Αρθρο Θύμιου Τζάλλα στην «Κ»: Η βασιλομήτωρ στο βάθος της παμπ

Αρθρο Θύμιου Τζάλλα στην «Κ»: Η βασιλομήτωρ στο βάθος της παμπ

5' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πριν από μερικές ημέρες μιλούσα με τον Ματ, έναν Αγγλο φίλο μου, για την Κέιτ Μίντλετον. Μου είπε ότι είναι αδιάφορος για τη βασιλική οικογένεια και πως δεν είναι δυνατόν να συντηρούμε ένα θεσμό στον οποίο τα προνόμια είναι κληρονομικά.

«Ορίστε –συμπλήρωσε– πού βρεθήκαμε με όλη αυτή τη φασαρία γύρω από μια τόσο προσωπική υπόθεση, την ασθένεια ενός ανθρώπου. Να πρέπει τόσο πολλοί να καταπιούν τη γλώσσα τους για τις ανακρίβειές τους». Με τι επιχειρήματα ακριβώς να διαφωνήσεις;

Την επομένη, ήμουν σε μια γειτονιά στο Λάιμχαουζ, περιοχή του Ανατολικού Λονδίνου (East End). Σ’ ένα τετράγωνο, υπάρχουν δυο-τρεις παλιές παμπ που δεν ανήκουν σε αλυσίδες, αλλά τις «τρέχουν» οικογένειες.

Μία από αυτές είναι η Queen’s Head. Δίπλα στην πόρτα έχουν μια μεγάλη φωτογραφία της μητέρας της βασίλισσας Ελισάβετ να πίνει μπίρα από ένα μισόλιτρο ποτήρι. Η λεζάντα γράφει: «Σε αυτή την παμπ, η βασιλομήτωρ σταμάτησε το 1987, παρήγγειλε μια μπίρα και δήλωσε ότι έχει καλύτερη γεύση από σαμπάνια».

Η φωτογραφία δεν είναι εκεί για να τραβήξει η παμπ τους τουρίστες. Οι πελάτες της Queen’s Head είναι ντόπιες οικογένειες που θα πάνε να φάνε την Κυριακή, φίλαθλοι που θέλουν να δουν μπάλα στη μεγάλη οθόνη, παρέες που θα σταματήσουν για μπίρα τις καθημερινές, μετά τη δουλειά.

Το Λάιμχαουζ είναι επίσης ο ορισμός της βρετανικής αριστερής συνοικίας. Στις τελευταίες εκλογές, οι Εργατικοί πήραν 73%, με υποψήφια τη Ρουσαράνα Αλι – ήταν στην ομάδα των 36 βουλευτών που το 2015 είχαν δώσει με την υπογραφή τους την ευκαιρία στον Τζέρεμι Κόρμπιν να είναι υποψήφιος για την αρχηγία του κόμματος.

Σε αυτές τις γειτονιές ξεκίνησε την κοινοβουλευτική του σταδιοδρομία ο Κλέμεντ Ατλι, ο πρώτος Εργατικός πρωθυπουργός μετά τον πόλεμο (στις εκλογές του 1945 είχε πάρει 84% ως βουλευτής της συνοικίας).

Δέκα λεπτά περπάτημα από την παμπ βρίσκεται η γέφυρα της μαρίνας δίπλα στον Τάμεση, επάνω στην οποία οι μετριοπαθείς Labour προχώρησαν στην ιστορική διακήρυξη του Λάιμχαουζ, διασπώντας το κόμμα το 1981.

Επομένως, μια οικογενειακή παμπ στην καρδιά μιας αριστερής συνοικίας δεν έχει κανένα πρόβλημα να κοτσάρει ως κράχτη για τους πελάτες της τους βασιλείς και τις βασίλισσες. H φωτογραφία της μητέρας της βασίλισσας λειτουργεί σαν πιστοποιητικό ποιότητας, μια άτυπη εκδοχή του «βασιλικός» (royal) που μπαίνει μπροστά από ιστορικούς οργανισμούς στη Βρετανία: Βασιλική Σχολή Χορού, Βασιλικός Ομιλος Κωπηλασίας, Βασιλική Φιλαρμονική και ούτω καθεξής.

Τη διατρέχει υπογείως και μια σιωπηρή γραμμή αυτοσαρκασμού, αφού καμία παμπ δεν μπορεί να επικαλείται βασιλική πιστοποίηση. Είναι επίσης ένα πατριωτικό σύμβολο, όπως συμβαίνει και σε ελληνικές ταβέρνες, όταν βλέπεις για παράδειγμα πορτρέτα των ηρώων της Επανάστασης.

Οι βρετανικές παμπ είναι λαϊκά μαγαζιά, όπως τα ελληνικά καφενεία ή ουζερί. Μπορεί εσχάτως να ανακαινίζονται και να γίνονται gastropub, αλλά οτιδήποτε αυθεντικά παραδοσιακό χαιρετίζεται από τη μεσαία τάξη ως ειλικρινές και σφραγίδα ποιότητας.

Αν, φυσικά, ρωτήσεις έναν Βρετανό τι άποψη έχει για τη βασίλισσα επειδή τη βλέπει στο κάδρο, ενώ πίνει την μπίρα του, θα σε κοιτάξει μάλλον περίεργα. Με τον ίδιο τρόπο που μια Ελληνίδα θα αντιμετώπιζε κάποιον που θα τη ρωτούσε τι γνώμη έχει για τον Παπαφλέσσα ή αν πιστεύει στον Χριστό επειδή φιγουράρουν στους τοίχους της αγαπημένης της ταβέρνας. Τα πορτρέτα είναι πολύ σχετικά με την περίσταση και την ίδια στιγμή παντελώς άσχετα. Αν τα έδειχνα στον Ματ σε κάποια ελληνική ταβέρνα, θα του έλεγα ότι όλα αυτά είναι πολλή Ελλάδα και καθόλου Ελλάδα την ίδια στιγμή.

Δεν νομίζω ότι υπάρχουν πολλοί πελάτες, ειδικά στο Λάιμχαουζ, που θα διαφωνούσαν με τον φίλο μου όταν λέει ότι δεν μπορεί να μαθαίνουμε τα παιδιά μας ότι τα προνόμια κληρονομούνται.

Η ιστορία μιας άλλης βασιλικής φωτογραφίας και το «δικαίωμα» που έχουν οι Βρετανοί πολίτες να μαθαίνουν λεπτομερώς νέα για την υγεία της πριγκίπισσας της Ουαλλίας Κέιτ Μίντλετον.

Ούτε νομίζω ότι οι πελάτες της Queen’s Head διέδιδαν θεωρίες για την Κέιτ Μίντλετον. Μάλλον στη σιωπηρή πλειονότητα ανήκουν, που περίμενε με το βλέμμα προσηλωμένο στη δική της καθημερινότητα να ακούσει και κάποιο νέο για την πριγκίπισσα της Ουαλλίας.

Και η καθημερινότητα των ανθρώπων απλώς δεν μπορεί να χωρέσει πολλή Μίντλετον. Ιδίως σε περιοχές όπως το Λάιμχαουζ, όπου η ζωή υπήρξε πάντοτε δύσκολη. Σε κανένα σημείο του Λονδίνου δεν θα δεις τόσες κοινωνικές κατοικίες μαζεμένες. Η περιοχή σχεδόν ισοπεδώθηκε από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Σήμερα, οι φωτογραφίες από τα χαμένα βικτωριανά σπίτια θυμίζουν ένα γραφικό Λονδίνο που χάθηκε άδικα. Για τους εργάτες του Λάιμχαουζ, όμως, τα σπίτια τους το 1940 ήταν εξίσου άθλια με τις συνθήκες εργασίες στις αποβάθρες και στις αποθήκες γύρω από τον Τάμεση.

Τόσο άθλια, που οι βόμβες ήταν σχεδόν καλοδεχούμενες. Το κράτος θα έχτιζε επιτέλους καινούργια μοντέρνα διαμερίσματα για εκείνους και τις οικογένειές τους, όπως και τελικά σε μεγάλο βαθμό έγινε.

Ο πόλεμος έβαλε επίσης τους East Enders στο πλάνο σχεδόν με ίσους όρους με τους υπόλοιπους Βρετανούς, σαν να συμμετείχαν πλέον σε μια εθνική προσπάθεια, όταν το πρωί μάζευαν τα συντρίμμια τους, κάποιες φορές υπό την επίβλεψη του ίδιου του Τσώρτσιλ.

Οταν το Μπάκιγχαμ Πάλας βομβαρδίστηκε, η μητέρα της Ελισάβετ είχε πει: «Χαίρομαι που χτύπησαν κι εμάς, γιατί τουλάχιστον τώρα μπορώ να κοιτάξω στα μάτια τους ανθρώπους στο East End».

Είναι αδύνατον στην Ελλάδα να νιώσουμε τη σχέση που θα είχαμε, για παράδειγμα, με τη Φρειδερίκη, αν το Παλάτι δεν διαδραμάτιζε στη χώρα μας κάποιον πολιτικό ρόλο. Αν δηλαδή στα καφενεία της Κοκκινιάς η φωτογραφία της δικής μας βασιλομήτορος θα λειτουργούσε σήμερα ως χαριτωμένη σφραγίδα αυθεντικότητας, χωρίς να ενοχλεί τους ψηφοφόρους της Αριστεράς.

Ομως στον 20ό αιώνα η ελληνική σύγκρουση μοναρχικών και αντιμοναρχικών υπήρξε άγρια και μετωπική, έγινε σχεδόν με τους όρους του αγγλικού εμφυλίου, τριακόσια χρόνια νωρίτερα.

Η ανοικοδόμηση της σύγχρονης μετεμφυλιακής Ελλάδας όχι μόνον δεν έβαλε τους ηττημένους αριστερούς στο πλάνο, αλλά δεν τους περιλάμβανε καν.

Ισως αυτή τελικά να υπήρξε η πραγματικά χαμένη ευκαιρία για το ελληνικό Στέμμα, η αδυναμία του να χτίσει μια σχέση με την ελληνική κοινωνία που θα ήταν απαλλαγμένη από την πολιτική.

Είναι ο σημαντικότερος λόγος που η βρετανική μοναρχία επιβίωσε και απέκτησε μια καινούργια βιωματική σύνδεση με τους Βρετανούς. Ο ίδιος λόγος που οι φωτογραφίες των βασιλιάδων είναι στις παμπ και οι Βρετανοί σηκώνουν το κεφάλι προς την οθόνη όταν το πλάνο δείχνει τη Μίντλετον.

* Ο κ. Θύμιος Τζάλλας είναι δημοσιογράφος και εργάζεται σε think tank στο Λονδίνο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή