Η Γερμανία μεταξύ ακροδεξιάς στροφής και «μεταναστευτικής δυστοπίας»

Η Γερμανία μεταξύ ακροδεξιάς στροφής και «μεταναστευτικής δυστοπίας»

Ακριβώς δύο χρόνια έπειτα από τις τελευταίες ομοσπονδιακές κάλπες, η κυβέρνηση του Oλαφ Σολτς «αγκομαχά» βλέποντας τα προβλήματα να πολλαπλασιάζονται, ενώ η γερμανική ακροδεξιά τρίβει τα χέρια της ενόψει ευρωεκλογών

4' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η γερμανική ακροδεξιά κερδίζει έδαφος με εφαλτήριο τη “δυστοπία” του μεταναστευτικού», γράφει, σε μάλλον δραματικό τόνο, ο ανταποκριτής των Financial Times από την πόλη Γκέρλιτς της ανατολικής Γερμανίας όπου εκείνος βρίσκεται, μεταφέροντας κλίμα δυσοίωνων εξελίξεων.

Πλούσιος σε λέξεις που κεντρίζουν το θυμικό («ακροδεξιά», «δυστοπία», «μεταναστευτικό»), ο τίτλος των FT έρχεται να συγκεντρώσει στην ίδια φράση προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η καλούμενη ατμομηχανή της Ευρώπης, στον δρόμο προς τις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις του 2024 (ευρωεκλογές – κρατιδιακές εκλογές σε Σαξονία, Θουριγγία, Βρανδεμβούργο) αλλά και του 2025 (ομοσπονδιακές εκλογές).

Η Γερμανία μεταξύ ακροδεξιάς στροφής και «μεταναστευτικής δυστοπίας»-1
(AP Photo/Markus Schreiber, File)

Πορείες αντίστροφες 

Το δεξιό-λαϊκιστικό κόμμα της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) κινείται πια δημοσκοπικά πέριξ του 22%, αφήνοντας πιο… χαμηλά όλα τα κόμματα του τρέχοντος κυβερνητικού συνασπισμού. Συγκριτικά, στις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές του 2021, η εν λόγω παράταξη είχε έρθει… πέμπτη με ποσοστό μόλις 10,3%, και στις αμέσως προηγούμενες ομοσπονδιακές κάλπες του 2017 είχε έρθει τρίτη μεν αλλά με ποσοστό μόλις 12,6%.

Κινούμενοι σε αντίθετη-καθοδική τροχιά, οι νυν κυβερνώντες (Σοσιαλδημοκράτες/SPD, Πράσινοι και Ελεύθεροι Δημοκράτες/FDP) βλέπουν τα ποσοστά τους να μειώνονται, άλλοι εξ αυτών περισσότερο (από το 25,7% του 2021 στο 16,9% το SPD, από το 11,5% του 2021 στο 6,5% το FDP) και άλλοι λιγότερο (από το 14,8% του 2021 στο 14,5% οι Πράσινοι).  

Αυτή η άνοδος της εθνολαϊκιστικής γερμανικής ακροδεξιάς μπορεί βέβαια να εξηγηθεί, κυρίως μέσω του πληθωρισμού που ανεβαίνει και των τιμών της ενέργειας που αυξάνονται πλήττοντας την άλλοτε αδιαμφισβήτητη οικονομική ευρωστία των δυσφορούντων πια γερμανικών νοικοκυριών.

Τα πολλά ανοιχτά μέτωπα 

Η «κακομαθημένη» γερμανική κοινωνία, όπως την είχε αποκαλέσει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε το 2022 σε μια μάλλον σπάνια στιγμή αυτοκριτικής, προφανώς δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει τις ανησυχίες της απλώς «φορώντας ένα ή δύο πουλόβερ παραπάνω» όπως την καλούσε να κάνει ο Γερμανός πρώην ΥΠΟΙΚ, ενδεχομένως επειδή αυτές οι ανησυχίες δεν περιορίζονται απλώς στα νούμερα θερμομέτρων και τραπεζικών λογαριασμών.

Οι «κοστοβόρες» ευρωπαϊκές κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, και το συνακόλουθο «τέλος» των αγωγών Nord Stream, ήρθαν να λειτουργήσουν ως πρόσθετα, ανεπιθύμητα «βάρη» στα μάτια πολλών δυσφορούντων Γερμανών.

Η (κατά πολλούς άνωθεν εκπορευόμενη) «εμμονή» με την πράσινη μετάβαση ήρθε, επίσης, να προκαλέσει αντιδράσεις μεταξύ των λαϊκών στρωμάτων, πολύ δε περισσότερο από τη στιγμή που η κυβέρνηση επιχείρησε να επιβάλει ως υποχρέωση, και μάλιστα σε μια περίοδο πληθωριστικών πιέσεων, την κοστοβόρα μετάβαση των νοικοκυριών από τους λέβητες του πετρελαϊκού παρελθόντος στις αντλίες θερμότητας ενός πιο «καθαρού» μέλλοντος.

Μέσα σε ένα «οριακό» πλαίσιο πια, η γερμανική ηγεσία επιχειρεί να θέσει εκ νέου κάποια όρια, αναστέλλοντας τις υποδοχές προσφύγων από την Ιταλία και ενισχύοντας σημαντικά τους ελέγχους στα γερμανικά σύνορα με την Πολωνία και την Τσεχία.

Διόλου τυχαία, εκείνο το νομοσχέδιο που προωθούσε η γερμανική συγκυβέρνηση υπό τον αντικαγκελάριο Ρόμπερτ Χάμπεκ για τις (πράσινες, φιλικές προς το περιβάλλον, ανανεώσιμες) αλλαγές στους τρόπους με τους οποίους θα θερμαίνονται στο εξής οι γερμανικές οικίες στον δρόμο προς την επίτευξη ανθρακικής ουδετερότητας, τελικώς υιοθετήθηκε μεν, αναθεωρημένο δε λόγω των αντιδράσεων και σημαντικά… αποδυναμωμένο.  

Μεταναστευτική κρίση… όπως εκείνη των ετών 2015-2016

Το σημαντικότερο ζήτημα ωστόσο στην παρούσα φάση στη Γερμανία είναι, κατά πολλούς, εκείνο του μεταναστευτικού.

«Η εισροή μεταναστών είναι τεράστια αυτήν την περίοδο στην Ευρώπη, εξίσου μεγάλη με εκείνη της προσφυγικής κρίσης των ετών 2015-2016. Κι αυτό, είναι μεγάλο ζήτημα για το AfD», δηλώνει στους FT ο Κάι Αρτσχάιμερ, πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Μάιντς.

Μόνο φέτος, από τις αρχές της χρονιάς έως και τα τέλη Αυγούστου, οι αιτήσεις για άσυλο είχαν επισήμως ξεπεράσει τις 204.000 στη Γερμανία, σημειώνοντας αύξηση της τάξης του… 77% σε σύγκριση με την αντίστοιχη χρονική περίοδο του 2022. Κι αυτό, χωρίς να συνυπολογίζονται οι περίπου 1,1 εκατ. Ουκρανοί πρόσφυγες που βρήκαν καταφύγιο στη χώρα μετά τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου του 2022.

Ειδικά σε πόλεις όπως είναι το Γκέρλιτς στην ανατολική Γερμανία (Σαξονία), κοντά στα σύνορα με την Πολωνία, τα ποσοστά του AfD εκτιμάται ότι αγγίζουν ή ακόμη και ότι ξεπερνούν πια το 30%. Συγκριτικά, στις κρατιδιακές εκλογές του 2019 το κόμμα της Εναλλακτικής για τη Γερμανία είχε λάβει στη Σαξονία 27,5%, ενώ οι επόμενες κρατιδιακές κάλπες αναμένεται να στηθούν εκεί τον Σεπτέμβριο του 2024, λίγους μήνες ύστερα από τις ευρωεκλογές.

Σε οριακό σημείο 

Μιλώντας προ ημερών στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera, ο Γερμανός ομοσπονδιακός πρόεδρος Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου, υποστηρίζοντας ότι η χώρα του έχει οδηγηθεί πια σε «οριακό σημείο» λόγω του προσφυγικού/μεταναστευτικού. Σύμφωνα με την ίδια προσέγγιση, η Γερμανία «έχει πια αγγίξει τα όριά της» σε αυτό το μέτωπο, γεγονός το οποίο όμως προκαλεί εντάσεις εντός αλλά και εκτός των γερμανικών συνόρων: στον άξονα Βερολίνου – Ρώμης για παράδειγμα.

Μέσα σε ένα τέτοιο «οριακό» πλαίσιο πια, η γερμανική ηγεσία επιχειρεί να θέσει εκ νέου κάποια όρια… αναστέλλοντας για παράδειγμα τις υποδοχές προσφύγων από την Ιταλία (που διεκπεραιώνονταν ως εθελοντικές μετεγκαταστάσεις στο πλαίσιο του Εθελοντικού Μηχανισμού Αλληλεγγύης) και ενισχύοντας σημαντικά τους ελέγχους στα γερμανικά σύνορα με την Πολωνία και την Τσεχία.

Ακριβώς δύο χρόνια έπειτα από τις ομοσπονδιακές εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου του 2021, ο κυβερνητικός συνασπισμός των Σολτς, Μπέρμποκ και Λίντνερ «αγκομαχά» πια υπό το βάρος πιέσεων που πολλαπλασιάζονται (πληθωρισμός, μεταναστευτικό) και πληγών που παραμένουν ανοιχτές (πόλεμος στην Ουκρανία) ενώ οι Ευρωπαίοι εταίροι δυσφορούν (ενδεικτική η πρόσφατη επιστολή διαμαρτυρίας της Τζόρτζια Μελόνι προς τον Σολτς) και η γερμανική ακροδεξιά καραδοκεί ενόψει ευρωεκλογών.  

Ο Φρανκ Βάλτερ Σταϊνμάιερ βρέθηκε πρόσφατα (20 – 22 Σεπτεμβρίου) στην Ιταλία, την οποία είχε όμως επισκεφθεί προηγουμένως και η Γερμανίδα επικεφαλής της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ενώ με ενδιαφέρον αναμένεται και η αυριανή μετάβαση του Ιταλού υπουργού Εξωτερικών Αντόνιο Ταγιάνι στο Βερολίνο όπου είναι προγραμματισμένο να έχει συνομιλίες με την Αναλένα Μπέρμποκ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT