Ενα ελληνικό εστιατόριο για foodies στην Κοπεγχάγη

Ενα ελληνικό εστιατόριο για foodies στην Κοπεγχάγη

Το Deligreco έχει μπει στον γαστρονομικό χάρτη της Κοπεγάχης, μιας πόλης που έχει καταστεί τα τελευταία χρόνια προορισμός για απαιτητικούς foodies

4' 47" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Oταν ο Θοδωρής Τσίγκας σπούδαζε μηχανολόγος μηχανικός στο Πολυτεχνείο ίσως να μην είχε περάσει από το μυαλό του πως η αγάπη που έτρεφε ήδη από εκείνα τα χρόνια για τη μαγειρική και την υψηλή γαστρονομία θα τον οδηγούσε έως τη Δανία. Eνα ταξίδι στην Κοπεγχάγη, την πόλη που από ψαροχώρι των Βίκινγκ έχει μετατραπεί σε ισχυρό οικονομικό κέντρο και σε μια γαστρονομική μητρόπολη, ήταν αρκετό για να τον πείσει πως εκεί θα μπορούσε να βάλει τα θεμέλια για να χτίσει μια νέα ζωή κάνοντας αυτό που αγαπά.

Κάπως έτσι ξεκίνησε μια δεκαετία πριν το ταξίδι του Θοδωρή Τσίγκα, ο οποίος έχει καταφέρει να βάλει το Deligreco, το εστιατόριο που δημιούργησε με αγάπη και μεράκι, στον γαστρονομικό χάρτη της Κοπεγχάγης, η οποία έχει καταστεί προορισμός για απαιτητικούς foodies.

«Ηρθα εδώ πριν από δέκα χρόνια περίπου. Είχα επισκεφθεί την πόλη νωρίτερα για να δω έναν φίλο, μου άρεσε και αποφάσισα να μείνω κι εγώ εδώ. Είμαι μηχανολόγος μηχανικός αλλά πάντα μου άρεσε η γαστρονομία. Τον ελεύθερό μου χρόνο πήγαινα σε εστιατόρια και δούλευα. Ετσι αποφάσισα να έρθω εδώ και να κάνω αυτό που μ′ αρέσει κι έχει σχέση με τη μαγειρική και κρασί» εξήγησε, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM», ο Θοδωρής Τσίγκας.

«Ξεκινήσαμε αρχικά ως ελληνικό ντελικατέσεν και με τα χρόνια εξελιχθήκαμε σε εστιατόριο με μια τεράστια συλλογή κρασιών. Εχουμε τη μεγαλύτερη συλλογή ελληνικών κρασιών στη βόρεια Ευρώπη, ενώ εισάγουμε και ελληνικά υλικά σε πολύ υψηλή ποιότητα. Δεν δουλεύουμε με τουριστικά ελληνικά προϊόντα ούτε το μενού μας είναι ένα κλασικό τουριστικό μενού» σημείωσε ο κ. Τσίγκας.

Ενα ελληνικό εστιατόριο για foodies στην Κοπεγχάγη-1
Φωτ.: ΑΠΕ

Στην κουζίνα του Deligreco, ο γνωστός σεφ Μάρτιν Στάινιγκερ, ο οποίος έχει συνεργασθεί στο παρελθόν με φημισμένα εστιατόρια όπως το Noma, μαζί με τον ίδιο αναμειγνύουν στοιχεία της ελληνικής με τη nordic κουζίνα, δημιουργώντας πιάτα προς τέρψιν και του πιο απαιτητικού ουρανίσκου.

«Γενικά μαγειρεύουμε αυτά που θέλουμε και χρησιμοποιούμε κάποια ελληνικά προϊόντα και κάποιες ελληνικές συνταγές χωρίς όμως να είναι τα κλασικά ελληνικά πιάτα που βρίσκεις παντού. Τα έχουμε αναμείξει λίγο με το nordic» επισημαίνει ο κ. Τσίγκας, ο οποίος χρειάστηκε να επενδύσει πολύ χρόνο και πολλή προσπάθεια ώστε να πείσει τους Δανούς ότι η ελληνική κουζίνα ακολουθεί μια πορεία ανάπτυξης και μπορεί να έχει τη δική της συμβολή στον παγκόσμιο γαστρονομικό χάρτη.

«Το ελληνικό κρασί αντιμετωπίζεται σαν ρετσίνα»

Προσπάθεια χρειάστηκε και για να αποτινάξει το ελληνικό κρασί τη ρετσινιά της κακής χύμα ρετσίνας, με την οποία πολλοί τουρίστες που έχουν επισκεφθεί την Ελλάδα έχουν κατά καιρούς συνδυάσει κάποιο ελληνικό γεύμα.

«Το ελληνικό κρασί αντιμετωπίζεται σαν ρετσίνα, όμως εμείς, μετά από δέκα χρόνια που είμαστε εδώ, έχουμε κάποιο σταθερό κοινό που ξέρει ότι έχουμε ελληνικό κρασί ποιοτικό, το οποίο και θα πάρει σε εξαιρετικά καλή τιμή. Ομως και σήμερα βρίσκεις στην Κοπεγχάγη κρασιά αμφιβόλου ποιότητας, που μπορεί να καλύπτουν την επιθυμία του Δανού ή γενικά του Σκανδιναβού για φθηνό ελληνικό κρασί, αλλά δεν δίνουν καμιά υπεραξία στο προϊόν “Ελλάδα”» τόνισε ο κ. Τσίγκας, το εστιατόριο του οποίου διαθέτει πάνω από 250 ετικέτες από τον ελληνικό αμπελώνα.

Ενα ελληνικό εστιατόριο για foodies στην Κοπεγχάγη-2
Φωτ.: ΑΠΕ

Οσο για το ποια κρασιά ταιριάζουν στην παλέτα του Δανού, ο ιδιοκτήτης του Deligreco ήταν ξεκάθαρος: «Οι Δανοί πίνουν βαριά κρασιά: από Μπορντώ ή Βουργουνδία αλλά και το Barolo των Ιταλών. Αγαπούν τα πολύ τανικά κρασιά, όπως το Cabernet Sauvignon. Από τα δικά μας, τους πάει πολύ η περιοχή της Νεμέας, ενώ τους αρέσει επίσης πολύ το ξινόμαυρο και το ασύρτικο».

Οι πελάτες και οι προτιμήσεις τους

Οι πελάτες του Deligreco είναι ηλικίας 35-60 ετών περίπου κι ως επί το πλείστον αγαπούν πολύ την Ελλάδα.

«Εχουμε αρκετούς σταθερούς πελάτες κι επειδή τιμολογιακά το φαγητό μας είναι σε πολύ χαμηλή τιμή για τα δεδομένα της Κοπεγχάγης, προσπαθούμε να το κρατάμε σ′ αυτά τα επίπεδα ώστε να έρχονται περισσότερες φορές, αφού οι Δανοί βγαίνουν μια φορά το δεκαπενθήμερο ή μια φορά τον μήνα» επισήμανε ο κ. Τσίγκας.

Οσο για τις προτιμήσεις τους; «Οι Δανοί προτιμούν πάρα πολύ ένα πιάτο με σαρδέλες σαν παστές και το σιγομαγειρεμένο αρνί που μπαίνει πάνω σε πουρέ μελιτζάνας» ανέφερε ο ιδιοκτήτης του Deligreco, επισημαίνοντας πως εκτός από την υψηλής ποιότητας φέτα, στην οποία έχουν ιδιαίτερη αδυναμία, τους αρέσει πολύ –μεταξύ άλλων– το μανούρι αέρος, το καρίκι Τήνου, το λαδοτύρι Ζακύνθου κ.ά.

Ενα ελληνικό εστιατόριο για foodies στην Κοπεγχάγη-3
Φωτ.: ΑΠΕ

Κοπεγχάγη: Μια πόλη για foodies

Στους τουριστικούς οδηγούς, στους 10 βασικούς λόγους για να επισκεφθεί κανείς την Κοπεγχάγη είναι και η υψηλή γαστρονομία της, με τα πολλά «μισελενάτα» –και μη– υψηλής ποιότητας εστιατόρια που προσελκύουν foodies από όλο τον κόσμο.

Πώς, όμως, εξηγείται αυτό που πολλοί περιγράφουν ως «σκανδιναβικό θαύμα» στον τομέα της γαστρονομίας; Η απάντηση, σύμφωνα με τον κ. Τσίγκα, βρίσκεται στο Nordic Food Manifesto.

«Η αλήθεια είναι ότι η Κοπεγχάγη ίσως είναι το πιο hot μέρος στη γαστρονομία. Εχουν επενδύσει πάρα πολύ όλοι οι Σκανδιναβοί στο nordic κι όλα αυτά έχουν οδηγήσει σε ένα πολύ μεγάλο τουρισμό από foodies που έρχονται εδώ. Αυτό το “σκανδιναβικό θαύμα” δεν στηρίζεται σε 5-10 σεφ και εστιάτορες αλλά από πίσω υπάρχουν κρατικά ινστιτούτα, τα οποία βοηθούν σε ό,τι χρειάζεται. Ουσιαστικά μιλάμε για ένα είδος τουρισμού. Αποφάσισαν ότι ήθελαν να έχουν γαστρονομικούς τουρίστες, οπότε σκέφτηκαν ότι χρειάζεται μια γαστρονομική κουλτούρα. Εφτιαξαν, λοιπόν, πριν από 10-15 χρόνια ένα μανιφέστο, που λέγεται Nordic Food Manifesto. Κάλεσαν 10-20 σεφ που ήταν ελπιδοφόροι εκείνη την εποχή, αυτοί ξεκίνησαν να φτιάχνουν εστιατόρια και κάπως έτσι δημιουργήθηκε το “nordic φαινόμενο”».

«Το Nordic Food Manifesto δεν λέει κάτι παραπάνω απ′ αυτό που λέμε εμείς. Λέει π.χ. ότι πρέπει να τρώμε το φαγητό του τόπου μας. Αυτό το ξέρουμε εμείς 200 χρόνια. Απλώς το προωθούν πολύ ωραία, έχουν μάρκετινγκ κι έχουν αυτό που δεν υπάρχει στην Ελλάδα, το “όλοι μαζί”. Υπάρχει, δηλαδή, συγκεκριμένο σχέδιο και στήριξη» εξηγεί ο κ. Τσίγκας, ο οποίος με την επιμονή του στις ποιοτικές πρώτες ύλες και το καλό ελληνικό κρασί έχει καταφέρει να κερδίσει τη (γαστρονομική) ψήφο των Δανών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή