσής βίζας», αλλά και ενόψει νέας κυοφορούμενης αύξησης που ήδη έχει προαναγγείλει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Σύμφωνα με πληροφορίες, το υφιστάμενο όριο των 250.000 ευρώ για αγορές σε περιοχές της Αττικής και της Θεσσαλονίκης θα αυξηθεί σε 500.000 ευρώ, όριο το οποίο ισχύει ήδη από το καλοκαίρι για το κέντρο, τον βόρειο και τον νότιο τομέα της Αττικής, τον Δήμο Θεσσαλονίκης, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη. Και δεν αποκλείεται το σημερινό «ταβάνι» των 500.000 ευρώ να «πετάξει» στις 800.000. «Πρώτη φορά στην Ιστορία της Ελληνικής Δημοκρατίας έχουμε μια κυβέρνηση –και μάλιστα φιλελεύθερων αντιλήψεων– που κάνει τα πάντα για να μειώσει την επιτυχία ενός απολύτως επιτυχημένου επενδυτικού προγράμματος», λέει ο κ. Κτενιάδης, που μαζί με άλλους συναδέλφους του από τον χώρο του real estate συνέταξαν πρόσφατα μια επιστολή που απευθύνεται στον πρωθυπουργό και τους αρμόδιους υπουργούς, με την οποία τους ζητούν να αναθεωρήσουν τη στάση τους.

Ο κ. Κτενιάδης ισχυρίζεται ότι εξαιτίας των αλλαγών στο πρόγραμμα, το περασμένο καλοκαίρι όλη η ζήτηση για το λεκανοπέδιο περιορίστηκε σε μια μικρή οικιστική «φέτα» στον Πειραιά και στα δυτικά προάστια, με αποτέλεσμα οι τιμές εκεί να παρουσιάσουν ξαφνική αύξηση μέχρι και 40%. «Αντίθετα, στο υπόλοιπο πολεοδομικό συγκρότημα, όπου το πρόγραμμα της “χρυσής βίζας” καθηλώθηκε, δεν παρατηρήθηκε καμία αποκλιμάκωση των τιμών». Και μου ζητάει να προσέξουμε το παράδειγμα μιας συγκρίσιμης με εμάς χώρας. «Στην Πορτογαλία, αντίστοιχες αλλαγές στο πρόγραμμα Gοlden Visa είχαν ως συνέπεια την απότομη μείωση του συνολικού αριθμού των αγοραπωλησιών ακινήτων κατά 21,8% το πρώτο εξάμηνο του 2023 σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα, ενώ παράλληλα οι τιμές των κατοικιών στη χώρα εξακολουθούν να αυξάνονται». Για τον ίδιο, ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» δεν είναι το πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» –που, κατά τη γνώμη του, προσέφερε στην αγορά «τεράστιο αριθμό νέων ακινήτων, τα οποία εάν δεν υπήρχε αυτό δεν θα είχαν κατασκευαστεί ή δεν θα είχαν ανακαινιστεί»–, αλλά η βραχυχρόνια μίσθωση. Και συμπληρώνει ότι «οι επενδύσεις σε ακίνητα μέσω Golden Visa καταλαμβάνουν ελάχιστο μερίδιο της ελληνικής αγοράς ακινήτων, μόλις το 7%».

Η στεγαστική κρίση

Η αλήθεια είναι ότι πρόγραμμα της «χρυσής βίζας» υπήρξε ένα σοβαρό εργαλείο ανάταξης της καθημαγμένης οικονομικής δραστηριότητας στα πιο σκληρά χρόνια της κρίσης. Μήπως, όμως, σήμερα μιλάμε για ένα εντελώς διαφορετικό τοπίο; Για τον γεωγράφο και ομότιμο καθηγητή στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Θωμά Μαλούτα, το πρόγραμμα έχει μερίδιο στη στεγαστική κρίση, χωρίς να είναι ο βασικός επιβαρυντικός παράγοντας. «Για παράδειγμα, η βραχυχρόνια μίσθωση φαίνεται να έχει μεγαλύτερο αποτύπωμα», λέει στην «Κ». Ομως, υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής που κατά τη γνώμη του ευθύνεται για την πλήρη ανατροπή του στεγαστικού σκηνικού στην Ελλάδα. «Αυτό που έχει αλλάξει είναι ότι η κατοικία έχει γίνει πολύ περισσότερο επενδυτικό προϊόν. Θυμίζει, δηλαδή, χρηματιστηριακή μετοχή, που μπορεί εύκολα να περάσει από χέρι σε χέρι, κάτι πολύ διαφορετικό και πολύ μεγαλύτερο από την απλή αξία χρήσης που γνωρίζαμε μέχρι πρόσφατα. Ναι, η κατοικία ήταν πάντα και στην Ελλάδα επενδυτικό μέγεθος, αλλά περισσότερο σαν “μαξιλαράκι” για έκτακτη ανάγκη, που αν δεν υπήρχε λόγος δεν το πουλούσες ποτέ και απλά το μεταβίβαζες στα παιδιά σου». Ο κ. Μαλούτας είναι βέβαιος ότι ζούμε τους πρώτους γερούς κλυδωνισμούς αυτής της απότομης «αλλαγής παραδείγματος».

Η αρχιτέκτων Μυρτώ Κιούρτη συμφωνεί απολύτως: «Το πρόβλημα με την Golden Visa είναι ακριβώς αυτό, ότι η κατοικία αντιμετωπίζεται όλο και περισσότερο ως επενδυτικό αγαθό. Η ποιότητα ζωής όμως σε μια πόλη είναι σύνθετο φαινόμενο. Για παράδειγμα, η γοητεία της Αθήνας σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στη μακροχρόνια διαμονή ανθρώπων που διαμορφώνουν ζωντανά κοινωνικά δίκτυα, εντός των οποίων ανταλλάσσουν εμπειρίες, γνώση και ψυχαγωγία. Αυτή η πυκνή, πλούσια, κοινωνική αλληλεπίδραση είναι το θεμέλιο του πολιτισμού μας. Αν μεγάλα κομμάτια του αστικού ιστού αποκτήσουν τον χαρακτήρα του περαστικού και του παροδικού, όπως έχει ήδη αρχίσει να γίνεται σε κάποιες μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις, τότε η πόλη εκπίπτει σε ένα κέντρο διερχομένων, δίχως περιεχόμενο και ποιότητα». Η διδάκτωρ του ΕΜΠ παρακολουθεί με μεγάλο ενδιαφέρον το πώς επιχειρούν να αντιμετωπίσουν αντίστοιχα φαινόμενα άλλες πόλεις. «Πρόσφατα ο αδελφός μου και ο σύντροφός του, κάτοικοι Λονδίνου, αγόρασαν σπίτι σε ένα από τα συγκροτήματα του σημαντικού μοντέρνου Αγγλου αρχιτέκτονα Ερικ Λάιονς. Με έκπληξη διαπίστωσα ότι ο κανονισμός του συγκροτήματος απαγορεύει την ενοικίαση των σπιτιών! Με τον όρο αυτό οι κάτοικοί του διεκδικούν να ζουν σε μια αληθινή κοινότητα, κάτι που προϋποθέτει πως τα μέλη της μένουν μόνιμα εκεί. Νομίζω πως πρέπει κι εμείς να σκεφτούμε πιο έξυπνα και να προστατεύσουμε στρατηγικά τον πολιτισμό που παράγεται από τα κοινωνικά δίκτυα στις γειτονιές της Αθήνας, γιατί αν τον χάσουμε δεν θα μπορέσουμε να τον δημιουργήσουμε ξανά».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή