Σίλβιο Μπερλουσκόνι, «ο γόνος της υπερβολής»

Σίλβιο Μπερλουσκόνι, «ο γόνος της υπερβολής»

Ο 87χρονος «Καβαλιέρε» δεν σταμάτησε στιγμή, τα τελευταία 50 χρόνια, να απασχολεί τη δημόσια ζωή της Ιταλίας με οτιδήποτε κι αν καταπιανόταν. Η «Κ» ακολουθεί τον βίο και την πολιτεία του

14' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Υπάρχει πάντα μια έξαψη κατά την αναμονή του Σίλβιο Μπερλουσκόνι να ανέβει στη σκηνή, μια αίσθηση ότι θα συμβεί κάτι σοκαριστικά έξω από τα συνηθισμένα». Αυτά έγραφε το 2004 ο Observer για τον «από τύχη πρωθυπουργό της Ιταλίας με το ταλέντο να διαταράσσει τα πρωτόκολλα κάθε αξιώματος».

Ηταν, όμως, ο «Καβαλιέρε» μία εξωραϊσμένη καλτ μορφή που απλώς τάραζε τα νερά σε κάθε του επαγγελματική, κοινωνική και πολιτική απόφαση; Ή μήπως ήταν, όπως έχει πολλάκις γραφτεί, ο πρόδρομος του Ντόναλντ Τραμπ, εκείνος που έδειξε τον δρόμο για το πώς μπορεί ένας δισεκατομμυριούχος ξαφνικά να ηγηθεί μιας χώρας που εντάσσεται στις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου;

Η εκδημία του 87χρονου Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν όλα αυτά και άλλα τόσα. Και δεν ευθυνόταν γι’ αυτό η πολυσχιδής του προσωπικότητα ή το επιχειρηματικό του δαιμόνιο· η πορεία του έδειξε ότι απλώς έβρισκε τρόπους να κερδίζει αυτό που θέλει, ακόμα και θέτοντας σε κίνδυνο τη χώρα του, τις επιχειρήσεις του, τους εργαζομένους του, όσους τον συναναστρέφονταν. Θα τον ονόμαζε κανείς larger than life, αλλά μάλλον παρέμεινε ένας πληθωρικός λαϊκιστής που δεν αποφάσισε να υιοθετήσει τον λαϊκισμό· ήταν έτσι καμωμένος: από προκλήσεις, άγνοια κινδύνου, ασέβεια, αλλά και ένα εγγενές στοιχείο λαοπλάνου, ενός ανθρώπου που γνώριζε πώς να κερδίζει, αλλά όχι εντέλει να χάνει.

Δεν αποφάσισε να υιοθετήσει τον λαϊκισμό· ήταν έτσι καμωμένος: από προκλήσεις, άγνοια κινδύνου, ασέβεια, αλλά και ένα εγγενές στοιχείο λαοπλάνου.

Οπως έγραψαν και οι New York Times, για τους Ιταλούς ήταν ένας ανυποχώρητος ιμπρεσάριος –τόσο κωμικός όσο και τραγικός– μέχρι που τον αποδοκίμασαν από τη σκηνή. Εκείνος, όμως, επέμενε να επιστρέφει. Για τους οικονομολόγους, ήταν ο άνθρωπος που βοήθησε να οδηγήσει την ιταλική οικονομία στην καταστροφή. Για τους πολιτικούς επιστήμονες, αντιπροσώπευε ένα νέο τολμηρό πείραμα για τον αντίκτυπο της τηλεόρασης στους ψηφοφόρους. Και για τους δημοσιογράφους των ταμπλόιντ, ήταν μια αστείρευτη σειρά με σκάνδαλα, γκάφες, ακραίες προσβολές και σεξουαλικές περιπέτειες.

Ο συγγραφέας Τζουζέπε Φιόρι, που του αφιέρωσε μία από τις πρώτες του βιογραφίες, το 1995, με τίτλο «Ο πωλητής», έκανε λόγο για έναν πειστικό, γοητευτικό, ευχάριστο στους άλλους άνθρωπο, που ποτέ δεν κατάφερε να χωνέψει πώς οι πολίτες έκριναν ότι οι τηλεοπτικοί του σταθμοί ήταν επιβλαβείς, καθώς αντιλαμβάνονταν τον οπορτουνισμό ενός ανθρώπου που επιλέγει την πολιτική όχι για επαγγελματικούς λόγους, αλλά από κυνική αυτοάμυνα. Εχει επισημανθεί, όπως γράφει η La Repubblica, ότι ο ιός του λαϊκισμού, που κάποια στιγμή μόλυνε τον κόσμο, εξαπλώθηκε ακριβώς από τον «Καβαλιέρε».

Ηταν ο εμπνευστής, εξάλλου, του «μπερλουσκονισμού», ενός κράματος λαϊκισμού, συντηρητισμού, αντικομμουνισμού και νεοφιλελευθερισμού. Ηταν –κατά το Politico– ένας άνθρωπος πλούσιος, επιδεικτικός, που κινείτο στο μεταίχμιο της αλαζονείας και του παραλόγου.

Οπως είχε πει το 2016, με την ευκαιρία της συμπλήρωσης των 80 χρόνων του «Καβαλιέρε», ο τότε Ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι, «πιστεύω ότι ο Μπερλουσκόνι θα μνημονεύεται σε 100 χρόνια από τώρα για τα πράγματα που έκανε στο ποδόσφαιρο, τις εκδόσεις και την τηλεόραση. Στην πολιτική θα τον θυμούνται πάνω απ’ όλα για τα πράγματα που δεν έκανε».

Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, έγραψε η La Repubblica, κατέληξε απομονωμένος και λίγο μελαγχολικός· τη θέση του είχαν πάρει άλλοι. Και τώρα είναι περίεργο να πιστεύεις ότι έφυγε, γιατί ήταν ένας φανταστικός χαρακτήρας. «Καλώς ή κακώς, ήταν ο καθρέφτης της παράξενης χώρας μας».

Ο μικροαστός που… τα κατάφερε

Σίλβιο Μπερλουσκόνι, «ο γόνος της υπερβολής»-1
©Reuters

Γεννημένος το 1936 στο Μιλάνο σε μεσοαστική οικογένεια, εξαρχής φάνηκε ότι δεν θα σταματήσει να δοκιμάζει οτιδήποτε μπορεί να τον διακρίνει από τους υπόλοιπους, γνωρίζοντας ότι έτσι θα τροφοδοτήσει και θα ικανοποιήσει τον εγγενή του ναρκισσισμό, αυτό το γραφικό «ό,τι βρέξει ας κατεβάσει» που υπήρξε η ζωή του – η άγνοια κινδύνου ενός αφελούς τολμητία που στάθηκε τυχερός.

Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου, απ’ όπου αποφοίτησε ως αριστούχος το 1961. Κι ενώ η στρατιωτική θητεία στην Ιταλία ήταν τότε υποχρεωτική, εκείνος δεν υπηρέτησε, καθώς, όπως είχε ισχυριστεί ο ίδιος, ήταν το μεγαλύτερο παιδί από τρίτεκνη οικογένεια, δικαιολογία που, κατά πληροφορίες, δεν είχε νομικό υπόστρωμα.

Παράλληλα, η αγάπη του για τη μουσική όχι μόνο τον οδήγησε στη δημιουργία μπάντας –ήταν μπασίστας– αλλά και στις εμφανίσεις του σε κρουαζιερόπλοια κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’60. Ηταν, εξάλλου, εκείνος που αργότερα συνέθεσε τον ύμνο της Μίλαν αλλά και εκείνον του κόμματός του, Forza Italia. Αργότερα, συμμετείχε και στη δημιουργία δύο δίσκων με ναπολιτάνικα τραγούδια, σε συνεργασία Μαριάνο Απιτσέλα, το 2003 και το 2006.

Απέκτησε πέντε παιδιά· δύο με την Κάρλα Ελβίρα Νταλ’Ολιο και τρία με τη Βερόνικα Λάριο – σε έναν γάμο με κουμπάρο τον Μπετίνο Κράξι, πρώην πρωθυπουργό και αρχηγό του Ιταλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ταυτόχρονα, έχει και ισάριθμα διαζύγια. Μάλιστα, δικαστήριο είχε επιδικάσει ετήσια καταβολή 48 εκατ. δολαρίων στην τελευταία του σύζυγο.

Φυσικά, η προσωπική του ζωή ήταν γεμάτη μεγάλα πάρτι που άφησαν ιστορία –όχι πάντα πολύχρωμη–, γνωριμίες και φλερτ, σχέσεις και υποσχέσεις· υπήρξε ένας αχόρταγος κατακτητής, που χρησιμοποιούσε την ισχύ και τη γοητεία του ως όπλα στο ατελείωτο κυνήγι πρόσκαιρης ή μόνιμης συντροφιάς.

Το σχέδιο της ζωής… μετά

Βέβαια, μία πληθωρική καλτ προσωπικότητα δεν θα μπορούσε να μην έχει οργανώσει και πώς θα ήθελε να είναι η παρουσία στη Γη αφότου ο ίδιος θα είχε εκδημήσει εις Κύριον. 

Το μαυσωλείο των 30 τάφων για τους φίλους, την οικογένεια και τις ερωμένες.

Σύμφωνα με το Politico, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, άρχισε να σχεδιάζει τη μετά θάνατον ζωή. Στην πολυτελή του έπαυλη στα περίχωρα του Μιλάνου, ζήτησε από τον δημοφιλή γλύπτη Πιέτρο Κασέλα –που έχει δημιουργήσει, μεταξύ άλλων, μνημείο στο Αουσβιτς– να κατασκευάσει στο υπόγειο του οικήματος ένα μαυσωλείο 30 τάφων, ώστε να του κάνουν… παρέα οι στενοί του φίλοι, η οικογένειά του και οι ερωμένες του.

Και, εννοείται, δεν έλειψαν οι γραφικότητες – πέραν της γραφικότατης δημιουργίας του ίδιου του μαυσωλείου. Από τον Πιέτρο Κασέλα είχε ζητήσει «να μην το κάνω να φαίνεται πολύ θλιβερό». Ετσι, δημιουργήθηκε ένα 100 τόνων γλυπτό, που ονομάστηκε «θησαυροφυλάκιο του ουρανού», οι διάδρομοι είχαν θήκες για τα… βασικά (φρούτα, ψωμί, κλειδιά, κινητό τηλέφωνο), ενώ για τον ίδιο επιφυλάχθηκε ένας ταφικός θάλαμος με σαρκοφάγο από ροζ μάρμαρο και γρανίτη.

Ενας επιχειρηματίας χωρίς όρια

Σύμφωνα με τη La Repubblica, ήταν ο μικροαστός που ήρθε από το πουθενά, κάτι που άρεσε στον μέσο Ιταλό, που τον είχε πείσει ότι θα τον έκανε εξίσου πλούσιο με τον ίδιο. Αυξάνοντας και πληθύνοντας την περιουσία του, ανοιγόμενος σε πλείστους όσους επιχειρηματικούς τομείς, έγινε κάτι σαν το πρότυπο του απαλλαγμένου από οποιαδήποτε ενοχή –και ταμπού– αυτοδημιούργητου που κατάφερε να γίνει ο πλουσιότερος Ιταλός, ένας από τους πλουσιότερους του κόσμου και σίγουρα –έπειτα από την ανακυκλούμενη πολιτική του καριέρα– μία από τις ισχυρότερες προσωπικότητες.

Μετά τις σπουδές του, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ασχολήθηκε με τις οικοδομικές κατασκευές, και μάλιστα μπήκε από νωρίς στα βαθιά. Τέλη της δεκαετίας του ’60 ξεκίνησε και περίπου μία δεκαετία αργότερα ολοκλήρωσε την κατασκευή χιλιάδων κατοικιών στα ανατολικά του Μιλάνου, που πήρε τη θρυλική πλέον ονομασία «Milano Due», που διακρίθηκε για τους διαδρόμους και τις γέφυρες που επιτρέπουν τον περίπατο στη συνοικία δίχως τα προσκόμματα της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων.

Με τα χρήματα που κέρδισε, δημιούργησε την επόμενη εταιρεία του στον χώρο της διαφήμισης – κάτι που δεν του φάνηκε αρκετό, καθώς ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 είχε ιδρύσει το TeleMilano, βάζοντας το πόδι του στα νερά των ΜΜΕ. Αρχικά, τον ενδιέφερε να εξοπλίσει τα διαμερίσματα του «Milano Due», αλλά το πρώτο καλωδιακό κανάλι της ιταλικής τηλεόρασης μεταμορφώθηκε στο Canale 5, τον πρώτο εθνικό ιδιωτικό τηλεοπτικό σταθμό της χώρας.

Δεν σταμάτησε, προφανώς, εκεί. Αγόρασε επιπλέον κανάλια και ραδιοφωνικούς σταθμούς, βάζοντας πλώρη για τη μιντιακή του αυτοκρατορία, που πήρε το όνομα Fininvest και κατέστη κάτι σαν θρύλος στα ιταλικά μέσα ενημέρωσης. Σε αυτήν ανήκαν, αν και άλλαξαν χέρια ή έκλεισαν στον διάβα του χρόνου, το Italia 1, το Rete 4, το La Cinq, το Tele 5 και το Telecinco· τα δύο τελευταία αντικαταστάθηκαν από τα κανάλια La Cinquième και DSF.

«Μια μίξη Ρούπερτ Μέρντοχ, Μπιλ Γκέιτς και Μοχάμεντ αλ Φαγιέντ».

Σύμφωνα με πληροφορίες, στην εξάπλωσή του σε όλη τη χώρα συνέβαλε ο Μπετίνο Κράξι, που, ως πρωθυπουργός στα μέσα της δεκαετίας του ’80, του επέτρεψε με ειδικό διάταγμα να μεταδίδει σε όλη την ιταλική επικράτεια. Το σκάνδαλο που είχε ξεσπάσει είχε τότε «παγώσει» την πλήρη δημοσιογραφική λειτουργία των καναλιών του σε εθνικό επίπεδο, κάτι που «κέρδισε» το 1990.

Ο όμιλος της Fininvest περιλαμβάνει τον κορυφαίο εκδοτικό οίκο Mondadori, το Θέατρο Manzoni στο Μιλάνο, ιδιωτική εταιρεία με τζετ –το δικό του πρώτο τζετ το απέκτησε στις αρχές του ’80– και ένα σωρό επιχειρηματικά επενδυτικά χαρτοφυλάκια.

Το 1986 η εξαγορά –και η χρεοκοπική διάσωση– της ποδοσφαιρικής ομάδας της Μίλαν τον κατέστησε τον αγαπημένο των Μιλανέζων πολιτών και των οπαδών των «ροσονέρι». Στα περίπου 30 χρόνια που ηγήθηκε της ομάδας, ο «Καβαλιέρε» οδήγησε την ομάδα στην κατάκτηση 29 τροπαίων, μεταξύ αυτών πέντε Champions League, πέντε UEFA Super Cup και δύο διηπειρωτικών κυπέλλων, οκτώ ιταλικών πρωταθλημάτων και ενός κυπέλλου. Στις 13 Απριλίου του 2017, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι πούλησε τη Μίλαν στη Rossoneri Sport Investment Lux προς 830 εκατ. ευρώ.

Οπως έγραψε ο Observer, το να πούμε ότι ο Μπερλουσκόνι, ο πλουσιότερος άνθρωπος στην Ιταλία, είχε περάσει τα όρια μεταξύ μεγάλων επιχειρήσεων και πολιτικής θα ήταν γελοία υποτίμηση. Ποτέ στην ιστορία –τουλάχιστον όχι στην ιστορία της δυτικής δημοκρατίας– δεν έχουμε δει ποτέ κάτι παρόμοιο. Λες και ο Ρούπερτ Μέρντοχ έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ. Ο Μπερλουσκόνι, όμως, σύμφωνα με το δημοσίευμα, στο ιταλικό πλαίσιο, είναι στην πραγματικότητα κάτι περισσότερο από αυτό. Είναι μια μίξη Μέρντοχ, Μπιλ Γκέιτς και Μοχάμεντ αλ Φαγιέντ.

Η πολιτική

Σίλβιο Μπερλουσκόνι, «ο γόνος της υπερβολής»-2
©Associated Press

«Η πολιτική έχει να κάνει με την καρδιά και τη φαντασία. Με την ελπίδα και με το υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα τα όνειρα. Και αυτό είναι που λείπει πολύ από το μετριοπαθές μπλοκ στην Ιταλία αυτή τη στιγμή», έλεγε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ο «Καβαλιέρε», όταν το 1994 αποφάσισε να θέσει υποψηφιότητα για την πρωθυπουργία της χώρας, έχοντας το 1993 ιδρύσει το Forza Italia.

Εκμεταλλεύτηκε τη δεινή θέση στην οποία είχε περιέλθει το mainstream ιταλικό πολιτικό σύστημα εκείνη την περίοδο, εξαιτίας των κατηγοριών που απαγγέλθηκαν σε προβεβλημένα μέλη των κομμάτων σχεδόν όλου του πολιτικού φάσματος. Ολα έδειχναν ότι η επόμενη κυβέρνηση θα σχηματιζόταν από το ιστορικό Δημοκρατικό Κόμμα της Ιταλίας, καθώς οι πολίτες δεν είχαν σχεδόν καμία άλλη εναλλακτική.

Ο «Καβαλιέρε», όμως, τους την έδωσε. Ενας προβεβλημένος επιχειρηματίας, ένας κοσμικός που δεν τηρούσε τα πρωτόκολλα, ένας αγαπημένος των ταμπλόιντ και των πάσης φύσεως κουτσομπολιών ήταν, όπως φάνηκε, αυτό που χρειαζόταν εκείνη την περίοδο η Ιταλία που βάδιζε στα δικά της αδιέξοδα.

Κέρδισε τις εκλογές του 1994, αλλά η κυβέρνησή του άντεξε μόλις επτά μήνες, καθώς ο συνασπισμός με τη Λέγκα του Βορρά και την Εθνική Συμμαχία, πλην των αντιφάσεών του, είχε ακόμα πολιτικές ανισορροπίες στο εσωτερικό του. Η Λέγκα πατούσε σε δύο βάρκες (υπέρ της ομοσπονδίας και υπέρ της αυτονομίας του βορρά) και το εθνικιστικό κόμμα είχε πολύ δρόμο μπροστά του για να αποκηρύξει τον νεο-φασισμό στις τάξεις του. Η μεν Λέγκα του ζήτησε να παραιτηθεί καθώς δεν συμφωνούσε με το πρόγραμμα της κυβέρνησης και η δε Εθνική Συμμαχία τον κατηγόρησε για αλίευση βουλευτών της.

Από το 1994, οπότε και έγινε για πρώτη φορά πρωθυπουργός, δεν έπαψε στιγμή να απασχολεί την ιταλική πολιτική σκηνή.

Επτά χρόνια αργότερα επέστρεψε στην πολιτική για να συνεχίσει αυτό που άφησε στη μέση. Το 2001, σχηματίζοντας συνασπισμό με τους Χριστιανοδημοκράτες, τη Λέγκα του Βορρά και την Εθνική Συμμαχία, σημειώνει εκλογικό θρίαμβο, έχοντας βάλει ως προμετωπίδα της πολιτικής του ένα ισχυρό νέο κοινωνικό συμβόλαιο με τους Ιταλούς που τους υποσχέθηκε grosso modo ότι πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να γίνουν… σαν αυτόν – επιτυχημένοι, πλούσιοι, τολμητίες.

Στις εκλογές του 2006 χάνει από τον Ρομάνο Πρόντι, αλλά η κατάρρευση της κυβέρνησής του δύο χρόνια αργότερα, τον ξαναφέρνει στην εξουσία, για τρίτη φορά, έχοντας αφήσει –προσωρινά, όπως αποδείχθηκε– πίσω του τη Forza Italia και σχηματίζοντας τον Λαό της Ελευθερίας. Ηταν όμως η περίοδος που η Ευρώπη ήταν αντιμέτωπη με την κρίση χρέους και οι πολιτικές του –στο εσωτερικό και το εξωτερικό– προκαλούσαν, στην καλύτερη περίπτωση, τα γέλια των συναδέλφων του ηγετών, όπως η Αγκελα Μέρκελ, και, στη χειρότερη περίπτωση, την ανασφάλεια των συμπατριωτών του για το μέλλον μίας από τις ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου, που φάνηκε ότι δεν ήταν χτισμένη σε ιδιαιτέρως σταθερά θεμέλια.

Εξάλλου, είχε υποσχεθεί ότι θα παραιτηθεί εάν οι Ιταλοί βουλευτές εγκρίνουν τα μέτρα λιτότητας που είχε αποφασίσει η Ευρώπη – όπερ και εγένετο. Πλήθος πολιτών είχε συγκεντρωθεί έξω από το προεδρικό μέγαρο, όπου είχε υποβάλει την παραίτησή του στον Ιταλό πρόεδρο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο, αποκαλώντας τον «παλιάτσο» και «μαφιόζο».

Δεν θα τον σταματούσε, εντούτοις, τίποτα. Στις γενικές εκλογές του 2013, σχεδίαζε, έχοντας επανιδρύσει τη Forza Italia, να διεκδικήσει την πρωθυπουργία απέναντι στον Ενρίκο Λέτα. Τον πρόλαβε, όμως, η Δικαιοσύνη, στερώντας του τα πολιτικά δικαιώματα για έξι χρόνια, καθώς καταδικάστηκε για φορολογική απάτη. Λόγω ηλικίας, ήταν τότε άνω των 70, δεν μπήκε στη φυλακή, αλλά αναγκάστηκε σε κοινωνική εργασία.

Παρέμεινε επικεφαλής του κόμματος, δίχως να μπορεί να κάνει προεκλογική καμπάνια, λόγο στον οποίο απέδωσε την εκλογική ήττα της Forza Italia. Το 2017, παρότι έως το 2019 δεν είχε το δικαίωμα του εκλέγεσθαι, εξέφρασε εκ νέου την επιθυμία να είναι υποψήφιος πρωθυπουργός – ενδιαφερόταν να παραμείνει στην επικαιρότητα και θα έκανε τα πάντα γι’ αυτό.

Στις εκλογές του 2022, συμμετείχε στις εθνικές εκλογές με τον συνασπισμό υπό την Τζόρτζια Μελόνι καταφέρνοντας να επανεκλεγεί στο ιταλικό Κοινοβούλιο. Θα πέθαινε όντας εκπρόσωπος των Ιταλών πολιτών…

Οι δίκες…

Ο αριθμός των δικών στις οποίες βρέθηκε υπόλογος ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ήταν 36. 

Φοροδιαφυγή με δικαιώματα ταινιών και εταιρειών-βιτρίνα (καταδίκη), «δημιουργική λογιστική» (καταδίκη), δωροδοκίες δικαστών (αθώωση), δωροδοκία ιταλικής οικονομικής αρχής (καταδίκη για σειρά αδικημάτων, αθώωση για άλλες), υπεξαίρεση και φοροδιαφυγή όταν δραστηριοποιείτο στην αγορά ακινήτων (αθώωση), φοροδιαφυγή στον χώρο των ΜΜΕ (αθώωση), παραβίαση αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και φορολογική απάτη ίση 52 εκατ. Ευρώ (Ισπανία, αθώωση), σύσταση διαφημιστικού καρτέλ (αθωώθηκε), διακίνηση ναρκωτικών (αθωώθηκε), σύνδεση με τη μαφία (αθωώθηκε), συκοφαντική δυσφήμηση (αθωώθηκε), κατάχρηση κυβερνητικού αεροπλάνου (αθωώθηκε), δωροδοκία Μπετίνο Κράξι (αθωώθηκε λόγω παραγραφής), δωροδοκία δικηγόρου για ψευδομαρτυρία (αθώωση λόγω παραγραφής), δημοσιοποίηση υποκλαπέντων συνομιλιών (αθώωση λόγω παραγραφής, αλλά υποχρέωση αποζημίωσης, ενώ κατηγορήθηκε ότι η δωροδοκία θα γινόταν με… γυναίκες), δωροδοκία γερουσιαστών κατά του Πρόντι (εν εξελίξει).

…και τα σκάνδαλα

Η έπαυλή του στα περίχωρα του Μιλάνου έζησε στιγμές που στιγμάτισαν την καριέρα και τη φήμη του «Καβαλιέρε», ο οποίος επέμενε πως, για ό,τι κι αν τον κατηγορούν, εκείνος θα γλιτώνει, διότι, όπως ισχυριζόταν, είχε πάντοτε το δίκιο με το μέρος του.

Στα περίφημα πάρτι στη βίλα του, όπου έχει κατασκευάσει και το μαυσωλείο του προβλέποντας… χώρο ταφής και για τις ερωμένες του, έχει κατηγορηθεί όχι μόνο για οριακή σεξουαλική ζωή αλλά και για εμπλοκή ανήλικων γυναικών, τις οποίες αργότερα, όπως λέγεται, δωροδόκησε για να μιλήσουν περί δείπνων στην έπαυλη, διαψεύδοντας τα όργια – τα περίφημα «μπούνγκα μπούνγκα» πάρτι (από ένα αφρικανικό τελετουργικό με γυμνούς συμμετέχοντες), που το 2010 τον έφεραν ενώπιον της Δικαιοσύνης, με την εμπλοκή της Μαροκινής Ρούμπα Ρουμπακουόρι (που σημαίνει «κλέφτρα της καρδιάς»), η οποία τότε ήταν 17 ετών. 

Αρνείτο τις κατηγορίες λέγοντας ότι τα χρήματα για εξαγορά σωματικής επαφής τού στερούσαν τη χαρά του κυνηγού και του κατακτητή.

Μάλιστα, σε έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ το 2011, επί Χίλαρι Κλίντον, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι κατονομάστηκε ως εμπλεκόμενος στην «εμπορική σεξουαλική εκμετάλλευση ενός παιδιού από το Μαρόκο».

Νωρίτερα, η δεύτερη σύζυγός του, Βερόνικα Λάριο, είχε δημοσιοποιήσει την απόφασή της να υποβάλει αίτηση διαζυγίου από τον «Καβαλιέρε», καθώς της ήταν, όπως είχε πει, αδύνατον να παραμείνει με κάποιον που συναναστρέφεται ανήλικα άτομα.

Οι σχέσεις του με τις γυναίκες επί πληρωμή, σύμφωνα με ορισμένα στοιχεία, έφτασαν τελικώς τις 33. Τα πάρτι είχαν πρωτόκολλο: άρχιζαν με ένα δείπνο που κατέληγε σε όργιο, με τις γυναίκες να φορούν διάφορες ενδυμασίες, καθώς τα πάρτι, απ’ ό,τι φαίνεται, ήταν… θεματικά.

Ο ίδιος πάντοτε αρνείτο τις κατηγορίες ή έδινε διαφορετικές ερμηνείες, όπως ότι δεν πλήρωνε τις γυναίκες για σεξουαλικές επαφές, αλλά απλώς τις βοηθούσε οικονομικά. Ταυτόχρονα, δίχως να λησμονεί τον ναρκισσιστικό οίστρο του μάτσο κυνηγού, δικαιολογούσε τον εαυτό του λέγοντας ότι τα χρήματα για εξαγορά σωματικής επαφής τού στερούσαν τη χαρά του κυνηγού και του κατακτητή.

Παράλληλα, έχει κατηγορηθεί ότι καταχράστηκε δημόσιους πόρους για να προωθήσει την καριέρα Βουλγάρας ηθοποιού στην κρατική τηλεόραση, ενώ είχε σημειωθεί και ένας περίεργος, όπως είχε χαρακτηριστεί, θάνατος έτερης Μαροκινής, η οποία επίσης ενεπλάκη σε σεξουαλικά σκάνδαλα με τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι.

Ποια η παρακαταθήκη του για την Ιταλία, τελικά;

Σίλβιο Μπερλουσκόνι, «ο γόνος της υπερβολής»-3
©Associated Press

Η La Repubblica γράφει ότι είναι πλέον δύσκολο να φανταστεί κανείς μια Ιταλία χωρίς τον Καβαλιέρε. Εξάλλου, τα τελευταία 50 χρόνια, λέει η ιταλική εφημερίδα, δεν υπήρξε μέρα που να μην αναφέρεται το όνομά του στην τηλεόραση, στις εφημερίδες, στη Βουλή, στα μπαρ, στο γήπεδο. Ολα πάνω του ήταν υπερβολικά, ήταν γόνος της υπερβολής.

Ηταν πρότυπο για τον μέσο Ιταλό, μέχρι που τον έχασε με την αλαζονεία του. Ωσπου, όμως, να συμβεί αυτό, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι τραγουδήθηκε, υμνήθηκε, δοξάστηκε, με τον τρόπο που δοξάζεται μία διασημότητα που τυγχάνει πλούσια και ισχυρή.

Εχει χαρακτηριστεί «αδυσώπητος διαφημιστής του εαυτού του» και «ο άνθρωπος που διέλυσε μια ολόκληρη χώρα».

Ο «Καβαλιέρε» ήταν πολλά πράγματα, λέει το Politico, αλλά πάνω απ’ όλα ήταν σαγηνευτικός και ανέκαθεν αφοσιωμένος στο να κερδίσει όποιον ήταν μπροστά του. «Σκεφτείτε πόσες γυναίκες υπάρχουν εκεί έξω που θα ήθελαν να πάνε για ύπνο μαζί μου, αλλά δεν το ξέρουν», φέρεται να είπε σε ένα βιβλίο για την άνοδό του στην εξουσία.

Ηταν ο πρόδρομος του τραμπισμού. Οι οπαδοί του, όπως εξάλλου και ο ίδιος, επέμεναν ότι ο μπερλουσκονισμός ήταν η έκφραση του επιτυχημένου αυτοδημιούργητου, που θέλει να μετατρέψει τους συμπατριώτες του σε μικρούς Μπερλουσκόνι. Οι αντίπαλοί του έκαναν λόγο για έναν απλό, κλασικό λαϊκιστή δημαγωγό.

Οπως και να ’χει, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι έκανε περισσότερο «θόρυβο» από έργο. Το Politico λέει ότι πολιτεύθηκε ως μεταρρυθμιστής και υπηρέτησε τρεις θητείες ως πρωθυπουργός, αλλά δεν άφησε κληρονομιά ουσιαστικής νομοθεσίας. Ηταν ένας «αδυσώπητος διαφημιστής του εαυτού του». Το 2011, ο Economist τον περιέγραψε ως «τον άνθρωπο που διέλυσε μια ολόκληρη χώρα». 

Αυτό, όμως, που κατάφερε, όσο ελάχιστοι διεθνώς, να εμπλακεί σε απροσμέτρητα σκάνδαλα και να επιβιώσει, όταν άλλοι θα είχαν περιέλθει στη δυσμένεια της παρόντος και τους μέλλοντός τους.

Ηταν, άλλωστε, εκείνος που κατηγόρησε τον Ντόναλντ Τραμπ ως υπερβολικά αλαζόνα. Φαίνεται ότι ο κόσμος του δεν χωρούσε δεύτερο «Καβαλιέρε»…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT