Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου

Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου

Τέσσερις Εβρίτες τρόφιμοι στις παιδοπόλεις της Σύρου, μιλούν στην «Κ» για το μεγάλο ταξίδι προς το άγνωστο εν μέσω του Εμφυλίου Πολέμου και την καθημερινότητά τους στο νησί

η-ζωή-στις-παιδοπόλεις-της-σύρου-562932292

Απρίλιος, 1948. Το αρματαγωγό «Σάμος» του Πολεμικού Ναυτικού πλησιάζει το λιμάνι της Σύρου, όπου αποβιβάζονται εκατοντάδες παιδιά από χωριά, κυρίως επαρχιών της Βόρειας Ελλάδας. Παιδιά ταλαιπωρημένα, κάποια φοβισμένα και άλλα πιο θαρραλέα, ξεκινούν προς το άγνωστο.

Βρισκόμαστε στα σκοτεινά χρόνια του ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου. Η συγκέντρωση και μετεγκατάσταση περίπου 33.000 παιδιών ηλικίας 3 έως 15 ετών σε 53 παιδοπόλεις, που δημιουργήθηκαν με πρωτοβουλία της τότε βασίλισσας Φρειδερίκης, αποτελεί μια «αμφιλεγόμενη» τακτική των ελληνικών κυβερνητικών δυνάμεων. Στόχος ήταν η προστασία των παιδιών από τα πολλά δεινά του πολέμου, και παράλληλα η εξασφάλιση μελλοντικής επαγγελματικής αποκατάστασης για τα μεγαλύτερα από αυτά, μέσα από σπουδές σε τεχνικές σχολές. Η επιλογή των ανηλίκων γινόταν κυρίως με βάση την αίτηση των γονιών τους ή των τοπικών αρχών.

Ωστόσο, σύμφωνα με την πλευρά του ΔΣΕ, η μεταφορά στις παιδοπόλεις αποτελούσε «αρπαγή», ενώ επικρίθηκε ως μία κίνηση πολιτικής σημασίας προκειμένου να αποκοπούν ιδεολογικά και συναισθηματικά τα παιδιά των ανταρτών από τους γονείς τους, μέσα σε δομές όπου ως κυρίαρχη προσωπικότητα και Μεγάλη Μητέρα προβαλλόταν η Φρειδερίκη.

Σύμφωνα πάντως με μετέπειτα μαρτυρίες κάποιοι πρώην τρόφιμοι αμφισβητούσαν τον ανθρωπιστικό σκοπό και αναφέρονταν σε ξεκάθαρη προπαγάνδα και κάποιοι τόνιζαν πως οι παιδοπόλεις τους έσωσαν από τον υποσιτισμό, τους πρόσφεραν στέγη, εκπαίδευση και ασφάλεια. 

Η «Κ» συνομίλησε με τέσσερις Εβρίτες που μεταφέρθηκαν στις παιδοπόλεις της Σύρου για το μεγάλο ταξίδι προς το άγνωστο εν μέσω του Εμφυλίου Πολέμου και μας περιγράφουν την καθημερινότητά τους στο νησί.

«Ελα στη Σύρο μαζί με μας»

Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου-1
Αρθρο στην εφημερίδα «Θάρρος» για την επίσκεψη της βασίλισσας Φρειδερίκης στη Σύρο το 1948. Φωτ. Γενικά Αρχεία του Κράτους – Αρχεία Ν. Κυκλάδων

Στον Εβρο, ο αριθμός των παιδιών από την επαρχία Σουφλίου και τα χωριά Μεταξάδες και Ζώνη που επρόκειτο να μεταφερθούν σε παιδοπόλεις στα νησιά, είναι μεγάλος. «Πριν επιβιβαστούμε στο πλοίο, διανυκτερεύσαμε στη Λεονταρίδειο Σχολή της Αλεξανδρούπολης. Καθένας έμεινε μαζί με τα αδέρφια ή τους συγχωριανούς του», λέει στην «K» ο συνταξιούχος δάσκαλος Χρήστος Αραμπατζής από το χωριό Κορνοφωλιά, ο οποίος έζησε αυτή την εμπειρία στα οκτώ του χρόνια. «Δεν ήρθαν όλα τα παιδιά από το χωριό μας, όσες οικογένειες είχαν καλύτερη οικονομική κατάσταση, τα κράτησαν στον τόπο».

Αμέσως, ο Βαγγέλης έσκισε την κορδέλα του στα δύο, πέταξε τη χακί και έτσι με πήρε μαζί του και παρέμεινα στο πλοίο.

Στο πολύωρό του ταξίδι, το αρματαγωγό κάνει τρεις στάσεις. Η πρώτη είναι στη Μυτιλήνη, όπου κατεβαίνουν περί τα 150 παιδιά. Ολα φορούν στο πέτο τους κορδέλες σε διάφορα χρώματα που σηματοδοτούσαν τον τόπο αποβίβασης. Ο 86χρονος Γιάννης Τσιακίρης θυμάται ότι η κορδέλα που φορούσε ήταν χακί, ενώ του μεγαλύτερου αδερφού του Βαγγέλη, μπλε. «Ανησύχησα. Μια ομαδάρχισσα μας είπε ότι θα κατέβαινα στη Μυτιλήνη. Αμέσως, ο Βαγγέλης έσκισε την κορδέλα του στα δύο, πέταξε τη χακί και έτσι με πήρε μαζί του και παρέμεινα στο πλοίο».

Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου-2
Επιβίβαση στο αρματαγωγό «Σάμος», Απρίλιος 1948. Φωτ. Αρχείο Χρήστου Αραμπατζή

Στο πλοίο, κυριαρχεί ο ενθουσιασμός: εμβατήρια καθώς και αυτοσχέδια τραγούδια ακούγονται από τα μεγαλύτερα κορίτσια. «Πού πας, πού πας;/Eλα να ζήσεις μαζί με μaς/ Πού πας, πού πας;/Ελα στη Σύρο μαζί με μας». Το πλοίο συνεχίζει την πορεία του, πηγαίνει στον Πειραιά και εκεί αποβιβάζει περισσότερα κορίτσια και λιγότερα αγόρια. «Τα παρέλαβαν με μεγάλη φροντίδα οι σύλλογοι κυριών και δεσποινίδων και μοιράστηκαν σε περιοχές των βορείων προαστίων», διηγείται ο κ. Αραμπατζής.

Μια νέα ζωή 

Επόμενη στάση και τελικός προορισμός για τους περισσότερους, η Σύρος. «Θυμάμαι σαν χθες όλα αυτά που αντικρίσαμε μπροστά μας. Τους δύο λόφους με τη χαρακτηριστική αρχιτεκτονική της Ερμούπολης. Οταν άραξε το αρματαγωγό, βγήκαμε στον μόλο σε δυάδες και κατευθυνθήκαμε κατά μήκος της προκυμαίας», λέει ο ίδιος. Εκεί κατά διαστήματα υπήρχαν τραπεζάκια με λουκούμια για την υποδοχή. «Μας έδιναν από ένα κουτί. Ημουν στη σειρά με κάποιον Γιάννη από το χωριό, ο οποίος ήταν λιγάκι πονηρός. Εκρυψε το κουτί στον κόρφο του και ξαναπήγε πίσω να πάρει δεύτερο», τονίζει από την άλλη άκρη του τηλεφώνου, γελώντας.

Φτάνουν στην Πλατεία Ηρώων, πίσω από το Βαρδάκειο νοσοκομείο που παραχωρεί το ισόγειό του ώστε να χρησιμοποιηθεί σαν παιδόπολη. «Χωριζόμαστε σε δύο ομάδες: 300 περίπου πηγαίνουμε στην Ντελαγκράτσια (Ποσειδωνία) και συγκεκριμένα την παιδόπολη Αγιος Χριστόφορος. Οι υπόλοιποι οδηγήθηκαν στην Ερμούπολη, στο Βαρδάκειο (Αγιος Ανδρέας)», εξηγεί ο 86χρονος Θεόδωρος Τσιακίρης

Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου-3
Μια από τις ομαδάρχισσες με τους Βαγγέλη Τσιακίρη (πάνω δεξιά), Θεόδωρο Τσιακίρη (πάνω αριστερά), Γιάννη Τσιακίρη (κάτω αριστερά) και Βαγγέλη «Λέλη» Τσιακίρη. Φωτ. Αρχείο Θεόδωρου Τσιακίρη

Στην Ντελαγκράτσια, σε μια διώροφη έπαυλη που ήταν μια από τις ωραιότερες κατοικίες, η φροντίδα και η αγάπη είναι συγκινητική. «Δεν γνωρίζω αν ήταν έτσι και σε άλλες παιδοπόλεις. Μας έδωσαν καινούργια, καθαρά ρούχα, οδοντόκρεμες “Κολινός”, οδοντόβουρτσες, σαπούνια, πετσέτες. Η ζωή ήταν πλέον αυτή της ομαδικής συμβίωσης, όπως οι κατασκηνώσεις», λέει ο κ. Αραμπατζής. Αρχηγός της κοινότητας είναι η Θέμις Λάκωνος με βοηθούς ομαδάρχισσες και κοινοτάρχες τις δεσποινίδες Καμπάνη, Μαλατέστα, Γωγώ, Σοφία κ.ά.

Ημουν μόλις πέντε χρονών και η αρχηγός με είχε σαν παιδί της. Δεν κατάλαβα ξενιτιά, ήταν όλα όμορφα.

Ο Βλάσης Παπατσιλέκας ήταν ένας από τους μικρότερους τρόφιμους στην Ντελαγκράτσια. «Ημουν μόλις πέντε χρονών και η αρχηγός με είχε σαν παιδί της. Δεν κατάλαβα ξενιτιά, ήταν όλα όμορφα». Μαζί με τον παιδονόμο που είναι αρκετά αυστηρός στα ατίθασα και ανυπότακτα παιδιά, η καθημερινότητα μοιάζει οργανωμένη με βάση τις προσκοπικές αρχές.

Τα πρωινά έχει έπαρση σημαίας, μετά πρωινό. Οπως αναφέρει ο κ. Θ. Τσιακίρης, «αργότερα όλη μέρα παίζαμε μπάλα στα γηπεδάκια, γύρω από πεύκα. Κάναμε ομάδες στο ποδόσφαιρο και όταν παίζαμε, το παιχνίδι τελείωνε με τα γκολ και όχι με τον χρόνο». Μετά το μεσημεριανό φαγητό, οι δημιουργικές απασχολήσεις συνεχίζονται.

Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου-4
Τα κορίτσια στην Ερμούπολη, μπροστά από το σημερινό Βαρβάκειο νοσοκομείο. Φωτ. Αρχείο Βαγγέλη Τσιακίρη

Μάθημα κάτω από τα πεύκα

Τα παιδιά ενσωματώνονται στην κοινωνία της Σύρου, κάποια από αυτά φοιτούν στα ίδια σχολεία με τους ντόπιους. Μάλιστα, συχνά οι Συριανοί τους καλούν στα σπίτια τους για γεύμα. Σύμφωνα με στοιχεία των Γενικών Αρχείων του Κράτους – Τμήμα ΓΑΚ Σύρου από τα μαθητολόγια, στο 4ο δημοτικό σχολείο το σχολικό έτος 1948-1949 φοίτησαν 484 μαθητές. Στο Σχολείο της Ποσειδωνίας Αγιος Χριστόφορος, οι μαθητές ανέρχονταν στους 321. Προηγήθηκε η τοποθέτηση των μαθητών σε τάξεις ανάλογα με τις γνώσεις τους. 

«Αρκετοί κάναμε μάθημα κάτω από τα πεύκα, μόνο με αναγνωστικά. Είχαμε το τετράδιο και τη δασκάλα μας, την Αννα Σιφναίου να μας διδάσκει. Ημουν καλός μαθητής και ήξερα να γράφω. Οι περισσότεροι, όμως, δεν γνώριζαν γραφή. Οταν πήγα στην παιδόπολη ήμουν εννέα χρονών, στην τρίτη δημοτικού», λέει ο κ. Θ. Τσιακίρης.

Εκεί άκουσα για πρώτη φορά πιάνο, είδα θέατρο στο Απόλλων, πηγαίναμε τακτικά στο δημαρχείο. Ενιωθα πολύ μικρός στο πλατύσκαλο μπροστά.

Στη διάρκεια της παραμονής, η απασχόληση και η κοινωνική επιμόρφωση, είναι συνεχής. «Φανταστείτε παιδιά από την επαρχία να βρεθούν στην ωραιότερη πόλη της Ελλάδος, την πιο ανεπτυγμένη από πλευράς πολιτισμού», σημειώνει ο κ. Αραμπατζής. «Εκεί άκουσα για πρώτη φορά πιάνο, είδα θέατρο στο Απόλλων, πηγαίναμε τακτικά στο δημαρχείο. Ενιωθα πολύ μικρός στο πλατύσκαλο μπροστά. Επισκεπτόμασταν τα αξιοθέατα, θυμάμαι τις δύο εκκλησίες –γιατί ο εκκλησιασμός ήταν τακτικός– ειδικά αυτή του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην Ποσειδωνία και του Αγίου Νικολάου του Πλουσίου. Το καλοκαίρι μας πήγαιναν στη θάλασσα, στην παραλία Αγκαθωπές». Παιδιά που δεν είχαν δει ποτέ τους θάλασσα, έμαθαν κολύμπι στη Σύρο. Συχνές είναι οι επισκέψεις στην Ανω Σύρο, τη γειτονιά του Βαμβακάρη και οι εκδρομές με καραβάκια, απέναντι στην Τήνο. «Μας επισκέπτονταν ομάδες ναυτοπροσκόπων για να μας μάθουν τραγούδια και παιχνίδια. Υπήρχαν και καραγκιοζοπαίχτες, ήταν δίδυμο, πατέρας και γιος. Συχνά στις παραστάσεις σατίριζαν ζωηρούς τροφίμους και κάποιο αθώο ερωτικό ειδύλλιο που είχε αναπτυχθεί ανάμεσα στα μεγαλύτερα παιδιά».

Οι σκανδαλιές είναι πολλές. Στην Ντελαγκράτσια, τα αγόρια «τρυπώνουν» στη γειτονική βίλα Βαλμά και στον κήπο του μπαρμπα-Λινάρδου για να κλέψουν φρούτα όπως τους χουρμάδες και τα μανταρίνια που ήταν πρωτόγνωρα για εκείνα.

Σε περιοδεία της στις Κυκλάδες, η βασίλισσα Φρειδερίκη επισκέφτηκε τα παιδιά φέρνοντας δώρα. «Μας αγκάλιαζε, μας φιλούσε, ήταν πολύ καλή μαζί μας», λέει ο κ. Παπατσιλέκας. Μια από τις μαθήτριες, η Αλεξάνδρα Μουσίκα, κέρδισε τη συμπάθεια της βασίλισσας και εντυπωσιασμένη διηγούνταν ότι τη βοήθησε να πάρει το μπάνιο της.

Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου-5
Αριστερά: Ομαδάρχισσα, δεξιά: Αλεξάνδρα Μουσίκα. Φωτ. Αρχείο Βαγγέλη Τσιακίρη

Τα μεγαλύτερα παιδιά που φοίτησαν για λίγο στο γυμνάσιο και την εμπορική σχολή, καθώς πλησίαζε ο καιρός για να επιστρέψουν πίσω στην πατρίδα τους, τα προώθησαν σε σχολές τέχνης. «Οι τέχνες που θα μάθαιναν ήταν αυτές του μαραγκού, του τσαγκάρη, του ηλεκτρολόγου και αυτή της υφαντουργικής στο Ληξούρι Κεφαλονιάς. Είχαν το δικαίωμα να επιλέξουν», λέει ο κ. Θ. Τσιακίρης.

Η επιστροφή 

Στο τέλος του 1949 και αρχές του 1950, όταν θεωρήθηκε ότι η λαίλαπα του Εμφυλίου Πολέμου είχε πλέον περάσει, ξεκίνησε η επιστροφή για κάποιους ομαδικά και για άλλους μεμονωμένα. «Μας πήγαν πρώτα στον Πειραιά. Από εκεί πήγαμε στη Χίο για να αφήσουμε άλλα παιδιά, μετά στη Λέσβο, και στην Καβάλα, μετά στην Αλεξανδρούπολη. Στο Σουφλί πήγαμε με το τρένο. Δεν ήθελα να επιστρέψω, δεν ήθελα να πάω στη μάνα μου και εκείνη έκλαιγε», λέει ο κ. Παπατσιλέκας. Η Θέμις Λάκωνος μαζί με άλλες ομαδάρχισσες, αργότερα, ταξίδεψαν στην επαρχία Σουφλίου για να δουν τα παιδιά και ενδιαφέρθηκαν ιδιαίτερα για τη σταδιοδρομία τους. Κάποια από αυτά, τις ακολούθησαν εθελοντικά για να συνεχίσουν τις σπουδές τους.

Δεν ήθελα να επιστρέψω, δεν ήθελα να πάω στη μάνα μου και εκείνη έκλαιγε.

Για τον κ. Αραμπατζή, που επισκέφτηκε το νησί 60 χρόνια μετά, η λαχτάρα ήταν απερίγραπτη. «Τα θυμόμουν όλα με κάθε λεπτομέρεια, κτίρια, δρόμους, πλατείες. Οσο για την παιδόπολη στην Ποσειδωνία, αυτή είχε παραχωρηθεί σε θεολογική γαλλική σχολή».

Ο ίδιος αναφέρει ότι ένας από τους πρώην τροφίμους που επισκέφτηκε τη Σύρο πολύ αργότερα, έγραψε σε βιβλίο του μια φράση που περιλαμβάνει όλα τα συναισθήματα: «Οταν κατέβηκα, δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου. Εσκυψα και φίλησα το χώμα και έβαλα τις χούφτες μου να συγκρατήσουν τα δάκρυα για να μη μολύνουν τον τόπο αυτό που μας φιλοξένησε και μας γλίτωσε».

Η ζωή στις παιδοπόλεις της Σύρου-6
Χειρόγραφο της Αλεξάνδρας Μουσίκα, 1948. Αρχείο Βαγγέλη Τσιακίρη
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή