Η συνύπαρξη Καραμανλή – Παπανδρέου

Η συνύπαρξη Καραμανλή – Παπανδρέου

Eνα σημαντικό βήμα στην εδραίωση του πολιτεύματος και της Τρίτης Δημοκρατίας

η-συνύπαρξη-καραμανλή-παπανδρέου-562750504

Η συνύπαρξη στα ανώτατα αξιώματα του Κωνσταντίνου Καραμανλή ως Προέδρου της Δημοκρατίας και του Ανδρέα Παπανδρέου ως πρωθυπουργού ήταν μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα «στιγμή» της ελληνικής πολιτικής Ιστορίας. Στο παρελθόν, τέτοια φαινόμενα είχαν οδηγήσει σε θεμελιώδεις διαφωνίες, συγκρούσεις, πολωτικά ξεσπάσματα και σε διχασμούς. Ωστόσο, αυτή τη φορά οι δύο ηγέτες προσέγγισαν το φαινόμενο με μεγάλη προσοχή ώστε να μην προκαλέσουν τέτοιες διχαστικές κορυφώσεις. Η ομαλή τους συνύπαρξη και η αποφυγή μιας μετωπικής σύγκρουσης ήταν ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν στην εδραίωση του πολιτεύματος και της Τρίτης Δημοκρατίας.

Η συνύπαρξη Καραμανλή – Παπανδρέου-1
Αριστερά, στην τελετή της επίσημης ένταξης της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Η παραμονή της Ελλάδας στη Δύση ήταν μη διαπραγματεύσιμη για τον Καραμανλή. Στο κέντρο, με τον στενό του συνεργάτη πρέσβη Πέτρο Μολυβιάτη. Δεξιά, 3.6.1982. Συνάντηση του Προέδρου με τον πρωθυπουργό. [ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ]

Συχνά, η συνύπαρξη αυτή αποκαλείται «συγκατοίκηση», κατά τον αντίστοιχο γαλλικό όρο (cohabitation), αν και η ορθότητα της χρήσης του είναι αμφισβητήσιμη. Πρώτον, επειδή (όσο κι αν είχε συζητηθεί θεωρητικά και στο παρελθόν) το γαλλικό φαινόμενο σημειώθηκε μετά τις βουλευτικές εκλογές του 1986, δηλαδή αφού η ελληνική συνύπαρξη Καραμανλή – Παπανδρέου είχε ολοκληρωθεί. Δεύτερον, επειδή στο σύνταγμα της Γαλλικής Πέμπτης Δημοκρατίας ο πρόεδρος έχει μεγάλες εκτελεστικές αρμοδιότητες, ενώ και η κυβέρνηση πρέπει να απολαύει της εμπιστοσύνης του, κάτι που δεν ίσχυε στην ελληνική περίπτωση, έστω και πριν από την αναθεώρηση του 1986. Δεν υπήρχε πλήρης αντιστοιχία στη θεσμική κατάσταση στη Γαλλία και στην Ελλάδα. Αλλά και τα ιστορικά προηγούμενα στην Ελλάδα ήταν πολύ βαρύτερα και δημιουργούσαν μεγάλες επισφάλειες.

Η στρατηγική του

Δεν ήταν μόνον οι τεράστιες διαφορές στην προσωπικότητα των δύο ηγετών. Επί χρόνια (ακόμη και κατά την περίοδο που οδήγησε στην εκλογική του νίκη, όσο κι αν είχε πράγματι δώσει ενδείξεις για στροφή σε πιο μετριοπαθείς θέσεις), ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε ταχθεί υπέρ μιας έντονα αντιδυτικής πολιτικής με τριτοκοσμικές κορυφώσεις: αμφισβητούσε τη συνολική ένταξη της Ελλάδας στη Δύση, που είχε επιτύχει ο ίδιος ο Καραμανλής. Το ΠΑΣΟΚ ζητούσε ειδική σχέση με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, απομάκρυνση των αμερικανικών βάσεων και ρήξη με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Με άλλα λόγια, ο Παπανδρέου έδειχνε έτοιμος να αμφισβητήσει κάτι που ο Καραμανλής έβλεπε ως υπαρξιακής σημασίας στόχο για το έθνος.

Ο Καραμανλής δήλωσε στον πρωθυπουργό ότι δεν θα παρενέβαινε στο έργο της κυβέρνησης, αλλά θα ενδιαφερόταν για την εξωτερική πολιτική και την άμυνα.

Από την άλλη πλευρά, ο Καραμανλής καλείτο να εγγυηθεί την πολιτική ομαλότητα και την ένταξη στη Δύση, αλλά και να αποφύγει ταυτόχρονα μια μετωπική σύγκρουση του πρωθυπουργού και του αρχηγού του κράτους, δηλαδή μια επανάληψη του 1915, που θα μπορούσε να υποσκάψει την εδραίωση της νεαρής δημοκρατίας. Μοχλοί πίεσης στη διάθεσή του ήταν οι λεγόμενες υπερεξουσίες του Προέδρου: δυνατότητα παύσης της κυβέρνησης ή διάλυσης της Βουλής, δημοψήφισμα. Ωστόσο, ο ίδιος ο Καραμανλής, στις προσωπικές του σημειώσεις, κατέγραψε και την αμφιβολία του εάν, σε περίπτωση μετωπικής σύγκρουσης στο κλίμα των αρχών της δεκαετίας του 1980, θα επικρατούσε ακόμη και εκλογικά η δική του γραμμή έναντι αυτής του Παπανδρέου. Ο Καραμανλής αποφάσισε εξαρχής ότι οι υπερεξουσίες θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικές εάν δεν χρησιμοποιούνταν: εάν δηλαδή παρέμεναν ως έμμεση απειλή, για να αποτρέψουν τη ρήξη με τη Δύση και να ενθαρρύνουν ή να διευκολύνουν τον Παπανδρέου να αποδεχθεί τη δυτική ταυτότητα της χώρας.

Η συνύπαρξη Καραμανλή – Παπανδρέου-2
[ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ]

Η στρατηγική αυτή εφαρμόστηκε με μεγάλη προσοχή ήδη από την αρχή της κυβερνητικής θητείας του ΠΑΣΟΚ. Αφενός ο Καραμανλής απέτρεψε τους αρχηγούς των επιτελείων και των σωμάτων ασφαλείας να παραιτηθούν αμέσως μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο δεν θα προδίκαζε ομαλές εξελίξεις. Από την άλλη πλευρά, ο ίδιος και ο γενικός γραμματέας της Προεδρίας της Δημοκρατίας, πρέσβης Πέτρος Μολυβιάτης, εγκαινίασαν μια σειρά επαφών με τον πρωθυπουργό ώστε να του δείξουν τις κόκκινες γραμμές της Προεδρίας. Ο Καραμανλής δήλωσε στον Παπανδρέου ότι δεν θα παρενέβαινε στο έργο της κυβέρνησης, αλλά θα ενδιαφερόταν για την εξωτερική πολιτική και την άμυνα. Τόνισε σε διαδοχικές περιστάσεις στον πρωθυπουργό ότι η Ελλάδα χρειαζόταν οπωσδήποτε τη σχέση της με τη Δύση για να εξισορροπήσει το μεγαλύτερό της πρόβλημα, δηλαδή την τουρκική απειλή. Εκανε, λοιπόν, σαφείς τις προτεραιότητές του, η παραβίαση των οποίων θα μπορούσε να προκαλέσει μια σύγκρουση την οποία αυτός δεν θα επιζητούσε. Παράλληλα, τόνισε στους Αμερικανούς και στους Ευρωπαίους συνομιλητές του την ανάγκη να βοηθήσουν τον Παπανδρέου να επιλέξει μια μετριοπαθή, φιλοδυτική πολιτική. Επιπλέον, έπειτα από αίτημα του Παπανδρέου, συνηγόρησε στους Αμερικανούς να δεχθούν συνάντηση του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο Ρόναλντ Ρέιγκαν, κάτι που οι ΗΠΑ απέρριπταν.

Δεν μπορούσε, όμως, μόνος του ο Καραμανλής να καθορίσει τη σχέση και τη διάδραση με μια τόσο ισχυρή προσωπικότητα όπως ο Ανδρέας Παπανδρέου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και ο Παπανδρέου, από την πλευρά του, φάνηκε να καταλαβαίνει την ανάγκη να αποφευχθεί η σύγκρουση και να γίνει μια φιλοδυτική στροφή: ίσως μάλιστα να χρησιμοποίησε την απειλή που μπορούσε να εγείρει ο Καραμανλής, ώστε να επιβάλει μια γραμμή μετριοπάθειας στους περισσότερο ανυπόμονους, ριζοσπάστες συνεργάτες του στο ΠΑΣΟΚ.

Δεύτερον, είναι κρίσιμο να συνυπολογιστεί ότι οι δύο ηγέτες διέθεταν πολύτιμη βοήθεια από δύο εξαιρετικά ικανούς συνεργάτες τους: τον Πέτρο Μολυβιάτη από την πλευρά του Καραμανλή και τον Αντώνη Λιβάνη από την πλευρά του Παπανδρέου. Σε στιγμές που οι δύο ισχυρές προσωπικότητες των ηγετών φαίνονταν να κινούνται προς ρήξη, οι Μολυβιάτης και Λιβάνης είχαν τη δυνατότητα να παρεμβαίνουν, να διευκολύνουν τον συμβιβασμό και να την αποτρέπουν. Η κατευναστική παρουσία των Μολυβιάτη και Λιβάνη σ’ αυτή την κρίσιμη διαδικασία είναι ένα στοιχείο που δεν έχει ακόμη αποτιμηθεί σε όλη του τη διάσταση για την ομαλή πορεία της σύγχρονης πολιτικής Ιστορίας.

Η συνύπαρξη Καραμανλή – Παπανδρέου-3
[ΙΔΡΥΜΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Γ. ΚΑΡΑΜΑΝΛΗΣ]

Δεν μπορεί, φυσικά, η απόφαση του Παπανδρέου να αποδεχθεί τη δυτική ταυτότητα της Ελλάδας να αποδοθεί μόνον στην πίεση του Καραμανλή. Αλλά εμφανώς διευκολύνθηκε και από αυτήν. Το κρίσιμο διάστημα ήταν το καλοκαίρι του 1983. Τότε, η κυβέρνηση επαναδιαπραγματεύθηκε τους όρους ένταξης στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, κάτι που, φυσικά, σήμαινε την οριστική αποδοχή της. Λίγο αργότερα, στα μέσα του Ιουλίου 1983, συνήφθη επιτέλους η επί μακρόν ευρισκόμενη στο στάδιο των διαπραγματεύσεων συμφωνία για τις αμερικανικές βάσεις στη χώρα, που ανανέωνε την παραμονή τους για μια πενταετία. Αυτό σήμαινε ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου αποδεχόταν, όχι μόνον την ένταξη στην ΕΟΚ, αλλά και τη διατήρηση των ελληνοαμερικανικών δεσμών και επομένως συνολικά τη δυτική ταυτότητα της Ελλάδας. Είναι χαρακτηριστική η αρχή του σημειώματος του Καραμανλή στις 15 Ιουλίου, ημέρα ανακοίνωσης της συμφωνίας: «Σήμερα έφυγε ένα βάρος από την ψυχή μου». Η φράση αυτή, τόσο ασυνήθιστη για έναν πολιτικό όπως ο Καραμανλής, που απέφευγε συστηματικά την εκδήλωση συναισθηματικών αντιδράσεων, δείχνει το μέγεθος της ανακούφισής του. Είναι αλήθεια ότι από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ η συμφωνία παρουσιάστηκε να προβλέπει την «απομάκρυνση» των βάσεων, τούτο όμως αφορούσε την κομματική προπαγάνδα και για τον Καραμανλή ήταν πολύ δευτερεύον στοιχείο, ενώπιον της πραγματικής σημασίας της.

Αποφεύχθηκαν οι καταστροφικές συγκρούσεις του παρελθόντος

Η αποφυγή της μετωπικής σύγκρουσης του αρχηγού του κράτους και του εκλεγμένου πρωθυπουργού φαίνεται σ’ εμάς στοιχείο αυτονόητο, αλλά δεν ήταν έτσι το 1981. Τότε, το άμεσο παρελθόν και τα ιστορικά προηγούμενα έδειχναν το αντίθετο: είχαν υπάρξει καταστροφικές οι συγκρούσεις εκείνου του παρελθόντος. Η συνύπαρξη του 1981-85 είναι που διαμόρφωσε την ομαλότητα την οποία οι δικές μας γενιές έμαθαν να θεωρούν δεδομένη. Δεν ήταν εύκολο: οι εμπλεκόμενες προσωπικότητες, Καραμανλή και Παπανδρέου, ήταν ισχυρότατες και με εντελώς αντίθετα χαρακτηριστικά, ενώ και τα διακυβεύματα (η αλλαγή κυβέρνησης, η προοπτική της Ελλάδας στη Δύση) ήταν ζωτικά. Ουσιαστικό ρόλο στις εξελίξεις έπαιξε η δυνατότητα του Καραμανλή να διαχειριστεί μια τόσο δύσκολη κατάσταση χωρίς να την αφήσει να εξελιχθεί σε σύγκρουση – ιδίως η επιλογή να αποφύγει να χρησιμοποιήσει τις υπερεξουσίες του και αντίθετα να χρησιμοποιήσει την απειλή τους για να φέρει αποτέλεσμα. Αυτή η ικανότητα για αυτοπεριορισμό ήταν κρίσιμη. Βέβαια, ο ίδιος ο Καραμανλής δέχτηκε, τότε, κριτική από παλαιούς υποστηρικτές του, πικραμένους από τις ακρότητες της πρώτης κυβερνητικής θητείας του ΠΑΣΟΚ, που θα ήθελαν μια περισσότερο στιβαρή παρέμβαση του Προέδρου. Αλλά ο Καραμανλής θεωρούσε (ορθά) ότι κάτι τέτοιο θα υπερέβαινε τα όρια. Σε κάθε περίπτωση, έκανε κάποιες παρεμβάσεις ιδίως για την αποφυγή υπερβολών στο στράτευμα, αλλά δεν πίστευε ότι είχε το περιθώριο για κάτι περισσότερο. Ο ελληνικός λαός είχε δώσει μια τεράστια λαϊκή και κοινοβουλευτική πλειοψηφία στον Παπανδρέου και δεν ήταν δουλειά του Προέδρου να προσπαθήσει να την αναιρέσει.

Από την πλευρά του και ο Παπανδρέου, παρά τη συχνά εμπρηστική ρητορεία του, αντιλήφθηκε την ανάγκη αποφυγής μιας σύγκρουσης. Η ιστορία της συνύπαρξης των δύο ηγετών έχει και πολλά άλλα επεισόδια και δεν τελειώνει ασφαλώς με τις εξελίξεις του καλοκαιριού του 1983· άλλωστε μια άλλη μεγάλη κρίση θα ερχόταν στο τέλος, το 1985. Αλλά αυτή η πρώτη φάση είχε δημιουργήσει τις θετικές δυναμικές που έπρεπε να δημιουργήσει.

Ο Πρόεδρος επέλεξε να χρησιμοποιήσει την απειλή των υπερεξουσιών του για να φέρει αποτέλεσμα.

Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, γενικός γραμματέας του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή