Ιστορική επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο

Ιστορική επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο

Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ο πρώτος Ελληνας πρωθυπουργός που πήγε στη Μεγαλόνησο μετά την τουρκική εισβολή

7' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 28 Φεβρουαρίου 1982 η εφημερίδα «Φιλελεύθερος» της Λευκωσίας δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Ανατέλλει στην Κύπρο ο ήλιος της Ελλάδας», δηλωτικό των ελπίδων που γέννησε η πρώτη, μετά τον τραγικό Ιούλιο του 1974, επίσκεψη Ελληνα πρωθυπουργού στην Κύπρο. Η επαφή του Ανδρέα Παπανδρέου με το Κυπριακό χρονολογείται από την πρώτη περίοδο ενεργού ανάμειξής του στην ελληνική πολιτική ζωή, όταν εξελέγη βουλευτής με την Ενωση Κέντρου το 1964. Πρόκειται για περίοδο ραγδαίων εξελίξεων στο Κυπριακό, στον απόηχο των ενόπλων συγκρούσεων που ξέσπασαν τον Δεκέμβριο του 1963. Ο Ανδρέας Παπανδρέου συνόδευσε τον πατέρα του στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου τον Ιούνιο του 1964 είχε συνομιλίες με τον πρόεδρο Λίντον Τζόνσον με επίκεντρο τις εξελίξεις στην Κύπρο. Αργότερα, το ίδιο έτος έπειτα από τη γνωστή μεσολαβητική προσπάθεια του Ντιν Ατσεσον, ο Ανδρέας Παπανδρέου εκφράστηκε αρνητικά για τις αμερικανικές παρεμβάσεις επί του ζητήματος, εξαίροντας ταυτόχρονα τη στάση της ΕΣΣΔ. Ακολούθησε τον Νοέμβριο η πρώτη του επίσκεψη στην Κύπρο κατόπιν πρόσκλησης του προέδρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄.

Θερμή υποδοχή στο αεροδρόμιο

Αμέσως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ τον Οκτώβριο του 1981, ο Σπύρος Κυπριανού, διάδοχος του Μακαρίου στην Προεδρία της Κύπρου, επισκέφθηκε την Αθήνα για συνομιλίες. Προσκάλεσε τότε τον νέο πρωθυπουργό να επισκεφθεί το νησί, κάτι που έγινε στις αρχές του επόμενου έτους. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με στοιχεία από το αρχείο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, στις αρχές Φεβρουαρίου 1982 ο Ανδρέας Παπανδρέου εξέτασε σοβαρά το ενδεχόμενο να μη μεταβεί στην Κύπρο λόγω απειλών που ήγειραν οι Τούρκοι. Αλλαξε, όμως, γνώμη και πραγματοποίησε την επίσκεψη έπειτα από εκκλήσεις του Σπύρου Κυπριανού προς τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και κατόπιν επικοινωνίας του τελευταίου και του γενικού γραμματέα της Προεδρίας της Δημοκρατίας Πέτρου Μολυβιάτη μαζί του, οι οποίοι του επισήμαναν πως η ματαίωση της επίσκεψης θα μπορούσε να δώσει την εντύπωση στην Αγκυρα ότι ήταν σε θέση να καθοδηγεί την ελληνική πολιτική.

Ιστορική επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο-1
28.2.1982. Την ενεργοποίηση της Ελλάδας στο Κυπριακό και την πάνδημη υποδοχή του Ανδρέα Παπανδρέου προβάλλει η «Κ» στην πρώτη σελίδα.

Πάντως η επίσκεψη, συνοδεία δωδεκαμελούς αντιπροσωπείας, πραγματοποιήθηκε εν μέσω έντονης πολεμικής αξιωματούχων και του Τύπου της Τουρκίας (και Τουρκοκυπρίων πολιτικών παραγόντων) κατά του Ελληνα πρωθυπουργού για τη στάση του στο Κυπριακό. Υποστηρίχθηκε τότε από τουρκικής πλευράς ότι σκοπός της επίσκεψης ήταν η διακοπή των διακοινοτικών συνομιλιών, ενώ είχαν κυκλοφορήσει και φήμες για πρόθεση αποστολής ελληνικού στρατού στην Κύπρο.
Από ελληνικής πλευράς το γεγονός θεωρήθηκε ιστορικής σημασίας. Συνεπώς, χιλιάδες Κύπριοι έσπευσαν να τον υποδεχθούν στο αεροδρόμιο Λάρνακας, έπειτα και από δημόσιο κάλεσμα κομμάτων, συντεχνιών και άλλων φορέων. Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι ενώ αρχικά εξετάστηκε το ενδεχόμενο απευθείας τηλεοπτικής κάλυψης της άφιξης, τελικά προτιμήθηκε να μην υλοποιηθεί η πρόταση για να μην επηρεαστεί η λαϊκή προσέλευση στην υποδοχή.

Προσφωνώντας το συγκεντρωμένο πλήθος, ο Ανδρέας Παπανδρέου ανέδειξε τη σημασία της επίσκεψής του για την απήχηση του Κυπριακού στην ελληνική κοινωνία. Διευκρινίζοντας ότι η Κύπρος καταλάμβανε πρώτη θέση στις εθνικές προτεραιότητες της κυβέρνησής του, τόνισε: «Από την ώρα που ανακοινώθηκε η απόφασή μου να έρθω στο μαρτυρικό νησί, στην έπαλξη αυτή του ελληνικού έθνους, από την ώρα εκείνη ολόκληρος ο ελληνικός λαός πάλλεται από συγκίνηση, από εθνική ιερή συγκίνηση». Ξεκαθάρισε παράλληλα τον προσανατολισμό του για την επίλυση του προβλήματος, αναφερόμενος σε ανεξάρτητη και αδέσμευτη Κύπρο, ελεύθερη από κατοχικά στρατεύματα και ξένες δυνάμεις. Ως προς τη διαδικασία των διακοινοτικών συνομιλιών για εξεύρεση λύσης, υπογράμμισε τη συμφωνία του στη συνέχιση της συγκεκριμένης προσπάθειας, εκφράζοντας όμως την άποψη ότι δύσκολα θα τελεσφορούσε ο διάλογος υπό την παρουσία κατοχικών στρατιωτικών δυνάμεων. Θεωρούσε περαιτέρω ότι οι ενδοκυπριακές συνομιλίες είχαν ως αποτέλεσμα την παρουσίαση του Κυπριακού υπό λανθασμένη και απλουστευμένη προοπτική, παραγνωρίζοντας το καίριο πρόβλημα: τη στρατιωτική κατοχή. Στη βάση αυτή, εξήγησε ότι οι ηγεσίες Ελλάδας και Κύπρου θα επιδίδονταν σε μια «σταυροφορία σε παγκόσμια κλίμακα» για διεθνοποίηση του ζητήματος και ενημέρωση επί της πραγματικής του φύσης.

Ιστορική επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο-2
Ο Ανδρέας Παπανδρέου απευθύνει ομιλία στην κυπριακή Βουλή. Κατά την επίσκεψή του στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ έκανε τα αποκαλυπτήρια μνημείου των πεσόντων και αγνοουμένων κατά την τουρκική εισβολή.

Ιστορική επίσημη επίσκεψη στην Κύπρο-3
Κατά την επίσκεψή του στο στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ έκανε τα αποκαλυπτήρια μνημείου των πεσόντων και αγνοουμένων κατά την τουρκική εισβολή.

Επαφές με την κυπριακή ηγεσία

Κατά την τριήμερη παραμονή του στο νησί, ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ιδιαίτερες συναντήσεις με τον πρόεδρο Σπύρο Κυπριανού, τους ηγέτες των κυπριακών πολιτικών κομμάτων, καθώς και με επικεφαλής και αντιπροσώπους δημοτικών επιτροπών και άλλων φορέων (όπως της Παγκύπριας Επιτροπής Προσφύγων, της Παγκύπριας Επιτροπής Συγγενών Αγνοουμένων κ.ά.). Περαιτέρω πραγματοποίησε σειρά συμβολικών επισκέψεων. Επισκέφθηκε τα Φυλακισμένα Μνήματα, όπου είναι θαμμένοι οι εννέα απαγχονισθέντες και άλλοι επιφανείς αγωνιστές της ΕΟΚΑ· μετέβη στον Τύμβο της Μακεδονίτισσας, όπου βρίσκονται οι τάφοι Κυπρίων και Ελλαδιτών πεσόντων της τουρκικής εισβολής· κατέθεσε στεφάνι στον τάφο του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στη Μονή Κύκκου, στα βουνά του Τροόδους· επισκέφθηκε το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ στη Μαλούντα της Λευκωσίας για τα αποκαλυπτήρια μνημείου πεσόντων και αγνοουμένων του 1974· μετέβη, τέλος, σε προσφυγικό συνοικισμό στην πρωτεύουσα και απευθύνθηκε στους εκεί εκτοπισμένους. Η επίσκεψη πλαισιώθηκε από τιμητικές εκδηλώσεις προς το πρόσωπό του εκ μέρους της πολιτείας, τοπικών Αρχών και της Εκκλησίας της Κύπρου. Την ημέρα άφιξής του ο δήμαρχος Λευκωσίας, Λέλλος Δημητριάδης, του απένειμε το χρυσό κλειδί της πόλης. Την κίνηση αυτή χαρακτήρισε ο Ελληνας πρωθυπουργός ως τον μεγαλύτερο τίτλο της πολιτικής του σταδιοδρομίας μέχρι τότε, ενώ στην αντιφώνησή του έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους πρόσφυγες και τους αγνοουμένους της κυπριακής τραγωδίας, καθώς και στις «βαριές ευθύνες» της Ελλάδας και του διεθνούς παράγοντα. Στη συνέχεια ο Aρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος τον τίμησε με το χρυσό μετάλλιο του Αποστόλου Βαρνάβα. Στη διάρκεια της τελετής, ο Ανδρέας Παπανδρέου συνέδεσε το Κυπριακό με την ευρύτερη πολιτική της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας. Παρατηρώντας ότι η ελληνική αδυναμία αντίδρασης στο όνειδος του 1974 επέτρεψε στην Τουρκία να αμφισβητήσει το καθεστώς του Αιγαίου και της Δυτικής Θράκης, διακήρυξε ότι ο Ελληνισμός, «χωρίς λεονταρισμούς», ήταν «αποφασισμένος να ανακόψει την 
πορεία συρρίκνωσης».

Στις 28 Φεβρουαρίου, ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων ο επικεφαλής της ελληνικής κυβέρνησης συνέδεσε εκ νέου το Κυπριακό με την ευρύτερη τουρκική αναθεωρητική πολιτική έναντι της Ελλάδας και υπογράμμισε ότι η κυβέρνησή του, παρότι επιθυμούσε την προαγωγή της ειρήνης στην περιοχή, «με κανέναν τρόπο» δεν θα παρέδιδε «σπιθαμή του ελληνικού εναερίου, χερσαίου ή θαλασσίου χώρου».

Ουσιαστικές συνομιλίες, αλλά κυρίως ταξίδι με συμβολικές προεκτάσεις

Ο Ανδρέας Παπανδρέου βρέθηκε στην Κύπρο το 1982 για τρίτη φορά. Είχε προηγηθεί η επίσκεψη του 1964, για την οποία έγινε λόγος πιο πάνω, καθώς και αυτή του Αυγούστου 1977 όταν μετέβη στο νησί για να παραστεί στην κηδεία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου. Οι θέσεις που εξέφρασε στη διάρκεια των τριών ημερών που παρέμεινε στο νησί το 1982 μπορούν να συνοψιστούν ως εξής: κατ’ αρχάς η ελληνική κυβέρνηση όφειλε (για νομικούς και ηθικούς λόγους) να στηρίξει την κυπριακή ηγεσία στον αγώνα που έδινε για ανατροπή της κατοχής. Επιπλέον, παρότι αντιλαμβανόταν την ανάγκη συνέχισης του ενδοκυπριακού διαλόγου, θεωρούσε ότι το Κυπριακό έπρεπε να τεθεί ενώπιον της διεθνούς κοινότητας με τρόπο ξεκάθαρο ως πρόβλημα κατοχής εδάφους από τρίτη χώρα. Ξεχωρίζει, επίσης, η τοποθέτησή του ότι ευθύνη για την κατάσταση στην Κύπρο είχε ο δυτικός κόσμος που δεν επεδείκνυε συνέπεια επί των αρχών που διεκήρυσσε. Τέλος, σημαντική κρίνεται η αντίληψή του περί των συνεπειών της ελληνικής στάσης στο Κυπριακό, σε σχέση με την πολιτική της Τουρκίας σε Αιγαίο και Δυτική Θράκη.

Από τα σχόλια του Τύπου της περιόδου γίνεται αντιληπτή η απήχηση και η πρόσληψη της επίσκεψης σε τοπικό επίπεδο. Είναι πρόδηλο ότι το γεγονός τόνωσε ψυχικά τους Ελληνες της Κύπρου, καθώς αποτελούσε απόδειξη του έμπρακτου ενδιαφέροντος για το νησί. Ταυτόχρονα θεωρήθηκε ότι δημιουργούνταν συνθήκες ενότητας και υπέρβασης των εσωτερικών εμφυλίων παθών. Χαρακτηριστικό των προεκτάσεων της επίσκεψης ως προς την ψυχολογία των Κυπρίων είναι άρθρο του δημοσιογράφου και λογοτέχνη Ανθου Λυκαύγη (Ανδρέα Χαραλαμπίδη) στον (κεντροδεξιών απόψεων) «Φιλελεύθερο» της 28ης Φεβρουαρίου 1982. Διακήρυσσε ο τελευταίος, πως με τον Ανδρέα Παπανδρέου έφτασε στην Κύπρο η ελληνική αγωνιστική Ιστορία από τον Μακρυγιάννη μέχρι την Ιωνία και τον Παναγούλη. Την ίδια μέρα, η εφημερίδα «Σημερινή» (που εξέφραζε την κυπριακή Δεξιά) δημοσίευε ποίημα πολίτη εκ Λεμεσού: «Καλωσόρισες Ανδρέα εις την Κύπρον την μισήν | η επίσκεψή σου τωρ’ ανοίγει μια τομή χρυσή. | […] Και σαν καινούργιος Διγενής στα μαρμαρένι’ αλώνια | άξια να στεφανωθής μ’ άνθη και δάφνης κλώνια».
Βάσει των προαναφερθέντων μπορεί να υποστηριχθεί ότι η επίσκεψη λειτούργησε σε δύο βαθμίδες. Πέραν της πρακτικής, που αφορούσε τον συντονισμό και τη συνεννόηση επί του Κυπριακού, ήταν μεγάλη η σημειολογική της βαρύτητα και η επίδραση σε συνειδησιακό επίπεδο. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζεται στην προσφώνηση του Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, ο οποίος σημείωνε πως οι ενέργειες του Ελληνα πρωθυπουργού «ανέστησαν ξανά μέσα μας την Ελλάδα». Ενδεικτική είναι και η άποψη του Σπύρου Κυπριανού, όπως παρατίθεται στο βιβλίο του Χαράλαμπου Κασκάνη «Casus Belli: ο Ανδρέας Παπανδρέου και η Κύπρος» (1998): «Η επίσκεψη του 1982 έδωσε το μήνυμα ότι σύσσωμος ο Ελληνισμός ήταν πια στο πλευρό της Κύπρου. Εδωσε το μήνυμα ότι η μετονομασία της συμπαράστασης σε συμπαράταξη ήταν πράξη και όχι απλώς ρητορικό σχήμα. Στη διάρκεια της επίσκεψης έγιναν ουσιαστικές συνομιλίες, ωστόσο η σημασία της ήταν περισσότερο συμβολική. Εστειλε μηνύματα».
 
Ο κ. Μιχάλης Σταυρή είναι διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή