Κάλπες πάνω σε εμφύλιο ρήγμα

Κάλπες πάνω σε εμφύλιο ρήγμα

Αλλο ένα τεστ αντοχής για την κλυδωνιζόμενη αμερικανική δημοκρατία αποτελούν οι ενδιάμεσες εκλογές

4' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν επιβεβαιωθούν τα προγνωστικά και οι Δημοκρατικοί χάσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου στις μεθαυριανές εκλογές, δεν θα πρόκειται για κάτι ασυνήθιστο. Εδώ και δεκαετίες, ο κανόνας θέλει το κόμμα του εκάστοτε προέδρου να χάνει τις εκλογές που γίνονται στα μισά της πρώτης θητείας του, λες και οι ψηφοφόροι θέλουν να τιμωρήσουν εαυτούς για την επιλογή που έκαναν δύο χρόνια νωρίτερα. Αυτό συνέβη επί Μπιλ Κλίντον, το 1994, όταν η «Ρεπουμπλικανική Επανάσταση» σάρωσε και τα δύο σώματα του Κογκρέσου, όπως συνέβη το 2010 επί Μπαράκ Ομπάμα, όταν οι Δημοκρατικοί έχασαν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων, ενώ την ίδια ψυχρολουσία υπέστησαν οι Ρεπουμπλικανοί το 2018, επί Ντόναλντ Τραμπ. Παρόμοιες ανατροπές στο Καπιτώλιο δεν προδιαγράφουν ποιος θα επικρατήσει στην κούρσα για τον Λευκό Οίκο δύο χρόνια αργότερα (Κλίντον και Ομπάμα κέρδισαν σχετικά εύκολα μια δεύτερη θητεία και λίγο έλειψε να το πετύχει και ο Τραμπ). Υπό κανονικές συνθήκες, η συγκατοίκηση του εκάστοτε προέδρου με ένα Κογκρέσο που ελέγχεται από την αντίπαλη παράταξη δεν θεωρείται κάτι αφύσικο, αντίθετα εγγράφεται στη λογική των ευρύτερων συναινέσεων και της σύγκλισης στο Κέντρο προς την οποία ωθούν οι εξισορροπητικοί μηχανισμοί του αμερικανικού συντάγματος.

Μόνο που εδώ και λίγα χρόνια οι συνθήκες στην Αμερική μόνο κανονικές δεν είναι, όπως διαπίστωσε όλος ο κόσμος με τα πρωτοφανή επεισόδια στο Καπιτώλιο, στις 6 Ιανουαρίου του 2021. Μεγάλο τμήμα των δύο παρατάξεων δεν θεωρεί την απέναντι πλευρά ως πολιτικό και ιδεολογικό αντίπαλο, αλλά ως ξένο σώμα, μίασμα, που πρέπει πάση θυσία να εξοντωθεί. Ο Τραμπ κατηγορεί τον Μπάιντεν ως κρυπτοσοσιαλιστή, όμηρο των εξτρεμιστών, και ο Μπάιντεν στηλιτεύει τον τραμπισμό ως «ημιφασισμό». Και οι δύο χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά των αντιπάλων τους «αντιαμερικανική» (Un-american), όρος που παραπέμπει στη διαβόητη Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών του μακαρθισμού και στο κυνήγι μαγισσών εναντίον του κομμουνισμού, που σημάδεψε την πιο σκοτεινή εποχή της αμερικανικής δημοκρατίας. Η πρόσφατη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του Πολ Πελόζι, συζύγου της προέδρου της Βουλής, Νάνσι Πελόζι, ενίσχυσε τις δυσοίωνες προβλέψεις ότι είναι μόνο θέμα χρόνου να θρηνήσουν οι Αμερικανοί εκλεγμένους αντιπροσώπους τους, θύματα πολιτικής βίας.

Σε ένα μόνο ζήτημα εμφανίζεται εκπληκτική ταύτιση απόψεων ανάμεσα στην μπλε και στην κόκκινη Αμερική: στην εκτίμηση πως η Δημοκρατία αντιμετωπίζει υπαρξιακή απειλή – φυσικά, από την αντίπαλη παράταξη. Πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Quinnipiac βρήκε ότι το 69% των Δημοκρατικών και ακριβώς το ίδιο ποσοστό Ρεπουμπλικανών θεωρούν ότι η Δημοκρατία βρίσκεται «στα πρόθυρα της κατάρρευσης». Στο μεταξύ, οι πολιτείες εφαρμόζουν διαμετρικά αντίθετες πολιτικές για καίρια ζητήματα που επηρεάζουν την καθημερινότητα των πολιτών –αμβλώσεις, μετανάστευση, αστυνόμευση, εκπαίδευση κ.ά.– ανάλογα με το αν ελέγχονται από τους μεν ή από τους δε. Φτάσαμε στο σημείο οι Ρεπουμπλικανοί κυβερνήτες του Τέξας και της Φλόριντα να στέλνουν με πούλμαν χιλιάδες παράτυπους μετανάστες στις «γαλάζιες» πολιτείες της Νέας Υόρκης και του Ιλινόι. «Η Αμερική είναι ήδη, στην πράξη, διεθνικό κράτος, αποτελούμενο από δύο απολύτως εχθρικές εθνικές κοινότητες, παρόμοιου πληθυσμιακού και πολιτικού βάρους», διαβάσαμε σε άρθρο του The New York Review of Books, στις 22 Σεπτεμβρίου.

Οι Δημοκρατικοί αναμένεται να χάσουν τον έλεγχο του Κογκρέσου, αλλά αυτό δεν θα ήταν αφύσικο, αν τα δύο κόμματα δεν είχαν χάσει τη δυνατότητα να συνομιλούν.

Απευθυνόμενος στους ψηφοφόρους μέσω του εθνικού ραδιοτηλεοπτικού δικτύου από την Ουάσιγκτον, το βράδυ της Τετάρτης, ο Τζο Μπάιντεν προσπάθησε να γαλβανίσει τη βάση των Δημοκρατικών δίνοντας δραματικό χαρακτήρα στην εκλογική μάχη. «Το διακύβευμα των εκλογών είναι η ίδια η Δημοκρατία», υποστήριξε ο Αμερικανός πρόεδρος, επικαλούμενος το γεγονός ότι εκατοντάδες Ρεπουμπλικανοί υποψήφιοι για Βουλή, Γερουσία και για τα κορυφαία αξιώματα των πολιτειών (291 σύμφωνα με την Washington Post) αρνούνται ή αμφισβητούν το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020, αναμασώντας το «μεγάλο ψέμα» του Ντόναλντ Τραμπ. Δεν είναι, όμως, καθόλου βέβαιο ότι αυτή η παρέμβαση της τελευταίας στιγμής θα έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Αντιθέτως, στελέχη των Δημοκρατικών αμφισβητούσαν τη σκοπιμότητα της επιλογής του να πάρει πάνω του την εκλογική μάχη, δεδομένου ότι η δημοτικότητά του βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, της τάξης του 40%.

Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις έδειχναν ότι οι Ρεπουμπλικανοί θα κερδίσουν άνετα τη Βουλή των Αντιπροσώπων και έχουν πιθανότητες να ανατρέψουν υπέρ τους την ισοψηφία 50-50 στη Γερουσία, όπου η μάχη θα κριθεί σε τέσσερις-πέντε αμφίρροπες πολιτείες. Είχε προηγηθεί το σύντομο καλοκαίρι της αισιοδοξίας για τους Δημοκρατικούς, καθώς η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που άφηνε το ελεύθερο στις πολιτείες για την απονομιμοποίηση των αμβλώσεων, εξόργισε πολλές και πολλούς, γεννώντας ελπίδες νίκης στις ενδιάμεσες εκλογές. Με τον ερχομό του φθινόπωρου, όμως, ο ουρανός σκοτείνιασε. Οι Ρεπουμπλικανοί έριξαν το βάρος τους στην ακρίβεια και στην αυξανόμενη εγκληματικότητα, τα δύο κατεξοχήν ζητήματα που απασχολούν την πλειονότητα των ψηφοφόρων, και ανταμείφθηκαν. Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, οι ψηφοφόροι αξιολογούν ως πρωταρχικό ζήτημα την ακρίβεια σε ποσοστό 37%, για να ακολουθήσουν η απασχόληση και η εγκληματικότητα με 29% – πεδία στα οποία εμπιστεύονται περισσότερο τους Ρεπουμπλικανούς. Τα δικαιώματα των γυναικών και οι αμβλώσεις ιεραρχούνται ως κεντρικό ζήτημα από το 17% των ψηφοφόρων, ενώ τα επεισόδια της 6ης Ιανουαρίου του 2021, παρά την έντονη τηλεοπτική κάλυψη των συνεδριάσεων της αρμόδιας εξεταστικής επιτροπής, βρίσκονται στη 19η θέση με μόλις 7%.

Εάν οι Ρεπουμπλικανοί κυριαρχήσουν, όπως αναμένεται, στην επόμενη Βουλή, οι έρευνες εναντίον του Τραμπ για τα εν λόγω γεγονότα θα μπουν στο ψυγείο, ενώ δεν αποκλείεται να ξεκινήσουν έρευνες για τον Μπάιντεν και τον γιο του Χάντερ, γύρω από υποθέσεις διαπλοκής, όπου εμπλέκεται και η Ουκρανία. Εάν κερδίσουν και τη Γερουσία, τα χέρια του Μπάιντεν θα είναι δεμένα και στο νομοθετικό έργο, όπως επίσης και στον διορισμό δικαστών για το Ανώτατο Δικαστήριο. Ταυτόχρονα, οι εκλογές της Τρίτης αποκτούν χαρακτήρα δημοψηφίσματος για τον Ντόναλντ Τραμπ: αν οι υποψήφιοι που έχουν το χρίσμα του πάνε καλά, οι πιθανότητες να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία στην αναμέτρηση του 2024 θα αυξηθούν κατακόρυφα, ενώ σε αντίθετη περίπτωση οι χρηματοδότες των Ρεπουμπλικανών θα αναζητήσουν άλλες λύσεις. Για την ώρα, ο ηττημένος του 2020 διατηρεί τις ελπίδες του – άλλωστε ζούμε στην εποχή των απίθανων πολιτικών νεκραναστάσεων: μέσα σε μία εβδομάδα, Λούλα και Νετανιάχου, δύο πολύ διαφορετικοί πολιτικοί, σφράγισαν τα διαβατήρια της επιστροφής στην εξουσία, παρότι διανύουν την όγδοη δεκαετία της ζωής τους, έχοντας κηλιδωθεί από σκάνδαλα. Γιατί όχι και ο Ντόναλντ Τραμπ;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή